GuidePedia

0

Η συνάντηση στην Αγκυρα επιβεβαίωσε τη ρουτίνα της νηνεμίας, που αναμένεται να δοκιμαστεί αν υπάρξει αλλαγή σκυτάλης στον Λευκό Οίκο.

Βασίλης Νέδος
Hταν πρωί του Σαββάτου 27 Απριλίου όταν στην Αθήνα και στο υπουργείο Εξωτερικών άρχισαν να αντιλαμβάνονται ότι ο Γιώργος Γεραπετρίτης βρισκόταν ήδη στο κυβερνητικό «Εμπραέρ» για το Λονδίνο, όπου το μεσημέρι της ίδιας ημέρας συναντήθηκε επί δυόμισι ώρες με τον ομόλογό του της Τουρκίας Χακάν Φιντάν.

Δύο εβδομάδες αργότερα, από την Αγκυρα οι δύο ηγέτες, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης και ο πρόεδρος της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, επαναλάμβαναν κάτι που εξαρχής ήταν γνωστό: οι δύο υπουργοί Εξωτερικών έχουν τη συνολική ευθύνη καθοδήγησης της διαδικασίας προσέγγισης ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία προκειμένου, αφενός να υπάρχει άμεση αντίδραση και ανοιχτός δίαυλος σε περίπτωση παρεξήγησης, αλλά και στενός πολιτικός έλεγχος από τις ηγεσίες των δύο χωρών.

Η συνάντηση των δύο ηγετών στην Αγκυρα επιβεβαίωσε μια ακόμη τάση. Την απόφαση να προχωρήσουν κάποιες ανώδυνες συμφωνίες, δίχως να γίνει οποιαδήποτε αναφορά στα «δύσκολα» θέματα. Στην Αθήνα κανένας δεν γνωρίζει ποιο μπορεί να είναι το χρονικό όριο αυτής της περιόδου «ήρεμων νερών» στο Αιγαίο.

Ταυτόχρονα, όλοι θυμούνται ότι η περίοδος «νηνεμίας» ξεκίνησε την επομένη των καταστροφικών σεισμών στη Νότια Τουρκία, όταν ολόκληρες πόλεις ισοπεδώθηκαν και η κυβέρνηση Ερντογάν έπρεπε να στραφεί στο εσωτερικό, αφενός για να αντιμετωπίσει την τεράστια ανθρωπιστική καταστροφή, αλλά και να δρομολογήσει την ανοικοδόμηση, αφετέρου προκειμένου να επιβιώσει πολιτικά. Οπως αποδείχθηκε λίγους μήνες αργότερα, ο κ. Ερντογάν επανεξελέγη, ωστόσο οι πληγές στην Τουρκία μένουν ανοιχτές, παρά το γεγονός ότι η δημόσια συζήτηση γι’ αυτές είναι περιορισμένη και εντός ορισμένου πλαισίου.

Οι συναντήσεις Γεραπετρίτη – Φιντάν εξασφάλισαν, όπως φάνηκε και από το αποτέλεσμα των δημόσιων δηλώσεων, την αποφυγή οποιουδήποτε ατυχήματος. Ακόμη κι όταν ο κ. Ερντογάν έκανε την (απολύτως αναμενόμενη από ελληνικής πλευράς) αναφορά στη Χαμάς, ήταν σαφές ότι ο κ. Μητσοτάκης ήταν προετοιμασμένος. Οπως άλλωστε και για τη μειονότητα της Θράκης, κάτι που παραδοσιακά ο πρόεδρος της Τουρκίας έθετε πάντα σε όλες τις συναντήσεις του με τους Ελληνες πρωθυπουργούς.

Η επόμενη συνάντηση

Οι δύο ηγέτες έχουν στην πράξη περίπου τέσσερις μήνες έως την επόμενη συνάντησή τους στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη, χωρίς να αποκλείεται κάποιο σύντομο τετ α τετ τον Ιούλιο στην Ουάσιγκτον, στο περιθώριο της συνόδου κορυφής του ΝΑΤΟ. Μέχρι τον Σεπτέμβριο το ερώτημα δεν είναι αν θα συναντηθούν ξανά οι δύο υπουργοί Εξωτερικών, αλλά πόσες φορές θα συμβεί αυτό. Και ενδιάμεσα, βεβαίως, έχει ενδιαφέρον αν θα επαναληφθεί η διαδικασία του Πολιτικού Διαλόγου ανάμεσα στην υφυπουργό Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου και τον ομόλογό της (ο Μπουράκ Ακσαπάρ μετατίθεται και τη θέση του θα αναλάβει, εκτός απροόπτου, ο Φαρούκ Καϊμακτσί) και αν στο πλαίσιο αυτό θα αναθερμανθούν οι διερευνητικές επαφές, δηλαδή το φυσικό πεδίο συζήτησης των βασικών, αεροναυτιλιακών, διαφορών Ελλάδας και Τουρκίας. Είναι πια προφανές ότι η πιθανότητα αναθέρμανσης των διερευνητικών επαφών με στόχο συγκεκριμένο, δηλαδή τη σοβαρή συζήτηση για τα χωρικά ύδατα και, εν συνεχεία, την υφαλοκρηπίδα και την Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ), εξαρτάται από προηγούμενη πολιτική συμφωνία ότι οι συζητήσεις μπορεί να προχωρήσουν.

Οι επαφές των δύο υπουργών Εξωτερικών έχουν μέχρι στιγμής εξασφαλίσει την αποφυγή διπλωματικού «ατυχήματος».

Οπως φάνηκε από ορισμένες κινήσεις εκ μέρους της τουρκικής πλευράς (όπως η συνέντευξη του κ. Ερντογάν στην «Κ» της περασμένης Κυριακής), η Αγκυρα διατηρεί ενεργές όλες τις διεκδικήσεις της στο Αιγαίο, μάλιστα υπογραμμίζοντας ότι τα ζητήματα κυριαρχίας δεν θα μείνουν έξω από το τραπέζι σε περίπτωση που οι συνομιλίες προχωρήσουν. Είναι απολύτως σαφές ότι για την Αθήνα κάτι τέτοιο δεν είναι δυνατόν να συζητηθεί.

Στη διμερή ατζέντα των ελληνοτουρκικών προστέθηκαν και ζητήματα, όπως φάνηκε από τη δημόσια ανακίνηση, σε λιγότερο από 24 ώρες μετά τη συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν, όπως αυτό του θέματος των θαλασσίων πάρκων. Ο κ. Φιντάν ανέφερε ότι για την Αγκυρα το συγκεκριμένο σχέδιο δεν είναι ούτε περιβαλλοντικό ούτε, όπως είπε, αθώο. Και έκτοτε τόσο ο κ. Μητσοτάκης όσο και ο κ. Γεραπετρίτης έχουν ανακοινώσει επανειλημμένως ότι η Αθήνα θα υλοποιήσει το σχέδιο του υπουργείου Περιβάλλοντος (όπως το είχε ανακοινώσει ο αρμόδιος υπουργός Θόδωρος Σκυλακάκης), σημειώνοντας, ωστόσο, ότι οι περιοχές στον χάρτη δεν έχουν ακόμη επιλεγεί.

Οι αμερικανικές εκλογές

Η συνάντηση του Σεπτεμβρίου θα είναι μεν κρίσιμη, όχι όμως όσο οι εξελίξεις που μπορεί να δρομολογηθούν λίγους μήνες μετά και την ολοκλήρωση των εκλογών στις ΗΠΑ τον Νοέμβριο. Από την Αγκυρα θεωρούν ότι η Ουάσιγκτον δεν αντιμετωπίζει την Ελλάδα και την Τουρκία επί ίσοις όροις. Και σε περίπτωση επιστροφής του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο, κανείς δεν μπορεί να προβλέψει πώς θα ερμηνευθεί η τουρκική παράκληση για «ισότιμη» μεταχείριση.

Αν και η ιστορία των ελληνοτουρκικών σχέσεων έχει αποδείξει ότι τα μακροπρόθεσμα σχέδια μπορεί να διαψευστούν πολύ σύντομα, φαίνεται ότι το υπόλοιπο του 2024 δεν θα κυλήσει με σημαντικές εκπλήξεις στο πεδίο, ούτε όμως και με κάποια συμφωνία που θα θέσει προϋποθέσεις για την υλοποίηση σοβαρών συζητήσεων επί μιας ρεαλιστικής ατζέντας, και όχι με την Αγκυρα να βάζει στο τραπέζι την κυριαρχία των νησιών. Πού θα βρίσκονται οι ελληνοτουρκικές σχέσεις στο τέλος αυτής της διαδρομής χωρίς ένταση στο πεδίο, δεν μπορεί να προβλέψει κανείς. Οι πιο έμπειροι, ωστόσο, ανησυχούν ότι η ηγεσία της Τουρκίας θα αξιοποιήσει αυτή την «εποικοδομητική» (όπως διαφημίζεται προς τις Βρυξέλλες και τις ΗΠΑ) στάση της στα ελληνοτουρκικά, προκειμένου στο τέλος της διαδρομής να διατυπώσει τον ισχυρισμό ότι παρά τη βούλησή της για συζητήσεις, η Αθήνα απέφυγε την ουσία των διμερών διαφορών.

Προς το παρόν δυτικοί εταίροι και σύμμαχοι είναι απορροφημένοι με την αντιμετώπιση των πολύ σοβαρών προκλήσεων που εγείρονται για την Ευρώπη στα μέτωπα της Ουκρανίας και της Μέσης Ανατολής και αισθάνονται ανακουφισμένοι που μέσα σ’ αυτή την ατμόσφαιρα δεν πρέπει να ασχοληθούν και με τα ελληνοτουρκικά. Και μεταξύ των συμμάχων, εν ολίγοις, κάποια μεσοπρόθεσμη στρατηγική δεν υπάρχει. Απλώς, να κυλάει ο χρόνος ήρεμα…

πηγή


Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του Ellada simera.

Δημοσίευση σχολίου

 
Top