Τσιλιόπουλος Ευθύμιος
Η Κίνα θέλει να γίνει παγκόσμια δύναμη και γι’ αυτό αναλαμβάνει ρόλο μεσολαβητή. Αυτό φαίνεται όταν πριν μερικές μέρες επέτυχε μια συμφωνία μεταξύ Σαουδικής Αραβίας και Ιράν. Η ηγεσία του Πεκίνου πιστεύει ότι το μοντέλο διεθνών σχέσεων που εφαρμόζει βασίζεται σε εμπορικούς δεσμούς και όχι σε στρατιωτική ισχύ. Με άλλα λόγια είναι μια εναλλακτική λύση σε σχέση με το αμερικανικό.
Ο πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ σχεδιάζει να συνομιλήσει με τον Ουκρανό ομόλογό του για πρώτη φορά μετά τη ρωσική εισβολή. Το Πεκίνο προσπαθεί να διευκολύνει τον τερματισμό του πολέμου καθώς το Κίεβο και η Μόσχα προετοιμάζονται για εκατέρωθεν εαρινές εκστρατείες μετά από έναν αιματηρό χειμώνα. Πριν μερικές μέρες, η Κίνα δημοσίευσε ένα έγγραφο για τον ρωσο-ουκρανικό πόλεμο, το οποίο, αν και ελλιπές σε λεπτομέρειες, ζητούσε συνολική κατάπαυση του πυρός για να «βοηθήσει τα μέρη στη σύγκρουση να ανοίξουν την πόρτα για μια πολιτική διευθέτηση το συντομότερο δυνατό». Είχε, μάλιστα, αντιταχθεί στην απειλή ή τη χρήση πυρηνικών όπλων.
Η κυβέρνηση Μπάιντεν προειδοποίησε ότι η Κίνα εξετάζει το ενδεχόμενο αποστολής πυροβολικού και μη επανδρωμένων αεροσκαφών στη Ρωσία. Αν εμπλακεί η Κίνα, ο πόλεμος θα εισέλθει σε νέα κρίσιμη φάση. Διαφαίνεται ότι δυτικές κυβερνήσεις κατανοούν τα διακυβεύματα για την Ουκρανία και επιθυμούν να αποφύγουν έναν παρατεταμένο πόλεμο.
Το κινεζικό έγγραφο επιβεβαιώνει τα όσα έχουν παρατηρήσει αναλυτές από την αρχή της σύγκρουσης. Η προοπτική να συμμετάσχει το Πεκίνο ή ως μεσολαβητής ή ως προμηθευτής όπλων, ενισχύει το γεγονός ότι η Κίνα δεν θέλει να απομονωθεί από τον πόλεμο. Το δημόσιο μήνυμα της Κίνας ότι θέλει ο πόλεμος να τελειώσει όσο το δυνατόν ταχύτερα και ότι δεν θα επιτρέψει την κατάρρευση της Ρωσίας, πρέπει να εκληφθεί ως προειδοποίηση προς τη Δύση. Το πόσο εμπλέκεται το Πεκίνο σε διαπραγματευτική διαδικασία είναι ασαφές, αλλά η παροχή στη Μόσχα εξοπλισμού θα μπορούσε να εξουδετερώσει τη βοήθεια που στέλνουν οι δυτικοί στην Ουκρανία.
Το σκληρό σενάριο
Ακόμη και χωρίς κινεζική παρέμβαση, υπάρχουν ήδη ενδείξεις ότι το κόστος της προσπάθειας να αποκρουστούν οι επιθέσεις της Ρωσίας γίνεται όλο και πιο δυσβάσταχτο για τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους. Οι ανησυχίες σχετικά με τον όγκο στρατιωτικής βοήθειας επηρεάζουν σαφώς τους υπολογισμούς των δυτικών κυβερνήσεων. Μετά την αιφνιδιαστική επίσκεψη του Μπάιντεν, ρεπορτάζ της Wall Street Journal ανέφερε ότι αρκετοί ΝΑΤΟϊκοί πιέζουν τον Ζελένσκι να εξετάσει το ενδεχόμενο ειρηνευτικών συνομιλιών με τη Μόσχα.
Σύμφωνα με την εφημερίδα, «υπάρχουν βαθύτερες αμφιβολίες μεταξύ των πολιτικών σε Ηνωμένο Βασίλειο, Γαλλία και Γερμανία ότι η Ουκρανία θα μπορέσει να εκδιώξει τους Ρώσους από την ανατολική Ουκρανία και την Κριμαία». Το ίδιο και για την πεποίθηση «ότι η Δύση μπορεί να βοηθήσει στη διατήρηση της πολεμικής προσπάθειας επί μακρόν, ειδικά αν η σύγκρουση καταλήξει σε αδιέξοδο».
Πριν, η Washington Post έγραφε ότι «Αμερικανοί αξιωματούχοι λένε στους Ουκρανούς ηγέτες ότι αντιμετωπίζουν μια κρίσιμη συγκυρία για να αλλάξουν την τροχιά του πολέμου». Ανέφερε, μάλιστα, μια προειδοποίηση από ανώτερο Αμερικανό αξιωματούχο ότι «θα συνεχίσουμε να προσπαθούμε να εμπεδώσουν (στο Κίεβο) ότι δεν μπορούμε να κάνουμε όλα και τα πάντα επ’ αόριστον». Η αλήθεια είναι ότι τα επίπεδα παραγωγής της Δύσης για κρίσιμα πυρομαχικά, όπως αντιαρματικοί πύραυλοι και οβίδες πυροβολικού 155 mm, δεν μπορούν να συμβαδίσουν με τους ουκρανικούς ρυθμούς κατανάλωσης. Το Κίεβο εξαρτάται πλήρως από τη δυτική βοήθεια για να αντισταθεί στις μαζικές επιθέσεις των Ρώσων.
Απίθανο το Status Quo Ante
Ο ρυθμός και η ένταση των μαχών επιφέρει βαρύ τίμημα σε ανθρώπους και πόρους της Ουκρανίας. Να συνυπολογιστούν οι σοβαρές οικονομικές ζημιές, οι καταστραφείσες υποδομές και ότι εκατομμύρια Ουκρανοί είναι πρόσφυγες. Και οι δύο πλευρές υπέστησαν μεγάλες απώλειες. Ωστόσο, δεδομένων των σχετικών πλεονεκτημάτων της Ρωσίας σε ανθρώπινο δυναμικό και σε βιομηχανική παραγωγή, οι δυτικοί ηγέτες έχουν δίκιο να συμπεράνουν ότι η Ουκρανία είναι απίθανο να αποκαταστήσει το status quo ante.
Οι εταίροι της Ουκρανίας θέλουν να ενθαρρύνουν το Κίεβο να εδραιώσει τα κέρδη του τώρα αντί να δαπανήσει περισσότερο ανθρώπινο δυναμικό και υλικό σε μια δύσκολη εαρινή επίθεση κατά των εδραιωμένων ρωσικών θέσεων. Ένας μακροχρόνιος πόλεμος στην Ουκρανία περιέχει αρκετούς κινδύνους που δεν εξυπηρετούν τα συμφέροντα των ΗΠΑ και θα μπορούσαν να περιπλέξουν τις προσπάθειες για τερματισμό της σύγκρουσης.
Πρόσφατη μελέτη της RAND αναφέρει ότι αυτοί οι κίνδυνοι περιλαμβάνουν τη χρήση πυρηνικών από την Ρωσία, μια άμεση σύγκρουση μεταξύ ΝΑΤΟ και Ρωσίας, παρατεταμένη ανθρωπιστική ταλαιπωρία, διαρκείς παγκόσμιες οικονομικές αναταραχές και εξάντληση των πόρων των ΗΠΑ που απαιτούνται για άλλες στρατηγικές προτεραιότητες. Για την ίδια την Ουκρανία, ένας ατέρμων πόλεμος ενάντια σε μια γειτονική μεγάλη πυρηνική δύναμη θα εμποδίσει τις εθνικές της προσπάθειες για ανασυγκρότηση, αποτρέποντας διεθνείς επενδυτές.
Η επόμενη μέρα
Μέχρι στιγμής, οι προσπάθειες της Δύσης να εξοπλίσει την Ουκρανία χωρίς να προκαλέσει άμεση σύγκρουση με τη Ρωσία ήταν επιτυχείς. Ομοίως, οι νίκες της Ουκρανίας στο πεδίο της μάχης διέψευσαν τις απαισιόδοξες εκτιμήσεις. Ωστόσο, η τροχιά οποιουδήποτε πολέμου μπορεί να αλλάξει γρήγορα και αυτό που λειτούργησε τους τελευταίους δώδεκα μήνες μπορεί να μην είναι το βέλτιστο για τους επόμενους δώδεκα. Ο χρόνος δεν είναι με το μέρος της Ουκρανίας τόνισαν πρόσφατα οι πρώην υπουργοί Εξωτερικών Κοντολίζα Ράις και Άμυνας Ρόμπερτ Γκέιτς.
Η προοπτική κινεζικής παρέμβασης πρέπει να προβληματίσει τις δυτικές πρωτεύουσες. Παρόλο τον κίνδυνο να συμβεί κάτι τέτοιο, πολλοί πιστεύουν ότι ο Σι Τζινπίνγκ είναι πραγματιστής και δεν θα ρισκάρει απομόνωση της κινέζικης οικονομίας από δυτικές επενδύσεις, κεφάλαια και αγορές. Από την άλλη, η κυβέρνηση Μπάιντεν δεν θέλει να σπρώξει την Κίνα προς μια ουσιαστική βοήθεια προς τη Μόσχα. Έτσι, αρνείται ρεπορτάζ ότι η Κίνα εξοπλίζει τη Ρωσία, ενώ ταυτόχρονα απέρριψε την ιδέα σύμπραξης Κίνας-Ρωσίας.
Η Κίνα έστειλε τυφέκια M16, που κατασκευάζονται από τη κινεζική Norinco, στη ρωσική Tekhkrim. Οι φορτωτικές τα χαρακτήριζαν “κυνηγετικά τυφέκια”, υποστήριξε το Politico (16 Μαρτίου). Τα στοιχεία που παρέχονται από τον ιστότοπο τελωνειακών συναλλαγών ImportGenius έδειξαν ότι οι αποστολές πραγματοποιήθηκαν μεταξύ του περασμένου Ιουνίου και του Δεκεμβρίου.
Παρομοίως εντοπίστηκαν αποστολές αλεξίσφαιρων γιλέκων στη Ρωσία. Τα στοιχεία έδειξαν ότι η Τουρκία λειτουργούσε ως τόπος διέλευσης. Κάποια από τα γιλέκα πουλήθηκαν από την εταιρεία Xinxing Guangzhou. Ο κινεζική κατασκευάστρια drones DJI Technology έστειλε ανταλλακτικά drone μέσω μιας ρωσικής θυγατρικής με έδρα τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα το Νοέμβριο και Δεκέμβριο. Τα εξαρτήματα περιελάμβαναν κάμερες και μπαταρίες. Αυτή η εταιρεία έχει στενούς δεσμούς με τον κινεζικό στρατό.
Ο Μπλίνκεν περιέγραψε τη σχέση Ρωσίας-Κίνας σαν “γάμο ευκαιρίας” και χαρακτήρισε τη Ρωσία «πολύ μικρότερο εταίρο». Ο Σολτς προειδοποίησε νωρίτερα για σοβαρές συνέπειες εάν επιβεβαιωθούν οι αναφορές για αποστολή κινεζικού στρατιωτικού εξοπλισμού στη Ρωσία για χρήση στην Ουκρανία. Οι ΗΠΑ πιστεύουν ότι προϊόντα που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για στρατιωτικούς σκοπούς (π.χ. φορτηγά) έχουν ήδη αποσταλεί από την Κίνα στη Ρωσία.
Ο μονοκράτωρ Σι
Στη Δύση πιστεύουν πως η Κίνα έχει περισσότερα να χάσει παρά να κερδίσει εάν εξοπλίσει τη Ρωσία. ΗΠΑ και Ευρώπη έχουν καταστήσει σαφές ότι μια τέτοια ενέργεια θα οδηγούσε τις ήδη τεταμένες σχέσεις Κίνα-ΗΠΑ στο ναδίρ και επιπλέον θα αποξένωνε περαιτέρω τους Ευρωπαίους τη στιγμή που το Πεκίνο επιδιώκει να αναζωογονήσει τους δεσμούς μαζί τους. Ωστόσο, οι κυβερνώντες στο Πεκίνο δεν σκέφτονται με τον ίδιο τρόπο, καθώς λειτουργούν σε ένα διαφορετικό πολιτικό και ιδεολογικό περιβάλλον. Ο συγκεντρωτισμός στην άσκηση της εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής (υπό την άμεση ηγεσία του Σι Τζινπίνγκ) και η προσωπική επένδυση του Κινέζου ηγέτη στις σινορωσικές σχέσεις μπορεί να οδηγήσει σε αποφάσεις που δεν συνάδουν με τη δυτική αξιολόγηση, που βασίζεται στα συμφέροντα της Κίνας, όπως τα βλέπει η Δύση.
Ο Σι ελέγχει τα κρίσιμα κρατικά και κομματικά όργανα. Αυτό του επέτρεψε τη γρήγορη λήψη αποφάσεων, αλλά καθιστά πιθανότερα τα λάθη. Στα αυταρχικά καθεστώτα οι υπηρεσίες αποφεύγουν να μεταδίδουν άσχημα νέα και αρνητικά σχόλια στην ηγεσία. Κάποιοι αναλυτές, ακόμη και εντός Κίνας, ασκούν κριτική στον Σι ότι πάσχει από νοσταλγία για τη σινοσοβιετική συνεργασία της δεκαετίας του 1950 και τρέφει θαυμασμό για τον “ισχυρό άνδρα” Πούτιν.
Κατά τους δυτικούς, το “σύμπλεγμα” του Σι Τζινπίνγκ ως προς τη Ρωσία έχει οδηγήσει σε μια επιλεκτική μεροληψία, με την έννοια ότι είναι επιρρεπής να υπερεκτιμά τα δυνατά σημεία και την αξιοπιστία της Ρωσίας, υποτιμώντας τις αδυναμίες της και τους κινδύνους που αντιπροσωπεύει για την Κίνα. Ο Σι, όμως, δεν βλέπει τα πράγματα έτσι. Βλέπει ότι Μόσχα και Πεκίνο μοιράζονται παρόμοιες συστημικές απειλές, πράγμα που απαιτεί στενούς σινορωσικούς δεσμούς για την αποτροπή της επιθετικής στάσης των ΗΠΑ.
Δεν πρέπει να παραβλέψουμε, ότι το Πεκίνο επωφελείται από την συνεχιζόμενη “αιμορραγία” Ρωσίας και Δύσης στην Ουκρανία. Η παροχή υλικού και πυρομαχικών στο Κίεβο δεν επιτρέπει στις ΗΠΑ να ασχοληθούν σοβαρά με την αποθήκευση πυρομαχικών και όπλων για την υπεράσπιση της Ταϊβάν. Ο πρόεδρος Σι μπορεί να μην είναι ακόμη πρόθυμος να συνδράμει ουσιαστικά τον Ρώσο ομόλογό του, αλλά είναι πρόθυμος να παράσχει πρώτες ύλες, αγορές για υδρογονάνθρακες, χρηματοοικονομικές πιστώσεις και διάφορες άλλες διευκολύνσεις, ενώ ταυτόχρονα κλείνει το μάτι προς όλους, υπονοώντας ότι είναι σε θέση να πείσει, ή και να πιέσει τις δύο πλευρές προς κάποια λύση.
Δημοσίευση σχολίου