GuidePedia

0


Του Δημήτρη Μανακανάτα
Στη φωτογραφία: Τα σημερινά επιτεύγματα της Τουρκίας, στον τομέα της αμυντικής βιομηχανίας, είναι το αποτέλεσμα μιας συνεχούς και στοχευμένης πορείας 40 και πλέον ετών.

Είναι ευρέως αποδεκτή η άποψη ότι η βιομηχανία μιας χώρας αφενός την ετεροπροσδιορίζει ως προς τον χώρο τον οποίο βρίσκεται (για παράδειγμα, η πάλαι ποτέ ενιαία Γιουγκοσλαβία αποτελούσε τη βιομηχανική δύναμη των Βαλκανίων), και αφετέρου διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην σχέση ισχύος ή μη που αναπτύσσει με τα γύρω κράτη. Ειδικά δε, όταν υπάρχει και αντιπαλότητα μεταξύ των γειτόνων, όπως στην προβληματική σχέση Ελλάδας-Τουρκίας, η βιομηχανία -και, κατ’ επέκταση, η βιομηχανία που αναπτύσσει και κατασκευάζει οπλικά συστήματα- αποτελεί βασικό παράγοντα στην ισορροπία δυνάμεων μεταξύ των δύο χωρών.

Οι βιομηχανίες των δύο χωρών θα πρέπει να έχουν τουλάχιστον την ίδια δραστηριότητα. Διότι, εάν συμβαίνει το αντίθετο. τότε εκείνη, που θα διαθέτει εγχώριας κατασκευής και ανάπτυξης οπλικά συστήματα, θα έχει το πλεονέκτημα σε σχέση με το «αντίπαλον δέος» από τη στιγμή που, για να ισοσταθμίσει το πλεονέκτημα της πρώτης, θα πρέπει να δαπανήσει τεράστια ποσά σε αγορές οπλικών συστημάτων. Στην ελληνοτουρκική περίπτωση, σε ό,τι αφορά την εγχώρια βιομηχανία και μόνον, η πλάστιγγα έχει γείρει εδώ και αρκετά χρόνια υπέρ της Τουρκίας παρότι στην Ελλάδα υπήρχαν οι βάσεις ανάπτυξης αμυντικής βιομηχανίας πολλές δεκαετίες πριν οι άτακτοι γείτονες μας, αποφασίσουν να επενδύσουν στην ανάπτυξη της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας τους.

Στο παρόν άρθρο, θα προσπαθήσουμε να αναλύσουμε πώς η Τουρκία κατάφερε να αναπτύξει εγχώρια βιομηχανία με αξιώσεις και, σε μεγάλο βαθμό, να μπορεί να υποστηρίζει τα εγχώρια συστήματα -και όχι μόνο- που αξιοποιούν οι Ένοπλες Δυνάμεις της.


Σταδιακά, η τουρκική βιομηχανία οπλικών συστημάτων επεκτάθηκε στην κατασκευή συστημάτων για το σύνολο των Ενόπλων Δυνάμεων.

Η στροφή του 1979-1980

Η τουρκική στροφή προς την αύξηση του ποσοστού της συμμετοχής της εγχώριας βιομηχανίας στους εξοπλισμούς της χώρας ξεκίνησε πρακτικά στις αρχές της δεκαετίας του 1980 μετά το τραυματικό για τις Τουρκικές Ένοπλες Δυνάμεις (ΤΕΔ) εμπάργκο όπλων και ανταλλακτικών που επέβαλε το αμερικανικό Κογκρέσο, από το Φεβρουάριο του 1975 μέχρι και τον Οκτώβριο του 1978. Η απόφαση ήταν συνέπεια της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο, τον Ιούλιο του 1974, και της χρήσης αμερικανικών όπλων κατά τη διάρκεια αυτής, καθώς και της μετέπειτα κατοχής του βορείου μέρους του νησιού. Μέχρι εκείνη την περίοδο, ο προϋπολογισμός των ΤΕΔ κάλυπτε κυρίως τα λειτουργικά έξοδα για τη διατήρηση του δεύτερου μεγαλύτερου στρατεύματος στο ΝΑΤΟ. Το μεγαλύτερο μέρος της ειδικής εκπαίδευσης των αξιωματικών και της προμήθειας στρατιωτικού υλικού καλυπτόταν από τις -τότε γενναιόδωρε-ς αμερικανικές πιστώσεις.

To ΝΑΤΟ διαθέτει 24 στρατιωτικές βάσεις στην Τουρκία με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την σχέση Άγκυρας – Ουάσινγκτον.

Για την τότε τουρκική στρατιωτική ηγεσία, το αμερικανικό εμπάργκο του 1975-1978 ήταν κάτι το απροσδόκητο και προκάλεσε ένα μεγάλο σοκ λόγω της απόλυτης σχεδόν εξάρτησης της χώρας από το στρατιωτικό υλικό των ΗΠΑ. Το σοκ αυτό απέδειξε την ανάγκη για την ίδρυση μίας εθνικής πολεμικής βιομηχανίας και μίας ολοκληρωμένης βιομηχανικής στρατηγικής που θα απέτρεπε την επανάληψη ανάλογων φαινομένων. Έτσι, μία απροσδόκητη κίνηση του Κογκρέσου των Ηνωμένων Πολιτειών, του βασικότερου μέχρι τότε συμμάχου της Τουρκίας, οδήγησε τη στρατιωτική ηγεσία της χώρας στο σχεδιασμό και τη σταδιακή υλοποίηση ενός πραγματικά μεγαλόπνοου βιομηχανικού και εξοπλιστικού προγράμματος που είχε ως στόχο την, όσο δυνατό μεγαλύτερη, αυτονόμηση των δυνατοτήτων των ΤΕΔ. Παράλληλα, αξιοποιώντας και τις διεθνείς συγκυρίες, όπως την πτώση του Σάχη και τη σοβιετική εισβολή στο Αφγανιστάν το 1979, η Τουρκία κατάφερε να καταστεί ο περιφερειακός προμαχώνας της Δύσης στην περιοχή.  ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΗΝ ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΤΗΝ ΠΗΓΗ


πηγή


Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του Ellada simera.

Δημοσίευση σχολίου

 
Top