ΒΕΝΕΤΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ
« Ο στόχος των Ηνωμένων Πολιτειών είναι να αποτρέψει την κυριαρχία σε μια περιοχή που είναι κρίσιμη για τα συμφέροντα των Ηνωμένων Πολιτειών και των συμμάχων μας. Αυτές οι περιοχές περιλαμβάνουν την Ευρώπη, την Ανατολική Ασία, τη Μέση Ανατολή/Περσικό Κόλπο και τη Λατινική Αμερική. Ο ενοποιημένος και αντιδημοκρατικός έλεγχος των πόρων μιας τόσο κρίσιμης περιοχής θα μπορούσε να αποτελέσει σημαντική απειλή για την ασφάλειά μας».
« Ο στόχος των Ηνωμένων Πολιτειών είναι να αποτρέψει την κυριαρχία σε μια περιοχή που είναι κρίσιμη για τα συμφέροντα των Ηνωμένων Πολιτειών και των συμμάχων μας. Αυτές οι περιοχές περιλαμβάνουν την Ευρώπη, την Ανατολική Ασία, τη Μέση Ανατολή/Περσικό Κόλπο και τη Λατινική Αμερική. Ο ενοποιημένος και αντιδημοκρατικός έλεγχος των πόρων μιας τόσο κρίσιμης περιοχής θα μπορούσε να αποτελέσει σημαντική απειλή για την ασφάλειά μας».
Δόγμα Wolfowitz
Ο Λέο Στράους, ο Γερμανοεβραίος φιλόσοφος που δίδαξε στο Πανεπιστήμιο του Σικάγο, βρίσκεται στη ρίζα αυτού που αργότερα, έγινε το Δόγμα Wolfowitz, που ορίσθηκε το 1992 ως Defence Planning Guidance, το οποίο καθόρισε την αποστολή της Αμερικής στην Μεταψυχροπολεμική Εποχή. Το δόγμα Wolfowitz έχει μια βασική αρχή: οποιοσδήποτε πιθανός ανταγωνιστής της ηγεμονίας των ΗΠΑ, ειδικά «προηγμένα βιομηχανικά έθνη» όπως η Γερμανία και η Ιαπωνία, πρέπει να συντριβεί. Η Ευρώπη δεν πρέπει ποτέ να ασκήσει κυριαρχία: «Πρέπει να είμαστε προσεκτικοί για να αποτρέψουμε την εμφάνιση ενός αμιγώς ευρωπαϊκού συστήματος ασφαλείας που θα υπονόμευε το ΝΑΤΟ, και ιδιαίτερα την ολοκληρωμένη στρατιωτική δομή διοίκησης του».
Για αυτό βλέπουμε τις ΗΠΑ να στηρίζουν χωρίς όρια στον πόλεμο την Ουκρανία, με σύγχρονα όπλα, κεφάλαια και κάθε άλλη απαραίτητη προμήθεια. Η συνύπαρξη Ρωσίας-Δυτικής Ευρώπης, η προμήθεια φθηνής ρωσικής ενέργειας, που βοήθησε στην οικονομική ανάπτυξη της Γερμανίας, ανησυχούσε την Ουάσιγκτον. Ο βαθύτερος φόβος ήταν ο κίνδυνος απεξάρτησης της Ευρώπης από την υπερατλαντική ηγεμονία και η δημιουργία ενός ευρασιατικού άξονα με κυρίαρχο παίκτη τη Ρωσία που θα εξοβέλιζε την γεωπολιτική, γεωοικονομική επιρροή των ΗΠΑ σ’ αυτήν την νευραλγική για τα συμφέροντά της περιοχή.
Ο διπλός πυλώνας
Για τον έλεγχο της Μέσης Ανατολής, οι Ηνωμένες Πολιτείες Πολίτες βασίστηκαν σε μία λεγόμενη στρατηγική “διπλού πυλώνα”. Ο δυτικός πυλώνας ήταν η Σαουδική Αραβία και ο ανατολικός πυλώνας ήταν το Ιράν. Μέχρι την επανάσταση του 1979 στο Ιράν, το δίπολο λειτουργούσε με τον Σάχη να εξυπηρετεί τα αμερικανικά συμφέροντα στην περιοχή.
Ωστόσο, με την επανάσταση του 1979, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχασαν έναν από τους πυλώνες τους, με το Ισραήλ να γίνεται όλο και πιο σημαντικό για τις Ηνωμένες Πολιτείες, για την διατήρηση του ελέγχου τους σε αυτήν τη στρατηγική περιοχή. Και τώρα βρισκόμαστε σε μια στιγμή που οι ΗΠΑ χάνουν ακόμη και τον έλεγχο της Σαουδικής Αραβίας. Ιστορικά, η Σαουδική Αραβία ήταν πιστός αντιπρόσωπος των Ηνωμένων Πολιτειών, αλλά το Ριάντ διατηρεί όλο και περισσότερο μια λιγότερο ευθυγραμμισμένη εξωτερική πολιτική. Και ένας από τους κύριους λόγους για αυτό είναι ότι η Κίνα είναι πλέον ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος για πολλές χώρες της περιοχής.
Η επιφαινόμενη απώλεια και του δεύτερου πυλώνα της, στην περιοχή αναγκάζει την Ουάσιγκτον να στηρίζει το Ισραήλ, παρά το γεγονός ότι ολόκληρη η περιοχή είναι εντελώς ενάντια σε αυτές τις πολιτικές εποικισμού και εθνοκάθαρσης που εφαρμόζει το Τελ Αβίβ. Ο πρόεδρος Μπάιντεν είχε πει στο παρελθόν: «Αν δεν υπήρχε το Ισραήλ, οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής θα έπρεπε να εφεύρουν ένα Ισραήλ για να προστατεύσουν τα συμφέροντά τους στην περιοχή».
Η λεγόμενη Μέση Ανατολή, ή καλύτερα η Δυτική Ασία, έχει μερικά από τα μεγαλύτερα αποθέματα πετρελαίου και φυσικού αερίου στον κόσμο, ενώ ολόκληρη η οικονομική υποδομή του κόσμου εξαρτάται από αυτά τα αποθέματα καυσίμων. Προχωρούμε σταδιακά προς νέες πηγές, αλλά τα ορυκτά καύσιμα παραμένουν απαραίτητα για ολόκληρη την παγκόσμια οικονομία. Και ο στόχος της Ουάσιγκτον είναι κάτω από τον έλεγχο της περιοχής να διασφαλίσει ότι μπορεί να διατηρήσει τις σταθερές τιμές στις παγκόσμιες αγορές πετρελαίου και φυσικού αερίου.
Δεν είναι μόνο τα τεράστια αποθέματα πετρελαίου και φυσικού αερίου της περιοχής. Δεν είναι μόνο το γεγονός ότι πολλοί από τους κορυφαίους παραγωγούς πετρελαίου και φυσικού αερίου στον κόσμο βρίσκονται στη Δυτική Ασία. Είναι επίσης το γεγονός ότι μερικοί από τους πιο σημαντικούς εμπορικούς δρόμους στον πλανήτη περνούν από αυτήν την περιοχή.
Οι εμπορικοί δρόμοι
Ένας από τους σημαντικότερους εμπορικούς δρόμους είναι η διώρυγα του Σουέζ στην Αίγυπτο που ενώνει τη Μεσόγειο θάλασσα με την Ερυθρά θάλασσα. Περίπου το 30% του παγκόσμιου εμπορίου, διέρχεται από τη Διώρυγα του Σουέζ. Αυτό αντιπροσωπεύει περίπου το12% όλων των αγαθών. Στο ιστορικό πλαίσιο το Ισραήλ εισέβαλε στην Αίγυπτο επειδή ο αριστερός πρόεδρος της Αιγύπτου, Νάσερ, εθνικοποίησε τη Διώρυγα του Σουέζ (30 Ιουλίου 1956). Θορυβημένες από τις εξελίξεις, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Γαλλία υποστήριξαν σθεναρά το Ισραήλ σε αυτόν τον πόλεμο εναντίον της Αιγύπτου, επειδή ανησυχούσαν επίσης για την εθνικοποίηση του Σουέζ από τον Νάσερ.
Στη συνέχεια, ακριβώς νότια της διώρυγας του Σουέζ, όπου η Ερυθρά Θήλασα εισέρχεται στην Αραβική Θάλασσα, βρίσκεται ένα άλλο κρίσιμο γεωστρατηγικό σημείο γνωστό ως στενό Μπαμπ αλ-Μαντάμπ, ακριβώς έξω από τις ακτές της Υεμένης. Είναι ένα στρατηγικό, κομβικό σημείο μέσω του οποίου περνάει σχεδόν όλο το ναυτιλιακό εμπόριο μεταξύ Ευρώπης και Ασίας. Τα ύδατα γύρω από την Υεμένη αποτελούν βασικό πέρασμα για το παγκόσμιο εμπόριο, συμπεριλαμβανομένων των προμηθειών πετρελαίου.
Ιστορικά, οι Ηνωμένες Πολιτείες προσπάθησαν να κυριαρχήσουν σε αυτήν την περιοχή για να διατηρήσουν τον έλεγχο όχι μόνο των ενεργειακών προμηθειών, αλλά και για να ελέγξουν τους παγκόσμιους εμπορικούς δρόμους στο οικονομικό σύστημα. Και καθώς η αμερικανική επιρροή στην περιοχή αποδυναμώνεται σε έναν όλο και πιο πολυπολικό κόσμο, το Ισραήλ γίνεται όλο και πιο σημαντικό και αυτό εξηγεί γιατί οι Ηνωμένες Πολιτείες προσπαθούν να διατηρήσουν τον έλεγχό του.
The Belt and Road
Δύο χρόνια πριν η Κίνα δρομολογήσει την πρωτοβουλία «One Belt, One Road» ή «Belt and Road Initiative (BRI) ή «Νέος Δρόμος του Μεταξιού», οι ΗΠΑ σχεδίαζαν ήδη μία ιδιωτικά χρηματοδοτούμενη εμπορική οδό, για τη σύνδεση της Ινδίας με την Ευρώπη και για την ενίσχυση των σχέσεων, μεταξύ της Ουάσιγκτον και του Νέου Δελχί. Ο σκοπός αυτής της πρωτοβουλίας, ήταν να συγκρατήσει την άνοδο της Κίνας – καθώς επίσης να μειώσει την επιρροή της στην Ασία. Η κινεζική κυβέρνηση δεν ανακοίνωσε όμως απλά την πρωτοβουλία «One Belt, One Road», όπως οι ΗΠΑ τη δική της, αλλά ξεκίνησε το έργο σχεδόν αμέσως – με τις επενδύσεις από το 2013 έως το 2023 να έχουν ανέλθει συνολικά στα 1,04 τρις $, κατανεμημένες σε 148 χώρες που αποτελούν τα ¾ των κρατών του πλανήτη.
Μέσα σε αυτό το μικρό χρονικό διάστημα λοιπόν, το BRI έχει πολύ σημαντικό αντίκτυπο σε ολόκληρο τον κόσμο – ειδικά στις φτωχότερες χώρες της Αφρικής, της Ασίας και της Λατινικής Αμερικής, όπου το BRI έχει επενδύσει στην κατασκευή υποδομών και στη βιομηχανία. Οι εξελίξεις ανησύχησαν τις ΗΠΑ που προσπάθησαν να το υπονομεύσουν με διάφορους τρόπους.
Η προσπάθεια απομόνωσης της Κίνας φαίνεται ουτοπική, αφού το σημαντικότερο ελληνικό λιμάνι του διαδρόμου, ο Πειραιάς, έχει εξαγορασθεί από την COSCO – ενώ τα λιμάνια του Ντουμπάι λαμβάνουν σοβαρές επενδύσεις από το λιμάνι Ningbo-Zhoushan της Κίνας και από το Shenyang. Εκτός αυτού, η Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, είναι πλέον μέλη των BRICS+ και συμμετέχουν στον Οργανισμό Συνεργασίας της Σαγκάης – οπότε έχουν σημαντικές δεσμεύσεις. Εκ των προαναφερθέντων είναι κατανοητό, ποια περιοχή είναι απολύτως κρίσιμη για την Πρωτοβουλία Belt and Road. Φυσικά, είναι η Δυτική Ασία, και αυτό εξηγεί πολύ καλά τη γεωστρατηγική σημασία αυτής της περιοχής, καθώς συνδέει την Ασία με την Ευρώπη. Στους εμπορικούς δρόμους που διανοίγονται το Ισραήλ παίζει σημαντικό ρόλο, ως προέκταση της αμερικανικής ισχύος σε μια από τις σημαντικότερες περιοχές του κόσμου.
Η βρετανική διπλωματία αντιλήφθηκε το γεωπολιτικό βάρος της περιοχής και προώθησε με τη Διακήρυξη του Μπάλφουρ τη δημιουργία κρατικής οντότητας για τους Εβραίους της διασποράς, με επιδίωξη να ελέγξει τη Μέση Ανατολή και τις προμήθειες πετρελαίου. Την περίοδο της διακυβέρνησης Τρούμαν, η Αμερική αντικατέστησε την Αγγλία ως ηγέτης της Μέσης Ανατολής.
Ως επίλογο να αναφέρουμε, ότι η η ουκρανική κρίση επιτάχυνε τις ρωγμές στο μονοπολικό σύστημα. Η εικόνα που αναδύεται είναι ενός κόσμου στον οποίο οι υπερδυνάμεις δεν διαθέτουν επαρκή οικονομική, στρατιωτική ή ιδεολογική επιρροή για να αναγκάσουν τον υπόλοιπο κόσμο – ιδίως τις “μεσαίες δυνάμεις” – να διαλέξουν πλευρά. Από τη Νότια Κορέα έως τον Νίγηρα έως τα νέα μέλη των BRICS, οι χώρες επιδιώκουν να προωθήσουν τους δικούς τους στόχους και συμφέροντα, αντί να δεσμευτούν για πίστη στις υπερδυνάμεις. Ο νέος κόσμος που βρίσκεται στη γένεσή του φαίνεται να βασίζεται όχι στην παλιά λογική της πόλωσης, αλλά σε μια νέα λογική απεξάρτησης από ηγεμονισμούς. Κρίνοντας από την ανάπτυξη των BRICS, δεν λείπουν χώρες που βρίσκουν δελεαστική αυτή τη νέα λογική.
Για τον έλεγχο της Μέσης Ανατολής, οι Ηνωμένες Πολιτείες Πολίτες βασίστηκαν σε μία λεγόμενη στρατηγική “διπλού πυλώνα”. Ο δυτικός πυλώνας ήταν η Σαουδική Αραβία και ο ανατολικός πυλώνας ήταν το Ιράν. Μέχρι την επανάσταση του 1979 στο Ιράν, το δίπολο λειτουργούσε με τον Σάχη να εξυπηρετεί τα αμερικανικά συμφέροντα στην περιοχή.
Ωστόσο, με την επανάσταση του 1979, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχασαν έναν από τους πυλώνες τους, με το Ισραήλ να γίνεται όλο και πιο σημαντικό για τις Ηνωμένες Πολιτείες, για την διατήρηση του ελέγχου τους σε αυτήν τη στρατηγική περιοχή. Και τώρα βρισκόμαστε σε μια στιγμή που οι ΗΠΑ χάνουν ακόμη και τον έλεγχο της Σαουδικής Αραβίας. Ιστορικά, η Σαουδική Αραβία ήταν πιστός αντιπρόσωπος των Ηνωμένων Πολιτειών, αλλά το Ριάντ διατηρεί όλο και περισσότερο μια λιγότερο ευθυγραμμισμένη εξωτερική πολιτική. Και ένας από τους κύριους λόγους για αυτό είναι ότι η Κίνα είναι πλέον ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος για πολλές χώρες της περιοχής.
Η επιφαινόμενη απώλεια και του δεύτερου πυλώνα της, στην περιοχή αναγκάζει την Ουάσιγκτον να στηρίζει το Ισραήλ, παρά το γεγονός ότι ολόκληρη η περιοχή είναι εντελώς ενάντια σε αυτές τις πολιτικές εποικισμού και εθνοκάθαρσης που εφαρμόζει το Τελ Αβίβ. Ο πρόεδρος Μπάιντεν είχε πει στο παρελθόν: «Αν δεν υπήρχε το Ισραήλ, οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής θα έπρεπε να εφεύρουν ένα Ισραήλ για να προστατεύσουν τα συμφέροντά τους στην περιοχή».
Η λεγόμενη Μέση Ανατολή, ή καλύτερα η Δυτική Ασία, έχει μερικά από τα μεγαλύτερα αποθέματα πετρελαίου και φυσικού αερίου στον κόσμο, ενώ ολόκληρη η οικονομική υποδομή του κόσμου εξαρτάται από αυτά τα αποθέματα καυσίμων. Προχωρούμε σταδιακά προς νέες πηγές, αλλά τα ορυκτά καύσιμα παραμένουν απαραίτητα για ολόκληρη την παγκόσμια οικονομία. Και ο στόχος της Ουάσιγκτον είναι κάτω από τον έλεγχο της περιοχής να διασφαλίσει ότι μπορεί να διατηρήσει τις σταθερές τιμές στις παγκόσμιες αγορές πετρελαίου και φυσικού αερίου.
Δεν είναι μόνο τα τεράστια αποθέματα πετρελαίου και φυσικού αερίου της περιοχής. Δεν είναι μόνο το γεγονός ότι πολλοί από τους κορυφαίους παραγωγούς πετρελαίου και φυσικού αερίου στον κόσμο βρίσκονται στη Δυτική Ασία. Είναι επίσης το γεγονός ότι μερικοί από τους πιο σημαντικούς εμπορικούς δρόμους στον πλανήτη περνούν από αυτήν την περιοχή.
Οι εμπορικοί δρόμοι
Ένας από τους σημαντικότερους εμπορικούς δρόμους είναι η διώρυγα του Σουέζ στην Αίγυπτο που ενώνει τη Μεσόγειο θάλασσα με την Ερυθρά θάλασσα. Περίπου το 30% του παγκόσμιου εμπορίου, διέρχεται από τη Διώρυγα του Σουέζ. Αυτό αντιπροσωπεύει περίπου το12% όλων των αγαθών. Στο ιστορικό πλαίσιο το Ισραήλ εισέβαλε στην Αίγυπτο επειδή ο αριστερός πρόεδρος της Αιγύπτου, Νάσερ, εθνικοποίησε τη Διώρυγα του Σουέζ (30 Ιουλίου 1956). Θορυβημένες από τις εξελίξεις, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Γαλλία υποστήριξαν σθεναρά το Ισραήλ σε αυτόν τον πόλεμο εναντίον της Αιγύπτου, επειδή ανησυχούσαν επίσης για την εθνικοποίηση του Σουέζ από τον Νάσερ.
Στη συνέχεια, ακριβώς νότια της διώρυγας του Σουέζ, όπου η Ερυθρά Θήλασα εισέρχεται στην Αραβική Θάλασσα, βρίσκεται ένα άλλο κρίσιμο γεωστρατηγικό σημείο γνωστό ως στενό Μπαμπ αλ-Μαντάμπ, ακριβώς έξω από τις ακτές της Υεμένης. Είναι ένα στρατηγικό, κομβικό σημείο μέσω του οποίου περνάει σχεδόν όλο το ναυτιλιακό εμπόριο μεταξύ Ευρώπης και Ασίας. Τα ύδατα γύρω από την Υεμένη αποτελούν βασικό πέρασμα για το παγκόσμιο εμπόριο, συμπεριλαμβανομένων των προμηθειών πετρελαίου.
Ιστορικά, οι Ηνωμένες Πολιτείες προσπάθησαν να κυριαρχήσουν σε αυτήν την περιοχή για να διατηρήσουν τον έλεγχο όχι μόνο των ενεργειακών προμηθειών, αλλά και για να ελέγξουν τους παγκόσμιους εμπορικούς δρόμους στο οικονομικό σύστημα. Και καθώς η αμερικανική επιρροή στην περιοχή αποδυναμώνεται σε έναν όλο και πιο πολυπολικό κόσμο, το Ισραήλ γίνεται όλο και πιο σημαντικό και αυτό εξηγεί γιατί οι Ηνωμένες Πολιτείες προσπαθούν να διατηρήσουν τον έλεγχό του.
The Belt and Road
Δύο χρόνια πριν η Κίνα δρομολογήσει την πρωτοβουλία «One Belt, One Road» ή «Belt and Road Initiative (BRI) ή «Νέος Δρόμος του Μεταξιού», οι ΗΠΑ σχεδίαζαν ήδη μία ιδιωτικά χρηματοδοτούμενη εμπορική οδό, για τη σύνδεση της Ινδίας με την Ευρώπη και για την ενίσχυση των σχέσεων, μεταξύ της Ουάσιγκτον και του Νέου Δελχί. Ο σκοπός αυτής της πρωτοβουλίας, ήταν να συγκρατήσει την άνοδο της Κίνας – καθώς επίσης να μειώσει την επιρροή της στην Ασία. Η κινεζική κυβέρνηση δεν ανακοίνωσε όμως απλά την πρωτοβουλία «One Belt, One Road», όπως οι ΗΠΑ τη δική της, αλλά ξεκίνησε το έργο σχεδόν αμέσως – με τις επενδύσεις από το 2013 έως το 2023 να έχουν ανέλθει συνολικά στα 1,04 τρις $, κατανεμημένες σε 148 χώρες που αποτελούν τα ¾ των κρατών του πλανήτη.
Μέσα σε αυτό το μικρό χρονικό διάστημα λοιπόν, το BRI έχει πολύ σημαντικό αντίκτυπο σε ολόκληρο τον κόσμο – ειδικά στις φτωχότερες χώρες της Αφρικής, της Ασίας και της Λατινικής Αμερικής, όπου το BRI έχει επενδύσει στην κατασκευή υποδομών και στη βιομηχανία. Οι εξελίξεις ανησύχησαν τις ΗΠΑ που προσπάθησαν να το υπονομεύσουν με διάφορους τρόπους.
Η προσπάθεια απομόνωσης της Κίνας φαίνεται ουτοπική, αφού το σημαντικότερο ελληνικό λιμάνι του διαδρόμου, ο Πειραιάς, έχει εξαγορασθεί από την COSCO – ενώ τα λιμάνια του Ντουμπάι λαμβάνουν σοβαρές επενδύσεις από το λιμάνι Ningbo-Zhoushan της Κίνας και από το Shenyang. Εκτός αυτού, η Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, είναι πλέον μέλη των BRICS+ και συμμετέχουν στον Οργανισμό Συνεργασίας της Σαγκάης – οπότε έχουν σημαντικές δεσμεύσεις. Εκ των προαναφερθέντων είναι κατανοητό, ποια περιοχή είναι απολύτως κρίσιμη για την Πρωτοβουλία Belt and Road. Φυσικά, είναι η Δυτική Ασία, και αυτό εξηγεί πολύ καλά τη γεωστρατηγική σημασία αυτής της περιοχής, καθώς συνδέει την Ασία με την Ευρώπη. Στους εμπορικούς δρόμους που διανοίγονται το Ισραήλ παίζει σημαντικό ρόλο, ως προέκταση της αμερικανικής ισχύος σε μια από τις σημαντικότερες περιοχές του κόσμου.
Η βρετανική διπλωματία αντιλήφθηκε το γεωπολιτικό βάρος της περιοχής και προώθησε με τη Διακήρυξη του Μπάλφουρ τη δημιουργία κρατικής οντότητας για τους Εβραίους της διασποράς, με επιδίωξη να ελέγξει τη Μέση Ανατολή και τις προμήθειες πετρελαίου. Την περίοδο της διακυβέρνησης Τρούμαν, η Αμερική αντικατέστησε την Αγγλία ως ηγέτης της Μέσης Ανατολής.
Ως επίλογο να αναφέρουμε, ότι η η ουκρανική κρίση επιτάχυνε τις ρωγμές στο μονοπολικό σύστημα. Η εικόνα που αναδύεται είναι ενός κόσμου στον οποίο οι υπερδυνάμεις δεν διαθέτουν επαρκή οικονομική, στρατιωτική ή ιδεολογική επιρροή για να αναγκάσουν τον υπόλοιπο κόσμο – ιδίως τις “μεσαίες δυνάμεις” – να διαλέξουν πλευρά. Από τη Νότια Κορέα έως τον Νίγηρα έως τα νέα μέλη των BRICS, οι χώρες επιδιώκουν να προωθήσουν τους δικούς τους στόχους και συμφέροντα, αντί να δεσμευτούν για πίστη στις υπερδυνάμεις. Ο νέος κόσμος που βρίσκεται στη γένεσή του φαίνεται να βασίζεται όχι στην παλιά λογική της πόλωσης, αλλά σε μια νέα λογική απεξάρτησης από ηγεμονισμούς. Κρίνοντας από την ανάπτυξη των BRICS, δεν λείπουν χώρες που βρίσκουν δελεαστική αυτή τη νέα λογική.
Δημοσίευση σχολίου