IISS
του Erik Jones
Υπάρχει αυτή τη στιγμή μια συζήτηση μεταξύ εκείνων που υποστηρίζουν ότι το ενιαίο νόμισμα μπορεί να επιβιώσει πιο εύκολα από μια έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ σε σχέση με το παρελθόν και εκείνοι που υποστηρίζουν ότι θα είναι ένα σοκ για τις αγορές, παρόμοιο με εκείνο της κατάρρευσης της Lehman Brothers τον Σεπτέμβριο του 2008. Αυτή η συζήτηση θα τελειώσει μόνο εάν η κρίση υποχωρήσει ή εάν υπάρξει ένα φυσικό πείραμα. Οι διαφορές μεταξύ των δύο στρατοπέδων είναι ασυμβίβαστες μεταξύ τους.
Υπάρχει λιγότερη συζήτηση για το ποιες θα είναι οι μακροπρόθεσμες επιδράσεις από την έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ. Οι αισιόδοξοι υποστηρίζουν ότι το ευρώ θα προκύψει ως μια πιο πειθαρχημένη ένωση, διότι τα κράτη-μέλη θα ξέρουν ότι δεν θα διασωθούν. Οι απαισιόδοξοι προειδοποιούν ότι η Ευρώπη θα βρίσκεται από κρίση σε κρίση, καθώς οι παράγοντες της αγοράς θα στρέφονται στο ασθενέστερο κράτος-μέλος, με το πρώτο σημάδι προβλήματος. Αυτό φαίνεται να είναι μια έντονη διχογνωμία, αλλά δεν είναι.
Αυτό που λένε και οι δύο πλευρές, είναι ότι οι αγορές θα αρχίσουν να αποτιμούν τα εθνικά assets με διαφορετικό τρόπο σε όλη τη νομισματική ένωση, και με βάση του πόσο καλά διακυβερνάται κάθε χώρα. Ως εκ τούτου, οι μακροπρόθεσμες συνέπειες από το ενδεχόμενο εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ, είναι μια επιστροφή του γεωγραφικού ρίσκου στις ευρωπαϊκές χρηματοοικονομικές αγορές. Το ερώτημα είναι πόσο θα κοστίσει αυτό το γεωγραφικό ρίσκο σε όρους σταθερότητας και οικονομικών επιδόσεων.
Υπάρχουν τρεις λόγοι να πιστέψουμε ότι το κόστος θα είναι πολύ υψηλό. Ο πρώτος έχει να κάνει με την οικονομική επίδοση. Οποιαδήποτε διαφορά στις τιμές ομολόγων ανά τις χώρες, θα επηρεάσει επίσης την τιμή του κεφαλαίου για τις επιχειρήσεις του μη χρηματοπιστωτικού κλάδου. Αυτό σημαίνει ότι οι ιταλικές, ισπανικές και πορτογαλικές επιχειρήσεις θα πληρώνουν περισσότερο για να αντλούν κεφάλαια και να πληρώνουν για τις νέες επενδύσεις, έναντι των γερμανικών, ολλανδικών και αυστριακών ομολόγων τους. Σημαίνει επίσης ότι οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις στις περιφερειακές αγορές θα έχουν ένα επιπλέον πλεονέκτημα έναντι των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων. Ως αποτέλεσμα, οι περιφερειακές χώρες θα αναπτυχθούν με βραδύτερο ρυθμό και θα επωφεληθούν από λιγότερη καινοτομία σε σχέση με τι θα γινόταν σε διαφορετική περίπτωση. Αυτό θα οδηγήσει χαμηλότερα τις ευρωπαϊκές προοπτικές ανάπτυξης συνολικά.
Ο δεύτερος λόγος έχει να κάνει με την οικονομική σταθερότητα. Η εισαγωγή των γεωγραφικών ασφάλιστρων κινδύνου θα παρεμβαίνει με τον μηχανισμό μετάδοσης για την ευρωπαϊκή νομισματική πολιτική. Αυτό είναι το πρόβλημα για το οποίο προειδοποίησε ο πρόεδρος της ΕΚΤ, Mario Draghi, στη διάρκεια της κορύφωσης των κρίσεων σε Ισπανία και Ιταλία τον Ιούλιο του 2012, και είναι ο λόγος για τον οποίο εισήγαγε το πρόγραμμα ΟΜΤ τον επόμενο Σεπτέμβριο. Το πρόβλημα είναι ότι οι αλλαγές στις πράξεις νομισματικής πολιτικής στην Φρανκφούρτη, έχουν μικρότερη επίπτωση στις νομισματικές συνθήκες στην περιφέρεια, όταν οι αγορές αποτιμούν το γεωγραφικό ρίσκο. Οι περιφερειακές οικονομίες θα βιώσουν μεγαλύτερη μακροοικονομική μεταβλητότητα, ως συνέπεια. Επιπλέον, η εθνική δημοσιονομική πολιτική δεν θα επεκταθεί για να αντισταθμίσει. Αντιθέτως, τα κίνητρα της αγοράς θα είναι για να δράσει κυκλικά η εθνική δημοσιονομική πολιτική, με την σύσφιξη, όταν συρρικνώνονται τα φορολογικά έσοδα και αυξάνονται οι δαπάνες. Μια τέτοια μακροοικονομική μεταβλητότητα θα δημιουργήσει άλλη μια δομική διαφορά μεταξύ εκείνων των χωρών που είναι προνομιούχες και εκείνων που τιμωρούνται από την αγορά.
Ο τρίτος λόγος για τον οποίο πιστεύουμε ότι το κόστος της επανεισαγωγής γεωγραφικών ασφαλίστρων κινδύνου θα είναι υψηλό, έχει να κάνει με την αποτελεσματικότητα των υποδομών της αγοράς. Εδώ θα πρέπει να κοιτάξουμε στο σε πραγματικό χρόνο σύστημα πληρωμών της ΕΕ (Target2) και το νέο καθεστώς για τις διασυνοριακές διευθετήσεις σε τίτλους (Τ2S). Η Ελλάδα είναι ένα πλήρες μέλος του Target 2 και ένα από τα τέσσερα ιδρυτικά μέλη του T2S. Εάν η Ελλάδα βγει από το ευρώ, οι Ευρωπαίοι ηγέτες θα πρέπει να σκεφτούν πώς να αποδεσμεύσουν τις ελληνικές θέσεις και στις δύο ρυθμίσεις. Δεν χρειάζεται να ξέρουμε πώς θα λάβει χώρα αυτό, για να φανταστούμε ότι θα είναι ένα σοκ για τα δύο συνδεδεμένα συστήματα. Το αποτέλεσμα θα είναι μια αλλαγή στο πώς οι περιφερειακές τράπεζες αποκτούν πρόσβαση στα λεφτά της κεντρικής τράπεζας, για πληρωμές και διακανονισμούς. Τα τωρινά συστήματα είναι κατασκευασμένα για ταχύτητα και αποδοτικότητα. Οποιαδήποτε μελλοντική διευθέτηση θα θυσιάσει ορισμένα από αυτά τα πλεονεκτήματα προς όφελος της διαχείρισης του γεωγραφικού ρίσκου. Και πάλι, οι περιφερειακές χώρες θα είναι σε μειονεκτική θέση.
Οι μακροπρόθεσμες επιδράσεις της εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ, θα είναι η δημιουργία μιας Ευρώπης δύο (ή πολλών) επιπέδων, με την μία πλευρά να υποφέρει από μόνιμα μειονεκτήματα σε ό,τι αφορά το κόστος κεφαλαίου, την μεταβλητότητα των μακροοικονομικών επιδόσεων και την αποδοτικότητα των υποδομών της αγοράς. Επιπλέον, αυτό το μέλλον είναι σύμφωνο με τις προβλέψεις τόσο των αισιόδοξων όσο και των απαισιόδοξων. Όποια και αν είναι η βραχυπρόθεσμη επίδραση από ενδεχόμενη έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ, θα υπάρξουν δαπανηρές και διχαστικές μακροπρόθεσμες συνέπειες.
Δημοσίευση σχολίου