:Γιώργος Σκαφιδάς
Φίλοι… η φιλία των οποίων δεν γνωρίζει όρια (no limits) ή μήπως «φίλοι μεν αλλά και εχθροί» (frenemies); Στη σύγχρονη διεθνή σκηνή δεν υπάρχουν μονοδιάστατες σχέσεις· και η σινορωσική περίπτωση έρχεται να το επιβεβαιώσει.
Αρχής γενομένης από τον Φεβρουάριο του 2022, σχεδόν παράλληλα με την έναρξη της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, Μόσχα και Πεκίνο παρουσιάστηκαν να εγκαινιάζουν την έλευσης μιας νέας εποχής «απεριόριστων δυνατοτήτων» στις σχέσεις τους.
Δυόμισι χρόνια μετά, και ενώ ο πόλεμος στην Ουκρανία συνεχίζεται χωρίς διαφαινόμενη προοπτική εκτόνωσης, Μόσχα και Πεκίνο πορεύονται μέσα σε ένα πλαίσιο από συγκλίσεις, αποκλίσεις και εξελισσόμενες (αλληλ)εξαρτήσεις, με την πλάστιγγα να γέρνει ωστόσο, όπως ήταν άλλωστε αναμενόμενο, υπέρ της κινεζικής πλευράς.
«Ρωσία και Κίνα συνεχίζουν να εντείνουν την οικονομική, διπλωματική και στρατιωτική τους συνεργασία, δύο χρόνια έπειτα από την εισβολή της Μόσχας στην Ουκρανία […] Το μεταξύ τους εμπόριο εκτοξεύτηκε στα 240 δισεκατομμύρια δολάρια πέρυσι (σ.σ. 2023) και συνέχισε να αυξάνεται το πρώτο τρίμηνο του 2024. Η Ρωσία στέλνει πετρέλαιο και φυσικό αέριο ανατολικά και παίρνει σε αντάλλαγμα αυτοκίνητα, μηχανήματα και ορισμένα κρίσιμα εξαρτήματα που της επιτρέπουν να κρατά σε λειτουργία την αμυντική της βιομηχανία. Αμερικανοί αξιωματούχοι λένε ότι η Κίνα παρέχει, συγκεκριμένα, στη Ρωσία κινητήρες για drones και πυραύλους καθώς και ημιαγωγούς τους οποίους η Ρωσία χρειάζεται για την αμυντική της βιομηχανία», έγραφε ο Κιθ Τζόνσον στο περιοδικό Foreign Policy τον περασμένο Απρίλιο («The Very Real Limits of the Russia-China ‘No Limits’ Partnership»), πριν από την τελευταία επίσκεψη του Βλαντίμιρ Πούτιν στο Πεκίνο που θα ακολουθούσε τον Μάιο.
Σύμφωνα με την ίδια ανάλυση ωστόσο, οι σινορωσικές συγκλίσεις, παρά την αξιοσημείωτη σημασία τους, δεν αρκούν στην παρούσα φάση για να απαντήσουν στις προκλήσεις με τις οποίες βρίσκονται αντιμέτωποι Ρώσοι και Κινέζοι.
Για τη Ρωσία του Πούτιν, μια από τις μεγαλύτερες «ήττες» του πολέμου στην Ουκρανία ήταν η απώλεια της πρόσβασης στην ευρωπαϊκή αγορά ενέργειας από όπου οι ρωσικές ενεργειακές εξαγωγές προπολεμικά αντλούσαν έσοδα που αντιστοιχούσαν περίπου στο 40% του ρωσικού προϋπολογισμού. Προκειμένου να αντισταθμίσουν τα χαμένα κέρδη, οι Ρώσοι έσπευσαν, εν μέσω πολέμου, να αναζητήσουν νέες πηγές εσόδων στην Απω Ανατολή.
«Το ρωσικό πετρέλαιο, μπλοκαρισμένο πια σε μεγάλο βαθμό από τη Δύση, ρέει ανατολικά. Το ρωσικό φυσικό αέριο, ανεπιθύμητο τώρα στην Ευρώπη, αναζητά ένα νέο σπίτι στην Κίνα. Αλλά η κινεζική αγορά δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να αντικαταστήσει τις άλλες αγορές που χάθηκαν: είναι μικρότερη, φέρνει λιγότερα έσοδα […] και απαιτεί από τη Ρωσία μεγαλύτερες εκπτώσεις», γράφει χαρακτηριστικά ο Κιθ Τζόνσον. «Οι ρωσικές εξαγωγές πετρελαίου στην Κίνα έχουν αυξηθεί, με τη Μόσχα να αντικαθιστά τη Σαουδική Αραβία ως ο μεγαλύτερος προμηθευτής του Πεκίνου. Ωστόσο όλα αυτά έρχονται με έκπτωση, ενώ η Κίνα τσεπώνει και τα κέρδη από τη διύλιση του ρωσικού αργού εντός των κινεζικών συνόρων.»
Αλλά και στο μέτωπο του φυσικού αερίου, η σινορωσική συνεργασία καλείται πια να ξεπεράσει σκοπέλους και αρρυθμίες. «Οι προσπάθειες της Ρωσίας να συνάψει μια σημαντική συμφωνία με την Κίνα για τον αγωγό φυσικού αερίου Power of Siberia 2 έχουν προς το παρόν ναυαγήσει», έγραφαν οι Financial Times στις 2 Ιουνίου («Russia-China gas pipeline deal stalls over Beijing’s price demands»). Σύμφωνα με το εν λόγω ρεπορτάζ, προκειμένου να προχωρήσει το συγκεκριμένο έργο, οι Κινέζοι ζητούν να αγοράζουν το ρωσικό φυσικό αέριο σε (χαμηλές) τιμές και (όχι αρκετά υψηλές) ποσότητες τις οποίες όμως η ρωσική πλευρά αποκηρύσσει προς το παρόν ως «παράλογες» και μη-συμφέρουσες για την ίδια.
Ο διευθυντής του Carnegie Russia Eurasia Center, Αλεξάντερ Γκαμπούεφ, εκτιμά, πάντως, ότι η Μόσχα θα αναγκαστεί κάποια στιγμή να αποδεχθεί τους κινεζικούς όρους, κάνοντας πίσω. Ο αγωγός Power of Siberia 2 θεωρείται, άλλωστε, πολύ σημαντικός για την «επιβίωση» της κρατικής ρωσικής Gazprom η οποία κατέγραψε πέρυσι ζημίες ύψους 6,9 δισ. δολ., βλέποντας τις εξαγωγές της στην Ευρώπη να υποχωρούν στα 22 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα (bcm), από τα περίπου 230 bcm τα οποία όμως άγγιζαν κατά μέσο όρο κάθε χρόνο τη δεκαετία πριν από τη ρωσική εισβολή του 2022 στην Ουκρανία.
Αλλά και στο μέτωπο της Κεντρικής Ασίας, η Κίνα αποκτά πια ολοένα μεγαλύτερα, βαθύτερα και εκτενέστερα ερείσματα επιρροής, μπαίνοντας έτσι στα «χωράφια» της μετα-σοβιετικής «πίσω αυλής» την οποία όμως η Μόσχα θεωρούσε παραδοσιακά «δικό της πεδίο».
«Το Πεκίνο αλλάζει τις ισορροπίες, καθώς χρησιμοποιεί την οικονομική του δύναμη με στόχο να ενισχύσει την πολιτική του επιρροή. Πέρυσι, ο όγκος των εμπορικών συναλλαγών μεταξύ Κίνας και Κεντρικής Ασίας άγγιξε τα 98 δισεκατομμύρια δολάρια, ποσό το οποίο είναι όμως τριπλάσιο εάν συγκριθεί με το αντίστοιχο του 2016. Η Κίνα ξεπέρασε τη Ρωσία ως ο κορυφαίος εμπορικός εταίρος του Ουζμπεκιστάν το 2023», έγραφε προ ημερών η Σα Χουά στη Wall Street Journal («Beijing and Moscow Go From ‘No Limits’ Friendship to Frenemies in Russia’s Backyard»).
Το Ουζμπεκιστάν ξεχωρίζει ως η πολυπληθέστερη και περισσότερο ανεπτυγμένη βιομηχανικά από τις πέντε μετα-σοβιετικές δημοκρατικές της Κεντρικής Ασίας (Καζακστάν, Τατζικιστάν, Τουρκμενιστάν, Κιργιζία, Ουζμπεκιστάν).
Το Ουζμπεκιστάν ξεχωρίζει όμως παράλληλα πια και ως ένας αξιοσημείωτα ελκυστικός προορισμός πια για τις κινεζικές εξαγωγές και επενδύσεις (που αποτρέπουν πολλούς Ουζμπέκους από το να αναζητούν εργασία στη Ρωσία).
Σχεδόν το 80% των αυτοκινήτων που εισήχθησαν στη χώρα το 2023 ήταν κινεζικής προέλευσης (BYD, Geely κ.ά.), ενώ εντός των ουζμπεκικών συνόρων λειτουργεί πια και ένα εργοστάσιο συναρμολόγησης ηλεκτρικών οχημάτων της κινεζικής αυτοκινητοβιομηχανίας BYD.
Παράλληλα, το Ουζμπεκιστάν εισάγει από την Κίνα ηλιακά πάνελ και ανεμογεννήτριες (των εταιρειών LONGi, Goldwind κ.ά.), με απώτερο στόχο τη μεγαλύτερη δυνατή απανθρακοποίηση του ενεργειακού του δυναμικού μέσα από τη μετάβαση σε πιο «καθαρές» μορφές ενέργειας, αν και ο εν λόγω στόχος προμηνύεται μεσομακροπρόθεσμα δυσοίωνος για τις ρωσικές εξαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου.
Από εκεί και πέρα ωστόσο, εξαιρετικά μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει και η συμφωνία που υπέγραψαν στις 6 Ιουνίου στο Πεκίνο η Κίνα, η Κιργιζία και το Ουζμπεκιστάν για την κατασκευή ενός «στρατηγικού» σιδηροδρόμου (China-Kyrgyzstan-Uzbekistan Railway/CKU) που θα συνδέει τη δυτική Κίνα με την Ευρώπη… παρακάμπτοντας τα εδάφη της Ρωσικής Ομοσπονδίας.
«Ο Σι Τζινπίνγκ υπογράφει τη συμφωνία για τον σιδηροδρομικό διάδρομο που η Μόσχα δεν ήθελε», έγραφε χαρακτηριστικά το AsiaNews στις αρχές Ιουνίου, αν και θα πρέπει να σημειωθεί ότι η πορεία υλοποίησης του εν λόγω πρότζεκτ εξακολουθεί να συνοδεύεται από αναπάντητα ερωτήματα και ασάφειες.
Το Ουζμπεκιστάν υπενθυμίζεται ότι ήταν άλλοτε μέλος του Οργανισμού της Συνθήκης Συλλογικής Ασφάλειας (Collective Security Treaty Organisation – CSTO), του καλούμενου και «ρωσικού ΝΑΤΟ», από όπου όμως αποχώρησε το 2012.
Κατά τα λοιπά, το Ουζμπεκιστάν δεν εντάχθηκε ποτέ του ως πλήρες μέλος στη «ρωσική» Ευρασιατική Οικονομική Ένωση (Eurasian Economic Union – EAEU), πλην όμως εκείνο έχει ενταχθεί στον «κινεζικό» Οργανισμό Συνεργασίας της Σαγκάης (SCO) ενώ είχε προσχωρήσει παλαιότερα και στο σχήμα Shanghai Five από το οποίο προήλθε ο SCO.
πηγή
Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του Ellada simera.
Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του Ellada simera.
Δημοσίευση σχολίου