Συμφωνία ελευθέρου εμπορίου και πολιτικής συνεργασίας με την ΕΕ υπέγραψε η Ουκρανία. Την συμφωνία υπέγραψε στις Βρυξέλλες ο νέος Ουκρανός πρόεδρος Πέτρο Ποροτσένκο. Η μη υπογραφή της εν λόγω συμφωνίας από τον πρώην πρόεδρο της χώρας Βίκτορ Γιανουκόβιτς, υπενθυμίζεται, ότι υπήρξε η αφορμή για το ξέσπασμα των αιματηρών διαδηλώσεων στην Ουκρανία, που είχαν ως αποτέλεσμα την έκπτωση του Γιανουκόβιτς από το αξίωμά του, την προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία και την, έως σήμερα συνεχιζόμενη, εξέγερση των ρωσόφωνων στην ανατολική Ουκρανία, λόγω ακριβώς της αντίθεσης της Ρωσίας στην σύσφιξη των σχέσεων της Ουκρανίας και την ΕΕ.
Των Μιχαήλ Βασιλείου & Παντελή Καρύκα
Ο πρόεδρος της Κομισιόν Χοσέ Μανουέλ Μπαρόζο και ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Χέρμαν φαν Ρόμπεϊ, χαιρέτησαν την υπογραφή της συμφωνίας και προειδοποίησαν τη Μόσχα με επιπλέον οικονομικές κυρώσεις αν δεν σταματήσει να ενισχύει τους ρωσόφωνους αυτονομιστές (ενδεχόμενη και η επιθυμία απόσχισης, ακολουθώντας τον δρόμο της Κριμαίας) στην ανατολική Ουκρανία.
Παρόμοιες συμφωνίες υπέγραψαν, με την ΕΕ, πρόσφατα η Μολδαβία και η Γεωργία επίσης, αποκτώντας αμφότερες πρόσβαση στις ευρωπαϊκές αγορές, παρά την αντίδραση της Μόσχας που θεωρεί τις κινήσεις αυτές ως στρεφόμενες εναντίον της, καθώς υποσκάπτουν την επιρροή της στις πρώην σοβιετικές δημοκρατίες. Προειδοποίηση προς τη Ρωσία απεύθυνε πάντως και η Γερμανία, μέσω της καγκελαρίου Μέρκελ, για την επιβολή σοβαρότερων κυρώσεων.
Το ερώτημα είναι αν η εξέλιξη αυτή αποτελεί ή όχι ήττα της Ρωσίας. Καταρχήν, όσα βρίσκονται σε εξέλιξη στην Ουκρανία, είναι προφανώς το αποτέλεσμα μιας διαδικασίας που ξεκίνησε με την ανατροπή του νόμιμα εκλεγμένου προέδρου της Ουκρανίας, Βίκτορ Γιανουκόβιτς, που θεωρούνταν – και είναι – φιλορώσος. Ο εν λόγω μπορεί όντως να ήταν διεφθαρμένος «μέχρι το κόκκαλο», ουδείς αντιλέγει. Το πρώτο ερώτημα που χρήζει απάντησης όμως είναι «ποιος πολιτικός δεν ήταν διεφθαρμένος στην Ουκρανία», ενώ το δεύτερο, για ποιον λόγο δεν περίμεναν την ανατροπή του με νόμιμο τρόπο στις επόμενες εκλογές.
Ο Γιανουκόβιτς ανατράπηκε και αίφνης, όλοι θυμήθηκαν τις υποθέσεις διαφθοράς, ενώ εάν υπάρχει κάποιο «πρωτάθλημα» που θα είχε ενδιαφέρον στη χώρα, είναι αυτό που θα σύγκρινε τους τραπεζικούς λογαριασμούς των πολιτικών στο εξωτερικό, με τους περισσότερους να περιέχουν εφταψήφια νούμερα, ενώ η επαγγελματική τους δραστηριότητα δεν θα δικαιολογούσε τέτοια ποσά, ούτε σε… εφτά ζωές.
Αυτή είναι σαφέστατα η μία πλευρά του νομίσματος, ενώ θα είναι πλήρης η περιγραφή της κατάστασης, εάν στην αιτιολογία της ρωσικής αντίδρασης πρόσθετε κανείς τις πάγιες και απολύτως γνωστές στους ενασχολούμενους ανησυχίες για τις επιπτώσεις στην ασφάλειά της. Μια Ουκρανία υπό δυτικό έλεγχο, σε μια περιοχή χωρίς φυσικά σύνορα που να βοηθούν στην άμυνα ενός κράτους (οι Ρώσοι δεν συζητούν καν να… ρισκάρουν την επανάληψη εισβολών στη χώρα, όπως αυτές του Ναπολέοντα και του Χίτλερ, άρα οι αντιδράσεις τους θεωρούνται στη Μόσχα ως προληπτικά μέτρα), αποτελεί σενάριο-εφιάλτη για τους σχεδιαστές της ρωσικής άμυνας.
Όσοι δεν αντιλαμβάνονται και θεωρούν «αναχρονιστική» τη σκέψη των σχεδιαστών της ρωσικής άμυνας, είναι απλώς αστοιχείωτοι στα ζητήματα αυτά, ενώ αυτό που επιτυγχάνουν, είναι να επιτείνουν την «παράνοια» της Μόσχας, φέρνοντας ένα βήμα πιο κοντά την επανέναρξη Ψυχρού Πολέμου. Εκτός κι αν στη Δύση επικρατούν πλέον σκέψεις, σύμφωνα με τις οποίες ένας νέος Ψυχρός Πόλεμος και η αναζωπύρωση των αμυντικών – εξοπλιστικών δαπανών, αποτελεί τη λύση στην παγκόσμια οικονομική κρίση…
Από την άλλη πλευρά όμως είναι εξίσου σαφές, ότι θεωρητικά τουλάχιστον, καμία χώρα δεν δικαιούται να υπαγορεύει σε κάποια άλλη ποια θα είναι κατεύθυνση που θα έχει η εξωτερική της πολιτική, το μοντέλο ανάπτυξης και οι εταίροι της, στην άμυνα ή την οικονομία. Κατά συνέπεια, η Ρωσία στο σημείο αυτό, καταρχήν, έχει άδικο. Ωστόσο, θα πρέπει ίσως να διαχωρίσουμε την περίπτωση μεταξύ της οικονομίας και της άμυνας.Στην περίπτωση της οικονομίας τα πράγματα ίσως είναι λιγάκι πιο εύκολα. Εάν δηλαδή η Ουκρανία δήλωνε ότι το οικονομικό της μέλλον το θέλει συνδεδεμένο με τη Δύση, προσθέτοντας όμως παράλληλα, ότι οι ειδικές γεωγραφικές συνθήκες, η «γειτονιά» στην οποία η γεωγραφία έχει καταδικάσει την Ουκρανία να πορεύεται, υπαγορεύουν μεγαλύτερη προσοχή και περίσκεψη, ώστε να μην προκαλείται αφύπνιση του «διλήμματος ασφαλείας» (security dilemma) των γειτόνων, με ακραία αποσταθεροποιητικά αποτελέσματα, τα πράγματα θα ήταν ίσως πολύ διαφορετικά. Θα υπήρχε σημείο σύγκλισης και συζήτησης – διαπραγμάτευσης.
Κι αυτό διότι στο ζήτημα της άμυνας δεν ισχύουν τα ίδια. Είναι προφανώς σωστό, ότι κάθε χώρα έχει δικαίωμα να επιλέγει τους συμμάχους της, όταν όμως αυτές οι συμμαχίες δημιουργούν αίσθημα απειλής στον γείτονα, αυτός νομιμοποιείται εξίσου να λάβει μέτρα για να αποφύγει να βρεθεί σε μεταγενέστερο χρόνο εκτεθειμένος αμυντικά. Κι εκεί είναι που προκύπτει το επικίνδυνο αδιέξοδο. Έτσι έχει γίνει και στην περίπτωση της Ουκρανίας.
Τι συνιστά λοιπόν η εξέλιξη με την υπογραφή συμφωνίας ανάμεσα στην Ουκρανία και την Ευρωπαϊκή Ένωση; Νίκη ή ήττα για τη Ρωσία; Έχουμε την αίσθηση, ότι το ερώτημα θα πρέπει να απαντηθεί προσθέτοντας και την Ευρωπαϊκή Ένωση, ενδεχομένως και τις Ηνωμένες Πολιτείες, καθώς η συνολικότερη εξέλιξη της κατάστασης συνιστά στρατηγική ήττα για όλους τους εμπλεκόμενους, αφού σε τακτικό επίπεδο όλοι θα μπορούσαν να ανακαλύψουν όφελος…
Περιοριζόμαστε για λόγους οικονομίας χρόνου και χώρου στη Ρωσία, ενώ από τη στιγμή που οι δυο πλευρές αντιλαμβάνονται την κατάσταση ως «παίγνιο μηδενικού αθροίσματος» (zero-sum game), όπου το κέρδος του ενός είναι απώλεια του άλλου, όσα θα αναφερθούν, ιδωμένα «από την ανάποδη», καθορίζουν το όφελος ή τη ζημία της άλλης πλευράς.Όσον αφορά λοιπόν τη Ρωσία, εάν στόχος της ήταν η αποτροπή της υπογραφής της συμφωνίας δια της άσκησης καταναγκαστικής πολιτικής, μέσω της απειλής αποσταθεροποίησης και εδαφικού ακρωτηριασμού της Ουκρανίας, η εξέλιξη συνιστά σαφή ήττα, ακόμα κι αν σε αντίδραση προχωρήσει στην προσάρτηση της ανατολικής Ουκρανίας.
Πέραν της υπογραφής της συμφωνίας, τα αρνητικά για τη Μόσχα δεν σταματούν εδώ. Συνέβαλε τα μέγιστα να δημιουργήσει τη «συγκολλητική ουσία» που θα ενώσει εκ νέου τον τόσο διαιρεμένο τα τελευταία χρόνια «δυτικό κόσμο». Ασφαλώς και ισχύει το αντεπιχείρημα ότι πολλές χώρες δεν επιθυμούν την κλιμάκωση των σχέσεων με τη Μόσχα.
Αυτό δεν είναι όμως το σωστό ερώτημα που πρέπει να τεθεί. Το πραγματικό ερώτημα είναι, ποια πιστεύει η Μόσχα ότι θα είναι η επιλογή, για παράδειγμα της Γερμανίας που έχει τόσα κοινά οικονομικά συμφέροντα με τη Ρωσία, σε περίπτωση που οι σχέσεις ανατολής – δύσης κλιμακωθούν τόσο πολύ με τον κόσμο να περιχαρακώνεται σε δυο «στρατόπεδα».
Δεν νομίζουμε ότι η απάντηση που θα δώσει το Βερολίνο θα ευνοεί τη Μόσχα. Και όλα αυτά εξαιτίας της «υπεραντίδρασης», όπως γίνεται αντιληπτή η στάση της Ρωσίας στη Δύση, σε σχέση με τις εμφανείς αδυναμίες της που δεν περιορίζονται μόνο στη σφαίρα των οικονομικών, ενώ οι στοχευμένες οικονομικές κυρώσεις σε βάρος της ρωσικής οικονομίας μπορούν να επιφέρουν σοβαρά πλήγματα σε πολύ δύσκολες και η ρωσική ηγεσία το γνωρίζει. Και όπως έχει εξηγηθεί στο παρελθόν, η στρατηγική συμφωνία με την Κίνα προσφέρει μεν διέξοδο, καθιστά όμως τη Μόσχα υπό μία έννοια «όμηρο» του Πεκίνου, με τη ρωσική ηγεσία να το αποδέχεται ως αναγκαίο κακό.
Το πρόβλημα δείχνει να είναι, ότι στο «ρωσικό DNA», ή μάλλον για την ακρίβεια η εικόνα που επιθυμεί να περνά για επικοινωνιακούς και ουσιαστικούς λόγους η ηγεσία της, ταιριάζει η «δυναμική αντίδραση», αν και θα πρέπει να αναγνωριστεί στους Ρώσους ότι έστειλαν σημάδια συναλλαγής προς δυσμάς τα οποία όμως αναγνώστηκαν ως σημάδια αδυναμίας (αυτή είναι η μισή αλήθεια), με αποτέλεσμα να μην αρπάξει την ευκαιρία η δύση, αποκλιμακώνοντας ραγδαία την κατάσταση και αναζητώντας έναν «λογικό συμβιβασμό».
Κι επειδή οι «ορολογίες» θα πρέπει να έχουν περιεχόμενο, ως «λογικός συμβιβασμός» θα λογιζόταν οποιαδήποτε συμφωνία που θα διέπεται από τις αρχές που προδιέγραψε στο άρθρο του για την κρίση της Ουκρανίας, ο πολύπειρος Χένρι Κίσιντζερ, που μέσα στο βαθύ του γήρας και έχοντας «σπουδάσει» τους Ρώσους και στην πράξη σε πολλές στιγμές της ταραγμένης Ιστορίας τους, αντιλαμβάνεται καλύτερα από τον οποιονδήποτε την επικίνδυνη ατραπό στην οποία έχουν εισέλθει εκ νέου οι σχέσεις του δυτικού κόσμου με τη Ρωσία.
Πολλά έχουν ειπωθεί, πολλά έχουν γίνει, ωστόσο, η ανάλυσή του παραμένει ό,τι πιο επίκαιρο, τεκμηριωμένο και ρεαλιστικό έχουμε διαβάσει. Ας τη θυμηθούμε λοιπόν όπως της είχε καταγράψει το «defence-point.gr», κι ας αναλογιστούμε το κόστος που ήδη καταβάλει η ανθρωπότητα, ενώ ορατή διέξοδος και απεμπλοκή δεν φαίνεται στον ορίζοντα: http://www.defence-point.gr/news/?p=97514
πηγή
Δημοσίευση σχολίου