Αδιάψευστη απόδειξη ότι οι διακηρύξεις περί αμυντικής καινοτομίας αποτελούν κατά βάση επικοινωνιακό αφήγημα συνιστούν οι πληροφορίες που είδαν πρόσφατα τη δημοσιότητα περί επιτάχυνσης της προμήθειας αμερικανικής προέλευσης περιφερόμενων (loitering) πυρομαχικών Switchblade 300 και 600. Όπως είχε γίνει γνωστό τον Οκτώβριο του 2023 είχαν εγκριθεί από το Συμβούλιο Αρχηγών Γενικών Επιτελείων (ΣΑΓΕ) οι μελέτες για την προμήθεια περιφερόμενων πυρομαχικών, με υλοποίηση στην πρώτη φάση την προμήθεια 150 συστημάτων περιφερόμενων πυρομαχικών τύπου Switchblade της αμερικανικής AeroVironment μέσω διακρατικής σύμβασης (FMS – Foreign Military Sales: στρατιωτικές πωλήσεις εξωτερικού) με τις ΗΠΑ για τις ανάγκες της Διοίκησης Ειδικού Πολέμου (ΔΕΠ) του ΓΕΕΘΑ.
Το DP έχει διαχρονικά αναφερθεί με πολλά άρθρα στα περιφερόμενα πυρομαχικά, συμπεριλαμβανομένων και αυτών του συγκεκριμένου τύπου, στην ανάγκη άμεσης εισαγωγής τους σε υπηρεσία με τις Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις καθώς, και με έμφαση, στη μεγάλη ευκαιρία που αντιπροσωπεύουν για την εγχώρια βιομηχανία. (σημείωση 1).
Μάλιστα τον Μάρτιο του 2022, ο αείμνηστος Δημήτρης Στεργίου με το άρθρο του «“Switchblade” της AeroVironment για την Ουκρανία και ελληνική ολιγωρία στην κάλυψη των αναγκών εγχώρια», είχε αναδείξει την ελληνική ολιγωρία αλλά και τις υπάρχουσες ελληνικές δυνατότητες στον τομέα. «Οι ελληνικές δυνατότητες ανάπτυξης και κατασκευής περιφερόμενων όπλων – πυρομαχικών είναι πολλές», ανέφερε χαρακτηριστικά και στο άρθρο του και επισήμαινε ότι «στη χώρα μας υπάρχει και η δυνατότητα άμεσης ανάπτυξης και μαζικής παραγωγής περιφερόμενων πυρομαχικών όπως τα ρωσικά KUB και τα αμερικανικά Switchblade».
Βασισμένος δε στα ευρήματα της δημοσιογραφικής έρευνας, που περιελάμβανε και επιτόπιες επισκέψεις σε ελληνικές εταιρίες, ο Δημήτρης είχε διαπιστώσει ότι «στην περίπτωση των περιφερόμενων πυρομαχικών – όπλων όμως, που προορίζονται για την προσβολή στόχων στο έδαφος, οι απαιτήσεις είναι απόλυτα βέβαιο ότι καλύπτονται από τις ελληνικές δυνατότητες και τα COTS (commercial of the shelf) προϊόντα του διεθνούς εμπορίου», δηλαδή μη υπαγόμενα σε περιορισμούς διακίνησης. Επίσης είχε ανακαλύψει ότι «προπλάσματα τέτοιων συστημάτων, μαζί με πλήρη σχέδια, είναι έτοιμα για την έναρξη δοκιμών… και μάλιστα από περισσότερες από μία εταιρείες στην Ελλάδα» και ότι το «κόστος της όλης διαδικασίας, αλλά και της παραγωγής, είναι με ασφάλεια εντός των ελληνικών οικονομικών δυνατοτήτων».
Παρόλα αυτά όμως παρουσιάζεται το ακόλουθο τυπικά ελληνικό φαινόμενο:
>Από τον αποκαλούμενο δεύτερο πόλεμο του Ναγκόρνο-Καραμπάχ (27 Σεπτεμβρίου – 10 Νοεμβρίου 2020), απαιτήθηκαν περίπου τρία χρόνια (!) ώστε ΘΕΣΜΙΚΑ (με την προαναφερθείσα έγκριση των μελετών από το ΣΑΓΕ) να αναγνωριστεί η επιχειρησιακή αξία των περιφερόμενων πυρομαχικών, να αποφασιστεί η εισαγωγή τους στις Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις και να καθοριστούν τα εξοπλιστικά προγράμματα για την προμήθεια τους.
>Απαιτήθηκαν επίσης επιπλέον επτά μήνες, ώστε να αρχίσουν οι διαδικασίες ενεργοποίησης του προγράμματος σύμφωνα με τις πληροφορίες που είδαν το φως της δημοσιότητας.
Το μόνο που περιοριζόμαστε να σημειώσουμε εδώ είναι ότι το «σπεύδε βραδέως» δεν αποτελεί τη βέλτιστη προσέγγιση για την αξιολόγηση και απόφαση υιοθέτησης μιας κατηγορίας οπλικών συστημάτων που είχαν αρχίσει να αναπτύσσονται μία περίπου 10ετία πριν («Οι αρχικές συμβάσεις παραγωγής του μικρού Switchblade 300 στην AeroVironment – κατασκευαστή των Raven και Puma) υπογράφηκαν από τον Στρατό των ΗΠΑ τον Ιούλιο του 2011 και το Μάρτιο του 2012. Στα τέλη του ίδιου χρόνου τα πρώτα 75 τέτοια συστήματα παραδίδονταν στις δυνάμεις Πεζοναυτών των ΗΠΑ στο Αφγανιστάν» και >για την επιχειρησιακή δράση των οποίων υπήρχε πληθώρα πληροφοριών από ανοικτές και διαβαθμισμένες πηγές.
Όμως το πιο εξοργιστικό είναι, ότι το ίδιο χρονικό διάστημα, περίπου τέσσερα χρόνια, το υπουργείο Εθνικής Άμυνας και κατ’ επέκταση οι Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις, πριν αλλά και μετά τον μεταρρυθμιστικό οίστρο, ΔΕΝ εξέδωσαν επιχειρησιακές και τεχνικές προδιαγραφές και ΔΕΝ προκήρυξαν ούτε ένα διαγωνισμό για την αξιολόγηση πεδίου περιφερόμενων πυρομαχικών εγχώριας σχεδίασης και ανάπτυξης.
Για την υλοποίηση, ούτε δαπάνη οικονομικών πόρων για τη χρηματοδότηση αναπτυξιακού προγράμματος, ούτε δαπάνη επιπλέον οικονομικών πόρων ως διαχειριστικό κόστος για την αξιολόγηση και επιλογή των προτάσεων προς χρηματοδότηση θα απαιτούνταν. Μόνο η προκήρυξη διαγωνισμού που θα μπορούσε να διεξαχθεί ηλεκτρονικά μέσω της πλατφόρμας του Εθνικού Συστήματος Ηλεκτρονικών Δημοσίων Συμβάσεων (ΕΣΗΔΗΣ) με κριτήρια την ικανοποίηση των επιχειρησιακών και τεχνικών προδιαγραφών, την απόδοση στην αξιολόγηση πεδίου και το μικρότερο κόστος.
Όμως ούτε αυτή η ανέξοδη για τον κρατικό προϋπολογισμό ευκαιρία δόθηκε στην εγχώρια βιομηχανική και τεχνολογική βάση, η οποία κατά το αφήγημα των μεταρρυθμιστών κρίθηκε ότι δεν έχει τη δυνατότητα να ανταποκριθεί στην απαίτηση. Αντίθετα για πολλοστή φορά επιλέχθηκε η μέθοδος της απευθείας ανάθεσης μίας λύσης που μπορεί σε σχέση με «παραδοσιακά» πυραυλικά σύστημα να έχει μικρότερο κόστος αλλά απέχει πολύ από το να χαρακτηρισθεί φθηνή, αντί να επιτευχθεί ή έστω και σε κάποιο βαθμό απεξάρτηση της χώρας και απόκτηση έστω και σχετικής αυτονομίας.
πηγή
Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του Ellada simera.
Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του Ellada simera.
Δημοσίευση σχολίου