Της Μαριλης Mαργωμενου
Οταν τον ρωτούν «τι σας λείπει περισσότερο;», δεν χρειάζεται να σκεφτεί. «Η αίσθηση πως ξυπνάς το πρωί χωρίς πρόγραμμα για τη μέρα». Που θα πει πως πρόκειται για έναν βασανισμένο άνθρωπο: αν ο δρόμος προς την κόλαση είναι στρωμένος με καλές προθέσεις, ο Γ. Παπακωνσταντίνου ζει, από τον Οκτώβριο και μετά, την ευρωπαϊκή εκδοχή της κόλασης. Εφθασε εκεί ακολουθώντας το μακρύ δρόμο του σοσιαλισμού, ο οποίος μπορεί να είναι στρωμένος με καλές προθέσεις, αλλά όχι με ροδοπέταλα.
Δεν πέρασε λίγα ο κ. Παπακωνσταντίνου για να γίνει υπουργός. Επειτα από άπειρα ταξίδια τύπου «Βαλκανιζατέρ» στα καφενεία της Κοζάνης βγήκε βουλευτής με την τρίτη, βρέθηκε στις Βρυξέλλες ως ευρωβουλευτής αλλά τον γύρισαν πίσω στην Ελλάδα, κι ύστερα τον ξαναέστειλαν πίσω, ως υπουργό Οικονομικών.
Ο τίτλος που στην αρχή έμοιαζε με ανταμοιβή, πλέον θυμίζει το «πρόσεχε τι εύχεσαι!». Τελευταία, τις καλές προθέσεις του Ελληνα υπουργού, οι Ευρωπαίοι τις τσαλαπατούν κατά βούλησιν...
Πριν από μερικές μέρες, μια γερμανική εφημερίδα του ζήτησε συνέντευξη, και πήρε το Νο 87 στη σχετική λίστα αναμονής! Στις απανωτές συνεντεύξεις, ο υπουργός ζει φροϊδικές εμπειρίες: μιλώντας με ένα Γερμανό δημοσιογράφο κινήθηκε ανάμεσα στο «νιώθω σαν να βρίσκομαι στο μάτι του κυκλώνα» και στο «δεν έχουμε άλλους σκελετούς στο ντουλάπι μας»! Κι όταν τα φώτα σβήνουν, τον παίρνουν τηλέφωνο οι παλιοί του φίλοι εκστατικοί: «Πω, πω Γιώργο! Σε είδα στο Bloomberg!». Αν δεν υπήρχαν τα «κάποιος πρέπει να πάει φυλακή στην Ελλάδα» που ακούει σε dolby surround στις Βρυξέλλες, μπορεί και να το διασκέδαζε. Αλλά πώς να διασκεδάσει το ότι η πρώτη ερώτηση του Ολι Ρεν όταν έγινε επίτροπος ήταν «Πώς λέμε «καλό κουράγιο» στα ελληνικά;».
Κράτησε την απόδειξη
Ο άνθρωπος που έτρωγε στο ΦΑΣΟΛΙ, δίπλα στην Ιπποκράτους, προ ημερών έφτασε να στέκεται έξω απ’ το κτίριο της Κομισιόν, μπροστά σε μια καντίνα ονόματι «Pulp» (...δηλαδή «πολτός») μασουλώντας ένα βελγικού τύπου «βρώμικο». Πρέπει να ήταν ο πρώτος σελέμπριτι που εξυπηρέτησε ο καντινιέρης της Κομισιόν κι έτσι δεν παραξενεύτηκε που ο υπουργός Οικονομικών κράτησε την απόδειξη του σάντουιτς για τη φορολογική του δήλωση! Βέβαια, ούτε κι ο λογιστής του κ. Παπακωνσταντίνου θα παραξενευόταν - γιατί ο υπουργός δεν είναι βουλευτής κι έτσι εισπράττει μόλις 4.500 ευρώ για μια δουλειά που τον κρατάει στο γραφείο ώς τις 5 το πρωί, να συμπληρώνει ατελείωτα spread sheets παρέα με έτερους εργασιομανείς. Αλλά, όπως είπε κι η σύζυγός του όταν ένας δημοσιογράφος της επεσήμανε πως οι αυξήσεις φόρου θα ξετινάξουν την οικογένεια Παπακωνσταντίνου, «και τι θέλετε να κάνουμε; Απεργία;».
Οικογενειακώς, όχι ότι απέχουν και πολύ - οι δύο γιοι του, μια φορά που επέστρεψε μετά από άπειρες μέρες απουσίας, τον ρώτησαν «...και πόσο θα μείνεις;» - σαν ρεσεψιονίστ σε ξενοδοχείο! Υπό τη δική τους πίεση διατηρείται η «παράδοση της Κυριακής», οπότε ο κ. Παπακωνσταντίνου λουφάζει μαζί τους στην εξέδρα του ΟΑΚΑ, αφοσιωμένος στον ΠΑΟ και τους κύκλους της στρογγυλής θεάς. Αλλο αν ενίοτε το μετανιώνει, όπως στο ματς με τον Εργοτέλη: λίγο μετά την έναρξη διαπίστωσε πως πέντε θέσεις πιο πέρα κάθεται ο Χρ. Παπουτσής, έτοιμος όπως όλοι στο ΠΑΣΟΚ να κρίνει, να συζητήσει και κυρίως να ζητήσει. Κι αυτό το τελευταίο είναι το μόνο που μισεί ο κ. Παπακωνσταντίνου.
Πικρή πείρα
Μήνες τώρα αφήνει το blackberry του να χτυπά. Η πικρή του πείρα λέει πως, αν κάνει το λάθος και το σηκώσει, κάποιος κάτι θα του ζητήσει. Ετσι ζει νυχθημερόν τη μοναξιά του υπουργού Οικονομικών. Η μόνη που ακόμη ζηλεύει τον τίτλο του είναι η Λούκα Κατσέλη. Οι υπόλοιποι όπου τον βρουν του χτυπούν συμπονετικά την πλάτη - και μετά του ζητούν χρήματα για τα υπουργεία τους. Κι εκείνος, παρότι λέει πως «δεν θα συμβούλευα κανέναν να κάνει τη δουλειά μου», συνεχίζει αγογγύστως τον μικρό, ευρω-γολγοθά του.
Πρόκειται για το λεγόμενο «σύνδρομο του διασώστη». Που όσο κι αν έχει ταλαιπωρηθεί, πάντα θα βουτάει στο νερό, να βγάλει τον πνιγμένο στον αφρό. Αν ρωτήσετε οποιονδήποτε ναυαγοσώστη, θα σας πει πως το πρώτο που του έμαθαν στη σχολή, ήταν πώς να μην τον πνίξει εκείνος που πάει να σώσει. Αλλά το συγκεκριμένο μάθημα στο οποίο παραδοσιακά αριστεύουν οι παλαιοπασόκοι, ο κ. Παπακωνσταντίνου μάλλον δεν το πρόλαβε στα ταχύρρυθμα του σοσιαλισμού. Κι έτσι, ο κίνδυνος ελλοχεύει. Διότι ως γνωστόν, η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει. Αλλά ο υπουργός των Οικονομικών της δεν δείχνει και πολύ καλά τελευταία, αν και το παλεύει με κάθε τρόπο.
kathimerini.gr
Οταν τον ρωτούν «τι σας λείπει περισσότερο;», δεν χρειάζεται να σκεφτεί. «Η αίσθηση πως ξυπνάς το πρωί χωρίς πρόγραμμα για τη μέρα». Που θα πει πως πρόκειται για έναν βασανισμένο άνθρωπο: αν ο δρόμος προς την κόλαση είναι στρωμένος με καλές προθέσεις, ο Γ. Παπακωνσταντίνου ζει, από τον Οκτώβριο και μετά, την ευρωπαϊκή εκδοχή της κόλασης. Εφθασε εκεί ακολουθώντας το μακρύ δρόμο του σοσιαλισμού, ο οποίος μπορεί να είναι στρωμένος με καλές προθέσεις, αλλά όχι με ροδοπέταλα.
Δεν πέρασε λίγα ο κ. Παπακωνσταντίνου για να γίνει υπουργός. Επειτα από άπειρα ταξίδια τύπου «Βαλκανιζατέρ» στα καφενεία της Κοζάνης βγήκε βουλευτής με την τρίτη, βρέθηκε στις Βρυξέλλες ως ευρωβουλευτής αλλά τον γύρισαν πίσω στην Ελλάδα, κι ύστερα τον ξαναέστειλαν πίσω, ως υπουργό Οικονομικών.
Ο τίτλος που στην αρχή έμοιαζε με ανταμοιβή, πλέον θυμίζει το «πρόσεχε τι εύχεσαι!». Τελευταία, τις καλές προθέσεις του Ελληνα υπουργού, οι Ευρωπαίοι τις τσαλαπατούν κατά βούλησιν...
Πριν από μερικές μέρες, μια γερμανική εφημερίδα του ζήτησε συνέντευξη, και πήρε το Νο 87 στη σχετική λίστα αναμονής! Στις απανωτές συνεντεύξεις, ο υπουργός ζει φροϊδικές εμπειρίες: μιλώντας με ένα Γερμανό δημοσιογράφο κινήθηκε ανάμεσα στο «νιώθω σαν να βρίσκομαι στο μάτι του κυκλώνα» και στο «δεν έχουμε άλλους σκελετούς στο ντουλάπι μας»! Κι όταν τα φώτα σβήνουν, τον παίρνουν τηλέφωνο οι παλιοί του φίλοι εκστατικοί: «Πω, πω Γιώργο! Σε είδα στο Bloomberg!». Αν δεν υπήρχαν τα «κάποιος πρέπει να πάει φυλακή στην Ελλάδα» που ακούει σε dolby surround στις Βρυξέλλες, μπορεί και να το διασκέδαζε. Αλλά πώς να διασκεδάσει το ότι η πρώτη ερώτηση του Ολι Ρεν όταν έγινε επίτροπος ήταν «Πώς λέμε «καλό κουράγιο» στα ελληνικά;».
Κράτησε την απόδειξη
Ο άνθρωπος που έτρωγε στο ΦΑΣΟΛΙ, δίπλα στην Ιπποκράτους, προ ημερών έφτασε να στέκεται έξω απ’ το κτίριο της Κομισιόν, μπροστά σε μια καντίνα ονόματι «Pulp» (...δηλαδή «πολτός») μασουλώντας ένα βελγικού τύπου «βρώμικο». Πρέπει να ήταν ο πρώτος σελέμπριτι που εξυπηρέτησε ο καντινιέρης της Κομισιόν κι έτσι δεν παραξενεύτηκε που ο υπουργός Οικονομικών κράτησε την απόδειξη του σάντουιτς για τη φορολογική του δήλωση! Βέβαια, ούτε κι ο λογιστής του κ. Παπακωνσταντίνου θα παραξενευόταν - γιατί ο υπουργός δεν είναι βουλευτής κι έτσι εισπράττει μόλις 4.500 ευρώ για μια δουλειά που τον κρατάει στο γραφείο ώς τις 5 το πρωί, να συμπληρώνει ατελείωτα spread sheets παρέα με έτερους εργασιομανείς. Αλλά, όπως είπε κι η σύζυγός του όταν ένας δημοσιογράφος της επεσήμανε πως οι αυξήσεις φόρου θα ξετινάξουν την οικογένεια Παπακωνσταντίνου, «και τι θέλετε να κάνουμε; Απεργία;».
Οικογενειακώς, όχι ότι απέχουν και πολύ - οι δύο γιοι του, μια φορά που επέστρεψε μετά από άπειρες μέρες απουσίας, τον ρώτησαν «...και πόσο θα μείνεις;» - σαν ρεσεψιονίστ σε ξενοδοχείο! Υπό τη δική τους πίεση διατηρείται η «παράδοση της Κυριακής», οπότε ο κ. Παπακωνσταντίνου λουφάζει μαζί τους στην εξέδρα του ΟΑΚΑ, αφοσιωμένος στον ΠΑΟ και τους κύκλους της στρογγυλής θεάς. Αλλο αν ενίοτε το μετανιώνει, όπως στο ματς με τον Εργοτέλη: λίγο μετά την έναρξη διαπίστωσε πως πέντε θέσεις πιο πέρα κάθεται ο Χρ. Παπουτσής, έτοιμος όπως όλοι στο ΠΑΣΟΚ να κρίνει, να συζητήσει και κυρίως να ζητήσει. Κι αυτό το τελευταίο είναι το μόνο που μισεί ο κ. Παπακωνσταντίνου.
Πικρή πείρα
Μήνες τώρα αφήνει το blackberry του να χτυπά. Η πικρή του πείρα λέει πως, αν κάνει το λάθος και το σηκώσει, κάποιος κάτι θα του ζητήσει. Ετσι ζει νυχθημερόν τη μοναξιά του υπουργού Οικονομικών. Η μόνη που ακόμη ζηλεύει τον τίτλο του είναι η Λούκα Κατσέλη. Οι υπόλοιποι όπου τον βρουν του χτυπούν συμπονετικά την πλάτη - και μετά του ζητούν χρήματα για τα υπουργεία τους. Κι εκείνος, παρότι λέει πως «δεν θα συμβούλευα κανέναν να κάνει τη δουλειά μου», συνεχίζει αγογγύστως τον μικρό, ευρω-γολγοθά του.
Πρόκειται για το λεγόμενο «σύνδρομο του διασώστη». Που όσο κι αν έχει ταλαιπωρηθεί, πάντα θα βουτάει στο νερό, να βγάλει τον πνιγμένο στον αφρό. Αν ρωτήσετε οποιονδήποτε ναυαγοσώστη, θα σας πει πως το πρώτο που του έμαθαν στη σχολή, ήταν πώς να μην τον πνίξει εκείνος που πάει να σώσει. Αλλά το συγκεκριμένο μάθημα στο οποίο παραδοσιακά αριστεύουν οι παλαιοπασόκοι, ο κ. Παπακωνσταντίνου μάλλον δεν το πρόλαβε στα ταχύρρυθμα του σοσιαλισμού. Κι έτσι, ο κίνδυνος ελλοχεύει. Διότι ως γνωστόν, η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει. Αλλά ο υπουργός των Οικονομικών της δεν δείχνει και πολύ καλά τελευταία, αν και το παλεύει με κάθε τρόπο.
kathimerini.gr
Δημοσίευση σχολίου