Αρκετοί ίσως να έχουν κρατήσει στη μνήμη τους μια αποσβολωτική εικόνα πριν από μία δεκαπενταετία. Σε αυτήν ο Μιλτιάδης Εβερτ, που μόλις είχε εκλεγεί αρχηγός της ΝΔ, σπεύδει στο Προεδρικό Μέγαρο. Μπαίνοντας σκύβει και φιλά το χέρι του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Παραλίγο να γονατίσει! Λίγοι, όμως, θα θυμούνται ότι μερικά χρόνια νωρίτερα, όταν ο ιδρυτής της ΝΔ αποχωρούσε από την αρχηγία για να μεταπηδήσει στην Προεδρία της Δημοκρατίας, οι «αβερωφικοί» μιλούσαν για συνωμοσία των καραμανλικών υπέρ του Γ. Ράλλη......
Η Κ.Ο. της ΝΔ συνεδριάζει για την ανάδειξη του νέου αρχηγού το 1984. Σύμφωνα με τον Π. Μολυβιάτη, «οι φίλοι του Ευ. Αβέρωφ απεφάσισαν να ψηφίσουν τον Κ. Μητσοτάκη για αρχηγό του κόμματος, πλανώμενοι ότι ο Κ. Μητσοτάκης θα ήταν εχθρικός προς τον Κ. Καραμανλή και παραβλέποντας ότι ο κ. Μητσοτάκης είχε αγωνισθεί για την ανατροπή του κ. Ευ. Αβέρωφ, τον οποίο αντίθετα ο Κ. Καραμανλής υπεστήριζε». Μύλος...
Ακόμη λιγότεροι, μάλλον, θα έχουν υπόψη τους ότι ο Ευ. Αβέρωφ είχε αποκηρύξει, την ίδια περίοδο, το ευαγγέλιο της παράταξης, που ήταν ο «ριζοσπαστικός φιλελευθερισμός». Δήλωνε οπαδός του «εθνικόφρονος φιλελευθερισμού». Πάλι καλά που δεν μιλούσε για... εθνικοσοσιαλιστικό φιλελευθερισμό!
Αν το ένα περιστατικό υπογραμμίζει την ποιότητα των πολιτικών σχέσεων στα ηγετικά κλιμάκια της ΝΔ, το άλλο αναδεικνύει την ουσιαστική απουσία ιδεολογικής αντιπαλότητας στις διαμάχες για την αρχηγία της ΝΔ. Βρίθουν από εκφραστικό ανεκδοτολογικό υλικό οι εσωκομματικές αναμετρήσεις για την ηγεσία την τελευταία τριακονταετία. Ο κανόνας από τότε, που άρχισαν οι μάχες της διαδοχής, είναι να κρίνονται στο μισοσκόταδο. Οι φατριασμοί, οι βυζαντινισμοί, τα μαχαιρώματα, τα παζαρέματα είναι μερικές από τις συχνότερα χρησιμοποιούμενες έννοιες στην ιστορική διαδρομή της συντηρητικής παράταξης.
Κομματικός πυρήνας
Στο παρασκήνιο και από τα προσωποκεντρικά μπλοκ (γνωστά και ως «βαρονίες) αναδεικνύεται πάντα ο αρχηγός. Με μια αμφισβητούμενη εξαίρεση το 1981, επιβάλλεται από τον στενό κομματικό πυρήνα. Τις δυνάμεις που συνιστούν αυτό που ιστορικά ονομάζεται παραδοσιακή Δεξιά. Ετσι συνέβη ακόμη και με τον Κώστα Καραμανλή το 1997.
Τότε το πιο διευρυμένο εκλεκτορικό σώμα, στο κομματικό συνέδριο του 1997, λειτούργησε, τελικά, ως επικυρωτικός μηχανισμός κάθε άλλο παρά συλλογικών διαδικασιών του κομματικού σώματος. Αν εξαιρεθεί, ίσως, η σημερινή διαδικασία εκλογής προέδρου -όπερ έδει δείξαι-, ο αρχηγισμός και οι «βαρονίες» είναι διαχρονικές ιδιότητες της ΝΔ από την εποχή της γέννησής της.
Η διαπίστωση αυτή δεν είναι προϊόν κάποιου «αντιδεξιού συνδρόμου». Τεκμηριώνεται από τα γεγονότα. Αλλά και από τις κατά καιρούς εκρήξεις ειλικρίνειας κομματικών πρωταγωνιστών, καταγγελίες ηττημένων στις ψηφοφορίες και κάθε είδους μαρτυρίες.
Ολα γίνονται στο όνομα των οπαδών, υποτίθεται. Αλλά το κόμμα είναι απλώς το όχημα για την εξουσία. Ο φιλόσοφος της παράταξης, Κ. Τσάτσος, σε μια εξομολογητική έκρηξη, μετά την αποχώρηση του Κ. Καραμανλή, έγραφε: «Δεν είχε ποτέ (ο Καραμανλής) το αίσθημα του κόμματος. Και θα ήταν ευτυχής αν μπορούσε να κυβερνήσει χωρίς να ηγείται κόμματος. Αν ίδρυσε δύο φορές κόμμα (εννοεί την ΕΡΕ το 1956 και τη ΝΔ το 1974), αυτό το έκανε γιατί στη δημοκρατία, για να φθάσεις ν’ ασκήσεις εξουσία, το κόμμα είναι απαραίτητο...».
Περιγράφοντας με αυτόν τον τρόπο τις σχέσεις Καραμανλή - κόμματος ο θεωρητικός του καραμανλισμού, στον οποίον ορκίζονται όλοι οι διάδοχοί του, έδωσε και το στίγμα της παράταξης.
Είναι η άσκηση της εξουσίας, είτε η αναμονή άσκησής της. Αυτή είναι η συγκολλητική ουσία, οι αρχές και η ιδεολογία του κατεξοχήν κόμματος της άρχουσας τάξης. Τα κομματικά προγράμματα, θολά, αμφίσημα και αντιφατικά, από το «ριζοσπαστικό» μέχρι τον «κοινωνικό κέντρο» και τους συναφείς νεολογισμούς, είναι όπως οι προεκλογικοί λόγοι.
Δυο στρατόπεδα και πολλές υπόγειες διαδρομές
Περίπλοκες συμμαχίες για την ηγεσία
Για τον τρόπο με τον οποίο αναδείχτηκε ο πρώτος διάδοχος του Κ. Καραμανλή στην ηγεσία της ΝΔ είναι αποκαλυπτικός και «απολαυστικός» ο λόγος του ίδιου του Γ. Ράλλη. Το περιστατικό, ευγενώς διατυπωμένο, μπορεί να αποτελέσει σημείο αναφοράς για τις περισσότερες δελφινομαχίες. Γράφει ο πρώην αρχηγός και πρωθυπουργός:
«... Την περασμένη Δευτέρα (5 Μαΐου 1980) με παρακάλεσε ο Καραμανλής, που ακόμη δεν είχε παραιτηθεί από τη θέση του αρχηγού του κόμματος, να πάω στο σπίτι του. Ο Θόδωρος, που μου άνοιξε την πόρτα, με οδήγησε κατευθείαν στην κρεβατοκάμαρα του Προέδρου, ο οποίος με ρώτησε αμέσως αν θα είμαι υποψήφιος. Του απάντησα ότι, όπως από καιρό ο ίδιος μόνο γνώριζε, θα διεκδικήσω το αξίωμα του αρχηγού της ΝΔ και ελπίζω να είμαι ο εκλεκτός της ΚΟ.
Με κοίταζε σχεδόν έκπληκτος, γιατί φαντάζομαι όλοι τον είχαν πείσει πως το θέμα είχε κριθεί υπέρ του αντιπάλου μου, δεν μου έκαμε όμως κανένα σχόλιο, αλλά άρχισε να αναπτύσσει ποια θα έπρεπε να είναι η διαδικασία της εκλογής... Ο Πρόεδρος επανέλαβε πως θα έστελνε την επομένη την επιστολή παραιτήσεώς του στον γενικό γραμματέα της ΚΟ Στεφανόπουλο και έτσι η εγγύτερη δυνατή ημέρα ήταν η Πέμπτη και πρόσθεσε:
Αλλωστε ο ηττημένος θα γίνει αντιπρόεδρος της νέας κυβερνήσεως κι έτσι δεν θα δημιουργηθεί κανένα θέμα?. Αντέδρασα... Υστερα από συζήτηση που κράτησε περισσότερο από μισή ώρα, και επειδή εγώ ήμουν αμετάπειστος, μου είπε: ?Σε νόμιζα καλό παίκτη. Φαίνεται ότι γελάστηκα. Ο Βαγγέλης δέχεται να είναι αντιπρόεδρος σε δική σου κυβέρνηση και να συνεργαστεί τίμια μαζί σου, εσύ γιατί αρνείσαι το ίδιο;?. Με τα λόγια του αυτά με είχε φέρει στο φιλότιμο και αναγκάστηκα να δεχτώ.
Δεν πρόφτασα να πω το -ναι- και ο Πρόεδρος σηκώθηκε, κατευθύνθηκε προς την πόρτα και μου είπε:
"Σύμφωνοι λοιπόν, θα γίνεις αντιπρόεδρος και θα πάρεις όποιο υπουργείο θέλεις. Πάμε τώρα να το αναγγείλουμε στον Αβέρωφ και στον Παπακωνσταντίνου που περιμένουν στο σαλόνι..."».
Σύμφωνα με τον Γ. Ράλλη, από τότε άρχισαν να διαμορφώνονται δύο στρατόπεδα στο εσωτερικό της ΝΔ. Στο πλαίσιο αυτό:
Το 1981 ο Ευ. Αβέρωφ θα εκτοπίσει τους αντιπάλους του Κ. Στεφανόπουλο και Ι. Μπούτο (αργότερα θα πορευτούν εκτός κόμματος).
Το 1984 ο Ευ. Αβέρωφ αντί να στηρίξει τον «καραμανλικό» Κ. Στεφανόπουλο, συμμάχησε με τον αντίπαλο και εχθρό έως τότε K. Μητσοτάκη και τον ψήφισε.
Το 1993 οι καραμανλικοί «έφαγαν» τους μητσοτακικούς, μέσα στους λαβύρινθους των μηχανισμών του κομματικού οικοδομήματος.
Το 1997 οι «βαρόνοι» επιβάλλουν στα δύο στρατόπεδα, που είχαν διαμορφωθεί (εβερτικοί - καραμανλικοί και μητσοτακικοί), την «τρίτη λύση» του Κώστα Καραμανλή.
Αν στη σημερινή μάχη για τη διαδοχή δεν υπήρχε ο παράγοντας «εκλογή από τη βάση», η ιστορία απλώς θα επαναλαμβανόταν...
Οι αλλαγές στη διαδικασία εκλογής προέδρου
Βουλευτοκρατία
Μέχρι το 1993 ο πρόεδρος εκλεγόταν από την Κοινοβουλευτική Ομάδα, όπως είχε διαμορφωθεί στις αμέσως προηγούμενες εκλογές. Οι βουλευτές θεωρούνταν φορείς της θέλησης των κομματικών μελών. Ετσι εκλέχτηκαν οι Γ. Ράλλης, Ευ. Αβέρωφ και Κ. Μητσοτάκης από το 1980.
Περιθωριακή «βάση»
Το εκλεκτορικό σώμα άλλαξε, μετά την παραίτηση Μητσοτάκη. Στους βουλευτές προστέθηκαν οι ευρωβουλευτές και «εκπρόσωποι της βάσης». Αλλά, πάλι, οι βουλευτές εξέλεγαν, τον πρόεδρο, διαθέτοντας την πλειοψηφία. Από ένα τέτοιο Σώμα αναδείχτηκε το 1993 ο Μ. Εβερτ.
Δημοκρατική επίφαση
Αρχηγός για πρώτη και τελευταία φορά εκλέγεται από συνέδριο το 1997. Μετείχαν πρώην και νυν βουλευτές και ευρωβουλευτές, κομματικοί αξιωματούχοι κ.ά. Η γεύση που άφησε η διαδικασία ήταν ότι απλώς οι σύνεδροι κλήθηκαν να επικυρώσουν την επιλογή του Κ. Καραμανλή.
Ο φόβος της Ιστορίας
Υπάρχει ένα τομέας όπου η ΝΔ μοιάζει με... ψάρι έξω από το νερό. Πρόκειται για την ιστορία της. Δεν κατάφερε έως τώρα, παρά τα κέντρα, τα ινστιτούτα και τους παραγωγικότατους, κατά τ’ άλλα, ιστορικούς του χώρου, να αποκτήσει μια συνολική ιστορική αφήγηση για τη διαδρομή της. Περιορίζεται, απλώς, να προβάλλει την προσωπική διαδρομή του ιδρυτή της. Μάλιστα σαν μια μοναχική, περίπου, ιστορία! Προφανώς δεν πρόκειται για αδυναμία άρθρωσης ιστορικού συνεκτικού λόγου. Αλλά για τον φόβο της Ιστορίας! Δηλαδή της «Δεξιάς» και του «Κράτους της Δεξιάς».
Πελατειακές σχέσεις
Ενας από τους ιστορικούς άξονες γύρω από τους οποίους κινείται η διαδοχή στην ηγεσία του μεταπολεμικού κόμματος της συντηρητικής παράταξης είναι οι «πελατειακές σχέσεις» στους κόλπους της. Το δούναι και λαβείν. Καθόλου παράδοξο, με ιστορικούς όρους. Η ίδια «κινητήρια δύναμη» χρησιμοποιείται για την κατάκτηση και διατήρηση της κυβερνητικής εξουσίας από το κόμμα. Αλλά αυτή δεν είναι η μοναδική διαλεκτική σχέση. Το είδος της εσωκομματικής δημοκρατίας συμβάδιζε πάντα με την ποιότητα διακυβέρνησης της χώρας και τον τρόπο άσκησης της εξουσίας, όταν βρισκόταν στην κυβέρνηση.
1979 - 1981
Ράλλης - Αβέρωφ όπως Ντόρα - Σαμαράς...
Αν εξαιρεθεί ο τρόπος εκλογής του προέδρου είναι πολλά αυτά που δείχνουν ότι η ΝΔ ξαναγυρίζει τρεις δεκαετίες πίσω. Ξαναζεί μέρες της διαμάχης Ράλλη - Αβέρωφ. Οι αναλογίες με τον σημερινό «πόλεμο» Ντόρας Μπακογιάννη - Αντώνη Σαμαρά έχουν εξαιρετικό ενδιαφέρον. Τόσο για την παράταξη όσο για το γενικότερο πολιτικό σκηνικό.
Ο ραλλο-αβερωφικός πόλεμος είχε ξεκινήσει με την αποχώρηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή από την αρχηγία της ΝΔ για να μεταπηδήσει στην Προεδρία της Δημοκρατίας. Θα μαίνεται, σε διάφορα μέτωπα, με νίκες, ήττες και συμβιβασμούς των αντιπάλων επί δύο χρόνια (1979-1981). Αργότερα θα πάρει άλλες μορφές.
Στον πυρήνα της διαπάλης θα βρίσκεται η επιλογή του δρόμου για τη διατήρηση κατ’ αρχάς της εξουσίας από τη ΝΔ και μετά τη συντριβή της από το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου (1981) η επιστροφή στην κυβέρνηση.
Απλουστευμένα, ο Γ. Ράλλης ήταν ο βασικός εκφραστής της αντίληψης ότι ο δρόμος περνούσε μέσα από τον αποκαλούμενο «μεσαίο χώρο». Ο Ευ. Αβέρωφ πρέσβευε την περιχαράκωση της συντηρητικής παράταξης, με απορρόφηση πριν απ’ όλα της ακροδεξιάς (η Εθνική Παράταξη είχε αποσπάσει στις βουλευτικές εκλογές του 1977 το 6,8% ). Τον καιρό της η διαμάχη είχε πάρει την ονομασία «πεφωτισμένη Δεξιά» εναντίον «παραδοσιακής Δεξιάς».
Η νίκη Ράλλη, με οριακή διαφορά (87 ψήφοι έναντι 84 στην Κοινοβουλευτική Ομάδα της ΝΔ), δεν σήμαινε και επικράτηση της «γραμμής» του. Στην πορεία προς τις εκλογές (Οκτώβριος 1981) επήλθε αρχικώς συμβιβασμός. Κατόπιν ο σκληρός πυρήνας του κόμματος πήρε τη ρεβάνς. Επικράτησε η τακτική του «ανοίγματος» προς τα δεξιά. Με μεγάλη επιτυχία, αφού η ΝΔ απορρόφησε την Εθνική Παράταξη. Πλην, όμως, με παταγώδη αποτυχία στις εκλογές, αφού συνετρίβη από το ΠΑΣΟΚ.
Σε αναλύσεις για την εποχή διατυπώνεται η υπόθεση ότι αν ο Γ. Ράλλης έμενε πιστός στη γραμμή της μετριοπάθειας και του ήπιου κλίματος δεν θα απέτρεπε την ήττα, αλλά θα την περιόριζε. Αυτό δεν έχει σημασία. Το σημαντικό είναι ότι από τότε η στάση απέναντι στον «μεσαίο χώρο» θα αποτελεί και το ιδεολογικοπολιτικό στίγμα της ΝΔ. Ολα τ’ άλλα είναι ασαφή στο επίπεδο αυτό.
Η Κ.Ο. της ΝΔ συνεδριάζει για την ανάδειξη του νέου αρχηγού το 1984. Σύμφωνα με τον Π. Μολυβιάτη, «οι φίλοι του Ευ. Αβέρωφ απεφάσισαν να ψηφίσουν τον Κ. Μητσοτάκη για αρχηγό του κόμματος, πλανώμενοι ότι ο Κ. Μητσοτάκης θα ήταν εχθρικός προς τον Κ. Καραμανλή και παραβλέποντας ότι ο κ. Μητσοτάκης είχε αγωνισθεί για την ανατροπή του κ. Ευ. Αβέρωφ, τον οποίο αντίθετα ο Κ. Καραμανλής υπεστήριζε». Μύλος...
Ακόμη λιγότεροι, μάλλον, θα έχουν υπόψη τους ότι ο Ευ. Αβέρωφ είχε αποκηρύξει, την ίδια περίοδο, το ευαγγέλιο της παράταξης, που ήταν ο «ριζοσπαστικός φιλελευθερισμός». Δήλωνε οπαδός του «εθνικόφρονος φιλελευθερισμού». Πάλι καλά που δεν μιλούσε για... εθνικοσοσιαλιστικό φιλελευθερισμό!
Μετά την ήττα στις εκλογές του 1981 ο Ευ. Αβέρωφ αναλαμβάνει τα κομματικά ηνία, υπό τις οδηγίες του Κ. Καραμανλή.
Κομματικός πυρήνας
Στο παρασκήνιο και από τα προσωποκεντρικά μπλοκ (γνωστά και ως «βαρονίες) αναδεικνύεται πάντα ο αρχηγός. Με μια αμφισβητούμενη εξαίρεση το 1981, επιβάλλεται από τον στενό κομματικό πυρήνα. Τις δυνάμεις που συνιστούν αυτό που ιστορικά ονομάζεται παραδοσιακή Δεξιά. Ετσι συνέβη ακόμη και με τον Κώστα Καραμανλή το 1997.
Τότε το πιο διευρυμένο εκλεκτορικό σώμα, στο κομματικό συνέδριο του 1997, λειτούργησε, τελικά, ως επικυρωτικός μηχανισμός κάθε άλλο παρά συλλογικών διαδικασιών του κομματικού σώματος. Αν εξαιρεθεί, ίσως, η σημερινή διαδικασία εκλογής προέδρου -όπερ έδει δείξαι-, ο αρχηγισμός και οι «βαρονίες» είναι διαχρονικές ιδιότητες της ΝΔ από την εποχή της γέννησής της.
Η διαπίστωση αυτή δεν είναι προϊόν κάποιου «αντιδεξιού συνδρόμου». Τεκμηριώνεται από τα γεγονότα. Αλλά και από τις κατά καιρούς εκρήξεις ειλικρίνειας κομματικών πρωταγωνιστών, καταγγελίες ηττημένων στις ψηφοφορίες και κάθε είδους μαρτυρίες.
Ολα γίνονται στο όνομα των οπαδών, υποτίθεται. Αλλά το κόμμα είναι απλώς το όχημα για την εξουσία. Ο φιλόσοφος της παράταξης, Κ. Τσάτσος, σε μια εξομολογητική έκρηξη, μετά την αποχώρηση του Κ. Καραμανλή, έγραφε: «Δεν είχε ποτέ (ο Καραμανλής) το αίσθημα του κόμματος. Και θα ήταν ευτυχής αν μπορούσε να κυβερνήσει χωρίς να ηγείται κόμματος. Αν ίδρυσε δύο φορές κόμμα (εννοεί την ΕΡΕ το 1956 και τη ΝΔ το 1974), αυτό το έκανε γιατί στη δημοκρατία, για να φθάσεις ν’ ασκήσεις εξουσία, το κόμμα είναι απαραίτητο...».
Περιγράφοντας με αυτόν τον τρόπο τις σχέσεις Καραμανλή - κόμματος ο θεωρητικός του καραμανλισμού, στον οποίον ορκίζονται όλοι οι διάδοχοί του, έδωσε και το στίγμα της παράταξης.
Είναι η άσκηση της εξουσίας, είτε η αναμονή άσκησής της. Αυτή είναι η συγκολλητική ουσία, οι αρχές και η ιδεολογία του κατεξοχήν κόμματος της άρχουσας τάξης. Τα κομματικά προγράμματα, θολά, αμφίσημα και αντιφατικά, από το «ριζοσπαστικό» μέχρι τον «κοινωνικό κέντρο» και τους συναφείς νεολογισμούς, είναι όπως οι προεκλογικοί λόγοι.
Δυο στρατόπεδα και πολλές υπόγειες διαδρομές
Περίπλοκες συμμαχίες για την ηγεσία
Για τον τρόπο με τον οποίο αναδείχτηκε ο πρώτος διάδοχος του Κ. Καραμανλή στην ηγεσία της ΝΔ είναι αποκαλυπτικός και «απολαυστικός» ο λόγος του ίδιου του Γ. Ράλλη. Το περιστατικό, ευγενώς διατυπωμένο, μπορεί να αποτελέσει σημείο αναφοράς για τις περισσότερες δελφινομαχίες. Γράφει ο πρώην αρχηγός και πρωθυπουργός:
«... Την περασμένη Δευτέρα (5 Μαΐου 1980) με παρακάλεσε ο Καραμανλής, που ακόμη δεν είχε παραιτηθεί από τη θέση του αρχηγού του κόμματος, να πάω στο σπίτι του. Ο Θόδωρος, που μου άνοιξε την πόρτα, με οδήγησε κατευθείαν στην κρεβατοκάμαρα του Προέδρου, ο οποίος με ρώτησε αμέσως αν θα είμαι υποψήφιος. Του απάντησα ότι, όπως από καιρό ο ίδιος μόνο γνώριζε, θα διεκδικήσω το αξίωμα του αρχηγού της ΝΔ και ελπίζω να είμαι ο εκλεκτός της ΚΟ.
Με κοίταζε σχεδόν έκπληκτος, γιατί φαντάζομαι όλοι τον είχαν πείσει πως το θέμα είχε κριθεί υπέρ του αντιπάλου μου, δεν μου έκαμε όμως κανένα σχόλιο, αλλά άρχισε να αναπτύσσει ποια θα έπρεπε να είναι η διαδικασία της εκλογής... Ο Πρόεδρος επανέλαβε πως θα έστελνε την επομένη την επιστολή παραιτήσεώς του στον γενικό γραμματέα της ΚΟ Στεφανόπουλο και έτσι η εγγύτερη δυνατή ημέρα ήταν η Πέμπτη και πρόσθεσε:
Αλλωστε ο ηττημένος θα γίνει αντιπρόεδρος της νέας κυβερνήσεως κι έτσι δεν θα δημιουργηθεί κανένα θέμα?. Αντέδρασα... Υστερα από συζήτηση που κράτησε περισσότερο από μισή ώρα, και επειδή εγώ ήμουν αμετάπειστος, μου είπε: ?Σε νόμιζα καλό παίκτη. Φαίνεται ότι γελάστηκα. Ο Βαγγέλης δέχεται να είναι αντιπρόεδρος σε δική σου κυβέρνηση και να συνεργαστεί τίμια μαζί σου, εσύ γιατί αρνείσαι το ίδιο;?. Με τα λόγια του αυτά με είχε φέρει στο φιλότιμο και αναγκάστηκα να δεχτώ.
Δεν πρόφτασα να πω το -ναι- και ο Πρόεδρος σηκώθηκε, κατευθύνθηκε προς την πόρτα και μου είπε:
"Σύμφωνοι λοιπόν, θα γίνεις αντιπρόεδρος και θα πάρεις όποιο υπουργείο θέλεις. Πάμε τώρα να το αναγγείλουμε στον Αβέρωφ και στον Παπακωνσταντίνου που περιμένουν στο σαλόνι..."».
Σύμφωνα με τον Γ. Ράλλη, από τότε άρχισαν να διαμορφώνονται δύο στρατόπεδα στο εσωτερικό της ΝΔ. Στο πλαίσιο αυτό:
Το 1981 ο Ευ. Αβέρωφ θα εκτοπίσει τους αντιπάλους του Κ. Στεφανόπουλο και Ι. Μπούτο (αργότερα θα πορευτούν εκτός κόμματος).
Το 1984 ο Ευ. Αβέρωφ αντί να στηρίξει τον «καραμανλικό» Κ. Στεφανόπουλο, συμμάχησε με τον αντίπαλο και εχθρό έως τότε K. Μητσοτάκη και τον ψήφισε.
Το 1993 οι καραμανλικοί «έφαγαν» τους μητσοτακικούς, μέσα στους λαβύρινθους των μηχανισμών του κομματικού οικοδομήματος.
Το 1997 οι «βαρόνοι» επιβάλλουν στα δύο στρατόπεδα, που είχαν διαμορφωθεί (εβερτικοί - καραμανλικοί και μητσοτακικοί), την «τρίτη λύση» του Κώστα Καραμανλή.
Αν στη σημερινή μάχη για τη διαδοχή δεν υπήρχε ο παράγοντας «εκλογή από τη βάση», η ιστορία απλώς θα επαναλαμβανόταν...
Οι αλλαγές στη διαδικασία εκλογής προέδρου
Βουλευτοκρατία
Μέχρι το 1993 ο πρόεδρος εκλεγόταν από την Κοινοβουλευτική Ομάδα, όπως είχε διαμορφωθεί στις αμέσως προηγούμενες εκλογές. Οι βουλευτές θεωρούνταν φορείς της θέλησης των κομματικών μελών. Ετσι εκλέχτηκαν οι Γ. Ράλλης, Ευ. Αβέρωφ και Κ. Μητσοτάκης από το 1980.
Περιθωριακή «βάση»
Το εκλεκτορικό σώμα άλλαξε, μετά την παραίτηση Μητσοτάκη. Στους βουλευτές προστέθηκαν οι ευρωβουλευτές και «εκπρόσωποι της βάσης». Αλλά, πάλι, οι βουλευτές εξέλεγαν, τον πρόεδρο, διαθέτοντας την πλειοψηφία. Από ένα τέτοιο Σώμα αναδείχτηκε το 1993 ο Μ. Εβερτ.
Δημοκρατική επίφαση
Αρχηγός για πρώτη και τελευταία φορά εκλέγεται από συνέδριο το 1997. Μετείχαν πρώην και νυν βουλευτές και ευρωβουλευτές, κομματικοί αξιωματούχοι κ.ά. Η γεύση που άφησε η διαδικασία ήταν ότι απλώς οι σύνεδροι κλήθηκαν να επικυρώσουν την επιλογή του Κ. Καραμανλή.
Ο φόβος της Ιστορίας
Υπάρχει ένα τομέας όπου η ΝΔ μοιάζει με... ψάρι έξω από το νερό. Πρόκειται για την ιστορία της. Δεν κατάφερε έως τώρα, παρά τα κέντρα, τα ινστιτούτα και τους παραγωγικότατους, κατά τ’ άλλα, ιστορικούς του χώρου, να αποκτήσει μια συνολική ιστορική αφήγηση για τη διαδρομή της. Περιορίζεται, απλώς, να προβάλλει την προσωπική διαδρομή του ιδρυτή της. Μάλιστα σαν μια μοναχική, περίπου, ιστορία! Προφανώς δεν πρόκειται για αδυναμία άρθρωσης ιστορικού συνεκτικού λόγου. Αλλά για τον φόβο της Ιστορίας! Δηλαδή της «Δεξιάς» και του «Κράτους της Δεξιάς».
Πελατειακές σχέσεις
Ενας από τους ιστορικούς άξονες γύρω από τους οποίους κινείται η διαδοχή στην ηγεσία του μεταπολεμικού κόμματος της συντηρητικής παράταξης είναι οι «πελατειακές σχέσεις» στους κόλπους της. Το δούναι και λαβείν. Καθόλου παράδοξο, με ιστορικούς όρους. Η ίδια «κινητήρια δύναμη» χρησιμοποιείται για την κατάκτηση και διατήρηση της κυβερνητικής εξουσίας από το κόμμα. Αλλά αυτή δεν είναι η μοναδική διαλεκτική σχέση. Το είδος της εσωκομματικής δημοκρατίας συμβάδιζε πάντα με την ποιότητα διακυβέρνησης της χώρας και τον τρόπο άσκησης της εξουσίας, όταν βρισκόταν στην κυβέρνηση.
1979 - 1981
Ράλλης - Αβέρωφ όπως Ντόρα - Σαμαράς...
Αν εξαιρεθεί ο τρόπος εκλογής του προέδρου είναι πολλά αυτά που δείχνουν ότι η ΝΔ ξαναγυρίζει τρεις δεκαετίες πίσω. Ξαναζεί μέρες της διαμάχης Ράλλη - Αβέρωφ. Οι αναλογίες με τον σημερινό «πόλεμο» Ντόρας Μπακογιάννη - Αντώνη Σαμαρά έχουν εξαιρετικό ενδιαφέρον. Τόσο για την παράταξη όσο για το γενικότερο πολιτικό σκηνικό.
Ο ραλλο-αβερωφικός πόλεμος είχε ξεκινήσει με την αποχώρηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή από την αρχηγία της ΝΔ για να μεταπηδήσει στην Προεδρία της Δημοκρατίας. Θα μαίνεται, σε διάφορα μέτωπα, με νίκες, ήττες και συμβιβασμούς των αντιπάλων επί δύο χρόνια (1979-1981). Αργότερα θα πάρει άλλες μορφές.
Στον πυρήνα της διαπάλης θα βρίσκεται η επιλογή του δρόμου για τη διατήρηση κατ’ αρχάς της εξουσίας από τη ΝΔ και μετά τη συντριβή της από το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου (1981) η επιστροφή στην κυβέρνηση.
Απλουστευμένα, ο Γ. Ράλλης ήταν ο βασικός εκφραστής της αντίληψης ότι ο δρόμος περνούσε μέσα από τον αποκαλούμενο «μεσαίο χώρο». Ο Ευ. Αβέρωφ πρέσβευε την περιχαράκωση της συντηρητικής παράταξης, με απορρόφηση πριν απ’ όλα της ακροδεξιάς (η Εθνική Παράταξη είχε αποσπάσει στις βουλευτικές εκλογές του 1977 το 6,8% ). Τον καιρό της η διαμάχη είχε πάρει την ονομασία «πεφωτισμένη Δεξιά» εναντίον «παραδοσιακής Δεξιάς».
Η νίκη Ράλλη, με οριακή διαφορά (87 ψήφοι έναντι 84 στην Κοινοβουλευτική Ομάδα της ΝΔ), δεν σήμαινε και επικράτηση της «γραμμής» του. Στην πορεία προς τις εκλογές (Οκτώβριος 1981) επήλθε αρχικώς συμβιβασμός. Κατόπιν ο σκληρός πυρήνας του κόμματος πήρε τη ρεβάνς. Επικράτησε η τακτική του «ανοίγματος» προς τα δεξιά. Με μεγάλη επιτυχία, αφού η ΝΔ απορρόφησε την Εθνική Παράταξη. Πλην, όμως, με παταγώδη αποτυχία στις εκλογές, αφού συνετρίβη από το ΠΑΣΟΚ.
Σε αναλύσεις για την εποχή διατυπώνεται η υπόθεση ότι αν ο Γ. Ράλλης έμενε πιστός στη γραμμή της μετριοπάθειας και του ήπιου κλίματος δεν θα απέτρεπε την ήττα, αλλά θα την περιόριζε. Αυτό δεν έχει σημασία. Το σημαντικό είναι ότι από τότε η στάση απέναντι στον «μεσαίο χώρο» θα αποτελεί και το ιδεολογικοπολιτικό στίγμα της ΝΔ. Ολα τ’ άλλα είναι ασαφή στο επίπεδο αυτό.
Δημοσίευση σχολίου