Διπλωματικές… πιρουέτες Ερντογάν – Νταβούτογλου για να επεκτείνουν την κρίση από την Κύπρο στο Καστελλόριζο
Του Σωτήρη Σιδέρη
Θέμα χρόνου είναι να ενταθεί και όχι να αμβλυνθεί η αντιπαράθεση Ελλάδας και Κυπριακής Δημοκρατίας με την Τουρκία, με επίκεντρο τις έρευνες για τον εντοπισμό και την εκμετάλλευση φυσικού αερίου και πετρελαίου.
Η τουρκική επιθετικότητα στην Κύπρο, η αυξανόμενη τριμερής συνεργασία Αθήνας – Λευκωσίας – Καΐρου και η διένεξη με την Ελλάδα στο Αιγαίο, συνθέτουν ένα σύνολο αλληλεπιδρόντων προβλημάτων που προκαλούν ένταση.
Η Τουρκία, σύμφωνα μ έγκυρες νομικές πηγές, όχι μόνο απέρριψε τα ελληνικά διαβήματα για τις κινήσεις της στην ΑΟΖ της Κύπρου, αλλά, αντίθετα, ζήτησε από την Ελλάδα να αναλάβει τις ευθύνες της ως εγγυήτριας δύναμης και να προσέλθει σε τετραμερή διάσκεψη με σκοπό την επίλυση των προβλημάτων που η ίδια η γείτων προκάλεσε!
Οι ίδιες πηγές επιμένουν επίσης ότι το δίδυμο Ερντογάν – Νταβούτογλου σύντομα να εκδηλώσει ένα επιθετικό διπλωματικό σχέδιο προς την Αθήνα, σε συνδυασμό με στρατιωτικές πιέσεις, με στόχο να ληφθούν πολιτικές αποφάσεις για το Αιγαίο, κάτι που ο Αντώνης Σαμαράς ούτε να ακούει θέλει.
Αυτό σημαίνει ότι πιθανότατα το Καστελλόριζο θα βρεθεί στο επίκεντρο μίας νέας έντασης, με την Άγκυρα να θεωρεί ότι οι εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο και την ευρύτερη Μέση Ανατολή ευνοούν επιθετικές κινήσεις, πράγμα όμως καθόλου απλό ή ανώδυνο.
Διπλωματικές αλλά και στρατιωτικές πηγές δεν αποκλείουν κινήσεις όπως αυτές στην Κυπριακή ΑΟΖ να γίνουν και στο ακριτικό νησί μας.
Ο Έλληνας πρωθυπουργός δεν επιθυμούσε ούτε την πραγματοποίηση του Συμβουλίου Συνεργασίας Ελλάδας – Τουρκίας, το οποίο όμως δέχτηκε να γίνει το Νοέμβριο και είναι ένα θέμα που ίσως προκαλέσει εκ νέου τριβές.
Όπως εκτιμούν έμπειροι διπλωμάτες, η επόμενη ανάλογη κρίση με αυτή στην Κυπριακή ΑΟΖ θα εκδηλωθεί στο Καστελλόριζο.
Κλιμάκωση με φόντο το φυσικό αέριο
Προς το παρόν, νότια της Κύπρου υπάρχει μία εστία έντασης με πρωταγωνίστρια την Άγκυρα. Η Τουρκία δεν έχει κανένα δικαίωμα σε ενεργειακούς πόρους εντός της Κυπριακής ΑΟΖ και δεν υπάρχει απολύτως κανένας νόμιμος τρόπος να αποκτήσει πρόσβαση. Θεωρητικά, η στάση της γείτονος υπαγορεύεται στο πλαίσιο της υποστήριξης των ό,ποιων δικαιωμάτων των Τουρκοκυπρίων, όμως αυτά μπορούν να συζητηθούν στις διαπραγματεύσεις μεταξύ των δύο κοινοτήτων και όχι με πολεμικά πλοία ή με παραβιάσεις της ΑΟΖ. Υπό το πρίσμα αυτό, έγκριτες νομικές πηγές θεωρούν ότι η πολιτική ίσων αποστάσεων των μεγάλων χωρών δεν είναι καλός οιωνός. Τη χειρότερη στάση τήρησε δε ο νέος ειδικός σύμβουλος του γραμματέα του ΟΗΕ, Νορβηγός Έσπεν Μπαρτ Άιντε, ο οποίος, μιλώντας για τις ενέργειες της Τουρκίας, έκανε λόγο για «de facto διαφορά Κύπρου – Τουρκίας», μετατρέποντας σε κουρέλια το διεθνές δίκαιο, πράγμα που θα έπρεπε να είχε καταγγελθεί.
Αναλυτές στη Λευκωσία και νομικές πηγές στην Αθήνα εκτιμούν ότι οι εξελίξεις στην Κυπριακή Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη θα είναι γεμάτες ένταση όσο προχωρούν οι έρευνες και κυρίως όσο θα πλησιάζει ο χρόνος για την εκμετάλλευση του φυσικού αερίου.
Η Άγκυρα ήδη απαιτεί στο παρασκήνιο –πέρα από μερίδιο στο φυσικό αέριο- η διακίνηση να γίνεται από αγωγό μέσω Τουρκίας. Στον πυρήνα της, η τουρκική πολιτική είναι ίδια και στο Αιγαίο, όπου με απειλή πολέμου, με κρίσεις τύπου Ιμίων και με πιέσεις στα νησιά προσπαθεί να επιβάλει τη δική της θέση.
Όπως προαναφέρθηκε, διπλωματικές πηγές στην Αθήνα θεωρούν βέβαιο ότι κάποια στιγμή, όταν οι συνθήκες το επιτρέψουν, η Τουρκία θα προβεί σε ίδιου τύπου ενέργειες κοντά στο Καστελλόριζο, υποδηλώνοντας έτσι την αποφασιστικότητά της να εξευρεθεί μία λύση σύμφωνη με την άποψή της ότι το ακριτικό νησί έχει μηδενική επήρεια στην οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών.
Ελληνική απροθυμία για το Ανώτατο Συμβούλιο Στρατηγικής Συνεργασίας
Ένα ακόμη στοιχείο που μπορεί να τροφοδοτήσει έντονες συζητήσεις είναι η (κρυφή) άρνηση της ελληνικής κυβέρνησης να συντηρήσει τις ελληνοτουρκικές συνομιλίες μέσω του Ανώτατου Συμβουλίου Στρατηγικής Συνεργασίας που κατά τη συνάντηση Σαμαρά – Ερντογάν στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ στην Ουαλία, αποφασίστηκε να πραγματοποιηθεί τον επόμενο μήνα.
Από την πρώτη στιγμή, πριν καν η ελληνική αντιπροσωπεία επιστρέψει στην Αθήνα, οι πάντως γνώριζαν ότι προσωπικά ο Αντώνης Σαμαράς δεν είχε την παραμικρή διάθεση να εργαστεί για την πραγματοποίηση του Συμβουλίου και, κατά συνέπεια, η θετική στάση στη συνάντηση με τον Ταγίπ Ερντογάν ήταν εθιμοτυπικού και όχι πολιτικού χαρακτήρα. Με πρόσχημα, μάλιστα, και την κρίση στην Κύπρο, είναι σχεδόν βέβαιο ότι η συνεδρίαση των υπουργικών Συμβουλίων δεν θα γίνει ούτε το Νοέμβριο ούτε τον Δεκέμβριο –επί της ουσία ουδείς γνωρίζει πότε και αν θα γίνει. Προφανώς αυτό θα το εκμεταλλευτεί με τον δικό της τρόπο η Τουρκία…
Όπως αναφέρουν συγκεκριμένα οι ίδιες πηγές, ο πρωθυπουργός δεν δείχνει διάθεση να αναπτύξει συγκροτημένη διπλωματική δραστηριότητα προκειμένου να καλλιεργήσει το κλίμα διπλωματικής αντεπίθεσης με στόχο να πάρει η Άγκυρα το μήνυμα ότι οι ενέργειές της έχουν κόστος. Ούτε στο υπουργείο Εξωτερικών υπάρχει ιδιαίτερη ζέση για την πραγματοποίηση του Συμβουλίου Συνεργασίας, θεωρώντας ότι η διμερής συνεργασία σε οικονομικό επίπεδο κινείται πλέον με μία αυτόνομη δυναμική, που δεν χρειάζεται ιδιαίτερες κρατικές παρεμβάσεις. Από τις πολλές συμφωνίες που έχουν υπογραφεί ελάχιστες έχουν αντίκρισμα ή τηρούνται, με συνέπεια η ατζέντα του Συμβουλίου να έχει βαλτώσει. Αυτό οφείλεται σε έναν βαθμό και στο γεγονός ότι η διένεξη των δύο χωρών στο Αιγαίο και την Κύπρο λειτουργεί ανασταλτικά για μία γενικευμένη αναπτυξιακή συνεργασία. Είναι άλλο πράγμα όμως η ελληνοτουρκική συνεργασία να υπάρχει και να αναπτύσσεται στοχευμένα και σχεδιασμένα και άλλο η ελληνική κυβέρνηση από τη μία πλευρά να συμφωνεί στην πραγματοποίηση ενός Συμβουλίου και από την άλλη να υπονομεύει την πραγματοποίηση του.
Εντύπωση προκαλεί επίσης το γεγονός ότι η ελληνική κυβέρνηση, που οφείλει να σηκώσει το μεγάλο βάρος της προστασίας κα στήριξης της Κυπριακής Δημοκρατίας, δεν εμφανίζεται ικανή να διαχειριστεί καμία κρίση είτε μικρής είτε μεγάλης έντασης.
Αναπόφευκτα γεννά ερωτήματα το ότι, ενώ η Τουρκία προκαλεί σε Αιγαίο, Κύπρο και Μεσόγειο και παραβιάζει εναέριο και θαλάσσιο εθνικό χώρο κλιμακώνοντας τις απειλές, η Ελλάδα συνεχίζει να στηρίζει τις ενταξιακές της διαπραγματεύσεις με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η επανάληψη ορισμένων πάγιων ελληνικών θέσεων στις ετήσιες εκθέσεις προόδου της Επιτροπής για τα υποψήφια προς ένταξη κράτη, έχει αποδειχτεί ότι δεν συγκινεί την Τουρκία.
Αν η Ελλάδα δεν αποφασίσει να παρέμβει δυναμικά στους διεθνείς οργανισμούς, διμερώς στις μεγάλες χώρες και να αναπτύξει σχέδιο συμμαχιών, ώστε να αναγκάσει την Άγκυρα σε αναδίπλωση, οι εξελίξεις θα είναι δυσμενείς για τα εθνικά μας συμφέροντα.
περιοδικό «Επίκαιρα», τεύχος 259
πηγή
Του Σωτήρη Σιδέρη
Θέμα χρόνου είναι να ενταθεί και όχι να αμβλυνθεί η αντιπαράθεση Ελλάδας και Κυπριακής Δημοκρατίας με την Τουρκία, με επίκεντρο τις έρευνες για τον εντοπισμό και την εκμετάλλευση φυσικού αερίου και πετρελαίου.
Η τουρκική επιθετικότητα στην Κύπρο, η αυξανόμενη τριμερής συνεργασία Αθήνας – Λευκωσίας – Καΐρου και η διένεξη με την Ελλάδα στο Αιγαίο, συνθέτουν ένα σύνολο αλληλεπιδρόντων προβλημάτων που προκαλούν ένταση.
Η Τουρκία, σύμφωνα μ έγκυρες νομικές πηγές, όχι μόνο απέρριψε τα ελληνικά διαβήματα για τις κινήσεις της στην ΑΟΖ της Κύπρου, αλλά, αντίθετα, ζήτησε από την Ελλάδα να αναλάβει τις ευθύνες της ως εγγυήτριας δύναμης και να προσέλθει σε τετραμερή διάσκεψη με σκοπό την επίλυση των προβλημάτων που η ίδια η γείτων προκάλεσε!
Οι ίδιες πηγές επιμένουν επίσης ότι το δίδυμο Ερντογάν – Νταβούτογλου σύντομα να εκδηλώσει ένα επιθετικό διπλωματικό σχέδιο προς την Αθήνα, σε συνδυασμό με στρατιωτικές πιέσεις, με στόχο να ληφθούν πολιτικές αποφάσεις για το Αιγαίο, κάτι που ο Αντώνης Σαμαράς ούτε να ακούει θέλει.
Αυτό σημαίνει ότι πιθανότατα το Καστελλόριζο θα βρεθεί στο επίκεντρο μίας νέας έντασης, με την Άγκυρα να θεωρεί ότι οι εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο και την ευρύτερη Μέση Ανατολή ευνοούν επιθετικές κινήσεις, πράγμα όμως καθόλου απλό ή ανώδυνο.
Διπλωματικές αλλά και στρατιωτικές πηγές δεν αποκλείουν κινήσεις όπως αυτές στην Κυπριακή ΑΟΖ να γίνουν και στο ακριτικό νησί μας.
Ο Έλληνας πρωθυπουργός δεν επιθυμούσε ούτε την πραγματοποίηση του Συμβουλίου Συνεργασίας Ελλάδας – Τουρκίας, το οποίο όμως δέχτηκε να γίνει το Νοέμβριο και είναι ένα θέμα που ίσως προκαλέσει εκ νέου τριβές.
Όπως εκτιμούν έμπειροι διπλωμάτες, η επόμενη ανάλογη κρίση με αυτή στην Κυπριακή ΑΟΖ θα εκδηλωθεί στο Καστελλόριζο.
Κλιμάκωση με φόντο το φυσικό αέριο
Προς το παρόν, νότια της Κύπρου υπάρχει μία εστία έντασης με πρωταγωνίστρια την Άγκυρα. Η Τουρκία δεν έχει κανένα δικαίωμα σε ενεργειακούς πόρους εντός της Κυπριακής ΑΟΖ και δεν υπάρχει απολύτως κανένας νόμιμος τρόπος να αποκτήσει πρόσβαση. Θεωρητικά, η στάση της γείτονος υπαγορεύεται στο πλαίσιο της υποστήριξης των ό,ποιων δικαιωμάτων των Τουρκοκυπρίων, όμως αυτά μπορούν να συζητηθούν στις διαπραγματεύσεις μεταξύ των δύο κοινοτήτων και όχι με πολεμικά πλοία ή με παραβιάσεις της ΑΟΖ. Υπό το πρίσμα αυτό, έγκριτες νομικές πηγές θεωρούν ότι η πολιτική ίσων αποστάσεων των μεγάλων χωρών δεν είναι καλός οιωνός. Τη χειρότερη στάση τήρησε δε ο νέος ειδικός σύμβουλος του γραμματέα του ΟΗΕ, Νορβηγός Έσπεν Μπαρτ Άιντε, ο οποίος, μιλώντας για τις ενέργειες της Τουρκίας, έκανε λόγο για «de facto διαφορά Κύπρου – Τουρκίας», μετατρέποντας σε κουρέλια το διεθνές δίκαιο, πράγμα που θα έπρεπε να είχε καταγγελθεί.
Αναλυτές στη Λευκωσία και νομικές πηγές στην Αθήνα εκτιμούν ότι οι εξελίξεις στην Κυπριακή Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη θα είναι γεμάτες ένταση όσο προχωρούν οι έρευνες και κυρίως όσο θα πλησιάζει ο χρόνος για την εκμετάλλευση του φυσικού αερίου.
Η Άγκυρα ήδη απαιτεί στο παρασκήνιο –πέρα από μερίδιο στο φυσικό αέριο- η διακίνηση να γίνεται από αγωγό μέσω Τουρκίας. Στον πυρήνα της, η τουρκική πολιτική είναι ίδια και στο Αιγαίο, όπου με απειλή πολέμου, με κρίσεις τύπου Ιμίων και με πιέσεις στα νησιά προσπαθεί να επιβάλει τη δική της θέση.
Όπως προαναφέρθηκε, διπλωματικές πηγές στην Αθήνα θεωρούν βέβαιο ότι κάποια στιγμή, όταν οι συνθήκες το επιτρέψουν, η Τουρκία θα προβεί σε ίδιου τύπου ενέργειες κοντά στο Καστελλόριζο, υποδηλώνοντας έτσι την αποφασιστικότητά της να εξευρεθεί μία λύση σύμφωνη με την άποψή της ότι το ακριτικό νησί έχει μηδενική επήρεια στην οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών.
Ελληνική απροθυμία για το Ανώτατο Συμβούλιο Στρατηγικής Συνεργασίας
Ένα ακόμη στοιχείο που μπορεί να τροφοδοτήσει έντονες συζητήσεις είναι η (κρυφή) άρνηση της ελληνικής κυβέρνησης να συντηρήσει τις ελληνοτουρκικές συνομιλίες μέσω του Ανώτατου Συμβουλίου Στρατηγικής Συνεργασίας που κατά τη συνάντηση Σαμαρά – Ερντογάν στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ στην Ουαλία, αποφασίστηκε να πραγματοποιηθεί τον επόμενο μήνα.
Από την πρώτη στιγμή, πριν καν η ελληνική αντιπροσωπεία επιστρέψει στην Αθήνα, οι πάντως γνώριζαν ότι προσωπικά ο Αντώνης Σαμαράς δεν είχε την παραμικρή διάθεση να εργαστεί για την πραγματοποίηση του Συμβουλίου και, κατά συνέπεια, η θετική στάση στη συνάντηση με τον Ταγίπ Ερντογάν ήταν εθιμοτυπικού και όχι πολιτικού χαρακτήρα. Με πρόσχημα, μάλιστα, και την κρίση στην Κύπρο, είναι σχεδόν βέβαιο ότι η συνεδρίαση των υπουργικών Συμβουλίων δεν θα γίνει ούτε το Νοέμβριο ούτε τον Δεκέμβριο –επί της ουσία ουδείς γνωρίζει πότε και αν θα γίνει. Προφανώς αυτό θα το εκμεταλλευτεί με τον δικό της τρόπο η Τουρκία…
Όπως αναφέρουν συγκεκριμένα οι ίδιες πηγές, ο πρωθυπουργός δεν δείχνει διάθεση να αναπτύξει συγκροτημένη διπλωματική δραστηριότητα προκειμένου να καλλιεργήσει το κλίμα διπλωματικής αντεπίθεσης με στόχο να πάρει η Άγκυρα το μήνυμα ότι οι ενέργειές της έχουν κόστος. Ούτε στο υπουργείο Εξωτερικών υπάρχει ιδιαίτερη ζέση για την πραγματοποίηση του Συμβουλίου Συνεργασίας, θεωρώντας ότι η διμερής συνεργασία σε οικονομικό επίπεδο κινείται πλέον με μία αυτόνομη δυναμική, που δεν χρειάζεται ιδιαίτερες κρατικές παρεμβάσεις. Από τις πολλές συμφωνίες που έχουν υπογραφεί ελάχιστες έχουν αντίκρισμα ή τηρούνται, με συνέπεια η ατζέντα του Συμβουλίου να έχει βαλτώσει. Αυτό οφείλεται σε έναν βαθμό και στο γεγονός ότι η διένεξη των δύο χωρών στο Αιγαίο και την Κύπρο λειτουργεί ανασταλτικά για μία γενικευμένη αναπτυξιακή συνεργασία. Είναι άλλο πράγμα όμως η ελληνοτουρκική συνεργασία να υπάρχει και να αναπτύσσεται στοχευμένα και σχεδιασμένα και άλλο η ελληνική κυβέρνηση από τη μία πλευρά να συμφωνεί στην πραγματοποίηση ενός Συμβουλίου και από την άλλη να υπονομεύει την πραγματοποίηση του.
Εντύπωση προκαλεί επίσης το γεγονός ότι η ελληνική κυβέρνηση, που οφείλει να σηκώσει το μεγάλο βάρος της προστασίας κα στήριξης της Κυπριακής Δημοκρατίας, δεν εμφανίζεται ικανή να διαχειριστεί καμία κρίση είτε μικρής είτε μεγάλης έντασης.
Αναπόφευκτα γεννά ερωτήματα το ότι, ενώ η Τουρκία προκαλεί σε Αιγαίο, Κύπρο και Μεσόγειο και παραβιάζει εναέριο και θαλάσσιο εθνικό χώρο κλιμακώνοντας τις απειλές, η Ελλάδα συνεχίζει να στηρίζει τις ενταξιακές της διαπραγματεύσεις με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η επανάληψη ορισμένων πάγιων ελληνικών θέσεων στις ετήσιες εκθέσεις προόδου της Επιτροπής για τα υποψήφια προς ένταξη κράτη, έχει αποδειχτεί ότι δεν συγκινεί την Τουρκία.
Αν η Ελλάδα δεν αποφασίσει να παρέμβει δυναμικά στους διεθνείς οργανισμούς, διμερώς στις μεγάλες χώρες και να αναπτύξει σχέδιο συμμαχιών, ώστε να αναγκάσει την Άγκυρα σε αναδίπλωση, οι εξελίξεις θα είναι δυσμενείς για τα εθνικά μας συμφέροντα.
περιοδικό «Επίκαιρα», τεύχος 259
πηγή
Δημοσίευση σχολίου