Η ιδεολογία ποτέ δεν υπήρξε το δυνατό σημείο της εγχώριας συντηρητικής παράταξης. Διαχρονικά, οι ιδεολογικές ανησυχίες της συνήθως ετεροκαθορίζονταν από τους πολιτικούς αντιπάλους της και τους δοσμένους συσχετισμούς ισχύος. Έτσι, ο αντι-βενιζελισμός έδωσε πρόθυμα τη θέση του στον αντι-κομμουνισμό, που με τη σειρά του αντικαταστάθηκε από τον αντι-παπανδρεϊσμό.....
Διόλου τυχαία, η συντηρητική παράταξη δεν μπόρεσε να εκμεταλλευτεί το ιστορικό μομέντουμ, το πρόσκαιρο ιδεολογικό προβάδισμα που έδωσε στα συντηρητικά κόμματα η κατάρρευση των καθεστώτων της ανατολικής Ευρώπης και της πρώην Σοβιετικής Ένωσης. Η αιφνίδια απώλεια της (δυτικής) ιδεολογικής πυξίδας της και η «εκσυγχρονιστική πρόταση» του Κ. Σημίτη προκάλεσαν, για πρώτη ίσως φορά, εύλογη αμηχανία για τον αξιακό και ιδεολογικό προσανατολισμό του κόμματος. Δυστυχώς, όμως, οι όποιες ανησυχίες για τη φυσιογνωμία της ΝΔ θάφτηκαν στον ιδεολογικό βάλτο του αρχηγισμού, στο όνομα μίας επίπλαστης ενότητας, με στόχο την ταχύτερη επάνοδο στην εξουσία. Υπό τις ηγεσίες Έβερτ και Καραμανλή, η Νέα Δημοκρατία μετατράπηκε σε ένα απέραντο νεκροταφείο πολιτικών ιδεών, σε μία μάλιστα εποχή ραγδαίων διεθνών αλλαγών και εξελίξεων.
Η αναμενόμενη κόπωση που επέφερε στο κοινωνικό σώμα η πολύχρονη διακυβέρνηση της χώρας από το ΠΑΣΟΚ, δημιούργησε προς στιγμή, την ψευδαίσθηση μίας ιδιότυπης ηγεμονίας της Νέας Δημοκρατίας υπό το ιδεολόγημα του «μεσαίου χώρου». Ωστόσο, η συγκυριακά ευνοϊκή για τη ΝΔ φάση του πολιτικού κύκλου, δεν στάθηκε ικανή να αποτρέψει την κατάρρευση της κενής περιεχομένου πρότασης του μεσαίου χώρου, που αποτέλεσε σύλληψη επικοινωνιακού-τακτικιστικού και όχι πολιτικού-ιδεολογικού πραγματισμού.
Ο ήχος της κατάρρευσης, υπό τις παλινωδίες της ανερμάτιστης διακυβέρνησης Καραμανλή υπήρξε εκκωφαντικός, αν και όχι για όλους, καθώς στη Νέα Δημοκρατία δε φαίνεται να κατανοούν πλήρως τα διδάγματα του πρόσφατου παρελθόντος. Η ταυτόχρονη επίκληση του «κοινωνικού φιλελευθερισμού», χωρίς την παραμικρή επεξεργασία του από τους δύο διεκδικητές της αρχηγίας του κόμματος, αν μη τι άλλο αποκαλύπτει την ιδεολογική γύμνια αλλά και τα συντηρητικά ανακλαστικά της Νέας Δημοκρατίας, καθώς επιλέγει ξανά την τακτική του ετεροκαθορισμού, ήτοι δεν είμαστε φιλελεύθεροι, είμαστε κάτι άλλο.
Ωστόσο, σήμερα περισσότερο παρά ποτέ, είναι αναγκαίο να συνδεθεί η Νέα Δημοκρατία με τα σύγχρονα ρεύματα του φιλελευθερισμού και να συμβάλλει στη διαμόρφωση ενός μετώπου που θα υψώσει ανάχωμα στις σειρήνες του λαϊκισμού, της εθνικής και της οικονομικής περιχαράκωσης που απειλούν να προσδώσουν στις συνέπειες της οικονομικής κρίσης μονιμότερα χαρακτηριστικά, υπερασπιζόμενη τις ανοιχτές αγορές και τις πολυπολιτισμικές κοινωνίες.
Όταν ο ιδρυτής της Νέας Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Καραμανλής όριζε τον «ριζοσπαστικό φιλελευθερισμό» ως ιδεολογική αρχή της, δε δίστασε να δανειστεί όπλα από «τη φαρέτρα της Δεξιάς και της Αριστεράς», υπονοώντας το ανοιχτό πνεύμα και την ευελιξία που πρέπει να διακρίνουν την προσέγγιση των ζητημάτων. Κατ’ αντίστοιχο τρόπο, η πρόκληση για τον αυριανό ηγέτη της Νέας Δημοκρατίας είναι η επεξεργασία μίας σύγχρονης φιλελεύθερης πρότασης που θα συναρθρώνει τις σύγχρονες αντιλήψεις για την αγορά και την κοινωνία, σε μία δέσμη ιδεών προσαρμοσμένων στις ελληνικές ιδιαιτερότητες και δεδομένα, επιτρέποντας στην ελληνική οικονομία και κοινωνία να πορευτεί στο δρόμο της ανάπτυξης και της ευημερίας.
Προφανώς, κάτι τέτοιο δε μπορεί παρά να είναι αποτέλεσμα μιας μακράς διαδικασίας πρόθυμου διαλόγου και θαρραλέας αυτοκριτικής στο εσωτερικό του κόμματος και στην κοινωνία, κάτι που αναπόφευκτα θα περιλαμβάνει επώδυνες αντιπαραθέσεις και συγκρούσεις. Από την επιτυχή, όμως, έκβαση αυτής της διαδικασίας, θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό, ο χρόνος επανόδου της συντηρητικής παράταξης στην εξουσία. Κυρίως, όμως, θα εξαρτηθεί η ικανότητά της να αποτελέσει βραχυπρόθεσμα μία χρήσιμη αντιπολίτευση και, ενδεχομένως μακροπρόθεσμα, μία αποτελεσματική κυβέρνηση για τον τόπο και τους πολίτες του.
Διόλου τυχαία, η συντηρητική παράταξη δεν μπόρεσε να εκμεταλλευτεί το ιστορικό μομέντουμ, το πρόσκαιρο ιδεολογικό προβάδισμα που έδωσε στα συντηρητικά κόμματα η κατάρρευση των καθεστώτων της ανατολικής Ευρώπης και της πρώην Σοβιετικής Ένωσης. Η αιφνίδια απώλεια της (δυτικής) ιδεολογικής πυξίδας της και η «εκσυγχρονιστική πρόταση» του Κ. Σημίτη προκάλεσαν, για πρώτη ίσως φορά, εύλογη αμηχανία για τον αξιακό και ιδεολογικό προσανατολισμό του κόμματος. Δυστυχώς, όμως, οι όποιες ανησυχίες για τη φυσιογνωμία της ΝΔ θάφτηκαν στον ιδεολογικό βάλτο του αρχηγισμού, στο όνομα μίας επίπλαστης ενότητας, με στόχο την ταχύτερη επάνοδο στην εξουσία. Υπό τις ηγεσίες Έβερτ και Καραμανλή, η Νέα Δημοκρατία μετατράπηκε σε ένα απέραντο νεκροταφείο πολιτικών ιδεών, σε μία μάλιστα εποχή ραγδαίων διεθνών αλλαγών και εξελίξεων.
Η αναμενόμενη κόπωση που επέφερε στο κοινωνικό σώμα η πολύχρονη διακυβέρνηση της χώρας από το ΠΑΣΟΚ, δημιούργησε προς στιγμή, την ψευδαίσθηση μίας ιδιότυπης ηγεμονίας της Νέας Δημοκρατίας υπό το ιδεολόγημα του «μεσαίου χώρου». Ωστόσο, η συγκυριακά ευνοϊκή για τη ΝΔ φάση του πολιτικού κύκλου, δεν στάθηκε ικανή να αποτρέψει την κατάρρευση της κενής περιεχομένου πρότασης του μεσαίου χώρου, που αποτέλεσε σύλληψη επικοινωνιακού-τακτικιστικού και όχι πολιτικού-ιδεολογικού πραγματισμού.
Ο ήχος της κατάρρευσης, υπό τις παλινωδίες της ανερμάτιστης διακυβέρνησης Καραμανλή υπήρξε εκκωφαντικός, αν και όχι για όλους, καθώς στη Νέα Δημοκρατία δε φαίνεται να κατανοούν πλήρως τα διδάγματα του πρόσφατου παρελθόντος. Η ταυτόχρονη επίκληση του «κοινωνικού φιλελευθερισμού», χωρίς την παραμικρή επεξεργασία του από τους δύο διεκδικητές της αρχηγίας του κόμματος, αν μη τι άλλο αποκαλύπτει την ιδεολογική γύμνια αλλά και τα συντηρητικά ανακλαστικά της Νέας Δημοκρατίας, καθώς επιλέγει ξανά την τακτική του ετεροκαθορισμού, ήτοι δεν είμαστε φιλελεύθεροι, είμαστε κάτι άλλο.
Ωστόσο, σήμερα περισσότερο παρά ποτέ, είναι αναγκαίο να συνδεθεί η Νέα Δημοκρατία με τα σύγχρονα ρεύματα του φιλελευθερισμού και να συμβάλλει στη διαμόρφωση ενός μετώπου που θα υψώσει ανάχωμα στις σειρήνες του λαϊκισμού, της εθνικής και της οικονομικής περιχαράκωσης που απειλούν να προσδώσουν στις συνέπειες της οικονομικής κρίσης μονιμότερα χαρακτηριστικά, υπερασπιζόμενη τις ανοιχτές αγορές και τις πολυπολιτισμικές κοινωνίες.
Όταν ο ιδρυτής της Νέας Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Καραμανλής όριζε τον «ριζοσπαστικό φιλελευθερισμό» ως ιδεολογική αρχή της, δε δίστασε να δανειστεί όπλα από «τη φαρέτρα της Δεξιάς και της Αριστεράς», υπονοώντας το ανοιχτό πνεύμα και την ευελιξία που πρέπει να διακρίνουν την προσέγγιση των ζητημάτων. Κατ’ αντίστοιχο τρόπο, η πρόκληση για τον αυριανό ηγέτη της Νέας Δημοκρατίας είναι η επεξεργασία μίας σύγχρονης φιλελεύθερης πρότασης που θα συναρθρώνει τις σύγχρονες αντιλήψεις για την αγορά και την κοινωνία, σε μία δέσμη ιδεών προσαρμοσμένων στις ελληνικές ιδιαιτερότητες και δεδομένα, επιτρέποντας στην ελληνική οικονομία και κοινωνία να πορευτεί στο δρόμο της ανάπτυξης και της ευημερίας.
Προφανώς, κάτι τέτοιο δε μπορεί παρά να είναι αποτέλεσμα μιας μακράς διαδικασίας πρόθυμου διαλόγου και θαρραλέας αυτοκριτικής στο εσωτερικό του κόμματος και στην κοινωνία, κάτι που αναπόφευκτα θα περιλαμβάνει επώδυνες αντιπαραθέσεις και συγκρούσεις. Από την επιτυχή, όμως, έκβαση αυτής της διαδικασίας, θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό, ο χρόνος επανόδου της συντηρητικής παράταξης στην εξουσία. Κυρίως, όμως, θα εξαρτηθεί η ικανότητά της να αποτελέσει βραχυπρόθεσμα μία χρήσιμη αντιπολίτευση και, ενδεχομένως μακροπρόθεσμα, μία αποτελεσματική κυβέρνηση για τον τόπο και τους πολίτες του.
Δημοσίευση σχολίου