MEARSHEIMER JOHN Α, μέρος ΕΔΩ Ίσως η καλύτερη απόδειξη ότι ο Πούτιν κατά τα πρώτα 14 χρόνια της θητείας του δεν θεωρήθηκε σοβαρή απειλή είναι το γεγονός ότι συμμετείχε ως προσκεκλημένος στη σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι τον Απρίλιο του 2008. Σε αυτή τη σύνοδο κορυφής, η συμμαχία ανακοίνωσε ότι η Ουκρανία και η Γεωργία θα γίνουν τελικά μέλη του ΝΑΤΟ. Ο Πούτιν ήταν φυσικά θυμωμένος με αυτή την απόφαση και δεν έκρυψε τον θυμό του.
Η αντίθεσή του όμως σε αυτή την ανακοίνωση δεν είχε κανένα νόημα για την Ουάσιγκτον, επειδή ο ρωσικός στρατός θεωρήθηκε τότε πολύ αδύναμος για να σταματήσει την περαιτέρω επέκταση του ΝΑΤΟ, όπως ήταν πολύ αδύναμος για να σταματήσει τα κύματα επέκτασης το 1999 και το 2004. Η Δύση σκέφτηκε ότι θα μπορούσε για άλλη μια φορά να αναγκάσει τη Ρωσία να αποδεχθεί αυτήν την επέκταση του ΝΑΤΟ.
Υπό αυτήν την έννοια, η επέκταση του ΝΑΤΟ πριν από τις 22 Φεβρουαρίου 2014 δεν είχε στόχο τον περιορισμό της Ρωσίας. Δεδομένης της τραγικής κατάστασης της ρωσικής στρατιωτικής ισχύος εκείνη την εποχή, η Μόσχα δεν ήταν σε θέση να κατακτήσει την Ουκρανία, πόσο μάλλον να ακολουθήσει ρεβανσιστική πολιτική στην Ανατολική Ευρώπη. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο πρώην πρεσβευτής των ΗΠΑ στη Μόσχα Μάικλ Μακφόλ, ο οποίος ήταν ένθερμος υπερασπιστής της Ουκρανίας και αυστηρός επικριτής του Πούτιν, διαπιστώνει ότι η ρωσική κατοχή της Κριμαίας το 2014 δεν είχε προσχεδιαστεί από τον Πούτιν πριν ξεσπάσει η κρίση. Ήταν μια παρορμητική κίνηση, ως απάντηση στο πραξικόπημα που ανέτρεψε τον φιλορώσο ηγέτη της Ουκρανίας Βίκτορ Γιανουκόβιτς.
Εν ολίγοις, η επέκταση του ΝΑΤΟ δεν είχε σκοπό να περιορίσει μια ρωσική απειλή επειδή εκείνη την εποχή η Δύση δεν πίστευε ότι υπήρχε (απειλή). Μόνο όταν ξέσπασε η κρίση στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2014, οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους άρχισαν ξαφνικά να περιγράφουν τον Πούτιν ως επικίνδυνο ηγέτη με ιμπεριαλιστικές φιλοδοξίες και τη Ρωσία ως μια σοβαρή στρατιωτική απειλή, την οποία το ΝΑΤΟ πρέπει να περιορίσει. Αυτή η απότομη στροφή στη ρητορική είχε σκοπό να εξυπηρετήσει μόνο έναν ουσιαστικό σκοπό: Να επιτρέψει στη Δύση να κατηγορήσει τον Πούτιν για την κρίση και να απαλλάξει τη Δύση από την ευθύνη. Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι αυτή η απεικόνιση του Πούτιν έχει γίνει ολοένα και πιο εμφανής μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία στις 24 Φεβρουαρίου 2022.
Υπάρχει μια επιπλέον γραμμή επιχειρηματολογίας στη συμβατική άποψη στη Δύση που αξίζει να αναφερθεί. Κάποιοι λένε ότι η απόφαση της Μόσχας να εισβάλει στην Ουκρανία έχει ελάχιστη σχέση με τον ίδιο τον Πούτιν, αλλά είναι μέρος μιας επεκτατικής παράδοσης που προϋπήρχε πολύ πριν από τον Πούτιν και είναι βαθιά ριζωμένη στη ρωσική κοινωνία. Αυτή η τάση για επιθετικότητα, που λέγεται ότι προκαλείται από εσωτερικές δυνάμεις και όχι από εξωτερικές απειλές της Ρωσίας, οδήγησε, με την πάροδο του χρόνου, ουσιαστικά όλους τους Ρώσους ηγέτες να συμπεριφέρονται βίαια προς τους γείτονές τους.
Ο κύριος λόγος στον Πούτιν
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι σε αυτήν την ιστορία τον λόγο τον έχει ο Πούτιν ή ότι αυτός είναι που οδήγησε τη Ρωσία στον πόλεμο, αλλά λέγεται ότι έχει λίγα περιθώρια ελιγμών. Σχεδόν οποιοσδήποτε άλλος Ρώσος ηγέτης θα έκανε το ίδιο. Υπάρχουν δύο προβλήματα με αυτό το επιχείρημα. Καταρχάς, δεν είναι παραποιήσιμο, διότι το υποτιθέμενο χαρακτηριστικό που υπήρχε εδώ και πολύ καιρό στη ρωσική κοινωνία και που γεννά αυτή την επιθετική παρόρμηση δεν έχει ποτέ εντοπιστεί.
Οι Ρώσοι λέγεται ότι ήταν πάντα επιθετικοί – ανεξάρτητα από το ποιος είναι επικεφαλής – και θα παραμείνουν πάντα έτσι. Είναι σχεδόν σαν να είναι γραμμένο στο DNA τους. Ο ίδιος ισχυρισμός είχε γίνει κάποτε για τους Γερμανούς, οι οποίοι συχνά τον 20ό αιώνα παρουσιάζονταν ως εκ γενετής επιθετικοί. Όμως επιχειρήματα αυτού του είδους δικαιολογημένα δεν λαμβάνονται σοβαρά υπόψη στον ακαδημαϊκό κόσμο.
Επιπλέον, σχεδόν κανείς στις Ηνωμένες Πολιτείες ή τη Δυτική Ευρώπη δεν χαρακτήρισε τη Ρωσία ως εγγενώς επιθετική μεταξύ 1991 και 2014, όταν ξέσπασε η κρίση στην Ουκρανία. Εκτός από την Πολωνία και τα βαλτικά κράτη, ο φόβος της ρωσικής επιθετικότητας ήταν επίσης ανύπαρκτος αυτά τα 24 χρόνια. Ωστόσο, αυτή η ανησυχία θα ήταν αναμενόμενη, εάν οι Ρώσοι είχαν την τάση να είναι επιθετικοί. Φαίνεται λοιπόν ξεκάθαρο ότι η ξαφνική εμφάνιση αυτού του επιχειρήματος ήταν μια βολική δικαιολογία για να κατηγορήθεί η Ρωσία για τον πόλεμο της Ουκρανίας.
Τώρα, επιτρέψτε μου να βάλλουμε μια ακόμα ταχύτητα παραπάνω και να εξηγήσω τους τρεις κύριους λόγους για τους οποίους πιστεύουμε ότι η επέκταση του ΝΑΤΟ είναι η βασική αιτία του πολέμου στην Ουκρανία. Πρώτον: Πριν από την έναρξη του πολέμου η ρωσική ηγεσία δήλωσε επανειλημμένα ότι θεωρούσε την επέκταση του ΝΑΤΟ στην Ουκρανία ως υπαρξιακή απειλή που θα πρέπει να εξαλειφθεί. Ο Πούτιν έκανε πολλές δημόσιες δηλώσεις πριν από τις 24 Φεβρουαρίου 2022 εκθέτοντας αυτό το σκεπτικό. Σε ομιλία του στο Διοικητικό Συμβούλιο του Υπουργείου Άμυνας στις 21 Δεκεμβρίου 2021, δήλωσε:
«Αυτό που κάνουν ή προσπαθούν ή σχεδιάζουν στην Ουκρανία δεν συμβαίνει χιλιάδες χιλιόμετρα από τα εθνικά μας σύνορα. Είναι στο κατώφλι του σπιτιού μας. Πρέπει να καταλάβουν ότι απλώς δεν έχουμε πού αλλού να πάμε. Πιστεύουν πραγματικά ότι δεν βλέπουμε αυτές τις απειλές; Ή μήπως πιστεύουν ότι θα βλέπουμε άπραγοι πως δημιουργείτε αυτή η απειλής για τη Ρωσία;». Δύο μήνες αργότερα, σε συνέντευξη Τύπου στις 22 Φεβρουαρίου 2022, λίγες μόνο μέρες πριν την έναρξη του πολέμου, ο Πούτιν είπε:
«Είμαστε κατηγορηματικά ενάντια στην ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ γιατί αποτελεί απειλή για εμάς και έχουμε επιχειρήματα που το κάνουν κατανοητό. Έχω μιλήσει για αυτό επανειλημμένα…».
πηγή
Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του Ellada simera.
Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του Ellada simera.
Δημοσίευση σχολίου