Το «φιλί της ζωής» έδωσε στην Ελλάδα ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) κ.Ζαν – Κλοντ Τρισέ. Με μία μόνο του φράση, ο κ. Τρισέ έδιωξε το μεσημέρι όλα τα μαύρα σύννεφα πάνω από την ελληνική οικονομία, καθώς και τα σενάρια περί χρεοκοπίας, ανεξαρτήτως του ποια θα ήταν η κατάληξη των διαπραγματεύσεων σε πολιτικό επίπεδο για τον μηχανισμό βοήθειας της χώρας . Μετά και τις τελευταίες θετικές εξελίξεις, το οικονομικό επιτελείο φαίνεται ότι ετοιμάζεται να προχωρήσει σε έκδοση ομολόγων το συντομότερο δυνατόν.
«Το συμβούλιο των διοικητών προτίθεται να διατηρήσει το κατώτατο επιτρεπόμενο όριο του «ΒΒΒ-» πέραν του τέλους του 2010», ανέφερε ο κ. Τρισέ από το βήμα του Ευρωκοινοβουλίου. Δηλαδή, αυτό που είπε ο κ. Τρισέ ουσιαστικά, ήταν ότι η ΕΚΤ δεν θα αφήσει χωρίς κεφάλαια ούτε την Ελλάδα, ούτε τις ελληνικές τράπεζες, συντηρώντας τις ελαστικές συνθήκες δανεισμού που εφαρμόζει αυτή τη στιγμή. Κάτι το οποίο μπορεί να «ψιθυριζόταν» τον τελευταίο μήνα, αλλά σε επίσημο επίπεδο δεν είχε υπάρξει η παραμικρή υπόνοια ότι μπορεί να συμβεί.
Στο άκουσμα της είδησης αυτής «έσκασαν» τα πρώτα χαμόγελα στο οικονομικό επιτελείο, αλλά και στους ιθύνοντες του ελληνικού τραπεζικού συστήματος. Στο υπουργείο Οικονομικών σημείωναν ότι η παραπάνω ανακοίνωση του κ. Τρισέ είναι το «κλειδί» για την εξομάλυνση της κατάστασης στις αγορές, ενώ από την Τράπεζα της Ελλάδος η εξέλιξη αυτή χαρακτηριζόταν ως ιδανική.
Τραπεζικά στελέχη ανέφεραν ότι τώρα θα μπορούν να συνεχίσουν να δανείζονται οι τράπεζες απρόσκοπτα και κατ΄ επέκταση δεν θα έχει πρόβλημα με το δανειακό του πρόγραμμα ούτε το Δημόσιο. Την ίδια ώρα, διεθνείς αναλυτές δήλωναν ότι με την κίνηση αυτή η ΕΚΤ «αποσύρει από τα ελληνικά ομόλογα σημαντικό μέρος της πίεσης που υπάρχει αυτή την περίοδο», αλλά και ότι η απόφαση της ΕΚΤ στέλνει σαφές μήνυμα προς τις αγορές ότι η ΕΕ θα στηρίξει την Ελλάδα.
Ας δούμε όμως, σε «απλά ελληνικά» τι ήταν αυτό που είπε ο κ. Τρισέ.
Η ΕΚΤ δέχεται από τις ελληνικές τράπεζες τα ελληνικά κρατικά ομόλογα ως ενέχυρο για να παρέχει σε αυτές ρευστότητα και μάλιστα με χαμηλό επιτόκιο σε σχέση με το τι ισχύει στην αγορά. Ο όρος που θέτει η ΕΚΤ, για να κάνει δεκτά τα κρατικά ομόλογα ως ενέχυρο, είναι να έχουν βαθμολογία υψηλότερη από το «ΒΒΒ-». Η ΕΚΤ είχε ανακοινώσει όμως από τα μέσα Δεκεμβρίου του 2009, ότι το όριο αυτό θα επανέλθει από την 1/1/2011 στα προ χρηματοοικονομικής κρίσης επίπεδα, δηλαδή στο «Α-».
Τότε, είχε προκληθεί μεγάλη ανησυχία στις αγορές για την τύχη της Ελλάδας, αφού οι δύο από τους τρεις οίκους πιστοληπτικής αξιολόγησης (η Standard & Poor’s και η Fitch) που βαθμολογούν την χώρα και τα ομόλογά της, είχαν υποβαθμίσει την Ελλάδα και τα κρατικά ομόλογα, δίνοντας τους βαθμό «ΒΒΒ+». Δηλαδή, κάτω από «Α-».
Αν και ο τρίτος οίκος αξιολόγησης (η Moody’s) υποβάθμιζε την Ελλάδα από «Α-» σε «ΒΒΒ+», αυτό θα σήμαινε αυτόματα ότι οι στρόφιγγες του δανεισμού των ελληνικών τραπεζών και της χώρας, θα έκλειναν από τις αρχές του 2011 και μετά. Ουσιαστικά, η μοίρα της χώρας εξαρτιόνταν από τις αποφάσεις μίας ιδιωτικής επιχείρησης.
Με την δήλωσή του αυτή, ο κ. Τρισέ «έσβησε» από τις αγορές τις οποιεσδήποτε αμφιβολίες σχετικά με το αν η Ελλάδα θα συνεχίζει να βρίσκει δανεικά, καθώς το γεγονός ότι θα διατηρήσει στο «ΒΒΒ-» το ελάχιστο όριο για να παρέχει ρευστότητα στις ελληνικές – και στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές – τράπεζες, δεν αφήνει περιθώρια σε κερδοσκόπους να «τζογάρουν» αναφορικά με την χρεοκοπία ή μη της Ελλάδας.
Αλλωστε, η διαφορά απόδοσης (spread) του ελληνικού 10ετούς ομολόγου με το αντίστοιχο γερμανικό, υποχώρησε μέχρι και τις 313 μονάδες από 328 μονάδες που ήταν χθές, ενώ στο υπουργείο Οικονομικών θεωρούν ότι τις επόμενες μέρες θα αποκλιμακωθεί περαιτέρω, καθιστώντας το κόστος δανεισμού του Δημοσίου ευνοϊκότερο.
Ο κυριότερος λόγος όμως για τον οποίο η δήλωση του κ. Τρισέ είναι τόσο σημαντική, είναι άλλος. Μπορεί σε πολιτικό επίπεδο να ανακοινώθηκε ότι υπάρχει ένας μηχανισμός βοήθειας της Ελλάδας, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι η κυβέρνηση θα προστρέξει σε αυτόν άμεσα. Αντιθέτως, όλες οι πληροφορίες συγκλίνουν στο ότι η χώρα δεν θέλει να χρησιμοποιήσει την βοήθεια αυτή.
Η ανακοίνωσή του κ. Τρισέ, ωστόσο, είναι άμεσης εφαρμογής και δεν επηρεάζει το «πρεστίζ» της Ελλάδας. Πρόκειται για μία απόφαση που θα λάβει η ΕΚΤ και θα την εφαρμόσει για όλες τις χώρες, χωρίς να ζητάει από αυτές ανταλλάγματα και χωρίς να δημιουργεί την ανησυχία στις αγορές ότι «κάτι δεν πάει καλά με την Ελλάδα».
«Το συμβούλιο των διοικητών προτίθεται να διατηρήσει το κατώτατο επιτρεπόμενο όριο του «ΒΒΒ-» πέραν του τέλους του 2010», ανέφερε ο κ. Τρισέ από το βήμα του Ευρωκοινοβουλίου. Δηλαδή, αυτό που είπε ο κ. Τρισέ ουσιαστικά, ήταν ότι η ΕΚΤ δεν θα αφήσει χωρίς κεφάλαια ούτε την Ελλάδα, ούτε τις ελληνικές τράπεζες, συντηρώντας τις ελαστικές συνθήκες δανεισμού που εφαρμόζει αυτή τη στιγμή. Κάτι το οποίο μπορεί να «ψιθυριζόταν» τον τελευταίο μήνα, αλλά σε επίσημο επίπεδο δεν είχε υπάρξει η παραμικρή υπόνοια ότι μπορεί να συμβεί.
Στο άκουσμα της είδησης αυτής «έσκασαν» τα πρώτα χαμόγελα στο οικονομικό επιτελείο, αλλά και στους ιθύνοντες του ελληνικού τραπεζικού συστήματος. Στο υπουργείο Οικονομικών σημείωναν ότι η παραπάνω ανακοίνωση του κ. Τρισέ είναι το «κλειδί» για την εξομάλυνση της κατάστασης στις αγορές, ενώ από την Τράπεζα της Ελλάδος η εξέλιξη αυτή χαρακτηριζόταν ως ιδανική.
Τραπεζικά στελέχη ανέφεραν ότι τώρα θα μπορούν να συνεχίσουν να δανείζονται οι τράπεζες απρόσκοπτα και κατ΄ επέκταση δεν θα έχει πρόβλημα με το δανειακό του πρόγραμμα ούτε το Δημόσιο. Την ίδια ώρα, διεθνείς αναλυτές δήλωναν ότι με την κίνηση αυτή η ΕΚΤ «αποσύρει από τα ελληνικά ομόλογα σημαντικό μέρος της πίεσης που υπάρχει αυτή την περίοδο», αλλά και ότι η απόφαση της ΕΚΤ στέλνει σαφές μήνυμα προς τις αγορές ότι η ΕΕ θα στηρίξει την Ελλάδα.
Ας δούμε όμως, σε «απλά ελληνικά» τι ήταν αυτό που είπε ο κ. Τρισέ.
Η ΕΚΤ δέχεται από τις ελληνικές τράπεζες τα ελληνικά κρατικά ομόλογα ως ενέχυρο για να παρέχει σε αυτές ρευστότητα και μάλιστα με χαμηλό επιτόκιο σε σχέση με το τι ισχύει στην αγορά. Ο όρος που θέτει η ΕΚΤ, για να κάνει δεκτά τα κρατικά ομόλογα ως ενέχυρο, είναι να έχουν βαθμολογία υψηλότερη από το «ΒΒΒ-». Η ΕΚΤ είχε ανακοινώσει όμως από τα μέσα Δεκεμβρίου του 2009, ότι το όριο αυτό θα επανέλθει από την 1/1/2011 στα προ χρηματοοικονομικής κρίσης επίπεδα, δηλαδή στο «Α-».
Τότε, είχε προκληθεί μεγάλη ανησυχία στις αγορές για την τύχη της Ελλάδας, αφού οι δύο από τους τρεις οίκους πιστοληπτικής αξιολόγησης (η Standard & Poor’s και η Fitch) που βαθμολογούν την χώρα και τα ομόλογά της, είχαν υποβαθμίσει την Ελλάδα και τα κρατικά ομόλογα, δίνοντας τους βαθμό «ΒΒΒ+». Δηλαδή, κάτω από «Α-».
Αν και ο τρίτος οίκος αξιολόγησης (η Moody’s) υποβάθμιζε την Ελλάδα από «Α-» σε «ΒΒΒ+», αυτό θα σήμαινε αυτόματα ότι οι στρόφιγγες του δανεισμού των ελληνικών τραπεζών και της χώρας, θα έκλειναν από τις αρχές του 2011 και μετά. Ουσιαστικά, η μοίρα της χώρας εξαρτιόνταν από τις αποφάσεις μίας ιδιωτικής επιχείρησης.
Με την δήλωσή του αυτή, ο κ. Τρισέ «έσβησε» από τις αγορές τις οποιεσδήποτε αμφιβολίες σχετικά με το αν η Ελλάδα θα συνεχίζει να βρίσκει δανεικά, καθώς το γεγονός ότι θα διατηρήσει στο «ΒΒΒ-» το ελάχιστο όριο για να παρέχει ρευστότητα στις ελληνικές – και στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές – τράπεζες, δεν αφήνει περιθώρια σε κερδοσκόπους να «τζογάρουν» αναφορικά με την χρεοκοπία ή μη της Ελλάδας.
Αλλωστε, η διαφορά απόδοσης (spread) του ελληνικού 10ετούς ομολόγου με το αντίστοιχο γερμανικό, υποχώρησε μέχρι και τις 313 μονάδες από 328 μονάδες που ήταν χθές, ενώ στο υπουργείο Οικονομικών θεωρούν ότι τις επόμενες μέρες θα αποκλιμακωθεί περαιτέρω, καθιστώντας το κόστος δανεισμού του Δημοσίου ευνοϊκότερο.
Ο κυριότερος λόγος όμως για τον οποίο η δήλωση του κ. Τρισέ είναι τόσο σημαντική, είναι άλλος. Μπορεί σε πολιτικό επίπεδο να ανακοινώθηκε ότι υπάρχει ένας μηχανισμός βοήθειας της Ελλάδας, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι η κυβέρνηση θα προστρέξει σε αυτόν άμεσα. Αντιθέτως, όλες οι πληροφορίες συγκλίνουν στο ότι η χώρα δεν θέλει να χρησιμοποιήσει την βοήθεια αυτή.
Η ανακοίνωσή του κ. Τρισέ, ωστόσο, είναι άμεσης εφαρμογής και δεν επηρεάζει το «πρεστίζ» της Ελλάδας. Πρόκειται για μία απόφαση που θα λάβει η ΕΚΤ και θα την εφαρμόσει για όλες τις χώρες, χωρίς να ζητάει από αυτές ανταλλάγματα και χωρίς να δημιουργεί την ανησυχία στις αγορές ότι «κάτι δεν πάει καλά με την Ελλάδα».
Δημοσίευση σχολίου