Του Τάσου Κοντογιαννίδη
ΤΟ ΜΑΗ του 1919 στον Πόντο, η είδηση ότι ο Ελληνικός Στρατός στιβάζεται στη Σμύρνη σκορπά τον ενθουσιασμό στους υπόδουλους Ελληνες, που αποτελούν τη συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού.
Τα μάτια τους είναι στραμμένα στη θάλασσα. Αλλά αντί να δουν εκείνο το πρωινό της 19ης Μαίου να ξεπροβάλλουν ελληνικά πολεμικά πλοία, είδαν να μπαίνει στο λιμάνι της Σαμψούντας ένα εμπορικό, που φέρνει τον άνθρωπο που θα αποβεί μοιραίος για τον Ελληνισμό της Ανατολής.
Στην αποβάθρα τον υποδέχονται μουσουλμάνοι που τον χειροκροτούν και ζητωκραυγάζουν ξέφρενα.
Μίσος.
Στο μεγάλο ξενοδοχείο της πόλης εκφωνεί φλογερό λόγο και ξυπνά το μίσος εναντίον των Ελλήνων. Οση ώρα μιλάει, τους προτρέπει «να τους εξοντώσουν με κάθε τρόπο». Και για να εξάψει περισσότερο τον εθνικισμό τους, λέει: «Να έχετε κατά νου, μονάχα, τον πλούτο που έχουν οι γκιαούρηδες στην πόλη σας και να σκεφτόσαστε ότι, μόλις τους βγάλετε από τη μέση, όλα αυτά θα γίνουν δικά σας!». Και τρεις μέρες μετά, στο γειτονικό Καβάκ, λέει: «Σκοτώστε κάθε μη μουουλμάνο! Σκοτώστε, αλλά μόνο στα κρυφά. Αργότερα θα δράσουμε φανερά, στο φως της μέρας!».
Αυτό ήταν το ξεκίνημα του Μουσταφά Κεμάλ και η μοίρα έδειξε με το ματωμένο της δάχτυλο τον ελληνικό χριστιανικό πληθυσμό της Μικράς Ασίας.
Κι αυτό το γεγονός γιορτάζει την Τετάρτη 19 Μαΐου όλη η Τουρκία.
Η μέχρι μεγαλομανίας εγωπάθεια του αποδεικνύεται οπό το ονόματα που είχε δώσει στον εαυτό του! Το μοναδικό πραγματικό του όνομα ήταν Μουσταφά.
Τα άλλα ήταν δικής του επιλογής και σημαίνουν: Κεμάλ – ο ιδεώδης, Ατατούρκ – ο πατέρας των Τούρκων, Γαζής = ο ιερός πολεμιστής που είχε προορισμό να μάχεται κατά των Ελλήνων, ενώ για τη στρατιωτική του δράση του άρεσε να τον αποκαλούν «γκρίζο λύκο»!
Πέθανε στα 58.
Υπήρξε, αναμφίβολα, ο μεγαλύτερος σφαγεύς των Ελλήνων. Κατά τον παλιό καθηγητή Νικ. Τομαδάκη, «ήταν μέθυσος, αλλά – όπως έλεγαν – και ανώμαλος. Μεθούσε κάθε βράδυ, χόρευε και πέθανε στα 58 του από κίρρωση του ήπατος. Είχε επιβάλει στυγνή δικτατορία στην Τουρκία, με το κόμμα του Ινονού και Βουλή χωρίς αντιπολίτευση. Ετσι έκανε τις μεταρρυθμίσεις που συγκίνησαν τους Ευρωπαίους».
Σχέδιο εξόντωσης.
Το πρόγραμμα του στηριζόταν:
α) στον εκτουρκισμό όλων των μουσουλμανικών φυλών που αποτελούσαν την πλειοψηφία της αυτοκρατορίας. Επί 13 εκατομμυρίων, τα 5 ήταν Τούρκοι, τα 3 Κούρδοι και τα 2 Ελληνες, ενώ υπήρχαν Αρμένιοι, Λαζοί και διάφορες άλλες εθνότητες που απαγορευόταν να γράφουν και να μιλούν τη γλώσσα τους,
β) να μην ξαναπατήσει Ελληνας στην Τουρκία, δι’ εποικισμού ή μεταναστεύσεως και
γ) να εξαναγκαστούν να εγκαταλείψουν τη χώρα με βαριές φορολογίες.
Αυτός έδωσε τη διαταγή να πυρποληθεί η Σμύρνη και να εξολοθρευτεί ο πληθυσμός της και αυτός ήταν προσωπικά υπεύθυνος για των κατ’ εντολών των σφαγών των Ποντίων. Ο Τοπάλ Οσμάν, που έπνιξε τον Πόντο στο αίμα και τη φρίκη, ήταν όργανο του. Μπροστά στο οργιά του, ωχριούνται εγκλήματα των «εκλεκτών» του Χίτλερ που δικάστηκαν στην Νυρεμβέργη. Ο Νουρεντίν πασάς είχε διαταγή κάθε στρατιώτης του να σκοτώνει τουλάχιστον δύο Ελληνες…
«Ήθελαν να μας κάψουν ζωντανούς»
Η ιστορία της Τουρκίας – έλεγε ο Αμερικανός διπλωμάτης Τζορτζ Χόρτον – είναι κηλιδωμένη με αίμα, με κτηνωδίες ακόλαστες φρικαλεότητες, βασανιστήρια κι εκτελέσεις σε βάρος αμάχων και αόπλων…».
Και ο υπουργός Εξωτερικών Τσάμπερλεν πρόσθετε: «Στην περιοχή του Πόντου διαπράχθηκαν ανήκουστα εγκλήματα εις βάρος φιλήσυχων ανθρώπων».
Στα χιλιάδες στοιχεία που υπάρχουν, παραθέτουμε και τα όσα κατέγραψε ο διάσημος Αμερικανός δημοσιογράφος Γκίμπονς στον «Μηνύτορα» της Βοστόνης:
«Είδα με τα μάπα μου στην πεδιάδα της Μαλάτειας σημαντικό μέρος αυτής στρωμένο με πτώματα Ελλήνων!.. Από τους 25.000 Ελληνες της Τραπεζούντας που εξορίστηκαν, απέμειναν ελάχιστοι…».
Η Σοφία Κυνηγοπούλου γεννήθηκε το 1905 στην Κεράσουντα και αφηγήθηκε, πριν πεθάνει στα Κομνηνά Ξάνθης τις τραγικές στιγμές που έζησε στους διωγμούς: «Όταν μάθαμε ότι ο Κεμάλ με τους Τσετες κρεμούσαν στη Σαμψούντα δικούς μας φοβηθήκαμε. Γρήγορα όμως ήρθαν και στο χωριό μας. Μας μάζεψαν όλους και μας κλείσανε μέσα στην εκκλησιά. Αφού κλέψανε τα σπίτια μας έφεραν καλαμποκόφυλλα, βάλανε φωτιά για να μας κάψουν ζωντανούς. Η μάνα μου, μπρος στον κίνδυνο, έσπασε το παράθυρο της εκκλησιάς κι αρχίσαμε να διαφεύγουμε στο κοντινό δάσος. Οταν οι Τσέτες το κατάλαβαν, έπιασαν τη μάνα μου και τη σκότωσαν. Οι μισοί που δεν πρόλαβαν να βγουν κάηκαν ζωντανοί… Μετά οι Τσέτες φόρτωσαν τα πράγματα μας στα άλογα και καθώς έφευγαν τραγουδούσαν:
«Ζήτω Κεμάλ ζήτω, έδιωξες τους γκιαούρηδες κ.λπ.».
ΤΟ ΜΑΗ του 1919 στον Πόντο, η είδηση ότι ο Ελληνικός Στρατός στιβάζεται στη Σμύρνη σκορπά τον ενθουσιασμό στους υπόδουλους Ελληνες, που αποτελούν τη συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού.
Τα μάτια τους είναι στραμμένα στη θάλασσα. Αλλά αντί να δουν εκείνο το πρωινό της 19ης Μαίου να ξεπροβάλλουν ελληνικά πολεμικά πλοία, είδαν να μπαίνει στο λιμάνι της Σαμψούντας ένα εμπορικό, που φέρνει τον άνθρωπο που θα αποβεί μοιραίος για τον Ελληνισμό της Ανατολής.
Στην αποβάθρα τον υποδέχονται μουσουλμάνοι που τον χειροκροτούν και ζητωκραυγάζουν ξέφρενα.
Μίσος.
Στο μεγάλο ξενοδοχείο της πόλης εκφωνεί φλογερό λόγο και ξυπνά το μίσος εναντίον των Ελλήνων. Οση ώρα μιλάει, τους προτρέπει «να τους εξοντώσουν με κάθε τρόπο». Και για να εξάψει περισσότερο τον εθνικισμό τους, λέει: «Να έχετε κατά νου, μονάχα, τον πλούτο που έχουν οι γκιαούρηδες στην πόλη σας και να σκεφτόσαστε ότι, μόλις τους βγάλετε από τη μέση, όλα αυτά θα γίνουν δικά σας!». Και τρεις μέρες μετά, στο γειτονικό Καβάκ, λέει: «Σκοτώστε κάθε μη μουουλμάνο! Σκοτώστε, αλλά μόνο στα κρυφά. Αργότερα θα δράσουμε φανερά, στο φως της μέρας!».
Αυτό ήταν το ξεκίνημα του Μουσταφά Κεμάλ και η μοίρα έδειξε με το ματωμένο της δάχτυλο τον ελληνικό χριστιανικό πληθυσμό της Μικράς Ασίας.
Κι αυτό το γεγονός γιορτάζει την Τετάρτη 19 Μαΐου όλη η Τουρκία.
Η μέχρι μεγαλομανίας εγωπάθεια του αποδεικνύεται οπό το ονόματα που είχε δώσει στον εαυτό του! Το μοναδικό πραγματικό του όνομα ήταν Μουσταφά.
Τα άλλα ήταν δικής του επιλογής και σημαίνουν: Κεμάλ – ο ιδεώδης, Ατατούρκ – ο πατέρας των Τούρκων, Γαζής = ο ιερός πολεμιστής που είχε προορισμό να μάχεται κατά των Ελλήνων, ενώ για τη στρατιωτική του δράση του άρεσε να τον αποκαλούν «γκρίζο λύκο»!
Πέθανε στα 58.
Υπήρξε, αναμφίβολα, ο μεγαλύτερος σφαγεύς των Ελλήνων. Κατά τον παλιό καθηγητή Νικ. Τομαδάκη, «ήταν μέθυσος, αλλά – όπως έλεγαν – και ανώμαλος. Μεθούσε κάθε βράδυ, χόρευε και πέθανε στα 58 του από κίρρωση του ήπατος. Είχε επιβάλει στυγνή δικτατορία στην Τουρκία, με το κόμμα του Ινονού και Βουλή χωρίς αντιπολίτευση. Ετσι έκανε τις μεταρρυθμίσεις που συγκίνησαν τους Ευρωπαίους».
Σχέδιο εξόντωσης.
Το πρόγραμμα του στηριζόταν:
α) στον εκτουρκισμό όλων των μουσουλμανικών φυλών που αποτελούσαν την πλειοψηφία της αυτοκρατορίας. Επί 13 εκατομμυρίων, τα 5 ήταν Τούρκοι, τα 3 Κούρδοι και τα 2 Ελληνες, ενώ υπήρχαν Αρμένιοι, Λαζοί και διάφορες άλλες εθνότητες που απαγορευόταν να γράφουν και να μιλούν τη γλώσσα τους,
β) να μην ξαναπατήσει Ελληνας στην Τουρκία, δι’ εποικισμού ή μεταναστεύσεως και
γ) να εξαναγκαστούν να εγκαταλείψουν τη χώρα με βαριές φορολογίες.
Αυτός έδωσε τη διαταγή να πυρποληθεί η Σμύρνη και να εξολοθρευτεί ο πληθυσμός της και αυτός ήταν προσωπικά υπεύθυνος για των κατ’ εντολών των σφαγών των Ποντίων. Ο Τοπάλ Οσμάν, που έπνιξε τον Πόντο στο αίμα και τη φρίκη, ήταν όργανο του. Μπροστά στο οργιά του, ωχριούνται εγκλήματα των «εκλεκτών» του Χίτλερ που δικάστηκαν στην Νυρεμβέργη. Ο Νουρεντίν πασάς είχε διαταγή κάθε στρατιώτης του να σκοτώνει τουλάχιστον δύο Ελληνες…
«Ήθελαν να μας κάψουν ζωντανούς»
Η ιστορία της Τουρκίας – έλεγε ο Αμερικανός διπλωμάτης Τζορτζ Χόρτον – είναι κηλιδωμένη με αίμα, με κτηνωδίες ακόλαστες φρικαλεότητες, βασανιστήρια κι εκτελέσεις σε βάρος αμάχων και αόπλων…».
Και ο υπουργός Εξωτερικών Τσάμπερλεν πρόσθετε: «Στην περιοχή του Πόντου διαπράχθηκαν ανήκουστα εγκλήματα εις βάρος φιλήσυχων ανθρώπων».
Στα χιλιάδες στοιχεία που υπάρχουν, παραθέτουμε και τα όσα κατέγραψε ο διάσημος Αμερικανός δημοσιογράφος Γκίμπονς στον «Μηνύτορα» της Βοστόνης:
«Είδα με τα μάπα μου στην πεδιάδα της Μαλάτειας σημαντικό μέρος αυτής στρωμένο με πτώματα Ελλήνων!.. Από τους 25.000 Ελληνες της Τραπεζούντας που εξορίστηκαν, απέμειναν ελάχιστοι…».
Η Σοφία Κυνηγοπούλου γεννήθηκε το 1905 στην Κεράσουντα και αφηγήθηκε, πριν πεθάνει στα Κομνηνά Ξάνθης τις τραγικές στιγμές που έζησε στους διωγμούς: «Όταν μάθαμε ότι ο Κεμάλ με τους Τσετες κρεμούσαν στη Σαμψούντα δικούς μας φοβηθήκαμε. Γρήγορα όμως ήρθαν και στο χωριό μας. Μας μάζεψαν όλους και μας κλείσανε μέσα στην εκκλησιά. Αφού κλέψανε τα σπίτια μας έφεραν καλαμποκόφυλλα, βάλανε φωτιά για να μας κάψουν ζωντανούς. Η μάνα μου, μπρος στον κίνδυνο, έσπασε το παράθυρο της εκκλησιάς κι αρχίσαμε να διαφεύγουμε στο κοντινό δάσος. Οταν οι Τσέτες το κατάλαβαν, έπιασαν τη μάνα μου και τη σκότωσαν. Οι μισοί που δεν πρόλαβαν να βγουν κάηκαν ζωντανοί… Μετά οι Τσέτες φόρτωσαν τα πράγματα μας στα άλογα και καθώς έφευγαν τραγουδούσαν:
«Ζήτω Κεμάλ ζήτω, έδιωξες τους γκιαούρηδες κ.λπ.».
Δημοσίευση σχολίου