Μέρα με τη μέρα πληθαίνουν οι ενδείξεις, ότι η απόφαση του ΕΔΑΔ ήταν γνωστή πολύ πριν από την ανακοίνωσή της και μάλιστα γίνονταν από το Δικαστήριο κινήσεις τακτικής για την ομαλή υποδοχή της. Ο Πρόεδρος του ΕΔΑΔ Ζαν Πολ Κοστά, μάλιστα, είχε προλειάνει το έδαφος γι' αυτή την απόφαση, με δηλώσεις του στα τουρκικά ΜΜΕ, λίγες μέρες πριν από την ανακοίνωση, όπου ουσιαστικά αποενοχοποιούσε την κατοχική δύναμη για τα διαδοχικά εγκλήματα που έχει διαπράξει κατά αθώων πολιτών, απλά και μόνο γιατί θεσπίζει εκ των υστέρων νομοθεσίες που βελτιώνουν την κατάσταση. Υπό την σκιά της «προόδου» έδωσε άλλοθι στην κατοχική δύναμη για τις παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, μέρες πριν από την παράδοξη απόφαση.
Μάλιστα, ο κ. Κοστά παραδεχόταν ότι οι προσφυγές κατά της Τουρκίας ήταν πολυάριθμες, αλλά εξέφρασε την πίστη του στην πρόοδο που έχει καταγραφεί στην Τουρκία, στον τομέα του εκδημοκρατισμού.
Αν και αναφερόταν κατά κύριο λόγο σε προσφυγές που γίνονταν από Κούρδους, δεν θεωρείται τυχαίο το γεγονός πως εκθείαζε την «πρόοδο» της χώρας σε σχέση με τη δημοκρατία, μια εβδομάδα πριν να της αναθέσει το Δικαστήριο του οποίου προεδρεύει να δικάσει τον εαυτό της για τις παραβιάσεις στις οποίες η ίδια προέβη.
Πιο συγκεκριμένα, το Πρακτορείο Ανατολή μετέδωσε το Σάββατο, 20 Φεβρουαρίου, ότι την προηγούμενη μέρα ο κ. Κοστά δήλωσε ότι «η Τουρκία ενδυναμώνει τη δημοκρατία της». Όπως αναφέρει περαιτέρω η είδηση, «ο κ. Κοστά είπε ότι η Τουρκία, η οποία έχει βιώσει πολλές στρατιωτικές παρεμβάσεις στο παρελθόν, ενδυναμώνει τη δημοκρατία της». Όπως εξήγησε ο κ. Κοστά, στο σύνολο των αιτήσεων στο ΕΔΑΔ διαφαίνεται ότι οι αιτήσεις προερχόμενες από την Τουρκία ήταν λίγο πιο πάνω από το μέσο όρο. Παρά το γεγονός, τόνισε, πως οι αιτήσεις εναντίον της Τουρκίας γίνονταν για διάφορους λόγους, το βασικό πρόβλημα είναι ιστορικό, όπως η κοινωνικοπολιτική κατάσταση στα νοτιοανατολικά της χώρας. Κατά την εκτίμησή του, η Τουρκία έκανε μεγάλη πρόοδο, διότι πρόσφατα προέβη σε μεταρρυθμίσεις, εκφράζοντας παράλληλα την πεποίθηση ότι η κατοχική χώρα θα συνεχίσει τον εκδημοκρατισμό της με πιο γοργούς ρυθμούς.
Το παραδέχονται και μόνοι τους!
Σε άρθρο γνώμης στη χθεσινή «Ζαμάν», ο Orhan Kemal Cengiz χαρακτηρίζει την απόφαση του ΕΔΑΔ «νομικά λανθασμένη, αλλά πολιτικά ορθή». «Με δεδομένη την απόφαση Λοϊζίδου, διερωτάται κανείς ποιοι λόγοι οδήγησαν το ΕΔΑΔ σε μια διαφορετική απόφαση αυτή τη φορά, η οποία εμμέσως αναγνωρίζει την “ΤΔΒΚ”, ορίζοντας ότι οι Ε/κ, οι οποίοι προσφεύγουν δικαστικά για τη διεκδίκηση των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας τους σε ακίνητα που βρίσκονται στην “ΤΔΒΚ”, οφείλουν να προσφύγουν πρώτα στην “Επιτροπή Ακίνητης Περιουσίας”, η οποία έχει θεσμοθετηθεί από την “ΤΔΒΚ”, και στη συνέχεια, αν δεν ικανοποιηθούν, να έχουν τη δυνατότητα προσφυγής στο ΕΔΑΔ», γράφει ο αρθρογράφος. Τα πραγματικά περιστατικά στις δύο υποθέσεις είναι παρόμοια, υποστηρίζει, ωστόσο το ΕΔΑΔ στη δεύτερη περίπτωση αναγνωρίζει ότι δεν τίθεται θέμα απώλειας ιδιοκτησιακού δικαιώματος των Ε/κ, εφόσον παρασχεθεί αποζημίωση από την “Επιτροπή Ακίνητης Περιουσίας” της “ΤΔΒΚ”. Η διαφορετική προσέγγιση του ΕΔΑΔ είναι προφανής. Νομικά δεν είναι δυνατόν οι δύο αυτές αποφάσεις να είναι εξίσου ορθές, τονίζει.
«Λόγοι που εξηγούν την αλλαγή στάσης του Δικαστηρίου ανάγονται ενδεχομένως στο φόρτο εργασίας του. Σήμερα ενώπιόν του εκκρεμούν 1.500 υποθέσεις ιδιοκτησίας. Με αυτή την απόφαση, ουσιαστικά τις παραπέμπει στην επιτροπή της “ΤΔΒΚ”. Ο λόγος αυτός, ωστόσο, δεν είναι δυνατόν να στηρίξει την πρόσφατη απόφαση του ΕΔΑΔ», συνεχίζει. Είναι προφανές ότι για πρώτη φορά η ε/κ πλευρά υφίσταται τις συνέπειες της αδιαλλαξίας της, εκτιμά ο αρθρογράφος. «Η εκ μέρους της ε/κ πλευράς απόρριψη του Σχεδίου Ανάν φαίνεται ότι επηρέασε το Δικαστήριο, το οποίο μέσω της απόφασής του καθιστά σαφές στους Ε/κ ότι το Κυπριακό δεν μπορεί να επιλυθεί με την άσκηση διεθνούς πίεσης στην Τουρκία, αλλά πρέπει να λυθεί στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, διαφορετικά οι επιπτώσεις θα είναι ιδιαίτερα δυσμενείς για την ε/κ πλευρά. Από την άλλη πλευρά, η απόφαση φαίνεται ότι δικαιώνει την Τουρκία για την εποικοδομητική στάση της στο Σχέδιο Ανάν», σημειώνει.
Τέλος, το άρθρο επισημαίνει ότι είναι καιρός να πάψει πια η τουρκική προπαγάνδα, ότι δήθεν το ΕΔΑΔ μεροληπτεί εις βάρος της Τουρκίας. Το ΕΔΑΔ, παρά τους αντίθετους ισχυρισμούς της Άγκυρας, έχει πολλάκις δικαιώσει την Τουρκία.
Μακριά από την επιτροπή
Πιο σαφής δεν θα μπορούσε να είναι η Παγκύπρια Ένωση Προσφύγων: «Η ΠΕΠ απευθύνει έκκληση προς όλους τους πρόσφυγες και μη, να μην προσφεύγουν στη λεγόμενη επιτροπή περιουσιών και αποζημιώσεων στα κατεχόμενα, γιατί κάτι τέτοιο θα ισοδυναμούσε με αποδοχή της απαράδεκτης απόφασης του ΕΔΑΔ». Σύμφωνα με ανακοίνωσή της, η απόφαση του ΕΔΑΔ είναι αστήρικτη και λανθασμένη, γιατί «μέσα από ακατανόητες πολιτικές σκοπιμότητες, δυσχεραίνει τη διεκδίκηση των ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων των νόμιμων ιδιοκτητών περιουσίας στην κατεχόμενη από τα τουρκικά στρατεύματα Κύπρο, τη στιγμή μάλιστα που για πρώτη φορά αναφέρεται σε εισβολή και κατοχή». Η ανακοίνωση κάνει λόγο για έντονη πικρία και αγανάκτηση του προσφυγικού κόσμου, ενώ επαναλαμβάνει ότι οι περιουσίες ανήκουν στους νόμιμους ιδιοκτήτες και μόνο σ’ αυτούς.
Ανάλογη ανακοίνωση εξέδωσε και ο Δήμος Κερύνειας. Καλούμε τους Κερυνειώτες, αναφέρει ο προσφυγικός Δήμος, «αναλογιζόμενοι τις συνέπειες που θα είχε για τον τόπο η πραγματοποίηση αυτής της δικαστικής προτροπής, με υψηλό αίσθημα ευθύνης απέναντι στον τόπο, να απορρίψουν την προσβλητική αυτή παρακίνηση του δικαστηρίου και επ’ ουδενί λόγω να προσφύγουν, επαιτώντας από τους κατακτητές ψίχουλα έναντι της περιουσίας τους και της πατρογονικής τους γης». Αν υλοποιηθεί αυτή η απόφαση του Δικαστηρίου, η τουρκοποίηση των κατεχόμενων εδαφών μας είναι ολοφάνερη, τονίζει ο Δήμος Κερύνειας, προτρέποντας τον κυπριακό λαό να αναλογιστεί της ευθύνες του για τον τόπο μας, την πατρίδα μας και τα παιδιά μας. Στην ανακοίνωση προστίθεται ότι η απόφαση αυτή, «εκτός του ότι προσβάλλει τη νοημοσύνη μας, προσβάλλει και το αίσθημα στοιχειώδους δικαιοσύνης».
Αποτρεπτική και η Εκκλησία
Σε χθεσινή της ανακοίνωση και η Ιερά Σύνοδος καλεί τους πρόσφυγες να μην προσφεύγουν στην επιτροπή του Αττίλα. Όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση, οποιαδήποτε προσφυγή Έλληνα της Κύπρου στη λεγόμενη επιτροπή, συνιστά πράξη επικίνδυνη για το μέλλον της πατρίδας μας και υποσκάπτει τη φυσική και εθνική επιβίωση του κυπριακού Ελληνισμού. Γι’ αυτό καλεί τον κυπριακό λαό να μην προσφεύγει εκεί, αλλά με άκαμπτο το αγωνιστικό φρόνημα, να συνεχίσει να εμμένει στις αρχές του Ευρωπαϊκού και Διεθνούς Δικαίου.
Μάλιστα, ο κ. Κοστά παραδεχόταν ότι οι προσφυγές κατά της Τουρκίας ήταν πολυάριθμες, αλλά εξέφρασε την πίστη του στην πρόοδο που έχει καταγραφεί στην Τουρκία, στον τομέα του εκδημοκρατισμού.
Αν και αναφερόταν κατά κύριο λόγο σε προσφυγές που γίνονταν από Κούρδους, δεν θεωρείται τυχαίο το γεγονός πως εκθείαζε την «πρόοδο» της χώρας σε σχέση με τη δημοκρατία, μια εβδομάδα πριν να της αναθέσει το Δικαστήριο του οποίου προεδρεύει να δικάσει τον εαυτό της για τις παραβιάσεις στις οποίες η ίδια προέβη.
Πιο συγκεκριμένα, το Πρακτορείο Ανατολή μετέδωσε το Σάββατο, 20 Φεβρουαρίου, ότι την προηγούμενη μέρα ο κ. Κοστά δήλωσε ότι «η Τουρκία ενδυναμώνει τη δημοκρατία της». Όπως αναφέρει περαιτέρω η είδηση, «ο κ. Κοστά είπε ότι η Τουρκία, η οποία έχει βιώσει πολλές στρατιωτικές παρεμβάσεις στο παρελθόν, ενδυναμώνει τη δημοκρατία της». Όπως εξήγησε ο κ. Κοστά, στο σύνολο των αιτήσεων στο ΕΔΑΔ διαφαίνεται ότι οι αιτήσεις προερχόμενες από την Τουρκία ήταν λίγο πιο πάνω από το μέσο όρο. Παρά το γεγονός, τόνισε, πως οι αιτήσεις εναντίον της Τουρκίας γίνονταν για διάφορους λόγους, το βασικό πρόβλημα είναι ιστορικό, όπως η κοινωνικοπολιτική κατάσταση στα νοτιοανατολικά της χώρας. Κατά την εκτίμησή του, η Τουρκία έκανε μεγάλη πρόοδο, διότι πρόσφατα προέβη σε μεταρρυθμίσεις, εκφράζοντας παράλληλα την πεποίθηση ότι η κατοχική χώρα θα συνεχίσει τον εκδημοκρατισμό της με πιο γοργούς ρυθμούς.
Το παραδέχονται και μόνοι τους!
Σε άρθρο γνώμης στη χθεσινή «Ζαμάν», ο Orhan Kemal Cengiz χαρακτηρίζει την απόφαση του ΕΔΑΔ «νομικά λανθασμένη, αλλά πολιτικά ορθή». «Με δεδομένη την απόφαση Λοϊζίδου, διερωτάται κανείς ποιοι λόγοι οδήγησαν το ΕΔΑΔ σε μια διαφορετική απόφαση αυτή τη φορά, η οποία εμμέσως αναγνωρίζει την “ΤΔΒΚ”, ορίζοντας ότι οι Ε/κ, οι οποίοι προσφεύγουν δικαστικά για τη διεκδίκηση των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας τους σε ακίνητα που βρίσκονται στην “ΤΔΒΚ”, οφείλουν να προσφύγουν πρώτα στην “Επιτροπή Ακίνητης Περιουσίας”, η οποία έχει θεσμοθετηθεί από την “ΤΔΒΚ”, και στη συνέχεια, αν δεν ικανοποιηθούν, να έχουν τη δυνατότητα προσφυγής στο ΕΔΑΔ», γράφει ο αρθρογράφος. Τα πραγματικά περιστατικά στις δύο υποθέσεις είναι παρόμοια, υποστηρίζει, ωστόσο το ΕΔΑΔ στη δεύτερη περίπτωση αναγνωρίζει ότι δεν τίθεται θέμα απώλειας ιδιοκτησιακού δικαιώματος των Ε/κ, εφόσον παρασχεθεί αποζημίωση από την “Επιτροπή Ακίνητης Περιουσίας” της “ΤΔΒΚ”. Η διαφορετική προσέγγιση του ΕΔΑΔ είναι προφανής. Νομικά δεν είναι δυνατόν οι δύο αυτές αποφάσεις να είναι εξίσου ορθές, τονίζει.
«Λόγοι που εξηγούν την αλλαγή στάσης του Δικαστηρίου ανάγονται ενδεχομένως στο φόρτο εργασίας του. Σήμερα ενώπιόν του εκκρεμούν 1.500 υποθέσεις ιδιοκτησίας. Με αυτή την απόφαση, ουσιαστικά τις παραπέμπει στην επιτροπή της “ΤΔΒΚ”. Ο λόγος αυτός, ωστόσο, δεν είναι δυνατόν να στηρίξει την πρόσφατη απόφαση του ΕΔΑΔ», συνεχίζει. Είναι προφανές ότι για πρώτη φορά η ε/κ πλευρά υφίσταται τις συνέπειες της αδιαλλαξίας της, εκτιμά ο αρθρογράφος. «Η εκ μέρους της ε/κ πλευράς απόρριψη του Σχεδίου Ανάν φαίνεται ότι επηρέασε το Δικαστήριο, το οποίο μέσω της απόφασής του καθιστά σαφές στους Ε/κ ότι το Κυπριακό δεν μπορεί να επιλυθεί με την άσκηση διεθνούς πίεσης στην Τουρκία, αλλά πρέπει να λυθεί στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, διαφορετικά οι επιπτώσεις θα είναι ιδιαίτερα δυσμενείς για την ε/κ πλευρά. Από την άλλη πλευρά, η απόφαση φαίνεται ότι δικαιώνει την Τουρκία για την εποικοδομητική στάση της στο Σχέδιο Ανάν», σημειώνει.
Τέλος, το άρθρο επισημαίνει ότι είναι καιρός να πάψει πια η τουρκική προπαγάνδα, ότι δήθεν το ΕΔΑΔ μεροληπτεί εις βάρος της Τουρκίας. Το ΕΔΑΔ, παρά τους αντίθετους ισχυρισμούς της Άγκυρας, έχει πολλάκις δικαιώσει την Τουρκία.
Μακριά από την επιτροπή
Πιο σαφής δεν θα μπορούσε να είναι η Παγκύπρια Ένωση Προσφύγων: «Η ΠΕΠ απευθύνει έκκληση προς όλους τους πρόσφυγες και μη, να μην προσφεύγουν στη λεγόμενη επιτροπή περιουσιών και αποζημιώσεων στα κατεχόμενα, γιατί κάτι τέτοιο θα ισοδυναμούσε με αποδοχή της απαράδεκτης απόφασης του ΕΔΑΔ». Σύμφωνα με ανακοίνωσή της, η απόφαση του ΕΔΑΔ είναι αστήρικτη και λανθασμένη, γιατί «μέσα από ακατανόητες πολιτικές σκοπιμότητες, δυσχεραίνει τη διεκδίκηση των ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων των νόμιμων ιδιοκτητών περιουσίας στην κατεχόμενη από τα τουρκικά στρατεύματα Κύπρο, τη στιγμή μάλιστα που για πρώτη φορά αναφέρεται σε εισβολή και κατοχή». Η ανακοίνωση κάνει λόγο για έντονη πικρία και αγανάκτηση του προσφυγικού κόσμου, ενώ επαναλαμβάνει ότι οι περιουσίες ανήκουν στους νόμιμους ιδιοκτήτες και μόνο σ’ αυτούς.
Ανάλογη ανακοίνωση εξέδωσε και ο Δήμος Κερύνειας. Καλούμε τους Κερυνειώτες, αναφέρει ο προσφυγικός Δήμος, «αναλογιζόμενοι τις συνέπειες που θα είχε για τον τόπο η πραγματοποίηση αυτής της δικαστικής προτροπής, με υψηλό αίσθημα ευθύνης απέναντι στον τόπο, να απορρίψουν την προσβλητική αυτή παρακίνηση του δικαστηρίου και επ’ ουδενί λόγω να προσφύγουν, επαιτώντας από τους κατακτητές ψίχουλα έναντι της περιουσίας τους και της πατρογονικής τους γης». Αν υλοποιηθεί αυτή η απόφαση του Δικαστηρίου, η τουρκοποίηση των κατεχόμενων εδαφών μας είναι ολοφάνερη, τονίζει ο Δήμος Κερύνειας, προτρέποντας τον κυπριακό λαό να αναλογιστεί της ευθύνες του για τον τόπο μας, την πατρίδα μας και τα παιδιά μας. Στην ανακοίνωση προστίθεται ότι η απόφαση αυτή, «εκτός του ότι προσβάλλει τη νοημοσύνη μας, προσβάλλει και το αίσθημα στοιχειώδους δικαιοσύνης».
Αποτρεπτική και η Εκκλησία
Σε χθεσινή της ανακοίνωση και η Ιερά Σύνοδος καλεί τους πρόσφυγες να μην προσφεύγουν στην επιτροπή του Αττίλα. Όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση, οποιαδήποτε προσφυγή Έλληνα της Κύπρου στη λεγόμενη επιτροπή, συνιστά πράξη επικίνδυνη για το μέλλον της πατρίδας μας και υποσκάπτει τη φυσική και εθνική επιβίωση του κυπριακού Ελληνισμού. Γι’ αυτό καλεί τον κυπριακό λαό να μην προσφεύγει εκεί, αλλά με άκαμπτο το αγωνιστικό φρόνημα, να συνεχίσει να εμμένει στις αρχές του Ευρωπαϊκού και Διεθνούς Δικαίου.
Δημοσίευση σχολίου