GuidePedia

0
Η ζωή μετά την απαγωγή: Τραύματα Η ζοφερή πένα της ζωής ζωγράφισε μια σκιά στην ψυχή τους, σαν και αυτή που σκέπασε τα μάτια τους όταν έπεσαν στα χέρια των απαγωγέων τους. Από το 1990 μέχρι σήμερα, δεκαέξι άτομα έχουν απαχθεί με σκοπό τα λύτρα και δύο εξ αυτών δολοφονήθηκαν άγρια. Το πρώτο θύμα ήταν ο 17χρονος ποδοσφαιριστής του Κεραυνού Αγίας Βαρβάρας Γιάννης Τσατσάνης, γνωστός τότε και ως «Μαρσελίνο». Η απαγωγή με την τραγική κατάληξη που είχε.....
γίνει τον Μάρτιο του 1990 αποτέλεσε ουσιαστικά και την αφετηρία των απαγωγών της σύγχρονης εποχής. Ακολούθησαν άλλες δεκαπέντε που είχαν όλες θετική έκβαση, εκτός από αυτήν που έγινε τον περασμένο Μάιο στην Κρήτη. Ο επιχειρηματίας Γιάννης Κυπριωτάκης απήχθη και βρέθηκε απανθρακωμένος μέσα στο αυτοκίνητό του.

Οι περισσότεροι εκ των απαχθέντων, μεταξύ των οποίων υπήρξαν και παιδιά, κατάφεραν να επιστρέψουν και πάλι στα σπίτια τους μετά την καταβολή των λύτρων. Η ζωή τους και η προσωπικότητά τους έπειτα από αυτήν την εμπειρία, όπως λένε στην «Espresso της Κυριακής» ειδικοί επιστήμονες αλλά και οι οικογένειες των απαχθέντων, δεν ήταν πλέον ίδια, καθώς οι τραυματικές εμπειρίες λειτούργησαν καταλυτικά στην ψυχοσύνθεση και την ιδιοσυγκρασία τους. Αραγε, ο χρόνος που περνά εξαφανίζει ή απλώς επουλώνει τις πληγές των απαχθέντων;

Στις 24 Ιανουαρίου του 1997 η εξάχρονη τότε Ελένη Λουλάκη, κόρη του εμπόρου αυτοκινήτων από το Ηράκλειο της Κρήτης Δημήτρη Λουλάκη, απήχθη έξω από το ιδιωτικό σχολείο Παγκρήτιο. Η νηπιαγωγός Δήμητρα Καμπά, γειτόνισσα της γιαγιάς της μικρής, είχε τηλεφωνήσει στον οδηγό του σχολικού λεωφορείου ισχυριζόμενη ότι ήταν η θεία της Ελένης και ότι θα περάσει να την πάρει. Οπως απεδείχθη, η Δήμητρα Καμπά και ο γιος της σχεδίασαν την απαγωγή του παιδιού, το οποίο βίωσε έντονες τραυματικές εμπειρίες.

«Οταν πήραμε το παιδί αππό την Ασφάλεια, είδαμε ότι δεν είχε εξωτερικά τραύματα. Υστερα όμως άρχισε η δεύτερη φάση του δράματος. Το παιδί για έναν μήνα, μόλις νύχτωνε και ήταν στο κρεβάτι του, τραβούσε τα σεντόνια και έλεγε “δεν θέλω να με πετάξετε στα σκουπίδια”. Δεν κοιμάται στο κρεβάτι του αλλά μαζί μας. Δεν είναι ένα φυσιολογικό παιδί αυτό» είχε πει στην κατάθεσή του στο Κακουργιοδικείο Χανίων ο πατέρας της Δημήτρης Λουλάκης.

Σήμερα, η 19χρονη πλέον Ελένη Λουλάκη είναι δευτεροετής φοιτήτρια στη Φιλοσοφική Σχολή του Ρεθύμνου. «Η Ελένη, με τη βοήθεια τόσο του σχολείου όσο και ψυχολόγων, ύστερα από κάποιο χρονικό διάστημα ήταν πολύ καλά. Το πρώτο δίμηνο όμως ήταν ιδιαίτερα δύσκολο για την Ελένη. Είχε εφιάλτες και παραμιλούσε» λέει στην «Espresso της Κυριακής» ο πατέρας της Δημήτρης Λουλάκης και συνεχίζει: «Οντως, όπως είχα πει και τότε, δεν ήταν ένα φυσιολογικό παιδί. Οταν ένα παιδί σφαδάζει όλη νύχτα από πόνους στην κοιλιά, οι οποίοι ήταν ψυχολογικοί απ’ ό,τι μας είπε ο ψυχίατρος, φυσικά και δεν πρόκειται για ένα φυσιολογικό παιδί. Μέσα σε ένα εξάμηνο όμως το ξεπέρασε και είχαν σχεδόν τελειώσει όλα. Βέβαια, δεν το ξέχασε. Η εμπειρία της αυτή πάντως την έκανε πιο σκληρή, δηλαδή εν συγκρίσει με το πρώτο μας παιδί είναι πιο σκληρή. Ασφαλώς και η απαγωγή ενός παιδιού είναι μια εντελώς ιδιότυπη περίπτωση από ό,τι η απαγωγή ενός μεγάλου. Πάντως, ακόμη και σήμερα που έχει μεγαλώσει, ενώ βλέπουμε κι ακούμε για άλλες απαγωγές, δεν συζητάμε μαζί της τίποτα, αλλά ούτε και η ίδια το συζητά».

Ηταν άνοιξη του 2002, όταν η 6χρονη Μαρκέλλα Χαζάκη, κόρη του επιχειρηματία Χρυσόστομου Χαζάκη από τη Θεσσαλονίκη, έπεφτε στα χέρια των απαγωγέων της και απελευθερωνόταν ύστερα από είκοσι έξι ημέρες, ύστερα την επ’ αυτοφώρω σύλληψη των απαγωγέων της. Οι απαγωγείς προκάλεσαν τροχαίο και άρπαξαν τη μικρή την ώρα που τη μετέφερε ο πατέρας της στο σχολείο. Για την απελευθέρωσή της ζητούσαν από την οικογένειά της τρία εκατομμύρια δολάρια, αλλά τελικά εντοπίστηκαν από τα κινητά τους τηλέφωνα.

«Δόξα τω Θεώ, η Μαρκέλλα σήμερα είναι καλά. Οπωσδήποτε όμως δυσκολεύτηκε να το ξεπεράσει» λέει ο πατέρας της Χρυσόστομος Χαζάκης και προσθέτει με νόημα: «Οι γιατροί λένε ότι η πρόληψη είναι καλύτερη της θεραπείας και αυτό ισχύει σε όλους τους τομείς. Αυτό έμαθα από τη δική μου εμπειρία».

Τον Φεβρουάριο του 1996, στο Ηράκλειο της Κρήτης, ο γιος του μεγαλοξενοδόχου Νίκου Μεταξά (ξενοδοχεία «Maris»), ο Μιχάλης, πατέρας τριών παιδιών, πέφτει στα χέρια πέντε ένοπλων κουκουλοφόρων (πρόκειται για τη μοναδική περίπτωση απαγωγής που δεν έχει εξιχνιαστεί). Οι απαγωγείς τηλεφώνησαν στη σύζυγό του και ζήτησαν ένα δισεκατομμύριο δραχμές. Τελικά, έπειτα από διαπραγματεύσεις η οικογένειά του κατάβαλε πενήντα εκατομμύρια δρχ. και ο Μιχάλης Μεταξάς επέστρεψε στο σπίτι του. «Δεν είναι εύκολο να μιλάμε γι’ αυτό. Το βέβαιο είναι ότι δεν το έχουμε ξεπεράσει ακόμη» είπε στην «Espresso της Κυριακής» η σύζυγός του.
Ενα τσουνάμι στον εγκέφαλο
Σαν ένα τσουνάμι στον εγκέφαλο παρομοιάζει η κοινωνιολόγος-ψυχολόγος Χριστίνα Αντωνοπούλου τις μετατραυματικές εμπειρίες των απαχθέντων. «Σίγουρα ο απαχθείς βιώνει μετατραυματικές εμπειρίες, οι οποίες έχουν να κάνουν και με την ποιότητα της απαγωγής, δηλαδή με το είδος της απαγωγής. Αλλιώς βιώνει κάποιος που είναι μέσα σε ένα κύκλωμα και έχει απαχθεί, αλλιώς ένας άνθρωπος που έχει λεφτά και έχει απαχθεί, όπως για παράδειγμα ένας επιχειρηματίας, διαφορετικά ένα παιδί και διαφορετικά μια γυναίκα που έχει κακοποιηθεί. Σε όλες τις περιπτώσεις όμως ανεξαρτήτως, το άτομο βιώνει συμπτώματα μετατραυματικής εμπειρίας του στρες, που είναι σαν ένα τσουνάμι στον εγκέφαλο».

Ο επιχειρηματίας Γιάννης Ζώνας τον Οκτώβριο του 2001 έμεινε αιχμάλωτος στα χέρια των απαγωγέων του επί 64 ημέρες στην περιοχή των Σπάτων, για να απελευθερωθεί τελικά ύστερα από την καταβολή ενός από τα τρία εκατομμύρια δολάρια που ζητούσαν οι απαγωγείς. Λίγα χρόνια αργότερα από αυτήν την τραυματική εμπειρία του, έχασε τη ζωή του νικημένος από ανίατη ασθένεια. Μπορεί, άραγε, αυτή η τραγική κατάληξη του Γιάννη Ζώνα να αποδοθεί στα σημάδια της ψυχής που του είχε αφήσει η τραγική εμπειρία της απαγωγής; Υπάρχει περίπτωση δηλαδή η τραυματισμένη του ψυχή να «σκότωσε» το σώμα του; «Αυτή η κατάληξή του Γιάννη Ζώνα ίσως να ήταν το αποτέλεσμα της μετατραυματικής εμπειρίας. Εξαρτάται από το πώς βιώνει η προσωπικότητα του ατόμου αυτό το τσουνάμι. Πρόκειται για μια εσωτερική έκρηξη, κατά την οποία αναταράσσεται όλο το σύστημα που κρατά τις ισορροπίες του ατόμου» τονίζει η κ. Αντωνοπούλου και προσθέτει: «Οταν το άτομο είναι ευάλωτο είτε οργανικά είτε ψυχολογικά, όταν δηλαδή υπάρχει προδιάθεση, η κατάστασή του μετά την εμπειρία της απαγωγής μπορεί να επιδεινωθεί».

Για την περίπτωση της απαγωγής του εφοπλιστή Περικλή Παναγόπουλου η κ. Αντωνοπούλου τονίζει: «Σίγουρα αυτός ο άνθρωπος έχει βιώσει μετατραυματικές εμπειρίες. Ειδικά αυτά τα άτομα που έχουν ιδιαίτερη κουλτούρα και ευαίσθητα συναισθήματα, όπως ο Περικλής Παναγόπουλος, είναι στην ουσία πολυτραυματίες. Οι απαχθέντες σίγουρα για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα βλέπουν εφιάλτες και έχουν ανήσυχο ύπνο» λέει η κ. Αντωνοπούλου, επισημαίνοντας παράλληλα ότι δεν υπάρχει περίπτωση ο απαχθείς να ξεπεράσει μόνος του το τραυματικό αυτό βίωμά του. «Δεν υπάρχει κανείς απαχθείς που μετά την εμπειρία του να μην έχει απευθυνθεί σε ειδικό. Δεν μπορεί να επιβιώσει χωρίς τη στήριξη ειδικού στις μετατραυματικές εμπειρίες, οι οποίες είναι τόσο έντονες, που αποσταθεροποιούν το άτομο από τη φυσιολογική του ζωή. Πολλά από αυτά τα άτομα βιώνουν έντονη κατάθλιψη, παρακολουθούν το σώμα τους για τυχόν ασθένειες, δηλαδή, αλλάζει άρδην ο τρόπος ζωής τους. Η απαγωγή είναι μια αρνητική και βάναυση κατάσταση». Ερωτηθείσα για τις μετατραυματικές εμπειρίες των παιδιών που έχουν απαχθεί επισημαίνει: «Βάσει ερευνών, τα παιδιά που έχουν πέσει θύματα απαγωγής και βιασμού χρειάζονται πολύ καιρό για να ισορροπήσουν και να ζήσουν και πάλι φυσιολογικά».

Αλεξάνδρα Καππάτου: Μετά την απελευθέρωση παρουσιάζονται στοιχεία μετατραυματικού στρες

«Τα συναισθήματα τόσο των ενηλίκων όσο και των ανηλίκων θυμάτων απαγωγής είναι ποικίλα και παρόμοια» λέει στην «Espresso της Κυριακής» η ψυχολόγος-παιδοψυχολόγος Αλεξάνδρα Καππάτου και συνεχίζει: «Κατά τη διάρκεια της απαγωγής, υπάρχει ένας έντονος φόβος γι’ αυτό που συμβαίνει, μια μεγάλη αγωνία, ανασφάλεια και βεβαίως και έντονο άγχος. Οσον αφορά τα παιδιά, η σταθερότητα, η ασφάλεια και η ένωση των γονέων που είναι το κουκούλι μέσα στο οποίο ένα παιδί μεγαλώνει διαρρηγνύονται. Δηλαδή, τα συναισθήματα ενός παιδιού είναι πάρα πολύ έντονα γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο. Από τη στιγμή της απελευθέρωσης κι έπειτα, δυστυχώς, παρουσιάζονται στοιχεία μετατραυματικού στρες και στα παιδιά και στους ενήλικες» τονίζει η κ. Καππάτου και προσθέτει: «Τα παιδιά που έχουν πέσει θύματα απαγωγής έχουν άγχος και αγωνία, βλέπουν εφιάλτες, προσκολλώνται στους γονείς και εμφανίζουν συμπτώματα απώθησης και κατάθλιψης, τα οποία κανείς δεν γνωρίζει πόσο θα κρατήσουν. Οταν πρόκειται για τόσο σοβαρές τραυματικές εμπειρίες, μπορεί να τις κουβαλάνε διά βίου, να μην τις ξεπεράσουν ποτέ. Αξίζει επίσης να τονιστεί ότι υπάρχουν παιδιά που δεν εκδηλώνουν εξαρχής συμπτώματα μετατραυτικού στρες. Δηλαδή, οι συνέπειες μπορεί να αναδυθούν ύστερα από κάποιους μήνες ή και έπειτα από κάποια χρόνια. Τα παιδιά αυτά χρειάζονται βοήθεια, γι’ αυτό και πρέπει να αισθάνονται ότι οι γονείς είναι δίπλα τους και ότι δεν κινδυνεύουν, ενώ από την πλευρά τους οι γονείς πρέπει να αφήσουν το παιδί να επανέλθει σταδιακά στις δραστηριότητές του, στην καθημερινότητά του».

Σχετικά με την περίπτωση της απαγωγής της Ελένης Λουλάκη, που σύμφωνα με τον πατέρα της ύστερα από αυτήν την εμπειρία έχει γίνει πιο σκληρή, η κ. Καππάτου εξηγεί: «Σκληρό παιδί σημαίνει ότι δεν εκφράζει εύκολα συναισθήματα, γιατί πληγώθηκε τόσο πολύ από αυτό που βίωσε. Δημιουργεί δηλαδή γύρω του ένα πλαίσιο αυτοπροστασίας και αυτοάμυνας. Δηλαδή, είναι ο τρόπος που θέλει να δείξει το άτομο ότι διαχειρίζεται τα πράγματα προκειμένου να μην πληγωθεί».

Οσον αφορά την περίπτωση του Περικλή Παναγόπουλου, τονίζει: «Ο συγκεκριμένος άνθρωπος, όσο ισχυρός κι αν είναι, δεν υπάρχει περίπτωση αυτή η εμπειρία να μην έχει καταγραφεί μέσα του. Σίγουρα υπάρχει η διαταραχή του μετατραυματικού στρες».

«Η απαγωγή αποτελεί ένα ψυχοτραυματικό γεγονός για τον απαχθέντα. Η φύση του ψυχοτραυματισμού διαφέρει από τη μία περίπτωση απαγωγής στην άλλη. Οσο ωριμότερος είναι ο απαχθείς τόσο οι συνέπειες είναι λιγότερο τραυματικές» λέει στην «Espresso της Κυριακής» ο ψυχίατρος Μανώλης Μυλωνάκης και προσθέτει: «Η ωριμότητα του απαχθέντος τον βοηθά να αντιληφθεί τις δυνατότητες που έχει και να συμπεριφερθεί καταλλήλως με τους απαγωγείς. Επειδή ένα μέρος των απαγωγών στην εποχή μας έχει ως θύματα επιχειρηματίες, η ωριμότητα είναι δεδομένη. Επιτυχημένος επιχειρηματίας και ανώριμος είναι ποιότητες ασύμβατες. Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο όταν η απαγωγή έχει ως θύματα μικρά παιδιά. Εκεί ο τραυματισμός είναι ευρύτερος και βαθύτερος και οι συνέπειες είναι περισσότερο ανθεκτικές».

Δημοσίευση σχολίου

 
Top