GuidePedia

0
Η συνάντηση ανάμεσα στον Τούρκο πρέσβη στο Ισραήλ (δεξιά) με αξιωματούχους του ισραηλινού ΥΠΕΞ, με τον κ. Τσελικόλ να κάθεται χαμηλότερα και την τουρκική σημαία να απουσιάζει από το τραπέζι, προκάλεσε πολλά σχόλια στους διπλωματικούς κύκλους.ΤΟΥΡΚΙΑ - ΙΣΡΑΗΛ: ΟΙ ΑΙΤΙΕΣ ΤΗΣ ΡΗΞΗΣ ΣΤΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΤΟΥΣ ΣΧΕΣΗ.  του Θάνου Π. Ντόκου*Από τα μέσα της δεκαετίας του 1990, το Ισραήλ και η Τουρκία επισημοποίησαν τη συνεργασία τους υπογράφοντας μια σειρά συμφωνιών «αμυντικής και οικονομικής συνεργασίας». Η συνάντηση ανάμεσα στον Τούρκο πρέσβη στο Ισραήλ (δεξιά) με αξιωματούχους του ισραηλινού ΥΠΕΞ, με τον κ. Τσελικόλ να κάθεται χαμηλότερα και την τουρκική σημαία να απουσιάζει από το τραπέζι, προκάλεσε πολλά σχόλια στους διπλωματικούς κύκλους. Ουσιαστικά επρόκειτο για μια διαδικασία επαναχάραξης του γεωστρατηγικού χάρτη της περιοχής και το ζητούμενο ήταν η διαμόρφωση του περιφερειακού συστήματος ασφαλείας στη Μέση Ανατολή.
Εκφράστηκαν ανησυχίες ότι η διμερής αυτή συνεργασία θα μπορούσε να έχει σοβαρές συνέπειες για την ισορροπία ισχύος στη Μέση Ανατολή, όπως δείχνουν οι έντονες αντιδράσεις αρκετών αραβικών χωρών (Συρία, Αίγυπτος, αλλά και Ιράν). Ως αντίδραση δε στις συμφωνίες, πραγματοποιήθηκαν οι πρώτες (μετά από πολλά χρόνια) διστακτικές επαφές μεταξύ Συρίας και Ιράκ, ενώ υπήρξε καταδίκη της συνεργασίας Άγκυρας - Τελ Αβίβ κατά στη συνάντηση της Ισλαμικής Διάσκεψης στην Τεχεράνη το 1997.
   Η πρώτη συμφωνία Agreement of Military Training Cooperation μεταξύ Ισραήλ και Τουρκίας υπογράφηκε στις 23 Φεβρουαρίου 1996 (αν και υπάρχουν πληροφορίες ότι το πρώτο MOU είχε υπογραφεί το 1993). Ακολούθησαν αρκετές άλλες (περίπου 20), το πλήρες περιεχόμενο των οποίων δεν έχει δημοσιοποιηθεί. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η συνεργασία Ισραήλ - Τουρκίας δεν αποτελεί μια πρόσφατη εξέλιξη. Ιδιαίτερα στον τομέα των πληροφοριών χρονολογείται από τα μέσα της δεκαετίας του 1950 (στο διάστημα 1949-1979 η Τουρκία ήταν η μόνη μουσουλμανική χώρα που αναγνώριζε το Ισραήλ. Η Αίγυπτος έγινε η δεύτερη το 1979). Η σχέση πάγωσε στη δεκαετία του 1970, κυρίως λόγω της τουρκικής εξάρτησης από το αραβικό πετρέλαιο.
   Οι καλές σχέσεις και η συνεργασία των δύο χωρών περιλαμβάνουν τον διπλωματικό, οικονομικό και στρατιωτικό τομέα. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι υπήρχε συνεργασία μεταξύ του τουρκικού και του εβραϊκού λόμπι στις ΗΠΑ, όπου προωθούνταν τουρκικά αιτήματα από το AIPAC (American-Israel Public Action Committee) και το Jewish Institute for National Security Affairs, με έδρα την Ουάσινγκτον. Επίσης, όταν η Τουρκία προωθούσε το 1995 τη Συμφωνία Τελωνειακής Ένωσης με την Ευρώπη, οι ισραηλινές πρεσβείες στην Ευρώπη υποστήριξαν ενεργά το τουρκικό αίτημα. Η Τουρκία ανταπέδωσε τη βοήθεια με διάφορους τρόπους (π.χ. με το να απόσχει από καταδικαστικά για το Ισραήλ ψηφίσματα στον ΟΗΕ).
Οι συμφωνίες του 1996 και 1997 προέβλεπαν, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα:
   Ανταλλαγή σπουδαστών στις στρατιωτικές ακαδημίες.
   Τα ισραηλινά αεροσκάφη θα πηγαίνουν 4 φορές το χρόνο στην Τουρκία για εκπαίδευση μιας εβδομάδας, θα κάνουν πτήση μόνο την ημέρα και δεν θα φέρουν συστήματα Η.Π. και συλλογής πληροφοριών. Αντίστοιχη πρόβλεψη και για τουρκικά αεροσκάφη στο Ισραήλ.
   Κοινές ναυτικές και αεροπορικές ασκήσεις (ήδη έγιναν ασκήσεις εναέριου ανεφοδιασμού, όπου το Ισραήλ έχει σημαντική εμπειρία).
   Eκσυγχρονισμός 54 F-4 (αξίας $650 εκατ.) και συνεργασία των αμυντικών βιομηχανιών.
   Κοινό πρόγραμμα αξιολόγησης απειλών εναντίον των δύο χωρών.
   Πραγματοποίηση κοινών ασκήσεων με ΗΠΑ το 1997 (με συμφωνία που υπογράφηκε τον Δεκέμβριο του 1996).
   Συνεργασία στην αντιμετώπιση της τρομοκρατίας (με τη σύσταση ειδικού οργάνου) και ανταλλαγή πληροφοριών.
   Υπάρχουν, επίσης, πληροφορίες για εμπορικές και επιχειρηματικές συμφωνίες, όπως τελωνειακές συμφωνίες (ιδιαίτερα στα υφαντουργικά), κοινές επιχειρήσεις στον τομέα της τουριστικής βιομηχανίας (300.000 Ισραηλινοί τουρίστες επισκέπτονται ετησίως την Τουρκία), στη γεωργία και στις βιομηχανίες υψηλής τεχνολογίας, ενώ υπήρχε και μια τουρκική πρόταση για την κατασκευή του λεγόμενου «αγωγού ειρήνης» (νερό για το Ισραήλ και άλλες χώρες της περιοχής).
   Όσον αφορά τα κίνητρα της Τουρκίας, η απόφαση λήφθηκε κυρίως από τους στρατιωτικούς στην Τουρκία με κύριο γνώμονα τις στρατιωτικές και στρατηγικές ανάγκες της χώρας. Ο κ. Ερμπακάν, παρά τις διακηρυγμένες αντιρρήσεις του, δεν τόλμησε να ακυρώσει τη συμφωνία. Η Τουρκία στόχευε στο να πιέσει τις χώρες με τις οποίες έχει διαφορές (Ιράν, Ιράκ, και κυρίως τη Συρία, από την οποία ζητούσε να μειώσει την παρεχόμενη υποστήριξη προς τους Κούρδους), να καταφέρει ένα αποφασιστικό χτύπημα κατά του ΡΚΚ και να αναβαθμίσει τη θέση της στην περιοχή, εκμεταλλευόμενη την αλλαγή της κατάστασης μετά την ειρηνευτική διαδικασία Αράβων - Ισραήλ. Επιπλέον, η Τουρκία προσπάθησε να ενισχύσει τους δεσμούς της με τις ΗΠΑ με έμμεση προσέγγιση, δηλαδή μέσω της βελτίωσης των διμερών σχέσεών της με το Ισραήλ. Βεβαίως, υπήρξε κάποιο κόστος στις σχέσεις της Τουρκίας με τον αραβικό κόσμο.
   Τα κίνητρα του Ισραήλ περιλάμβαναν τα ακόλουθα: α) Η συμφωνία προσέφερε στο Ισραήλ ένα πρόσθετο μοχλό πίεσης προς τη Συρία (και δευτερευόντως προς το Ιράν και το Ιράκ). β) Πιθανά οικονομικά οφέλη. γ) Η πραγματοποίηση πτήσεων συλλογής πληροφοριών στα σύνορα Συρίας, Ιράν, Ιράκ. δ) Πωλήσεις πολεμικού υλικού και γενικότερη συνεργασία στην αμυντική βιομηχανία. ε) Χρήση εναέριου χώρου της Τουρκίας. Η συνεργασία με την Τουρκία δεν είχε για αρκετά χρόνια ιδιαίτερο κόστος για το Ισραήλ. Ανασταλτικούς παράγοντες για την οικοδόμηση μιας στρατηγικής συμμαχίας αποτελούν η πάγια έλλειψη εμπιστοσύνης προς οποιαδήποτε μουσουλμανική χώρα και η ανησυχία για μεταβίβαση τεχνολογίας προς το Ιράν (για τον λόγο αυτόν υπήρχε σχετική δέσμευση του Τούρκου Α/ΓΕΕΘΑ Καρανταγί από την επίσκεψή του στο Ισραήλ το Φεβρουάριο του 1997).
   Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η συνεργασία με την Τουρκία εντασσόταν στο πλαίσιο της πολιτικής του Ισραήλ να δημιουργεί περιφερειακές συμμαχίες με μη αραβικά κράτη και εθνότητες της περιοχής (π.χ. Ιράν, Αιθιοπία, χριστιανούς του Σουδάν, Κούρδους κ.λπ.) για να μπορέσει να εξισορροπήσει τους Άραβες. Το Ισραήλ θεωρεί ότι έχει ένα σημαντικό κοινό στοιχείο με την Τουρκία: είναι οι μόνες μη αραβικές χώρες της Μέσης Ανατολής (συν βεβαίως το Ιράν, με το οποίο το Ισραήλ είχε στενή συνεργασία κατά διαστήματα στο παρελθόν, κυρίως πριν από την Ισλαμική Επανάσταση) και οι απειλές για την ασφάλειά τους (διαφορετικής, βεβαίως, μορφής) προέρχονταν από αραβικές χώρες. Οι ισραηλινές διαβεβαιώσεις ότι η συμφωνία δεν στρεφόταν εναντίον της Ελλάδας ή της Κύπρου ήταν πιθανότατα ειλικρινείς, αλλά εκτιμήθηκε ότι η συμφωνία θα έχει άμεσα οφέλη για την Τουρκία σε μια σειρά στρατιωτικών θεμάτων, βλάπτοντας έτσι, με έμμεσο τρόπο, τα ελληνικά συμφέροντα.
   Γράφοντας πριν από αρκετά χρόνια (Ο Γεωστρατηγικός Ρόλος της Τουρκίας. Εκδόσεις Τουρίκη, Αθήνα, 2001), εκτιμούσαμε ότι δεν είναι βέβαιο ότι η «στρατηγική συμμαχία» Τουρκίας - Ισραήλ θα είναι μακράς διάρκειας και αναφέραμε παρακάτω τους πιθανούς λόγους αδρανοποίησής ή υποβάθμισής της: α) Για την Τουρκία: 1) επίλυση Κουρδικού και άμβλυνση ανησυχιών για ρόλο Συρίας, 2) επικράτηση φιλοϊσλαμικού κόμματος που πιθανόν θα οδηγούσε σε σύσφιξη σχέσεων με αραβικές χώρες και Ιράν. β) Για το Ισραήλ: 1) επίλυση της αραβοϊσραηλινής διαμάχης, 2) ισλαμική επικράτηση στην Τουρκία.
   Ας δούμε τι συμβαίνει σήμερα. Το Κουρδικό δεν έχει επιλυθεί, αλλά τα συμφέροντα Τουρκίας και Ισραήλ αποκλίνουν όσον αφορά την αυτόνομη κουρδική οντότητα στο Β. Ιράκ. Έχει υπάρξει ευρεία προσέγγιση Τουρκίας και Συρίας και η κυβέρνηση Ερντογάν έχει επενδύσει σημαντικά στις σχέσεις της με τον μουσουλμανικό κόσμο, ασκώντας επανειλημμένα δημόσια κριτική στις ενέργειες του Ισραήλ στο Παλαιστινιακό. Αυτό έχει προκαλέσει σημαντική βλάβη στις διμερείς σχέσεις Άγκυρας - Ιερουσαλήμ, ενώ επηρεάζει και τη στάση του εβραϊκού λόμπι στις ΗΠΑ.
   Εκφράστηκε η υπόνοια μήπως η όλη αντιπαράθεση ήταν «στημένη», έτσι ώστε να μπορέσει η Τουρκία να περιορίσει την επιρροή του Ιράν στην κοινή γνώμη του αραβικού και μουσουλμανικού κόσμου γενικότερα, αφού τα αραβικά καθεστώτα (π.χ. Αιγύπτου, Σ. Αραβίας κ.λπ.) στερούνται της απαραίτητης νομιμοποίησης και επιρροής, θεωρούμενα ως υποτελή των ΗΠΑ. Αν και η ανωτέρω υπόθεση εργασίας δεν μπορεί να απορριφθεί μετά βεβαιότητας, φαίνεται ότι η ρήξη είναι πραγματική. Βεβαίως, και οι δύο χώρες (και ιδιαίτερα το κεμαλικό κατεστημένο στην Τουρκία) καταβάλλουν προσπάθειες διαχείρισης της κρίσης και ελέγχου των ζημιών. Αλλά κατά πάσα πιθανότητα η στρατηγική σχέση μεταξύ Τουρκίας και Ισραήλ δεν υφίσταται πλέον, παρότι εξακολουθούν να υπάρχουν κοινά συμφέροντα τα οποία οι δύο χώρες προσπαθούν να εξυπηρετήσουν.
   Το τελευταίο διάστημα παρατηρείται μια προσπάθεια προσέγγισης Ελλάδας - Κύπρου από την πλευρά του Ισραήλ, το οποίο επιθυμεί να διατηρήσει καλές σχέσεις και με τις δύο χώρες, αλλά και να πωλήσει οπλικά συστήματα στην Ελλάδα. Υπάρχει ένα διαφαινόμενο παράθυρο ευκαιρίας για συνεργασία σε τομείς όπως ο τουρισμός (καθώς οι Ισραηλινοί τουρίστες αναζητούν ασφαλείς προορισμούς σε κοντινή απόσταση από τη χώρα τους) και η ανταλλαγή πληροφοριών για την αντιμετώπιση της διεθνούς τρομοκρατίας. Θα μπορούσε επίσης να εξεταστεί το ενδεχόμενο φιλοξενίας συναντήσεων μεταξύ Ισραηλινών και Συρίων ή Ιρανών, αν υπάρχει ενδιαφέρον από τα εμπλεκόμενα μέρη.
   Εν κατακλείδι, δεν υπάρχει κανένας λόγος να μη διερευνηθούν από ελληνικής πλευράς οι δυνατότητες σύσφιξης της συνεργασίας υπό την προϋπόθεση ότι σημαντικό μέρος των συμφωνηθέντων θα υλοποιηθούν μυστικά ή διακριτικά για να μην προκαλέσουν προβλήματα στις σχέσεις της Ελλάδας με τον αραβικό κόσμο και ότι –προφανώς– δεν θα στρέφονται κατά τρίτων χωρών στην περιοχή της Μέσης Ανατολής.

   *  Ο κ. Θάνος Π. Ντόκος είναι γενικός διευθυντής στο Ελληνικό Ίδρυμα Ευρωπαϊκής & Εξωτερικής Πολιτικής (ΕΛΙΑΜΕΠ)

Δημοσίευση σχολίου

 
Top