Του Κώστα Ράπτη
Η κίνηση της Τουρκίας να δεσμεύσει από τις 20 Δεκεμβρίου έως τις 30 Δεκεμβρίου, με οδηγία προς ναυτιλλομένους (NAVTEΧ) θαλάσσια περιοχή της δικαιοδοσίας της Κυπριακής Δημοκρατίας, στα νότια της Λάρνακας, (ειδικότερα τα τεμάχια 2, 3 και 9) για σεισμογραφικές έρευνες του σκάφου Barbaros, συνοδεία του πολεμικού πλοίου Gelibolu, αποτελεί σύμφωνα με τον Κύπριο υπουργό Εξωτερικών Ιωάννη Κασουλίδη, “τη μεγαλύτερη και σοβαρότερη τουρκική πρόκληση από την εποχή του καθορισμού της κυπριακής ΑΟΖ”. Ο ίδιος μάλιστα εκτίμησε ότι εγκαινιάζεται “μία περίοδος έντασης, η οποία αναμένεται να κρατήσει μέχρι τέλος Δεκεμβρίου”.
Η τηλεφωνική επικοινωνία που είχαν τη Δευτέρα ο Αντώνης Σαμαράς με τον Νίκο Αναστασιάδη καθώς και ο Ευάγγελος Βενιζέλος τόσο με τον ομόλογό του όσο και με τον Κύπριο πρόεδρο, αποτυπώνει την αίσθηση της ανησυχίας σε Αθήνα και Λευκωσία. Ήδη η κυπριακή ηγεσία επεξεργάζεται δέσμη 30 διπλωματικών, νομικών και πολιτικών δράσεων για την αποτροπή νέων μεθοδεύσεων της Άγκυρας, η οποία έλαβε την πρώτη της μορφή σε σύσκεψη στο κυπριακό υπουργείο Εξωτερικών, με τη συμμετοχή και του υπουργού Ενέργειας Γιώργου Λακκοτρύπη, και θα οριστικοποιηθεί μετά τη Σύσκεψη των Πολιτικών Αρχηγών που πραγματοποιείται σήμερα Τρίτη.
Σε πρώτο επίπεδο, θεωρείται όλο και πιο πιθανή η επ΄ αόριστον αναβολή της προγραμματισμένης για την Πέμπτη συνάντησης του Νίκου Αναστασιάδη με τον Τουρκοκύπριο ηγέτης Ντερβίς Έρογλου, παρουσία του νέου Ειδικού Συμβούλου του Γ.Γ. του ΟΗΕ για το Κυπριακό, Έσπεν Μπαρθ Άιντα. Η κίνηση αυτή έχει τρόπον τινά προναγγελθεί από τον Ιωάννη Κασουλίδη, καθώς και από τον Κύπριο κυβερνητικό εκπρόσωπο Νίκο Χριστοδουλίδη, ο οποίος προειδοποίησε πως η ενέργεια της Τουρκίας, δεν είναι σε καμία περίπτωση συμβατή με την ομαλή διεξαγωγή των συνομιλιών.
Επιπλέον, με κινήσεις σε επίπεδο διμερές, ευρωπαϊκό και διεθνές (βλ. Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ) αναμένονται δηλώσεις στήριξης του κυριαρχικού δικαιώματος της Κυπριακής Δημοκρατίας να διενεργεί έρευνες από ξένες κυβερνήσεις και οργανισμούς.
Ωστόσο, το αμερικανικό υπουργείο Εξωτερικών, με δηλώσεις της εκπροσώπου του Jen Psaki, περιορίσθηκε στη γνωστή σολομώντεια τοποθέτηση ότι “οι Ηνωμένες Πολιτείες «αναγνωρίζουν το δικαίωμα της Δημοκρατίας της Κύπρου να αναπτύξει τους πόρους της εντός της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης της”, αλλά ταυτόχρονα πιστεύουν πως «τα κοιτάσματα πετρελαίου και φυσικού αερίου του νησιού, όπως και όλοι οι πόροι του, πρέπει να μοιραστούν ακριβοδίκαια (equitably) μεταξύ των δύο κοινοτήτων, στο πλαίσιο μιας συνολικής διευθέτησης” του Κυπριακού.
Αλλά και στις Βρυξέλλες, ο αποχωρών επίτροπος αρμόδιος για τη Διεύρυνση Stefan Fuhle, φέρεται να δίνει μάχη οπισθοφυλακής, ώστε να λειανθούν κατά το δυνατόν οι διατυπώσεις της υπό έκδοση έκθεσης προόδου της Τουρκίας σχετικά με την ανάγκη σεβασμού των κυριαρχικών δικαιωμάτων των “28”, εφαρμογής των αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και εφαρμογής με όλα τα κράτη-μέλη των συμφωνιών (όπως αυτή περί Επανεισδοχής Παράνομων Μεταναστών) που έχουν υπογραφεί.
Το σημείο πραγματικής δοκιμασίας των προθέσεων όλων πλευρών θα είναι βέβαια τυχόν παρενόχληση της δοκιμαστικής γεώτρησης που διενεργεί η κοινοπραξία ΕΝΙ/KOGAS στο θαλάσσιο οικόπεδο “Ονασαγόρας” της κυπριακής ΑΟΖ. Είναι όμως εκ των προτέρων αντιληπτό σε ποιά στρατηγική εντάσσονται οι τουρκικές κινήσεις.
Η έξοδος του Barbaros αποτελεί καταρχήν την απάντηση στην τριμερή συνεργασία Ελλάδας-Κύπρου-Αιγύπτου (όπως αυτή αποτυπώθηκε και στη συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών των τριών χωρών στο περιθώριο της πρόσφατης Γ.Σ. των Ηνωμένων Εθνών) για την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών της Ανατολικής Μεσογείου και την αξιοποίηση των υποθαλάσσιων κοιτασμάτων της.
Κατά δεύτερον, οι τουρκικές σεισμογραφικές έρευνες αποτελούν την έμπρακτη υλοποίηση της άποψης που διατύπωσε (και εγγράφως προς την Ε.Ε.) ο Ahmet Davutoglu ότι η η Κυπριακή Δημοκρατία “έχει εκλείψει” - συνεπώς δεν τίθεται ζήτημα σεβασμού των κυριαρχικών της δικαιωμάτων, αλλά μόνον υπεράσπισης της πρόσβασης των Τουρκοκυπρίων στον φυσικό πλούτο του νησιού. Ενδεχομένως, δε, η παρατηρούμενη κλιμάκωση να αποβλέπει στο να δυναμιτισθούν οι δικονοτικές συνομιλίες υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, ώστε να τεθεί σε εφαρμογή του “Σχέδιο Β” του Tayyip Erdogan για την αναβάθμιση του ψευδοκράτους και την παγίωση της διχοτόμησης. Επ΄ αυτού, η ελληνοκυπριακή πολιτική ηγεσία, στερούμενη δικού της “Σχεδίου Β”, δυσκολεύεται να μεταχειρισθεί την απειλή διακοπής των συνομιλιών ως πραγματικό όπλο απόκρουσης των ενεργειών της Άγκυρας.
Τέλος, οι τελευταίες αυτές εξελίξεις δεν είναι δυνατό να αποσυνδεθούν από το εκρηκτικό πλαίσιο της ευρύτερης Μέσης Ανατολής, όπου η Τουρκία ακροβατεί ανάμεσα στις όλο και πιο συνχές καταγγελίες του διεθνούς παράγοντα ότι ευθύνεται για την ενδυνάμωση των τζιχαντιστών και στην επιθυμία της να ανταλλάξει εκβιαστικά την πολύτιμη συνδρομή της στον αγώνα κατά του Ισλαμικού Κράτους με την προώθηση της αλλαγής καθεστώτος στη Δαμασκό και την συντριβή του κουρδικού στοιχείου. Η μετάθεση αυτής της πίεσης προς τον ευκολότερο στόχο που είναι η Κύπρος, αποτελεί άλλωστε και προληπτική απάντηση στο γεγονός ότι οι ίδιες αυτές ανακατατάξεις στην περιοχή αναβαθμίζουν τον σημασία της Μεγαλονήσου.
πηγή
Δημοσίευση σχολίου