του George Friedman
Καθώς ολοκληρώνεται η διαδικασία αποχώρησης των αμερικανών στρατιωτών από το Ιράκ, στο επίκεντρο έρχονται οι συνέπειες της αποχώρησης αυτής και η προοπτική μιας μαζικής αλλαγής στις ισορροπίες των δυνάμεων στην περιοχή, με το Ιράν να μετατρέπεται σε κυρίαρχη δύναμη.
Καθώς εκτυλίσσεται αυτή η διαδικασία, οι ΗΠΑ και το Ισραήλ κάνουν τις δικές τους αντι-κινήσεις. Το ερώτημα είναι εάν αυτές θα οδηγήσουν τελικά σε σταθεροποίηση της περιοχής και τι έκταση θα πάρει η αντίδραση του Ιράν.
Όπως σχολιάζει σε σχετική του ανάλυση ο ιδρυτής και CEO του think tank Stratfor, George Friedman, το Ιράν προετοιμάζεται εδώ και καιρό για την αποχώρηση των ΗΠΑ.
«Αν και είναι παράλογο να πούμε απλώς ότι το Ιράν θα κυριαρχήσει στο Ιράκ, είναι όμως δίκαιο να πούμε ότι η Τεχεράνη θα έχει τρομακτική επιρροή στη Βαγδάτη, σε σημείο που να μπορεί να «μπλοκάρει» τις ιρακινές πρωτοβουλίες στις οποίες το Ιράν αντιτίθεται.
Αυτή η επιρροή θα αυξηθεί καθώς θα ολοκληρώνεται η αποχώρηση των ΗΠΑ και θα γίνεται ξεκάθαρο ότι δεν θα υπάρξει κάποια ξαφνική αναστροφή στην πολιτική της αποχώρησής τους. Η ανάλυση των πολιτικών του Ιράκ θα πρέπει να συνυπολογίζει το πόσο κοντά βρίσκεται η εξουσία του Ιράν αλλά και την αυξανόμενη απόσταση που θα παίρνει η αμερικανική εξουσία.
Η αντίσταση κατά του Ιράν υπό αυτές τις συνθήκες πιθανότατα θα αποδεικνύονταν και αναποτελεσματική και επικίνδυνη. Ορισμένοι, όπως για παράδειγμα οι Κούρδοι, θεωρούν πως έχουν εγγυήσεις από τους Αμερικάνους και πως οι σημαντικές επενδύσεις αμερικανικών εταιρειών σε κουρδικά πετρέλαια σημαίνουν πως αυτές οι δεσμεύσεις θα τηρηθούν. Μια πιο προσεκτική ματιά στον χάρτη της περιοχής, όμως, δείχνει πόσο δύσκολο θα είναι για τις ΗΠΑ να πράξουν κάτι τέτοιο. Το καθεστώς της Βαγδάτης έχει συλλάβει Σουνίτες ηγέτες, ενώ οι Σιίτες, που σίγουρα δεν είναι όλοι υπέρ του Ιράν, γνωρίζουν το τίμημα της υπερενθουσιώδους αντίστασης».
Σύμφωνα με τον κ. Friedman, η κατάσταση στη Συρία περιπλέκει το πράγμα. Στις πρόσφατες αναταραχές στη Συρία, πέραν των Αμερικανών, οι Σαουδάραβες και οι Τούρκοι τηρούν εχθρική στάση έναντι του καθεστώτος του προέδρου Μπασάρ αλ Ασάντ. Το Ιράν, όμως, είναι η μόνη χώρα που στο σύνολό της συνεχίζει να υποστηρίζει την τωρινή κυβέρνηση της Συρίας.
Όπως εξηγεί ο κ. Friedman, «Η εξέγερση στη Συρία έφερε το καθεστώς αλ Ασάντ σε αμυντική στάση, ωστόσο, το έκανε παράλληλα να ενδιαφέρεται για μια πιο ισχυρή και σταθερή σχέση με το Ιράν. Η Δαμασκός βρίσκεται απομονωμένη στον κόσμο των Σουνιτών, με την Τουρκία και τον Αραβικό Σύνδεσμο να στρέφονται κατά της Συρίας. Το Ιράν -και παραδόξως και ο πρωθυπουργός του Ιράκ Νουρί αλ-Μαλίκι- αποτελούν την εξωτερική στήριξη του αλ Ασάντ.
Μέχρι τώρα ο αλ Ασάντ έχει καταφέρει να αντισταθεί στους εχθρούς του. Αν και κάποιοι μεσαίοι ή χαμηλόβαθμοι Σουνίτες έχουν αποστατήσει, ο στρατός του παραμένει σε μεγάλο βαθμό ανέπαφος. Τα γεγονότα στη Λιβύη έδειξαν στην ετοιμοπόλεμη ηγεσία της Συρίας –και σε ορισμένους εχθρούς της εντός του στρατού- τις συνέπειες της ήττας.
Ο στρατός έχει διατηρήσει την ενότητά του και ένας άμαχος ή ελλιπώς εξοπλισμένος πληθυσμός, άσχετα με το πόσο μεγάλος είναι, δεν μπορεί να νικήσει μια ανέπαφη στρατιωτική δύναμη. Το «κλειδί» γι’ αυτούς που θέλουν να δουν τον αλ Ασάντ να ανατρέπεται, είναι να διαιρέσουν τον στρατό».
Σύμφωνα με τον κ. Friedman, «αν επιβιώσει ο αλ Ασάντ –και προς το παρόν επιβιώνει- το Ιράν θα είναι ο μεγάλος κερδισμένος. Αν το Ιράκ περάσει στην επιρροή του Ιράν και το καθεστώς αλ Ασάντ -που έχει απομονωθεί από τις περισσότερες χώρες αλλά υποστηρίζεται από την Τεχεράνη- επιβιώσει στη Συρία, τότε το Ιράν θα μπορούσε να αναδυθεί με μια σφαίρα επιρροής που θα επεκτείνεται από το δυτικό Αφγανιστάν έως τη Μεσόγειο (το τελευταίο μέσω της Χεζμπολά). Για να επιτευχθεί αυτό δεν απαιτείται ανάπτυξη των συμβατικών δυνάμεων του Ιράν, θα αρκούσε από μόνη της η επιβίωση του αλ Ασάντ.
Ωστόσο, η προοπτική ενός καθεστώτος στη Συρία που θα είναι υποχρεωμένο στο Ιράν, θα άνοιγε την πιθανότητα ανάπτυξης ιρανικών δυνάμεων προς τα δυτικά, μια πιθανότητα που από μόνη της θα είχε σημαντικό αντίκτυπο. Και αυτό γιατί τα βόρεια σύνορα της Σαουδικής Αραβίας και της Ιορδανίας θα εφάπτονταν σ’ αυτή τη σφαίρα επιρροής, όπως και τα νότια σύνορα της Τουρκίας».
«Υπενθυμίζεται ότι, εκτός από το δίκτυο των μαχητών του Ιράν, οι συμβατικές του στρατιωτικές δυνάμεις είναι σημαντικές. Αν και δεν θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν τα ένοπλα τμήματα των ΗΠΑ και να επιβιώσουν, ωστόσο δεν υπάρχουν αμερικανικά στρατεύματα στο έδαφος μεταξύ του Ιράν και του Λιβάνου. Και η ικανότητα του Ιράν να φέρει αρκετά στρατεύματα ώστε να αυξήσει τη σφαίρα επιρροής της, θέτει σε κίνδυνο ιδιαίτερα τη Σαουδική Αραβία. Στόχος του Ιράν είναι να αυξήσει αυτό το ρίσκο για την Σαουδική Αραβία σε τέτοιο βαθμό, ώστε η χώρα να προτιμήσει να εξυπηρετήσει το Ιράν παρά να του αντισταθεί.
Εξυπακούεται ότι αυτοί που φοβούνται μια τέτοια εξέλιξη –δηλαδή οι ΗΠΑ, το Ισραήλ, η Σαουδική Αραβία και η Τουρκία- θα προσπαθήσουν να την αποτρέψουν. Προς το παρόν, ο τόπος για να μπλοκαριστεί το Ιράν δεν είναι πλέον το Ιράκ, όπου το Ιράν έχει ήδη πάρει το «πάνω χέρι». Αντιθέτως, είναι στη Συρία. Και το «κλειδί» για τη Συρία είναι να γίνει ότι είναι δυνατόν για να ανατραπεί ο αλ Ασάντ».
Σύμφωνα με τον κ. Friedman, παρά την αντίθεση της πλειοψηφίας των Σουνιτών στο καθεστώς του αλ Ασάντ, ούτε η αντίθεση, ούτε το αίσθημα μπορούν να ρίξουν ένα καθεστώς. Και ούτε είναι ξεκάθαρο αν η αντίσταση είναι πράγματι τόσο ισχυρή όσο ισχυρίζεται η προπαγάνδα των Σουνιτών στο εξωτερικό.
Αναφερόμενος στις κινήσεις του Ισραήλ κατά του Ιράν, ο κ. Friedman κάνει λόγο για αύξηση των πιέσεων προς την Τεχεράνη το τελευταίο διάστημα, ξεκινώντας από τις κατηγορίες περί σχεδίου του Ιράν για δολοφονία του Σαουδάραβα πρέσβη των ΗΠΑ, τις κατηγορίες από την κυβέρνηση του Μπαχρέιν ότι ιρανοί σχεδίαζαν οργανωμένες επιθέσεις στο Μπαχρέιν και την δημοσιοποίηση της έκθεσης της IEA για τα πυρηνικά του Ιράν, και, στις 19 Νοεμβρίου, την έκρηξη που σημειώθηκε σε μονάδα του Ιράν –που το Ισραήλ άφησε να εννοηθεί ότι ήταν δική του δουλειά.
Όπως σημειώνει, η θέση του Ισραήλ είναι ιδιαίτερα περίπλοκη, καθώς μέχρι πρόσφατα υπήρχε μια σχετική συνεργασία μεταξύ του Ισραήλ και της Συρίας. Η ιδέα μιας Σουνιτικής κυβέρνησης που θα ελέγχονταν από την Μουσουλμανική Αδελφότητα στα βορειοανατολικά σύνορα του Ισραήλ ήταν ιδιαίτερα τρομακτική, και γι’ αυτό προτιμούσαν να παραμείνει ο αλ Ασάντ στην εξουσία. Δεδομένης όμως της αλλαγής ισχύος στην περιοχή, πλέον θεωρείται πιο τρομακτική η αύξηση της επιρροής των Ιρανών Σιιτών, κάτι που εξηγεί και την φερόμενη δήλωση του υπουργού Άμυνας του Ισραήλ ότι βλέπουμε μια «επιτάχυνση προς το τέλος του καθεστώτος» του αλ Ασάντ.
Ο κ. Friedman, σε ό,τι αφορά τα πυρηνικά του Ιράν, εκτιμά πως αν και η χώρα μπορεί πράγματι να βρίσκεται κοντά στη δημιουργία μιας πυρηνικής συσκευής που θα μπορούσε να εκραγεί υπογείως κάτω από προσεκτικά ελεγχόμενες συνθήκες, ωστόσο η εκτίμηση ότι το Ιράν έχει την ικανότητα να δημιουργήσει ένα σταθερό και ισχυρό πυρηνικό όπλο που θα μπορούσε να λειτουργήσει και εκτός εργαστηρίου, είναι αβάσιμη.
Κατά τον κ. Friedman, η βασική απειλή του Ιράν δεν είναι πυρηνική. Όπως τονίζει «ακόμα και αν το Ιράν εγκαταλείψει αύριο κιόλας το πυρηνικό του πρόγραμμα, η κατάσταση θα παραμείνει το ίδιο περίπλοκη. Το Ιράν έχει το πάνω χέρι και οι ΗΠΑ, το Ισραήλ, η Τουρκία και η Σαουδική Αραβία ψάχνουν τρόπους για να αλλάξουν τα δεδομένα».
Σύμφωνα με τον ίδιο, στην παρούσα φάση, φαίνεται πως ακολουθούν μια στρατηγική με δυο σκέλη: αύξηση της πίεσης στο Ιράν ώστε να το κάνουν να επαναξιολογήσει το πόσο ευάλωτο είναι, και ανατροπή της κυβέρνησης της Συρίας ώστε να περιορίσουν τις συνέπειες της ιρανικής επιρροής στο Ιράκ.
«Το αν το καθεστώς της Συρίας μπορεί να ανατραπεί, είναι ζήτημα. Ο Μουαμάρ Καντάφι θα είχε επιβιώσει αν δεν είχε επέμβει το ΝΑΤΟ. Το ΝΑΤΟ θα μπορούσε να επέμβει στη Συρία, όμως η Συρία είναι πιο περίπλοκη από τη Λιβύη. Επιπλέον, μια δεύτερη νατοϊκή επίθεση σε αραβικό κράτος με στόχο την αλλαγή της κυβέρνησης, θα είχε συνέπειες, ασχέτως του πόσο φοβούνται οι άραβες τους ιρανούς στην παρούσα φάση. Οι πόλεμοι είναι απρόβλεπτοι και δεν αποτελούν την πρώτη επιλογή», τονίζει.
Σύμφωνα με τον κ. Friedman, «οι ΗΠΑ έχουν λίγες επιλογές. Να αποδεχθούν την εξέλιξη της κατάστασης και να προσπαθήσουν να ανεχτούν αυτό που θα προκύψει. Να επιχειρήσουν να κάνουν κάποια -ιδιαίτερα οδυνηρή και δαπανηρή- συμφωνία με το Ιράν. Ολες οι επιλογές είναι αμφίβολες και ως εκ τούτου, η ανατροπή του αλ Ασάντ είναι κρίσιμης σημασίας».
ΠΗΓΗ
Δημοσίευση σχολίου