Δημήτρης Μηλάκας
Όσοι έχουν βγάλει από την οπτική τους το ενδεχόμενο μιας θερμής ελληνοτουρκικής κρίσης επικαλούνται το επιχείρημα ότι κάτι τέτοιο είναι αδιανόητο, καθώς η Ελλάδα είναι μέλος του ΝΑΤΟ και της Ε.Ε., και ως εκ τούτου απολαμβάνει την ισχυρή προστασία των Ευρωπαίων εταίρων και κυρίως των Αμερικανών συμμάχων, οι οποίοι επιπροσθέτως έχουν επενδύσει ιδιαίτερα (και) στη διμερή ελληνοαμερικανική «συνεργασία» σε οικονομικό και, κυρίως, στρατιωτικό επίπεδο.
Όσοι έχουν βγάλει από την οπτική τους το ενδεχόμενο μιας θερμής ελληνοτουρκικής κρίσης επικαλούνται το επιχείρημα ότι κάτι τέτοιο είναι αδιανόητο, καθώς η Ελλάδα είναι μέλος του ΝΑΤΟ και της Ε.Ε., και ως εκ τούτου απολαμβάνει την ισχυρή προστασία των Ευρωπαίων εταίρων και κυρίως των Αμερικανών συμμάχων, οι οποίοι επιπροσθέτως έχουν επενδύσει ιδιαίτερα (και) στη διμερή ελληνοαμερικανική «συνεργασία» σε οικονομικό και, κυρίως, στρατιωτικό επίπεδο.
Παρ’ όλα αυτά, η χρονιά που μας εγκαταλείπει μας αφήνει ακόμα με το στόμα ορθάνοιχτο, καθώς βρισκόμαστε αντιμέτωποι με το αδιανόητο: πόλεμος στην καρδιά της Ευρώπης, ξήλωμα εκ βάθρων της ευρωπαϊκής (σε επίπεδο Ε.Ε., αλλά και χωριστά του κάθε κράτους – μέλους) ενεργειακής πολιτικής, επιβεβαίωση/υπενθύμιση της κατάστασης στην οποία περιήλθε η Γερμανία μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο (μαριονέτα και κράτος υποτελές στις ΗΠΑ, όπως και η υπόλοιπη απελευθερωμένη από τις ΗΠΑ Ευρώπη).
Μαζί με όλα αυτά που συναπαρτίζουν την «αδιανόητη» κληρονομία του 2023 θα πρέπει να συνυπολογιστούν οι συνέπειες στο οικονομικό επίπεδο, με τον πληθωρισμό της Ευρωζώνης να «παίζει» στο 11%, υπονομεύοντας τα ήδη σαθρά πολιτικά θεμέλια της Ένωσης.Ανησυχητικά δεδομένα
Αν, λοιπόν, αυτά τα αδιανόητα συμβαίνουν στην καρδιά της Ευρώπης, η βεβαιότητα/βιασύνη κάποιων να χαρακτηρίζουν απίθανο το ενδεχόμενο μιας θερμής ελληνοτουρκικής αντιπαράθεσης μοιάζει με ευχή κι όχι με σοβαρή ανάλυση της κατάστασης.
Ας ρίξουμε μια ματιά, λοιπόν, στα επικίνδυνα δεδομένα:-Μητσοτάκης και Ερντογάν βρίσκονται ήδη σε προεκλογική περίοδο και η (ελεγχόμενη;) όξυνση των ελληνοτουρκικών είναι και για τους δύο μια καλή ευκαιρία για συσπείρωση και μετάθεση των εσωτερικών τους προβλημάτων, που ήδη την εκμεταλλεύονται.-Ειδικά στην Τουρκία το ανθελληνικό κλίμα έχει καλλιεργηθεί συστηματικά με τη συμμετοχή και των υπόλοιπων πολιτικών δυνάμεων, καθώς και τη συνδρομή του Τύπου και των ακαδημαϊκών κύκλων, γεγονός που διαμορφώνει μια άκρως εχθρική κοινή γνώμη προς την Ελλάδα.
Στην Ελλάδα κυβέρνηση αλλά και κόμματα της αντιπολίτευσης εμφανίζονται καθησυχαστικά ως προς την εκδήλωση μιας τουρκικής επιθετικής στρατιωτικής ενέργειας με το επιχείρημα ότι οι Αμερικανοί είναι εδώ (σειρά από βάσεις) και θα μας προστατεύσουν.-Αντίθετα, στην Τουρκία, αυτή η ισχυρή ελληνοαμερικανική σχέση προβάλλεται ως επιθετική (των ΗΠΑ) ενέργεια σε βάρος της Άγκυρας. Οι Τούρκοι πολιτικοί δεν κρύβουν σε δημόσιες τοποθετήσεις τους ότι θεωρούν την Ελλάδα απλό όργανο της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής, η οποία έχει στόχο την Τουρκία
Το ουκρανικό παράδειγμα
Στην Αθήνα η κυβέρνηση αλλά και κάποια κόμματα της αντιπολίτευσης συστρατεύονται και ευθυγραμμίζονται απόλυτα με τις επιλογές της Ουάσιγκτον στο ζήτημα του πολέμου στην Ουκρανία, καταδικάζοντας τον ρωσικό αναθεωρητισμό.
Πίσω από αυτήν την επιλογή η κυβέρνηση προβάλλει το επιχείρημα ότι ο ρωσικός αναθεωρητισμός (αλλαγή των Συνθηκών και της συνοριακής πραγματικότητας που διαμόρφωσε ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος) πρέπει να συντριβεί, έτσι ώστε να συγκρατηθεί η διάθεση άλλων αναθεωρητικών δυνάμεων (της Τουρκίας) να ανατρέψουν την υφιστάμενη πραγματικότητα.
Το επιχείρημα αυτό ωστόσο είναι αίολο και διαψεύδεται από την πραγματικότητα για δύο λόγους:-Πρώτον, η Ρωσία με την ενσωμάτωση της Κριμαίας και την εισβολή στην ανατολική Ουκρανία έχει ήδη αλλάξει τα μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο δεδομένα στην πράξη.-Και δεύτερον, γιατί παραγνωρίζει ή αγνοεί απόλυτα τον ρόλο των ΗΠΑ (και της Δύσης γενικότερα) στην έκρηξη του πολέμου και στη συντήρηση/διαιώνισή του.
Δεν είναι άλλωστε κρυφό ότι στην Ουκρανία διεξάγεται ένας «αμερικανορωσικός πόλεμος», στον οποίο πολεμούν οι ρωσικές δυνάμεις με τις ουκρανικές, που λειτουργούν ως αντιπρόσωποι των Αμερικανών/δυτικών, οι οποίοι τους εκπαιδεύουν, εξοπλίζουν και καθοδηγούν, προκειμένου να συνεχίσουν να μάχονται όχι για τη νίκη, όπως προπαγανδίζουν, αλλά για να «ματώσουν» τη Μόσχα και να παγιώσουν τη μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο ευρωατλαντική πραγματικότητα: δηλαδή να κρατήσουν τη Ρωσία «έξω», τη Γερμανία «κάτω» και τις ΗΠΑ «μέσα» στην Ευρώπη.
Η… προστασία
Το παράδειγμα του ξεσπάσματος και της συντήρησης του πολέμου στην Ουκρανία είναι μια καλή ευκαιρία για να σκεφτεί κάποιος ποια ακριβώς είναι τα όρια και οι δυνατότητες της αποκαλούμενης αμερικανικής προστασίας, η οποία υποτίθεται παρέχεται στη χώρα έναντι της τουρκικής απειλής.
Οι ΗΠΑ με τις επιθετικές τους κινήσεις στην Ουκρανία όχι μόνο προκάλεσαν τη σφοδρή πολεμική απάντηση της Μόσχας, αλλά έσπευσαν να εκμεταλλευθούν τις «ευκαιρίες» που δημιούργησε η ρωσική εισβολή, αναζωογονώντας τις παραγγελίες της αμερικανικής πολεμικής βιομηχανίας και τις εξαγωγές σε υγροποιημένο φυσικό αέριο που (υποτίθεται) θα καλύψει τις ευρωπαϊκές ενεργειακές ανάγκες που δημιουργήθηκαν μετά την απόφαση των Ευρωπαίων για τερματισμό των εισαγωγών ρωσικών υδρογονανθράκων.
Έχοντας η ελληνική κυβέρνηση την (ψευδή) εντύπωση πως οι Αμερικανοί θα πέσουν για χάρη μας στη φωτιά σε περίπτωση τουρκικής στρατιωτικής ενέργειας, φαίνεται πως έχει μπει στον πειρασμό να δοκιμάσει τα όρια της Άγκυρας. Σε αυτό το πλαίσιο διαμορφώνονται και οι «σκέψεις» που προβάλλονται το τελευταίο διάστημα για επέκταση των ελληνικών χωρικών υδάτων στα 12 ναυτικά μίλια νότια και δυτικά της Κρήτης όπου, κατά σύμπτωση, η αμερικανική Exxon Mobil έχει ήδη εξασφαλίσει τη μερίδα του λέοντος από τα προσδοκώμενα ενεργειακά αποθέματα της περιοχής.
Αυτές οι σκέψεις (12 μίλια στην Κρήτη), εφόσον υλοποιηθούν, είναι μια καλή αφορμή για την πυροδότηση ενός νέου γύρου ελληνοτουρκικής αντιπαράθεσης, της οποίας η ένταση και το βάθος θα εξαρτηθεί από τις εσωτερικές πολιτικές ανάγκες των κυρίων Μητσοτάκη και Ερντογάν. Κι αυτό πολλαπλασιάζει την επικινδυνότητα των εξελίξεων στα ελληνοτουρκικά την (εκλογική) χρονιά που έρχεται.
Δημοσίευση σχολίου