GuidePedia

0


 Πώς, αλήθεια, μοιάζουν να είναι οι ελληνοαμερικανικές σχέσεις χωρίς τα χρόνια και ακανθώδη διμερή προβλήματα που επί δεκαετίες επιβάρυναν την ουσία τους και επηρέαζαν, με κυκλικές διακυμάνσεις βέβαια, το κλίμα τους; Η κατάργηση της υποχρεωτικής θεώρησης (βίζας) για τους Έλληνες που επισκέπτονται τις Ηνωμένες Πολιτείες, που ισχύει εδώ και περίπου ένα χρόνο, αποτέλεσε σίγουρα θετική εξέλιξη. Η κατάργησή της, στην τελευταία, κρίσιμη φάση κατά την επίσκεψη του κ. πρωθυπουργού στην Ουάσινγκτον στις 8-10 Μαρτίου 2010, ήταν πολιτική απόφαση που προήλθε από τον Λευκό Οίκο.
Αυτό δεν σημαίνει ότι στο πλέγμα των σχέσεων Αθήνας-Ουάσινγκτον δεν υπάρχουν αποκλίσεις θέσεων, προφανώς δε και συγκρούσεις συμφερόντων. Ακόμη κι αυτά που θα μπορούσαν να περιληφθούν στον γενικό τίτλο «εθνικά θέματα», όπως έχουμε συνηθίσει να τα ορίζουμε στην Ελλάδα (Κυπριακό, Αιγαίο).
Έναυσμα για αυτό το σημείωμα έδωσαν οι δηλώσεις του προέδρου Ομπάμα για την Ελλάδα κατά την κοινή συνέντευξη Τύπου με την καγκελάριο Μέρκελ στις 7 Ιουνίου στον Λευκό Οίκο. Για μια ακόμη φορά ο Αμερικανός πρόεδρος σημείωσε τη σημασία της στήριξης της Ελλάδας από τους εταίρους της στην Ευρωζώνη για να μπορέσει να σταθεί στα πόδια της και να αντιμετωπίσει την κρίση χρέους. Μάλιστα ο πρόεδρος Ομπάμα προχώρησε ακόμη περισσότερο, υπογραμμίζοντας ότι εάν η κρίση του ελληνικού χρέους δεν αντιμετωπιστεί με το κατάλληλο φάρμακο «θα γονατίσει την παγκόσμια οικονομία». Έφτασε μέχρι του σημείου να σημειώσει ότι «η αμερικανική οικονομική ανάπτυξη εξαρτάται από την ορθολογική αντιμετώπιση του ελληνικού ζητήματος».
Διάβασα με προσοχή ορισμένα σχόλια που, σε γενικές γραμμές, έδειχναν απορία, δυσπιστία, ακόμη και ειρωνεία για τον τόνο που επέλεξε να χρησιμοποιήσει ο Αμερικανός πρόεδρος. Στο ερώτημα εάν αυτά λέχθηκαν μόνο από συμπάθεια προς την Ελλάδα, παρουσία της κ. Μέρκελ, η απάντηση είναι ασφαλώς αρνητική. Στο ερώτημα εάν ο πρόεδρος Ομπάμα χρησιμοποίησε αυτές τις διατυπώσεις για να τονίσει το συμφέρον της Ουάσινγκτον η απάντηση είναι καταφατική. Στο ερώτημα κατά πόσο η στήριξη –με το αζημίωτο– της Ελλάδας από τους εταίρους της στην Ε.Ε. εξυπηρετεί και τα συμφέροντα –οικονομικά και πολιτικά– των Ηνωμένων Πολιτειών η απάντηση είναι επίσης θετική. Εάν ο συλλογισμός αυτός ισχύει, τότε ειλικρινά δυσκολεύομαι να αντιληφθώ τους λόγους για τους οποίους η διαπίστωση αυτή είναι εξ ορισμού αρνητική.
Χωρίς να μπω σε λεπτομέρειες, όπως προκύπτει από το περιεχόμενο τόσο των δημόσιων τοποθετήσεων των Ομπάμα-Μπάιντεν, κυρίως όμως από το περιεχόμενο των συνομιλιών του πρωθυπουργού με τους προαναφερθέντες, καθώς επίσης και με τη Χίλαρι Κλίντον, είναι καθαρό ότι στη συγκεκριμένη φάση της «ελληνικής δυστυχίας» –προτιμώ την οικεία σ’ εμάς διατύπωση από τις περί Τιτανικού κτλ. εκφράσεις– υπάρχει σύγκλιση επιδιώξεων.
Η τυχόν διαπίστωση σύγκλισης επιδιώξεων και συμφερόντων αποτελεί ισχυρότερη παράμετρο και παρονομαστή στις διμερείς σχέσεις, κατ’ αντιδιαστολή με τις σχέσεις που στηρίζονται σε δήθεν προσωπικές «συμπάθειες». Δεν υποτιμώ, διόλου μάλιστα, τη σημασία των προσωπικών σχέσεων, η σύγχρονη όμως ιστορία των ελληνοαμερικανικών σχέσεων περιλαμβάνει επεισόδια εκδήλωσης συγκεκριμένων ενεργειών της Ουάσινγκτον οι οποίες δεν έλαβαν υπόψη τα συμφέροντα της Ελλάδας. Τούτο, δε, ανεξαρτήτως των καλών προσωπικών σχέσεων των κυβερνητών της χώρας μας με διαδοχικές διοικήσεις των ΗΠΑ.
Θα αναφερθώ συνειδητά αποσπασματικά σε ορισμένα θέματα.
1. Αποδυνάμωση της ελληνικής παρουσίας στην Ουάσινγκτον
Δυστυχώς, η διοίκηση του υπουργείου Εξωτερικών –ελπίζω όχι συνειδητά– αλλά και προσωπικά ο υπουργός Οικονομικών δεν δείχνουν να αντιλαμβάνονται την ανάγκη της στήριξης και παροχής των αναγκαίων μέσων στην πρεσβεία της Ελλάδας στην Ουάσινγκτον, καθώς και στις προξενικές μας αρχές. Δεν αποτελεί βέβαια εντελώς νέα εξέλιξη ο εκάστοτε πρέσβης της Ελλάδας στην Ουάσινγκτον να «αποδομείται» από συγκεκριμένα πρόσωπα στην Αθήνα.
Για να κατακτήσεις και να διατηρήσεις ένα ικανοποιητικό μερίδιο της εξοντωτικής διπλωματικής αγοράς στην Ουάσινγκτον χρειάζονται εξωστρέφεια και μέσα. Χρειάζεται διαρκής και δραστήρια δημόσια διπλωματία και παρουσία στα κέντρα εξουσίας και τους διαμορφωτές της κοινής γνώμης, στην κυβέρνηση, το Κογκρέσο, τα ΜΜΕ, τις δεξαμενές σκέψης. Χρειάζονται πόροι και μέσα.
Την στιγμή αυτή, δυστυχώς, η πρεσβεία μας έχει απογυμνωθεί. Ο πρέσβης κ. Κασκαρέλλης και το διπλωματικό και διοικητικό στελεχιακό δυναμικό της πρεσβείας που έχει παραμείνει μοχθούν χωρίς στήριξη και μέσα. Αυτή είναι η πραγματικότητα, όσο δυσάρεστη κι αν είναι.
Μια παρατήρηση: το κενό που αφήνεις στην Ουάσινγκτον πολύ δύσκολα μπορείς να το επανακτήσεις. Όταν, δε, χρειαστεί –όπως στο άμεσο μέλλον θα υπάρξει ανάγκη– να κινητοποιηθείς προβάλλοντας τις θέσεις σου για συγκεκριμένο ζήτημα και στηρίζοντας τα συμφέροντά σου, θα απαιτηθούν πολλαπλάσια μέσα, περισσότερος χρόνος και περισσότεροι ανθρώπινοι πόροι.
Η Ελλάδα τη στιγμή αυτή είναι μεταξύ των ελάχιστων χωρών που δεν συνεργάζονται με οιασδήποτε μορφής εταιρεία δημοσίων σχέσεων. Ούτε καν για την ενημέρωση του Κογκρέσου. Απορίας, όμως, άξιον είναι το πώς εμφανίζονται διάφοροι άγνωστοι ως εντεταλμένοι «δημοσιοσχεσίστες», κυρίως κατά τη διάρκεια επίσημων επισκέψεων.
2. Αναβάθμιση σημασίας Σούδας και ελλαδικού χώρου
Δυστυχώς, παρά τους ισχυρούς διαύλους επικοινωνίας του πρωθυπουργού με τη διοίκηση Ομπάμα-Μπάιντεν, η Αθήνα δεν δείχνει να έχει τη διάθεση να προβεί στη στρατηγική θεώρηση ενός νέου πλαισίου συνεργειών με τις ΗΠΑ . Η ανατροπή του status quo στη Βόρεια Αφρική και σταδιακά σε ολόκληρη τη Μέση Ανατολή, που βρίσκεται εν εξελίξει, παρέχει στην Ελλάδα ένα μεσο-μακροπρόθεσμο πλαίσιο εντοπισμού δυνατοτήτων συνεργασίας. Ορθά τονίζουμε δημοσίως τη σημασία της Κρήτης. Καλό είναι, ιδιαιτέρα στις σχέσεις με τις ΗΠΑ, να αναλύουμε χωρίς τα γνωστά φοβικά και ανασταλτικά σύνδρομά μας τη σημασία της Σούδας, που είναι η σημαντικότερη βάση των ΗΠΑ στην Ανατολική Μεσόγειο.
Εκτιμώ δε ότι η ρευστότητα και η αβεβαιότητα που επικρατούν στην ευρύτερη περιοχή και που θα εξακολουθήσουν να υφίστανται για ικανό χρονικό διάστημα μας παρέχουν το δικαίωμα –βεβαίως και την υποχρέωση– να υπενθυμίζουμε την ασύγκριτη σπουδαιότητά της δημόσια, όπου και όταν χρειάζεται. Και όχι να διακατεχόμαστε από ανασφάλεια μήπως το εύρος των διευκολύνσεων που παρέχουμε διαρρεύσει στον Τύπο…
Μάλιστα αυτή ήταν η απάντηση που μου είχε δοθεί από τον πλέον αρμόδιο όταν πριν από τρία χρόνια ως πρέσβης στην Ουάσινγκτον είχα ζητήσει στοιχεία αναλυτικά για τη χρήση της Σούδας από τις αμερικανικές δυνάμεις που επιχειρούν στο Αφγανιστάν και στο Ιράκ. Μου τα προώθησαν τελικά, με παρέμβαση της υπουργού Εξωτερικών κ. Μπακογιάννη, με επανειλημμένες νουθεσίες του αρμοδίου να μην τύχουν ευρείας κοινοποίησης στην αμερικανική κυβέρνηση κτλ.
Με άλλα λόγια, παρέχουμε, εξυπηρετούμε, αλλά δεν αξιοποιούμε. Όπως έπραξα και σε άλλες περιπτώσεις, δεν συμμορφώθηκα με τις υποδείξεις… Το εν λόγω κείμενο, με επουσιώδεις παραλλαγές, έτυχε ευρύτατης διανομής στο Κογκρέσο, think tanks και έγκριτους Αμερικανούς σχολιαστές. Η στρατηγική σημασία της Σούδας αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα πολιτικο-στρατιωτικά διαπραγματευτικά χαρτιά που έχει στη διάθεσή της η Ελλάδα.
3. Χάραξη νέου στρατηγικού πλαισίου σχέσεων
Η αντιμετώπιση της δεινής οικονομικής κρίσης στην οποία έχει περιέλθει η Ελλάδα και η σημασία αποφυγής μιας γενικευμένης, αλυσιδωτής κρίσης στην Ευρωζώνη οριοθετούν ένα κοινό σημείο σύμπτωσης επιδιώξεων των κυβερνήσεων της Ελλάδας και των ΗΠΑ, όπως τουλάχιστον προκύπτει από συνεχείς δημόσιες τοποθετήσεις του προέδρου Ομπάμα. Εντούτοις, οι διμερείς ελληνοαμερικανικές σχέσεις στην παρούσα φάση και συγκυρία φαίνεται να είναι «παράπλευρη απώλεια» ακριβώς αυτής της ολοκληρωτικής απορρόφησης της ελληνικής κυβέρνησης με την οικονομική κρίση.
Θα ήταν παρά ταύτα σκόπιμο και χρήσιμο να γίνει μια προσπάθεια και από τις δύο πλευρές για οριοθέτηση του νέου πλαισίου διμερών σχέσεων και συνεργειών μέσα σε ένα ραγδαία μεταβαλλόμενο περιβάλλον νοτίως και ανατολικά του ευρωπαϊκού Νότου. Από τις βορειοαφρικανικές ακτές του Ατλαντικού μέχρι και πέραν της Μέσης και Εγγύς Ανατολής.
Επανειλημμένα η Ελλάδα έχει δείξει ότι, στο πλαίσιο των πραγματικών της δυνατοτήτων, μπορεί να φέρει εις πέρας με επιτυχία συγκεκριμένες αποστολές. Η γνώση του χώρου μάς δίνει δυνατότητες δράσης. Χωρίς να υπερτιμούμε τις δυνάμεις μας, για παράδειγμα, στην έναρξη της λιβυκής κρίσης η προσέγγιση Αθηνών και Ουάσινγκτον είχε κοινά στοιχεία.
Το ΕΛΙΑΜΕΠ, σε συνεργασία με έγκυρη και έγκριτη δεξαμενή σκέψης των ΗΠΑ, θα μπορούσε να συμβάλει ουσιαστικά στην πρόταση-μελέτη για τις ελληνοαμερικανικές σχέσεις για την επόμενη εικοσαετία, απουσία πλέον των ακανθωδών διμερών προβλημάτων που μας ταλαιπώρησαν. Παρά τη βαθιά οικονομική και κοινωνική κρίση στην Ελλάδα, οι σχέσεις μας με τις ΗΠΑ είναι πολύ σημαντικές για να αφεθούν κι αυτές σε πλοήγηση με αυτόματο πιλότο.
Του πρέσβη κ. Αλέξανδρου Μαλλιά, ειδικού σύμβουλου του ΕΛΙΑΜΕΠ. Διατέλεσε πρέσβης της Ελλάδας στην Ουάσινγκτον από το Σεπτέμβριο του 2005 έως τον Ιούνιο του 2009.
ΠΗΓΗ

Δημοσίευση σχολίου

 
Top