του Πάτροκλου Γεωργιάδη
Ο «μπαμπούλας» υπήρξε η μόνιμη επίκληση των γονέων επί δεκαετίες, όταν παρουσιαζόταν επιτακτική η ανάγκη για αποτροπή παραβατικών συμπεριφορών, σύμφωνα με το εθιμικό – οικογενειακό δίκαιο της εποχής. Η αποδοτικότητα της απειλής ήταν σχεδόν βέβαιη, καθώς η εικόνα που με τη φαντασία του έφτιαχνε κάθε παιδί για τον «μπαμπούλα» ήταν ασαφής, υποδηλώνοντας ταυτόχρονα κάτι το σκοτεινό, το τερατώδες, το εξωπραγματικό.
Αναμφίβολα, ο ισχυρισμός ότι κανείς δεν απειλεί την Ελλάδα δεν ευσταθεί, καθώς όλοι γινόμαστε καθημερινοί μάρτυρες γεγονότων που τουλάχιστον προβληματίζουν και θέτουν ερωτηματικά για τις πολιτικές φίλων και εχθρών. Ούτε απορρίπτονται συλλήβδην οι σκεπτικιστές, επειδή κάποιοι στο όνομα της προόδου διαπράττουν λογικά άλματα.
Στη Συνθήκη του Μάαστριχτ, το 1992, αναφέρεται ρητά ότι «η Ένωση σέβεται την εθνική ταυτότητα των μελών της, των οποίων τα κυβερνητικά συστήματα βασίζονται στις δημοκρατικές αρχές». Μάλιστα, πληρεξούσιος του Προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας ήταν ο τότε υπουργός Εξωτερικών και σημερινός αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας κ. Αντώνης Σαμαράς. Από θεσμική άποψη λοιπόν δεν τίθεται κανένα ζήτημα απειλής σε σχέση με την εθνική μας ταυτότητα.
Εξάλλου, οι Έλληνες και οι κοινότητές τους πέτυχαν κατά το παρελθόν, αλλά και σήμερα, να διατηρήσουν την ταυτότητά τους παράλληλα με την ενσωμάτωσή τους στις κοινωνίες και στα κράτη που βρέθηκαν. Παράδειγμα υπήρξε ολόκληρος ο μεσογειακός χώρος, οι περιοχές του Εύξεινου Πόντου, τα Βαλκάνια και αργότερα η βόρεια Ευρώπη, η Αυστραλία, η Αμερική και αλλού.
Δεν χρειάστηκε να χτιστούν τείχη ούτε σύνορα για να διατηρήσουν οι Έλληνες την εθνική τους ταυτότητα.
Το ίδιο ισχύει και για την Ελλάδα του σήμερα. Η εθνική ταυτότητα στηρίζεται με την παραγωγή πολιτισμού, με το σεβασμό στις παραδόσεις και τις αξίες, με την Παιδεία και την ισχυρή οικονομία. Η εθνική υπερηφάνεια δεν μπορεί να πηγάζει μόνο από το παρελθόν. Η ένταξη στο έθνος είναι και προϊόν συνειδητής επιλογής του παρόντος. Η αποδοχή της ένταξης αυτής δεν επέρχεται μόνο στο όνομα ενός ένδοξου παρελθόντος, αλλά σηματοδοτεί κυρίως τη θέληση για μετοχή σ’ ένα παρόν που υπόσχεται ένα καλύτερο μέλλον εντός του πλαισίου μιας εθνικής ομάδας. Η συνείδηση της εθνικής ταυτότητας δεν διατηρείται με τη χρήση κανενός «μπαμπούλα», ιδιαίτερα μάλιστα όταν η κρίση εντοπίζεται μέσα στην «απειλούμενη» εθνική ομάδα.
Φροντίσαμε τα τελευταία χρόνια να απαξιώσουμε καθετί ελληνικό, κάθε προσπάθεια για πρόοδο και βυθιστήκαμε στη μίζερη απαισιοδοξία για το μέλλον. Ενεργοποιούμε τα αντανακλαστικά μας μόνο με την επίκληση εξωτερικών επιβουλών. Όμως το στοίχημα κερδίζεται εντός του εδάφους. Όταν θυμηθούμε ότι ο «μπαμπούλας» των παιδικών μας χρόνων δεν ήταν παρά δημιούργημα της φαντασίας μας, μιας φαντασίας που γενεσιουργό αιτία είχε τη δική μας οικογένεια.
ΠΗΓΗ:ΕΠΙΚΑΙΡΑ
Η επιτυχία του εγχειρήματος ήταν τέτοια, που γρήγορα έγινε αντιληπτό από μερίδα πολιτικών, επιστημόνων, opinion leaders και decision makers, όσων, δηλαδή, ονομάζονται «ταγοί», ότι εύκολα....
μπορούσαν να επικαλεστούν έναν «μπαμπούλα» για να οδηγήσουν πλειοψηφικές ή μειοψηφικές ομάδες στην αποδοχή των απόψεών τους και να τις στρέψουν θετικά προς την κατεύθυνση που εκείνοι νόμιζαν ότι εξυπηρετεί τη χώρα, σύμφωνα πάντοτε με τις αντιλήψεις τους.
Ανάλογα με την πολιτικοϊδεολογική τους ταυτότητα, επέσυραν και εξακολουθούν να το πράττουν, κάποια απειλή για το έθνος, το λαό ή το κράτος, ώστε να δικαιολογήσουν την πολιτική τους πρόταση. Ο «μπαμπούλας» στην περίπτωση αυτή παίρνει σάρκα και οστά και μετατρέπεται σε ορατούς κινδύνους. Η Ελλάδα πάντοτε κινδυνεύει. Συνεχώς βρίσκεται σε κρίσιμα σταυροδρόμια και πρέπει να ληφθούν αποφάσεις. Όσον αφορά στην εθνική μας ύπαρξη, ανάλογα με τη χρονική περίοδο, κινδυνεύουμε από το Βορρά, από την Ανατολή, από τους Εβραίους και τους σιωνιστές, από τους ισλαμιστές. Η Ελλάδα απειλείται από τους Αμερικανούς και τους συνεργάτες τους, τους καπιταλιστές και τους κεφαλαιοκράτες, από τις παραφυάδες και τους γραφικούς εναπομείναντες οπαδούς της άλλοτε κραταιάς ΕΣΣΔ. Κυρίως, όμως, το τελικό χτύπημα θα προέλθει από την παγκοσμιοποίηση και −γιατί όχι; − από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτή, μάλιστα, η τελευταία είναι η γενεσιουργός αιτία πολλών δεινών, μεταξύ των οποίων και η επαπειλούμενη νόθευση, έως και εξαφάνιση της εθνικής μας ταυτότητας.μπορούσαν να επικαλεστούν έναν «μπαμπούλα» για να οδηγήσουν πλειοψηφικές ή μειοψηφικές ομάδες στην αποδοχή των απόψεών τους και να τις στρέψουν θετικά προς την κατεύθυνση που εκείνοι νόμιζαν ότι εξυπηρετεί τη χώρα, σύμφωνα πάντοτε με τις αντιλήψεις τους.
Αναμφίβολα, ο ισχυρισμός ότι κανείς δεν απειλεί την Ελλάδα δεν ευσταθεί, καθώς όλοι γινόμαστε καθημερινοί μάρτυρες γεγονότων που τουλάχιστον προβληματίζουν και θέτουν ερωτηματικά για τις πολιτικές φίλων και εχθρών. Ούτε απορρίπτονται συλλήβδην οι σκεπτικιστές, επειδή κάποιοι στο όνομα της προόδου διαπράττουν λογικά άλματα.
Στη Συνθήκη του Μάαστριχτ, το 1992, αναφέρεται ρητά ότι «η Ένωση σέβεται την εθνική ταυτότητα των μελών της, των οποίων τα κυβερνητικά συστήματα βασίζονται στις δημοκρατικές αρχές». Μάλιστα, πληρεξούσιος του Προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας ήταν ο τότε υπουργός Εξωτερικών και σημερινός αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας κ. Αντώνης Σαμαράς. Από θεσμική άποψη λοιπόν δεν τίθεται κανένα ζήτημα απειλής σε σχέση με την εθνική μας ταυτότητα.
Εξάλλου, οι Έλληνες και οι κοινότητές τους πέτυχαν κατά το παρελθόν, αλλά και σήμερα, να διατηρήσουν την ταυτότητά τους παράλληλα με την ενσωμάτωσή τους στις κοινωνίες και στα κράτη που βρέθηκαν. Παράδειγμα υπήρξε ολόκληρος ο μεσογειακός χώρος, οι περιοχές του Εύξεινου Πόντου, τα Βαλκάνια και αργότερα η βόρεια Ευρώπη, η Αυστραλία, η Αμερική και αλλού.
Δεν χρειάστηκε να χτιστούν τείχη ούτε σύνορα για να διατηρήσουν οι Έλληνες την εθνική τους ταυτότητα.Αυτό συμβαίνει διότι διατηρούνται ισχυροί δεσμοί με την παράδοση, την ιστορία και τον πολιτισμό της πατρίδας. Ταυτόχρονα, ενδυναμώνεται η εθνική συνοχή εξαιτίας της επιτυχίας της κοινότητας στον οικονομικό τομέα αλλά και της αναγνώρισης από την κοινωνία υποδοχής, καθώς η Παιδεία και ο πολιτισμός καθίστανται βασικοί παράγοντες ενασχόλησης και ανάδειξης των Ελλήνων του εξωτερικού από τη δεύτερη γενιά και μετά.
Δεν χρειάστηκε να χτιστούν τείχη ούτε σύνορα για να διατηρήσουν οι Έλληνες την εθνική τους ταυτότητα.
Το ίδιο ισχύει και για την Ελλάδα του σήμερα. Η εθνική ταυτότητα στηρίζεται με την παραγωγή πολιτισμού, με το σεβασμό στις παραδόσεις και τις αξίες, με την Παιδεία και την ισχυρή οικονομία. Η εθνική υπερηφάνεια δεν μπορεί να πηγάζει μόνο από το παρελθόν. Η ένταξη στο έθνος είναι και προϊόν συνειδητής επιλογής του παρόντος. Η αποδοχή της ένταξης αυτής δεν επέρχεται μόνο στο όνομα ενός ένδοξου παρελθόντος, αλλά σηματοδοτεί κυρίως τη θέληση για μετοχή σ’ ένα παρόν που υπόσχεται ένα καλύτερο μέλλον εντός του πλαισίου μιας εθνικής ομάδας. Η συνείδηση της εθνικής ταυτότητας δεν διατηρείται με τη χρήση κανενός «μπαμπούλα», ιδιαίτερα μάλιστα όταν η κρίση εντοπίζεται μέσα στην «απειλούμενη» εθνική ομάδα.
Φροντίσαμε τα τελευταία χρόνια να απαξιώσουμε καθετί ελληνικό, κάθε προσπάθεια για πρόοδο και βυθιστήκαμε στη μίζερη απαισιοδοξία για το μέλλον. Ενεργοποιούμε τα αντανακλαστικά μας μόνο με την επίκληση εξωτερικών επιβουλών. Όμως το στοίχημα κερδίζεται εντός του εδάφους. Όταν θυμηθούμε ότι ο «μπαμπούλας» των παιδικών μας χρόνων δεν ήταν παρά δημιούργημα της φαντασίας μας, μιας φαντασίας που γενεσιουργό αιτία είχε τη δική μας οικογένεια.
ΠΗΓΗ:ΕΠΙΚΑΙΡΑ
Δημοσίευση σχολίου