ΛΥΓΕΡΟΣ ΣΤΑΥΡΟΣ
Είναι ορατό δια γυμνού οφθαλμού πως όσο γίνεται πιο καθαρό ότι η ζυγαριά του πολέμου στην Ουκρανία έχει γύρει υπέρ της Μόσχας, τόσο η Δύση αντιμετωπίζει με σχεδόν τρόμο τις πολιτικές επιπτώσεις μίας ρωσικής νίκης. Ο Μακρόν ήταν ίσως ο πιο σαφής όταν δήλωσε πως «δεν θα επιτρέψουμε» τη νίκη της Ρωσίας. Προφανώς αναφέρεται στη συλλογική Δύση.
Τί σημαίνει, όμως, το «δεν θα επιτρέψουμε»; Το ΝΑΤΟ πολεμάει στην Ουκρανία, αλλά δια αντιπροσώπου. Είναι γνωστό τοις πάσι πως με πρώτες τις ΗΠΑ, οι χώρες-μέλη (μη εξαιρουμένης της Ελλάδας), περισσότερο ή λιγότερο, στέλνουν οπλικά συστήματα και πυρομαχικά στο Κίεβο. Είναι επίσης κοινό μυστικό ότι στην Ουκρανία πολεμούν εναντίον των Ρώσων και αρκετές χιλιάδες Δυτικοί στρατιωτικοί όχι με την επίσημη ιδιότητά τους, αλλά σαν “μισθοφόροι” ή σύμβουλοι. Προφανώς οι Δυτικοί δεν πολεμούν στα χαρακώματα. Εκτός από επιτελικές αρμοδιότητες (σχεδιασμός, πληροφορίες κ.α.) είναι αυτοί που εκπαιδεύουν και συχνά χειρίζονται οι ίδιοι τα πιο σύγχρονα δυτικά οπλικά συστήματα.
Από την πρώτη στιγμή, ο Μπάιντεν χάραξε κάποια όρια σε ό,τι αφορά την αμερικανική εμπλοκή στον πόλεμο της Ουκρανίας. Πρώτο και κύριο ήταν πως απέκλεισε το ενδεχόμενο να στείλει αμερικανικό στρατό και βεβαίως απέτρεψε και όποιες χώρες-μέλη του ΝΑΤΟ σκέφτονταν κάτι τέτοιο. Δεύτερο ήταν ότι απέφυγε να προμηθεύσει το Κίεβο με επιθετικά όπλα (κυρίως μαχητικά αεροσκάφη και πυραύλους μεσαίου και μεγάλου βεληνεκούς), τα οποία θα του επέτρεπαν να πλήξει στόχους στο εσωτερικό της ρωσικής επικράτειας.
Ο λόγος που ο Αμερικανός πρόεδρος έθεσε αυτά τα όρια ήταν απλός: Έχει συνείδηση πως εάν το ΝΑΤΟ συγκρουστεί άμεσα στρατιωτικά με τη Ρωσία, η διολίσθηση σε πυρηνικό πόλεμο θα καταστεί από εξαιρετικά πιθανή έως αναπόφευκτη. Είχε, επίσης, συνείδηση πως εάν οι Ουκρανοί πλήξουν στόχους στη ρωσική επικράτεια, η Μόσχα θα υπερβεί τα όρια που ή ίδια έχει θέσει στον εαυτό της και θα απαντήσει με μαζικούς βομβαρδισμούς, μη εξαιρώντας κυβερνητικά κτήρια και πολλές πολιτικές υποδομές. Μία τέτοια κλιμάκωση θα έκανε πολύ δύσκολη τη ζωή όχι μόνο του καθεστώτος Ζελένσκι, αλλά και απλών Ουκρανών, πράγμα που θα εξωθούσε πολλούς σε ένα νέο κύμα εξόδου προς Δυσμάς.
Όλα τα παραπάνω, όμως, ήταν λογική και όρια που είχαν τεθεί από τη συλλογική Δύση, όταν αυτή πίστευε πως οι κυρώσεις θα γονάτιζαν τη ρωσική οικονομία και θα αποσταθεροποιούσαν το καθεστώς Πούτιν, όταν με άλλα λόγια πίστευε ότι με κάποιον τρόπο η Ρωσία θα έχανε τον πόλεμο. Όταν μετά τις δύο ρωσικές ήττες στο Χάρκοβο και στη Χερσώνα (προς το τέλος του 2022), η Μόσχα με τον στρατηγό Σουροβίκιν άλλαξε στρατηγική και ανέλαβε επιθετική πρωτοβουλία στο Μπαχμούτ, η Δύση είχε επενδύσει τις ελπίδες της στην πολυδιαφημισμένη ουκρανική αντεπίθεση.
Όταν αυτή το καλοκαίρι του 2023 ναυάγησε, με τεράστιο κόστος και σε ανθρώπινο δυναμικό και σε δυτικά οπλικά συστήματα, η Δύση περιήλθε σε δυσμενή θέση, ενώ η Ρωσία ανέλαβε σ’ όλη σχεδόν τη γραμμή του μετώπου επιθετικές πρωτοβουλίες. Το αποτέλεσμά τους δεν ήταν τα μικρά εδαφικά κέρδη, αλλά η μεγάλη φθορά που προκάλεσαν στις ουκρανικές δυνάμεις, οι οποίες δεν έχουν την ίδια ικανότητα με τις ρωσικές να αναπληρώνουν τις απώλειες και σε άνδρες και σε οπλικά συστήματα και σε πυρομαχικά.
Αν και δεν μπορούμε να γνωρίζουμε τους σχεδιασμούς του ρωσικού γενικού επιτελείου, είναι λογικό μετά τον πόλεμο φθοράς να αναμένουμε μία μεγάλη ρωσική επίθεση με σκοπό τη διάρρηξη της ουκρανικής άμυνας και την προς ρωσικό όφελος ριζική αλλαγή του σημερινού μετώπου. Οι καιρικές συνθήκες, άλλωστε, είναι οι ιδανικές για μία τέτοια επίθεση. Η επίθεση στην περιοχή του Χάρκοβο, μάλιστα, είναι πιθανότατα μία προκαταρκτική επιχείρηση της αναμενόμενης μεγάλης επίθεσης.
Το φάσμα μιας ουκρανικής ήττας
Αντιμέτωποι με το φάσμα μίας ουκρανικής ήττας, που θα είναι ταυτοχρόνως και στρατηγικής σημασίας πολιτική ήττα των ΗΠΑ και της συλλογικής Δύσης, Αμερικανοί και Ευρωπαίοι έχουν εδώ και καιρό προχωρήσει σε δεύτερες σκέψεις. Ο Μακρόν είναι ο πρώτος που είπε φωναχτά αυτό που συζητούν πολλοί στο ΝΑΤΟ: την κλιμάκωση της δυτικής εμπλοκής στον πόλεμο. Αν και ο Μακρόν μίλησε για αποστολή γαλλικών δυνάμεων στην Ουκρανία, είναι προφανές πως το Παρίσι δεν πρόκειται να κάνει βήμα μόνο του, αφού κάτι τέτοιο θα μετέτρεπε τη Γαλλία σε εμπόλεμο και θα νομιμοποιούσε τη Ρωσία να πλήξει γαλλικούς στόχους όχι μόνο στην Ουκρανία, αλλά ακόμα και στη Γαλλία. Προφανώς, ο Μακρόν βγήκε μπροστά για να υπογραμμίσει ότι η χώρα του είναι ο αναμφισβήτητος ηγέτης στην ΕΕ, όσον αφορά στο στρατιωτικό-πολιτικό σκέλος.
Το πρόβλημα, λοιπόν, δεν είναι ο Μακρόν, αλλά το γεγονός ότι η Δύση υπερβαίνει σιγά-σιγά τα όρια που η ίδια είχε θέσει στην εμπλοκή της, “σαλαμοποιώντας” τις ρωσικές κόκκινες γραμμές. Είναι κοινό μυστικό πως η αποστολή πολλών περισσοτέρων Δυτικών στρατιωτικών στην Ουκρανία δεν είναι μόνο αντικείμενο δημόσιας συζήτησης, αλλά και ήδη συντελείται στο παρασκήνιο. Όπως επίσης είναι κοινό μυστικό ότι η εκπαίδευση ουκρανικών μονάδων γίνεται ολοένα και περισσότερο εντός της Ουκρανίας κι όχι σε Γερμανία και Πολωνία, όπως μέχρι προσφάτως. Η Μόσχα μπορεί να τα καταγγέλλει, αλλά δεν αντιδρά αποφασιστικά για να τα αποτρέψει.
Το ίδιο ισχύει και με την παραχώρηση στο Κίεβο πυραύλων, ικανών να πλήξουν στόχους στο εσωτερικό της ρωσικής επικράτειας. Οι ΗΠΑ παραχώρησαν στους Ουκρανούς HIMARS κι όταν διαπίστωσαν πως αυτοί δεν μπορούσαν να αλλάξουν την πορεία του πολέμου, παραχώρησαν και πυραύλους ATACMS, οι οποίοι με βεληνεκές 300 χλμ μπορούν να βάλουν στο στόχαστρο στρατιωτικές εγκαταστάσεις και αστικά κέντρα αρκετά βαθιά στο εσωτερικό της Ρωσίας και βεβαίως όλη την Κριμαία.
Είναι αξιοσημείωτο, μάλιστα, ότι αρχικά η Ουάσινγκτον υπογράμμιζε την αντίθεσή της στη χρήση αυτών των πυραύλων για επιθέσεις εντός της Ρωσίας. Υπό την πίεση, όμως, των ρωσικών προωθήσεων στα μέτωπα της ανατολικής Ουκρανίας, άρχισαν να αλλάζουν τροπάρι. Προηγήθηκε, βεβαίως, το Λονδίνο, το οποίο είπε ότι δεν έχει πρόβλημα το Κίεβο να χρησιμοποιεί τους βρετανικούς πυραύλους για πλήγματα εντός της ρωσικής επικράτειας. Ακολούθησε ο Μπλίνκεν, ο οποίος είπε ότι ναι μεν οι ΗΠΑ δεν συστήνουν τέτοια πλήγματα, αλλά επαφίεται στο Κίεβο να αποφασίσει πως θα χρησιμοποιήσει τους αμερικανικούς πυραύλους! Με άλλα λόγια, άναψε κι αυτός το πράσινο φως.
Πόλεμος εντός της ρωσικής επικράτειας
Όπως έγραψαν δύο στελέχη της περιβόητης RAND αντί οι Ουκρανοί να προσπαθούν να αναχαιτίζουν-καταρρίπτουν ρωσικούς πυραύλους, να μεταφέρουν τον πόλεμο εντός της ρωσικής επικράτειας, πλήττοντας εκεί στόχους. Προφανώς θεωρούν πως αυτή η τακτική, η οποία ήδη χρησιμοποιείται, κυρίως με βομβαρδισμό του Μπέλγκοροντ, δεν θα προκαλέσει κάποιου είδους έμπρακτη κλιμάκωση εκ μέρους της Μόσχας, η οποία θα είναι επώδυνη και για τους Ουκρανούς, αλλά και για τους Δυτικούς.
Είναι αληθές ότι οι Ρώσοι έχουν πλήξει επιτυχώς κέντρα διοίκησης, στελεχωμένα από Δυτικούς στρατιωτικούς, με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα την προ καιρού πολύνεκρη πυραυλική επίθεση σε ένα τέτοιο κτήριο στο Χάρκοβο. Επίσης, προ ημερών η Μόσχα πραγματοποίησε άσκηση ετοιμότητας των πυρηνικών δυνάμεών της, στέλνοντας το μήνυμα ότι όλα είναι στο τραπέζι και θα χρησιμοποιηθούν εάν η Ρωσία αντιμετωπίσει “υπαρξιακή απειλή”.
Το κρίσιμο ερώτημα είναι εάν στη Δύση λαμβάνουν σοβαρά υπόψη το μήνυμα. Προς το παρόν τουλάχιστον, πιο πιθανό φαίνεται η Δύση να κλιμακώσει κι άλλο την πολεμική εμπλοκή της, αν και θα φροντίζει να το πράξει δια της διολισθήσεως κι όχι κραυγαλέα για να μην εξωθήσει τη Μόσχα σε αντίμετρα. Το πρακτικό αποτέλεσμα της ξεκάθαρης ροπής των Δυτικών να εμπλακούν ολοένα και πιο άμεσα στον πόλεμο, προσδοκώντας να αντιστρέψουν το ρωσικό πλεονέκτημα στα πεδία των μαχών, είναι ότι φέρνουν ολοένα και πιο κοντά τον κόμπο στο χτένι με ό,τι εφιαλτικό αυτό συνεπάγεται…
Είναι ορατό δια γυμνού οφθαλμού πως όσο γίνεται πιο καθαρό ότι η ζυγαριά του πολέμου στην Ουκρανία έχει γύρει υπέρ της Μόσχας, τόσο η Δύση αντιμετωπίζει με σχεδόν τρόμο τις πολιτικές επιπτώσεις μίας ρωσικής νίκης. Ο Μακρόν ήταν ίσως ο πιο σαφής όταν δήλωσε πως «δεν θα επιτρέψουμε» τη νίκη της Ρωσίας. Προφανώς αναφέρεται στη συλλογική Δύση.
Τί σημαίνει, όμως, το «δεν θα επιτρέψουμε»; Το ΝΑΤΟ πολεμάει στην Ουκρανία, αλλά δια αντιπροσώπου. Είναι γνωστό τοις πάσι πως με πρώτες τις ΗΠΑ, οι χώρες-μέλη (μη εξαιρουμένης της Ελλάδας), περισσότερο ή λιγότερο, στέλνουν οπλικά συστήματα και πυρομαχικά στο Κίεβο. Είναι επίσης κοινό μυστικό ότι στην Ουκρανία πολεμούν εναντίον των Ρώσων και αρκετές χιλιάδες Δυτικοί στρατιωτικοί όχι με την επίσημη ιδιότητά τους, αλλά σαν “μισθοφόροι” ή σύμβουλοι. Προφανώς οι Δυτικοί δεν πολεμούν στα χαρακώματα. Εκτός από επιτελικές αρμοδιότητες (σχεδιασμός, πληροφορίες κ.α.) είναι αυτοί που εκπαιδεύουν και συχνά χειρίζονται οι ίδιοι τα πιο σύγχρονα δυτικά οπλικά συστήματα.
Από την πρώτη στιγμή, ο Μπάιντεν χάραξε κάποια όρια σε ό,τι αφορά την αμερικανική εμπλοκή στον πόλεμο της Ουκρανίας. Πρώτο και κύριο ήταν πως απέκλεισε το ενδεχόμενο να στείλει αμερικανικό στρατό και βεβαίως απέτρεψε και όποιες χώρες-μέλη του ΝΑΤΟ σκέφτονταν κάτι τέτοιο. Δεύτερο ήταν ότι απέφυγε να προμηθεύσει το Κίεβο με επιθετικά όπλα (κυρίως μαχητικά αεροσκάφη και πυραύλους μεσαίου και μεγάλου βεληνεκούς), τα οποία θα του επέτρεπαν να πλήξει στόχους στο εσωτερικό της ρωσικής επικράτειας.
Ο λόγος που ο Αμερικανός πρόεδρος έθεσε αυτά τα όρια ήταν απλός: Έχει συνείδηση πως εάν το ΝΑΤΟ συγκρουστεί άμεσα στρατιωτικά με τη Ρωσία, η διολίσθηση σε πυρηνικό πόλεμο θα καταστεί από εξαιρετικά πιθανή έως αναπόφευκτη. Είχε, επίσης, συνείδηση πως εάν οι Ουκρανοί πλήξουν στόχους στη ρωσική επικράτεια, η Μόσχα θα υπερβεί τα όρια που ή ίδια έχει θέσει στον εαυτό της και θα απαντήσει με μαζικούς βομβαρδισμούς, μη εξαιρώντας κυβερνητικά κτήρια και πολλές πολιτικές υποδομές. Μία τέτοια κλιμάκωση θα έκανε πολύ δύσκολη τη ζωή όχι μόνο του καθεστώτος Ζελένσκι, αλλά και απλών Ουκρανών, πράγμα που θα εξωθούσε πολλούς σε ένα νέο κύμα εξόδου προς Δυσμάς.
Όλα τα παραπάνω, όμως, ήταν λογική και όρια που είχαν τεθεί από τη συλλογική Δύση, όταν αυτή πίστευε πως οι κυρώσεις θα γονάτιζαν τη ρωσική οικονομία και θα αποσταθεροποιούσαν το καθεστώς Πούτιν, όταν με άλλα λόγια πίστευε ότι με κάποιον τρόπο η Ρωσία θα έχανε τον πόλεμο. Όταν μετά τις δύο ρωσικές ήττες στο Χάρκοβο και στη Χερσώνα (προς το τέλος του 2022), η Μόσχα με τον στρατηγό Σουροβίκιν άλλαξε στρατηγική και ανέλαβε επιθετική πρωτοβουλία στο Μπαχμούτ, η Δύση είχε επενδύσει τις ελπίδες της στην πολυδιαφημισμένη ουκρανική αντεπίθεση.
Όταν αυτή το καλοκαίρι του 2023 ναυάγησε, με τεράστιο κόστος και σε ανθρώπινο δυναμικό και σε δυτικά οπλικά συστήματα, η Δύση περιήλθε σε δυσμενή θέση, ενώ η Ρωσία ανέλαβε σ’ όλη σχεδόν τη γραμμή του μετώπου επιθετικές πρωτοβουλίες. Το αποτέλεσμά τους δεν ήταν τα μικρά εδαφικά κέρδη, αλλά η μεγάλη φθορά που προκάλεσαν στις ουκρανικές δυνάμεις, οι οποίες δεν έχουν την ίδια ικανότητα με τις ρωσικές να αναπληρώνουν τις απώλειες και σε άνδρες και σε οπλικά συστήματα και σε πυρομαχικά.
Αν και δεν μπορούμε να γνωρίζουμε τους σχεδιασμούς του ρωσικού γενικού επιτελείου, είναι λογικό μετά τον πόλεμο φθοράς να αναμένουμε μία μεγάλη ρωσική επίθεση με σκοπό τη διάρρηξη της ουκρανικής άμυνας και την προς ρωσικό όφελος ριζική αλλαγή του σημερινού μετώπου. Οι καιρικές συνθήκες, άλλωστε, είναι οι ιδανικές για μία τέτοια επίθεση. Η επίθεση στην περιοχή του Χάρκοβο, μάλιστα, είναι πιθανότατα μία προκαταρκτική επιχείρηση της αναμενόμενης μεγάλης επίθεσης.
Το φάσμα μιας ουκρανικής ήττας
Αντιμέτωποι με το φάσμα μίας ουκρανικής ήττας, που θα είναι ταυτοχρόνως και στρατηγικής σημασίας πολιτική ήττα των ΗΠΑ και της συλλογικής Δύσης, Αμερικανοί και Ευρωπαίοι έχουν εδώ και καιρό προχωρήσει σε δεύτερες σκέψεις. Ο Μακρόν είναι ο πρώτος που είπε φωναχτά αυτό που συζητούν πολλοί στο ΝΑΤΟ: την κλιμάκωση της δυτικής εμπλοκής στον πόλεμο. Αν και ο Μακρόν μίλησε για αποστολή γαλλικών δυνάμεων στην Ουκρανία, είναι προφανές πως το Παρίσι δεν πρόκειται να κάνει βήμα μόνο του, αφού κάτι τέτοιο θα μετέτρεπε τη Γαλλία σε εμπόλεμο και θα νομιμοποιούσε τη Ρωσία να πλήξει γαλλικούς στόχους όχι μόνο στην Ουκρανία, αλλά ακόμα και στη Γαλλία. Προφανώς, ο Μακρόν βγήκε μπροστά για να υπογραμμίσει ότι η χώρα του είναι ο αναμφισβήτητος ηγέτης στην ΕΕ, όσον αφορά στο στρατιωτικό-πολιτικό σκέλος.
Το πρόβλημα, λοιπόν, δεν είναι ο Μακρόν, αλλά το γεγονός ότι η Δύση υπερβαίνει σιγά-σιγά τα όρια που η ίδια είχε θέσει στην εμπλοκή της, “σαλαμοποιώντας” τις ρωσικές κόκκινες γραμμές. Είναι κοινό μυστικό πως η αποστολή πολλών περισσοτέρων Δυτικών στρατιωτικών στην Ουκρανία δεν είναι μόνο αντικείμενο δημόσιας συζήτησης, αλλά και ήδη συντελείται στο παρασκήνιο. Όπως επίσης είναι κοινό μυστικό ότι η εκπαίδευση ουκρανικών μονάδων γίνεται ολοένα και περισσότερο εντός της Ουκρανίας κι όχι σε Γερμανία και Πολωνία, όπως μέχρι προσφάτως. Η Μόσχα μπορεί να τα καταγγέλλει, αλλά δεν αντιδρά αποφασιστικά για να τα αποτρέψει.
Το ίδιο ισχύει και με την παραχώρηση στο Κίεβο πυραύλων, ικανών να πλήξουν στόχους στο εσωτερικό της ρωσικής επικράτειας. Οι ΗΠΑ παραχώρησαν στους Ουκρανούς HIMARS κι όταν διαπίστωσαν πως αυτοί δεν μπορούσαν να αλλάξουν την πορεία του πολέμου, παραχώρησαν και πυραύλους ATACMS, οι οποίοι με βεληνεκές 300 χλμ μπορούν να βάλουν στο στόχαστρο στρατιωτικές εγκαταστάσεις και αστικά κέντρα αρκετά βαθιά στο εσωτερικό της Ρωσίας και βεβαίως όλη την Κριμαία.
Είναι αξιοσημείωτο, μάλιστα, ότι αρχικά η Ουάσινγκτον υπογράμμιζε την αντίθεσή της στη χρήση αυτών των πυραύλων για επιθέσεις εντός της Ρωσίας. Υπό την πίεση, όμως, των ρωσικών προωθήσεων στα μέτωπα της ανατολικής Ουκρανίας, άρχισαν να αλλάζουν τροπάρι. Προηγήθηκε, βεβαίως, το Λονδίνο, το οποίο είπε ότι δεν έχει πρόβλημα το Κίεβο να χρησιμοποιεί τους βρετανικούς πυραύλους για πλήγματα εντός της ρωσικής επικράτειας. Ακολούθησε ο Μπλίνκεν, ο οποίος είπε ότι ναι μεν οι ΗΠΑ δεν συστήνουν τέτοια πλήγματα, αλλά επαφίεται στο Κίεβο να αποφασίσει πως θα χρησιμοποιήσει τους αμερικανικούς πυραύλους! Με άλλα λόγια, άναψε κι αυτός το πράσινο φως.
Πόλεμος εντός της ρωσικής επικράτειας
Όπως έγραψαν δύο στελέχη της περιβόητης RAND αντί οι Ουκρανοί να προσπαθούν να αναχαιτίζουν-καταρρίπτουν ρωσικούς πυραύλους, να μεταφέρουν τον πόλεμο εντός της ρωσικής επικράτειας, πλήττοντας εκεί στόχους. Προφανώς θεωρούν πως αυτή η τακτική, η οποία ήδη χρησιμοποιείται, κυρίως με βομβαρδισμό του Μπέλγκοροντ, δεν θα προκαλέσει κάποιου είδους έμπρακτη κλιμάκωση εκ μέρους της Μόσχας, η οποία θα είναι επώδυνη και για τους Ουκρανούς, αλλά και για τους Δυτικούς.
Είναι αληθές ότι οι Ρώσοι έχουν πλήξει επιτυχώς κέντρα διοίκησης, στελεχωμένα από Δυτικούς στρατιωτικούς, με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα την προ καιρού πολύνεκρη πυραυλική επίθεση σε ένα τέτοιο κτήριο στο Χάρκοβο. Επίσης, προ ημερών η Μόσχα πραγματοποίησε άσκηση ετοιμότητας των πυρηνικών δυνάμεών της, στέλνοντας το μήνυμα ότι όλα είναι στο τραπέζι και θα χρησιμοποιηθούν εάν η Ρωσία αντιμετωπίσει “υπαρξιακή απειλή”.
Το κρίσιμο ερώτημα είναι εάν στη Δύση λαμβάνουν σοβαρά υπόψη το μήνυμα. Προς το παρόν τουλάχιστον, πιο πιθανό φαίνεται η Δύση να κλιμακώσει κι άλλο την πολεμική εμπλοκή της, αν και θα φροντίζει να το πράξει δια της διολισθήσεως κι όχι κραυγαλέα για να μην εξωθήσει τη Μόσχα σε αντίμετρα. Το πρακτικό αποτέλεσμα της ξεκάθαρης ροπής των Δυτικών να εμπλακούν ολοένα και πιο άμεσα στον πόλεμο, προσδοκώντας να αντιστρέψουν το ρωσικό πλεονέκτημα στα πεδία των μαχών, είναι ότι φέρνουν ολοένα και πιο κοντά τον κόμπο στο χτένι με ό,τι εφιαλτικό αυτό συνεπάγεται…
πηγή
Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του Ellada simera.
Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του Ellada simera.
Δημοσίευση σχολίου