Του Κώστα Ράπτη
Οι εντατικές διαβουλεύσεις που ξεκίνησαν στις Βρυξέλλες από την Παρασκευή (προτού εκδηλωθεί το πρόβλημα υγείας του Κύπριου προέδρου Νίκου Αναστασιάδη) ανάμεσα στην κυπριακή αντιπροσωπεία και το γραφείο του προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Herman van Rompuy, κατέληξαν σε ένα προσχέδιο κειμένου συμπερασμάτων το οποίο, εάν οριστικοποιηθεί στην μορφή που έγινε γνωστή, απευθύνει στην Άγκυρα δύο μηνύματα.
Το πρώτο είναι ότι η υπόδειξη προς την Τουρκία να “επιδείξει αυτοσυγκράτηση” και να “σεβαστεί τα κυριαρχικά δικαιώματα της Κυπριακής Δημοκρατίας”. Το δεύτερο είναι η υπενθύμιση της δήλωσης της 21ης Σεπτεμβρίου 2005, από μέρους της Ε.Ε., ότι η αναγνώριση όλων των κρατών μελών είναι απαραίτητο συστατικό της ενταξιακής διαδικασίας". Υπενθύμιση, η οποία, αν βρεί πρακτικό αντίκρισμα, απαντά ευθέως στις πρόσφατες προειδοποιήσεις της Άγκυρας ότι δεν θα επιτρέψει στην Λευκωσία να θέσει υπό ομηρία την δική της ευρωπαϊκή προοπτική.
Πρόκειται για αναφορές που θίγουν την καρδιά του προβλήματος, όπως το έχει θέσει ο Ευάγγελος Βενιζέλος, η οποία είναι η άρνηση της Τουρκίας να δεχθεί την ύπαρξη της Κυπριακής Δημοκρατίας ως διεθνώς αναγνωρισμένου κράτους, μέλους του ΟΗΕ και της Ε.Ε.
Σύμφωνα με δηλώσεις αρμόδιας πηγής προς το Κυπριακό Πρακτορείο Ειδήσεων, η Λευκωσία θεωρεί ότι με το κείμενο αυτό επιτυγχάνει το μάξιμουμ των επιδιώξεών της. Ωστόσο οποιαδήποτε εξαγωγή συμπερασμάτων πριν από τη λήξη της Συνόδου είναι πρόωρη, ιδίως αν λάβει κανείς υπ΄ όψιν τα προηγηθέντα – με την παρεμπόδιση από Βρετανία, Σουηδία και Φινλανδία της υποβολής διαβήματος της Ε.Ε. προς τον ΟΗΕ για τις τουρκικές προκλήσεις, αλλά και με την απειλή της κυπριακής πλευράς, σύμφωνα με την “Καθημερινή” Κύπρου, την Τετάρτη, ότι θα καταψηφίσει το τμήμα του κειμένου συμπερασμάτων που αφορά την ουκρανική κρίση, αν δεν υιοθετούνταν σκληρότερες διατυπώσεις έναντι της Τουρκίας.
Πράγματι, οι “28” δείχνουν να κόπτονται περισσότερο για τον σεβασμό της κυριαρχίας ενός μη μέλους της Ε.Ε., όπως η Ουκρανία, απ΄ ό,τι ενός κράτους-μέλους, όπως η Κύπρος.
Ούτως ή άλλως, οι όποιες επιπτώσεις, εάν υπάρξουν, της τρέχουσας κρίσης στην ενταξιακή προοπτική της Τουρκίας στην Ε.Ε. έχουν σημασία όλως σχετική, με δεδομένη την “κόπωση” που επικρατεί και στις δύο πλευρές από τη διαδικασία, αλλά και το γεγονός ότι η νέα Κομισιόν Juncker έχει προγραμματικά αποκλείσει οποιαδήποτε διεύρυνση κατά τη διάρκεια της πενταετούς θητείας της.
Επιπλέον, η όποια καταγγελία των τουρκικών ενεργειών από τους “28” συνοδεύεται αξεχώριστα από προτροπές για άμεση επανέναρξη των συνομιλιών (από τις οποίες ο Νίκος Αναστασιάδης μόλις αποχώρησε, χαρακτηρίζοντάς της “διάλογο κωφών”) και από την επισήμανση ότι τώρα είναι πιο σημαντικό από ποτέ να προκύψει μία ολοκληρωμένη συμφωνία το Κυπριακό που θα ωφελήσει όλους τους Κυπρίους. Το ότι η μορφή του κειμένου συμπερασμάτων που έχει γίνει γνωστή “καλεί την Τουρκία να τερματίσει τις ενέργειές της προκειμένου να δημιουργηθεί το κατάλληλο κλίμα για την επανέναρξη των απευθείας διαπραγματεύσεων”, αποδίδοντάς της την ευθύνη για τη διατάραξή του, είναι το έλασσον. Το μείζον είναι ότι ο συσχετισμός, έστω και έμμεσος, της άσκησης των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας με την διαδικασία επίλυσης του Κυπριακού, αποτελεί το κεντρικό σημείο της τουρκικής στρατηγικής.
Ο Τούρκος πρωθυπουργός Ahmet Davutoğlu είναι εξαιρετικά σαφής: η Κυπριακή Δημοκρατία δεν νομιμοποιείται να εκμεταλλεύεται τον υποθαλάσσιο πλούτο για λογαριασμό και των δύο κοινοτήτων – πόσω μάλλον που, κατά τον ίδιο, έχει “καταλυθεί”. Συνεπώς, είτε θα πρέπει να υπάρξει μια μορφή συνεκμετάλλευσης, ακόμη και πριν την επίλυση του Κυπριακού, είτε η συνέχιση των αδειοδοτημένων από τη Λευκωσία ερευνών στη νότια πλευρά θα πρέπει να ερμηνευθεί ως νομιμοποίηση και του ψευδοκράτους (ή μάλλον της Τουρκίας που έχει υπογράψει σχετική “συμφωνία” με το κατοχικό καθεστώς) να διενεργεί αντίστοιχες έρευνες στα βόρεια – σε μία λογική δύο κυριαρχιών και δύο κρατών.
Το σχήμα “συνδιαχείριση όλου του νησιού ή αναγνώριση της διχοτόμησης” δεν περιορίζεται βέβαια μόνο στους υδρογονάνθρακες, αλλά αφορά συνολικά την “επίλυση”, όπως την αντιλαμβάνεται η τουρκική πλευρά και παρ΄ ολίγον να επιτύχει με το Σχέδιο Ανάν.
Το τί θα σημάνουν όλα αυτά στο πεδίο διεξαγωγής των γεωτρήσεων της ιταλο-κορεατικής κοινοπραξίας ENI-KOGAS και των παράνομων ερευνών του τουρκικού πλοίου Barbaros μένει να φανεί τις επόμενες μέρες – και σίγουρα δεν θα κριθεί από διπλωματικά κείμενα. Ήδη η Τουρκία απέστειλε και τρίτο πολεμικό της πλοίο στην περιοχή, την ώρα που ο γ.γ. του ΟΗΕ Ban Ki-moon περιορίζεται σε γενικόλογες εκκλήσεις προς όλες τις πλευρές “να αποκλιμακώσουν την ένταση” και “να επιστρέψουν το ταχύτερο στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων”.
Από την πλευρά του ο Τουρκοκύπριος ηγέτης Derviş Eroğlu υποστήριξε ότι η ελληνοκυπριακή πλευρά έστειλε μήνυμα μέσω του Ειδικού Συμβούλου του ΓΓ του ΟΗΕ για την Κύπρο Espen Barth Eide ότι “η Τουρκία πρέπει να αποσύρει τα πλοία της για τρεις μήνες”
Όμως για την Άγκυρα η “αποκλιμάκωση” ταυτίζεται με την “ουδετεροποίηση”.
Στα Ίμια η φόρμουλα ήταν “No ships, no flags”. Στην Ανατολική Μεσόγειο;
πηγήΤο πρώτο είναι ότι η υπόδειξη προς την Τουρκία να “επιδείξει αυτοσυγκράτηση” και να “σεβαστεί τα κυριαρχικά δικαιώματα της Κυπριακής Δημοκρατίας”. Το δεύτερο είναι η υπενθύμιση της δήλωσης της 21ης Σεπτεμβρίου 2005, από μέρους της Ε.Ε., ότι η αναγνώριση όλων των κρατών μελών είναι απαραίτητο συστατικό της ενταξιακής διαδικασίας". Υπενθύμιση, η οποία, αν βρεί πρακτικό αντίκρισμα, απαντά ευθέως στις πρόσφατες προειδοποιήσεις της Άγκυρας ότι δεν θα επιτρέψει στην Λευκωσία να θέσει υπό ομηρία την δική της ευρωπαϊκή προοπτική.
Πρόκειται για αναφορές που θίγουν την καρδιά του προβλήματος, όπως το έχει θέσει ο Ευάγγελος Βενιζέλος, η οποία είναι η άρνηση της Τουρκίας να δεχθεί την ύπαρξη της Κυπριακής Δημοκρατίας ως διεθνώς αναγνωρισμένου κράτους, μέλους του ΟΗΕ και της Ε.Ε.
Σύμφωνα με δηλώσεις αρμόδιας πηγής προς το Κυπριακό Πρακτορείο Ειδήσεων, η Λευκωσία θεωρεί ότι με το κείμενο αυτό επιτυγχάνει το μάξιμουμ των επιδιώξεών της. Ωστόσο οποιαδήποτε εξαγωγή συμπερασμάτων πριν από τη λήξη της Συνόδου είναι πρόωρη, ιδίως αν λάβει κανείς υπ΄ όψιν τα προηγηθέντα – με την παρεμπόδιση από Βρετανία, Σουηδία και Φινλανδία της υποβολής διαβήματος της Ε.Ε. προς τον ΟΗΕ για τις τουρκικές προκλήσεις, αλλά και με την απειλή της κυπριακής πλευράς, σύμφωνα με την “Καθημερινή” Κύπρου, την Τετάρτη, ότι θα καταψηφίσει το τμήμα του κειμένου συμπερασμάτων που αφορά την ουκρανική κρίση, αν δεν υιοθετούνταν σκληρότερες διατυπώσεις έναντι της Τουρκίας.
Πράγματι, οι “28” δείχνουν να κόπτονται περισσότερο για τον σεβασμό της κυριαρχίας ενός μη μέλους της Ε.Ε., όπως η Ουκρανία, απ΄ ό,τι ενός κράτους-μέλους, όπως η Κύπρος.
Ούτως ή άλλως, οι όποιες επιπτώσεις, εάν υπάρξουν, της τρέχουσας κρίσης στην ενταξιακή προοπτική της Τουρκίας στην Ε.Ε. έχουν σημασία όλως σχετική, με δεδομένη την “κόπωση” που επικρατεί και στις δύο πλευρές από τη διαδικασία, αλλά και το γεγονός ότι η νέα Κομισιόν Juncker έχει προγραμματικά αποκλείσει οποιαδήποτε διεύρυνση κατά τη διάρκεια της πενταετούς θητείας της.
Επιπλέον, η όποια καταγγελία των τουρκικών ενεργειών από τους “28” συνοδεύεται αξεχώριστα από προτροπές για άμεση επανέναρξη των συνομιλιών (από τις οποίες ο Νίκος Αναστασιάδης μόλις αποχώρησε, χαρακτηρίζοντάς της “διάλογο κωφών”) και από την επισήμανση ότι τώρα είναι πιο σημαντικό από ποτέ να προκύψει μία ολοκληρωμένη συμφωνία το Κυπριακό που θα ωφελήσει όλους τους Κυπρίους. Το ότι η μορφή του κειμένου συμπερασμάτων που έχει γίνει γνωστή “καλεί την Τουρκία να τερματίσει τις ενέργειές της προκειμένου να δημιουργηθεί το κατάλληλο κλίμα για την επανέναρξη των απευθείας διαπραγματεύσεων”, αποδίδοντάς της την ευθύνη για τη διατάραξή του, είναι το έλασσον. Το μείζον είναι ότι ο συσχετισμός, έστω και έμμεσος, της άσκησης των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας με την διαδικασία επίλυσης του Κυπριακού, αποτελεί το κεντρικό σημείο της τουρκικής στρατηγικής.
Ο Τούρκος πρωθυπουργός Ahmet Davutoğlu είναι εξαιρετικά σαφής: η Κυπριακή Δημοκρατία δεν νομιμοποιείται να εκμεταλλεύεται τον υποθαλάσσιο πλούτο για λογαριασμό και των δύο κοινοτήτων – πόσω μάλλον που, κατά τον ίδιο, έχει “καταλυθεί”. Συνεπώς, είτε θα πρέπει να υπάρξει μια μορφή συνεκμετάλλευσης, ακόμη και πριν την επίλυση του Κυπριακού, είτε η συνέχιση των αδειοδοτημένων από τη Λευκωσία ερευνών στη νότια πλευρά θα πρέπει να ερμηνευθεί ως νομιμοποίηση και του ψευδοκράτους (ή μάλλον της Τουρκίας που έχει υπογράψει σχετική “συμφωνία” με το κατοχικό καθεστώς) να διενεργεί αντίστοιχες έρευνες στα βόρεια – σε μία λογική δύο κυριαρχιών και δύο κρατών.
Το σχήμα “συνδιαχείριση όλου του νησιού ή αναγνώριση της διχοτόμησης” δεν περιορίζεται βέβαια μόνο στους υδρογονάνθρακες, αλλά αφορά συνολικά την “επίλυση”, όπως την αντιλαμβάνεται η τουρκική πλευρά και παρ΄ ολίγον να επιτύχει με το Σχέδιο Ανάν.
Το τί θα σημάνουν όλα αυτά στο πεδίο διεξαγωγής των γεωτρήσεων της ιταλο-κορεατικής κοινοπραξίας ENI-KOGAS και των παράνομων ερευνών του τουρκικού πλοίου Barbaros μένει να φανεί τις επόμενες μέρες – και σίγουρα δεν θα κριθεί από διπλωματικά κείμενα. Ήδη η Τουρκία απέστειλε και τρίτο πολεμικό της πλοίο στην περιοχή, την ώρα που ο γ.γ. του ΟΗΕ Ban Ki-moon περιορίζεται σε γενικόλογες εκκλήσεις προς όλες τις πλευρές “να αποκλιμακώσουν την ένταση” και “να επιστρέψουν το ταχύτερο στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων”.
Από την πλευρά του ο Τουρκοκύπριος ηγέτης Derviş Eroğlu υποστήριξε ότι η ελληνοκυπριακή πλευρά έστειλε μήνυμα μέσω του Ειδικού Συμβούλου του ΓΓ του ΟΗΕ για την Κύπρο Espen Barth Eide ότι “η Τουρκία πρέπει να αποσύρει τα πλοία της για τρεις μήνες”
Όμως για την Άγκυρα η “αποκλιμάκωση” ταυτίζεται με την “ουδετεροποίηση”.
Στα Ίμια η φόρμουλα ήταν “No ships, no flags”. Στην Ανατολική Μεσόγειο;
Δημοσίευση σχολίου