Αγωνίστηκαν με αυταπάρνηση κόντρα στη γερμανική κατοχή. Εξήντα χρόνια μετά, η πολιτείαδεν τις ξέχασε. Δύο ηρωικές γυναίκες αφηγούνται το χρονικό του αγώνα τους.Στα χρόνια της Κατοχής, νεαρές κοπέλες τότε, μετέφεραν εκρηκτικά και όπλα, έκρυβαν παλικάρια, επικοινωνούσαν με τους συμμάχους, μετέδιδαν πληροφορίες και έρχονταν αντιμέτωπες με πολλούς κινδύνους.
Αλλωστε την τελευταία στιγμή γλίτωσαν και από το εκτελεστικό απόσπασμα. Τα χρόνια πέρασαν. Από την ημέρα της απελευθέρωσης έχουν αλλάξει πολλά. Οπως και οι μνήμες που έχουν ξεθωριάσει.....
Η απονομή τιμητικών διακρίσεων από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, σε δύο κυρίες που έλαβαν μέρος στην Αντίσταση κατά του Γερμανού κατακτητή, υπενθυμίζει τόσο τη δράση χιλιάδων «ανώνυμων ηρώων» όσο και το χρέος της ελληνικής πολιτείας να τιμά εκείνους που υπερασπίστηκαν την πατρίδα. Κάθε Χρυσός Σταυρός του Τάγματος της Τιμής έχει τη δική του ιστορία.
ΣΥΛΒΙΑ ΑΠΟΣΤΟΛΙΔΟΥ-ΙΩΑΝΝΙΔΟΥ
Η Αρσακειάδα με τα εκρηκτικά
Η κ. Σύλβια Αποστολίδου - Ιωαννίδου ήταν μαθήτρια στη ΣΤ τάξη του γυμνασίου όταν άρχισε η γερμανική κατοχή. Μερικούς μήνες αργότερα η νεαρή Αρσακειάδα μετέφερε πολυβόλα και εκρηκτικά. Λίγο πριν από την απελευθέρωση γλίτωσε από το εκτελεστικό απόσπασμα χάρη σε μια μοιραία σύμπτωση.
«Από την αρχή που μπήκαν στην Αθήνα οι Γερμανοί ήθελα να περάσω στην αντίσταση, συνεργάστηκα για λίγο με το ΕΑΜ, θέλησα να πάω στο βουνό με τον Ζέρβα, όμως τελικά έγινα μέλος της αγγλικής ομάδας Force 133 με το κωδικό όνομα "Πατ".
Βοηθούσαμε να φυγαδευτούν Εγγλέζοι, είχαμε το στρατιωτικό κομμάτι των σαμποτάζ και διατηρούσαμε επαφές με Ελληνες αξιωματικούς που μετείχαν σε ανατινάξεις. Υπήρχε μάλιστα και μια αποθήκη στα Πετράλωνα όπου κρύβαμε τα πυρομαχικά.
Στο σπίτι μας οι Γερμανοί είχαν επιτάξει το ισόγειο. Εμείς μέναμε στον πάνω όροφο και μαζί μας ήταν κρυμμένοι δύο Αγγλοι», αφηγείται η κ. Αποστολίδου - Ιωαννίδου, που τελικά συνελήφθη μετά από προδοσία.
«Στην ομάδα υπήρχε ένας καταδότης. Με συνέλαβαν 29/6/1944. Με ανέκριναν και με μετέφεραν σε απομόνωση στις φυλακές Αβέρωφ. Εκεί υπήρχε ένας Γερμανός με τρομερή φήμη ονόματι Ρόιντερ.
Τελικά καταδικάστηκα σε θάνατο από το στρατοδικείο και οδηγήθηκα στο Χαϊδάρι για εκτέλεση μαζί με τη Λέλα Καραγιάννη και άλλους αγωνιστές. Ομως δεν με πήγαν στο απόσπασμα, αλλά με γύρισαν πίσω στις φυλακές.
Η διάσωση
Αφέθηκα ελεύθερη στις 13/9/1944. Είχα μάθει ότι όφειλα τη διάσωσή μου στον βάναυσο Γερμανό ανακριτή. Πήγα και τον βρήκα για να μάθω το γιατί. Μου είπε: Είσαι σωσίας της κόρης μου...».
Τα χρόνια πέρασαν και η βρετανική πρεσβεία απένειμε ένα μετάλλιο στην Ελληνίδα αγωνίστρια για τη δράση της. «Ηταν η εποχή του κυπριακού αγώνα, όταν οι Αγγλοι κρέμασαν τους Δημητρίου και Καραολή. Εβαλα το μετάλλιο σε ένα πακέτο και το έστειλα πίσω. Μου είναι άχρηστο, δεν με τιμά, τους είπα.
Αυτά τα δύο παλικάρια έκαναν ό,τι εσείς κι εμείς στα χρόνια του πόλεμου, αγωνίστηκαν για τη δική τους πατρίδα. Τότε μας λέγατε μπράβο και τώρα τους κρεμάτε».
ΓΑΒΡΙΕΛΑ ΜΥΛΩΝΟΠΟΥΛΟΥ-ΤΖΑΒΑΡΑ
Ανατίναξε αεροδρόμιο και βύθισε δύο πλοία
Η κ. Γαβριέλα Μυλωνοπούλου - Τζαβάρα ήταν κοριτσάκι μόλις 15 ετών, όταν άρχισε η ναζιστική κατοχή. Κι όμως αυτό το μικροκαμωμένο πλασματάκι κατάφερε να ανατινάξει ένα γερμανικό αεροδρόμιο και να τους βυθίσει δύο πλοία.
«Οταν άρχισε η Κατοχή, έμενα στον Πειραιά μαθήτρια στη Δ τάξη Γυμνασίου. Ομως αμέσως μπήκα στην αντίσταση, από την 1η Ιουλίου του 41 στην Οργάνωση Αντιστάσεως του Γένους.
Εντάχθηκα στην ομάδα του Ιβανόφ, πολωνικής καταγωγής, μεγαλωμένος στη Θεσσαλονίκη, ο οποίος είχε έρθει από τη Μέση Ανατολή. Φτιάξαμε και έναν κώδικα συνεννόησης και δημιουργήσαμε επαφή με τη Μ. Ανατολή», λέει η κ. Γαβριέλα Μυλωνοπούλου - Τζαβάρα.
«Μπήκα στο αεροδρόμιο, στο Χασάνι, εκεί όπου σήμερα είναι το τέρμα της Συγγρού και ανατινάξαμε τα γερμανικά αεροπλάνα. Ο Ιβανόφ ήταν ντυμένος Γερμανός και άνοιξε τα συρματοπλέγματα. Εγώ μπήκα μέσα με μια βαλίτσα, τράβηξα τον λευκοπλάστη και άρχισε να τρέχει η εκρηκτική σκόνη. Σε λίγο τινάχτηκαν όλα.
Πρόλαβα και έφυγα, ενώ ο Ιβανόφ έβαζε φωτιά. Λίγο καιρό μετά μπήκαμε σε ένα αυτοκίνητο και πήγαμε στην Πάτρα. Εκείνος μου κρέμασε στον λαιμό μια μαγνητική νάρκη και μπήκαμε σε μια βάρκα.
Επεσα στη θάλασσα και κόλλησα τη νάρκη που βύθισε τα δύο γερμανικά καράβια», λέει με αφοπλιστική απλότητα η κ. Μυλωνοπούλου - Τζαβάρα.
«Δεν με έπιασαν ποτέ, ήμουν ασήμαντη, μικρή, αδύνατη, κοντή. Μια φορά μονάχα οι Γερμανοί είχαν ανακαλύψει ότι είχαμε ασύρματο στην Καλλιθέα. Τελικά μπήκα σε μια κάσα. Κάτω από το κεφάλι μου είχα τον ασύρματο και η νεκροφόρα είχε γεμίσει με μαργαρίτες.
Ο ασύρματος
Ο Ιβανόφ έβαλε την κάσα σε ένα λεωφορείο γκαζοζέν και πήγαμε τον ασύρματο στο σπίτι της Λέλας Καραγιάννη, που τον έκρυψε στο πηγάδι».
Τα χρόνια πέρασαν και η Ελληνίδα της αντίστασης τιμήθηκε με πολλά παράσημα από το Πατριαρχείο Αλεξάνδρειας, φορείς, ιδρύματα. Η ίδια συνεχίζει την κοινωνική δράση στο Λύκειο Ελληνίδων και εξακολουθεί να βουτά για χταπόδια στο ίδιο σημείο απ όπου φυγάδευε τους Αγγλους στην Κατοχή.
Δημοσίευση σχολίου