Η εισβολή επί προεδρίας Τζωρτζ Μπους των ΗΠΑ στο Ιράκ, άθελά της ενίσχυσε τους ανά τον κόσμο Σιίτες και τον ηγέτη τους, το Ιράν. Ο πόλεμος του Ιράκ μεταβίβασε εξουσία (στο Ιράκ) από την κυρίαρχη Σουνιτική μειοψηφία στην υπο-αντιπροσωπευόμενη Σιιτική πλειοψηφία. Με τους Σιίτες στην εξουσία, το Ιράκ ήρθε πιο κοντά με το Ιράν, όπως σωστά παρατήρησε ο Βαλί Νασρ, ένας σεβαστός Ιρανο-αμερικανός ακαδημαϊκός και συγγραφέας του βιβλίου, το οποίο εκδόθηκε το 2006 και έγινε ανάρπαστο, “The Shia Revival: How conflicts within Islam will shape the Future” (Η σιιτική αναγέννηση: Πως οι συγκρούσεις εντός του Ισλάμ θα διαμορφώσουν το μέλλον).
Η κυβέρνηση του Μπους δεν αναγνώρισε ποτέ επίσημα ότι η εισβολή της στο Ιράκ έδωσε μία σημαντική ώθηση στο Ιράν, τον μεγαλύτερο εχθρό των Ηνωμένων Πολιτειών και του Ισραήλ στον κόσμο, αλλά η παρούσα κυβέρνηση του προέδρου Ομπάμα το έκανε. Ο Ομπάμα και οι επιτελείς του ένιωσαν την ανάγκη να επαναφέρουν την ισορροπία στη διαταραγμένη σχέση μεταξύ των Σουνιτών και Σιιτών. Η Ουάσιγκτον συνειδητοποίησε αμέσως ότι η Αραβική Άνοιξη αποτελούσε το ξύπνημα των Σουνιτών ή πραγματικά σηματοδοτούσε την ανάδειξη της Μουσουλμανικής Αδελφότητας. Το εργαλείο που θα επαναρύθμιζε τις σχέσεις Σουνιτών-Σιιτών είχε ξεπροβάλλει.
Το Κόμμα Εννάχντα, το Τυνησιακό παρακλάδι της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, κέρδισε τις πρόσφατες εκλογές που διεξήχθησαν στη χώρα. Λίγο αργότερα, στην Αίγυπτο, το Κόμμα της Δικαιοσύνης και της Ελευθερίας, το οποίο δημιουργήθηκε από τη Μουσουλμανική Αδελφότητα, ήρθε πρώτο στον ανοιχτό γύρο των κοινοβουλευτικών εκλογών, κερδίζοντας περίπου το 40 τοις εκατό των ψήφων. Στη Συρία, εάν και εφόσον ο Πρόεδρος Μπασάρ Αλ Άσσαντ, ένας Αλεβίτης, που ανήκει σε μία πιο φιλελεύθερη σέκτα του Σιιτισμού, ανατραπεί, είναι βέβαιο πως η Σουνιτική πλειοψηφία θα αφεθεί από την Μουσουλμανική Αδελφότητα να αναλάβει τη νέα κυβέρνηση. Αν και η Μουσουλμανική Αδελφότητα δεν είναι η καλύτερη επιλογή στα μάτια των Δυτικών, οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν θεωρούν την Αδελφότητα επικίνδυνη ή ριζοσπαστική οντότητα. Είναι απλά η πραγματικότητα της γειτονιάς.
Τώρα ας εξετάσουμε την χώρα μας, την Τουρκία. Αν και οι Τούρκοι εθνικά δεν είμαστε Άραβες, ο πολιτικός μετασχηματισμός της Τουρκίας, ο οποίος θα μπορούσε να εκληφθεί ως ένα πρώτο παράδειγμα στην Αραβική Άνοιξη, ήρθε πολλά χρόνια νωρίτερα. Αλλά η Τουρκική εμπειρία ήταν ειρηνική και δημοκρατική διαμέσου εκλογών που έδωσαν σημαντική ώθηση στο Κόμμα της Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης στις επακόλουθες εκλογές.
Το Τυνησιακό Εννάχντα τρέφει μεγάλο σεβασμό για το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (Κ.Δ.Α.) και για τον ηγέτη του, πρωθυπουργό Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Οι Ισλαμιστές στην Αίγυπτο, την οποία ο Ερντογάν επισκέφθηκε τον Σεπτέμβριο, σέβονται επίσης το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης. Η Συριακή Μουσουλμανική Αδελφότητα λαμβάνει ανοιχτή πολιτική υποστήριξη από τους Τούρκους ηγέτες.
Αν και τα προηγούμενα χρόνια ασκούνταν η κριτική ότι η Τουρκία έστρεφε την πλάτη της στη Δύση, υπό τις παρούσες συνθήκες η Τουρκία και οι Ηνωμένες Πολιτείες προβάλλονται ως ιδανικοί συνεργάτες στην δημιουργία μιας νέας Μέσης Ανατολής. Για έναν τέτοιο ρόλο η Ουάσιγκτον δεν θα μπορούσε να στηριχθεί στους Σουνίτες, αλλά στην εξαιρετικά ριζοσπαστική και μη δημοκρατική Σαουδική Αραβία. Τώρα μπορεί να βασίζεται στην μακρόχρονη συνεργασία της στα πλαίσια του NATO με την Τουρκία, στην οποία υπάρχει σουνιτική πλειοψηφία που είναι παράλληλα δημοκρατική.
Η Τουρκία επίσης έκανε μία κίνηση, η οποία θεμελίωσε τον δυτικό της προσανατολισμό, τον Σεπτέμβριο. Συμφώνησε να φιλοξενήσει στο έδαφός της ένα ραντάρ εκπομπής ακτινών X, για το σχεδιαζόμενο σύστημα αντιπυραυλικής ασπίδας του NATO ενάντια σε πιθανές επιθέσεις με χρήση βαλλιστικών πυραύλων από κακοποιά κράτη. Η απόφαση αυτή δυσχέρανε τους δεσμούς με το Ιράν, αλλά προετοίμασε το έδαφος για μία ευνοϊκή ανταπόκριση από μέρους των Η.Π.Α., επιτρέποντας την πώληση ισχυρών επιθετικών ελικοπτέρων τα οποία χρησιμοποιούνται εναντίον του Εργατικού Κόμματος του Κουρδιστάν (PKK) και προαναγγέλλοντας μία στενότερη αμυντική συνεργασία.
Λίγο καιρό πριν, όταν η Τουρκία ήταν μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, προσπάθησε να γλυτώσει το Ιράν από οικονομικές κυρώσεις εξαιτίας του πυρηνικού του προγράμματος, και τον περασμένο χρόνο επέμεινε να μην γίνουν συστάσεις από το NATO στο Ιράν για την απόφασή του να εγκαταστήσει αντιπυραυλική αμυντική ασπίδα. Αλλά τώρα, πιθανώς άθελα τους, η Τουρκία και το Ιράν καταλήγουν να βρίσκονται στις αντίθετες πλευρές της σύγκρουσης της Αραβικής Άνοιξης στη Μέση Ανατολή. Αυτό είναι αποτέλεσμα, κυρίως της σουνιτικής σύγκλισης μεταξύ της Άγκυρας και της Ουάσιγκτον.
''HURRIYET'' και για την μετάφραση στην ελληνική: Πολύκαρπος Τσέμπογλου, διεθνολόγος, συνεργάτης ΕΛ.Κ.Ε.Δ.Α.
ΠΗΓΗ
Δημοσίευση σχολίου