Γρίβας Κώστας
Η στρατηγική στόχευση της Τουρκίας να μετατραπεί σε ρυθμιστή των εξελίξεων στην Ευρασία και να ισορροπήσει μεταξύ των δύο μεγάλων διαμορφούμενων παγκόσμιων πόλων ισχύος μας έχει απασχολήσει σε παλαιότερα άρθρα. Σ’ αυτό το πλαίσιο έχουμε εξετάσει τις πιθανότητες να θέλει να διαμορφώσει στην ευρασιατική σκακιέρα ένα είδος μακρινού συγγενή του παλαιού Κινήματος των Αδεσμεύτων, σε συνεργασία με το Πακιστάν και κάποιες από τις τουρκόφωνες πρώην σοβιετικές Δημοκρατίες της Κεντρικής Ασίας.
Όμως, η κατάσταση ενδέχεται να είναι ακόμη πιο ενδιαφέρουσα. Αν πράγματι αυτό το σχήμα αποκτήσει υπόσταση, τότε είναι πολύ πιθανόν να επηρεάσει σημαντικά τη γεωπολιτική συμπεριφορά και άλλων χωρών. Οι πρώτες εξ’ αυτών είναι άλλες μουσουλμανικές χώρες της Ασίας, όπως η Μαλαισία και η Ινδονησία. Το σημαντικότερο, όμως, είναι ότι ενδεχομένως να προκύψουν σοβαρές επιδράσεις, ακόμη και στο “βαθύ εσωτερικό” της Ευρώπης, συγκεκριμένα στη Γερμανία.
Η τελευταία έχει παραδοσιακά στραμμένο το βλέμμα της προς Ανατολάς. Με την ένωση των γερμανικών κρατών, μετά τη νίκη των Πρώσων επί της Γαλλίας το 1870, έγινε υπερβολικά ισχυρή για να “χωράει” στη Δυτική Ευρώπη. Από την κατάρρευση του Ανατολικού Συνασπισμού το 1989-90 και την ενοποίησή της, η Γερμανία κατάφερε να ηγεμονεύσει στην ΕΕ και να αρχίσει δειλά-δειλά να αναζητεί ένα νέο ρόλο στον αναδυόμενο πολυπολικό κόσμο, θεωρώντας πως έχουμε εισέλθει στη μετά-αμερικανική εποχή.
Ευρασιατική σκακιέρα
H Γερμανία γνώριζε πολύ καλά ότι για να κυριαρχήσει στον ενδοευρωπαϊκό ανταγωνισμό δεν αρκούσε η οικονομική της πρωτοκαθεδρία. Χρειαζόταν μια ευρύτερη γεωπολιτική αναβάθμιση, πάνω στην οποία θα “κουμπώσει” η οικονομική της ισχύς. Το ζήτημα ήταν εάν θα μπορούσε να επιτύχει αυτήν την αναβάθμιση, στρεφόμενη προς την απέραντη χερσαία “θάλασσα” της Ευρασίας. Μία πιθανή συνεργασία με αυτό το “καθοδηγούμενο” από την Τουρκία μουσουλμανικό σχήμα, πιθανώς να της προσέφερε αυτήν την ευκαιρία.
Καταρχάς, με αυτόν τον τρόπο η Γερμανία θα εξασφάλιζε έναν ζωτικό χώρο για την οικονομία της, η οποία στο μέλλον φαινόταν πως θα εκαλείτο να λειτουργήσει σε ένα νέο περιβάλλον που δεν θα ήταν η παγκοσμιοποιημένη ενιαία αγορά. Αντιθέτως, θα είχε έντονα στοιχεία προστατευτισμού και η εμπορική δραστηριότητα θα ήταν εναρμονισμένη με ευρύτερες γεωπολιτικές στρατηγικές των ισχυρών δρώντων.
Επιπροσθέτως, θα αποκτούσε ισχυρά διαπραγματευτικά χαρτιά έναντι της Ρωσίας και της Κίνας, με τις οποίες διατηρούσε μεικτές σχέσεις ανταγωνισμού και συνεργασίας, ιδιαίτερα στον εμπορικό τομέα. Τέλος, με αυτόν τον τρόπο φιλοδοξούσε να αποκτήσει αυξημένο ειδικό βάρος έναντι της Γαλλίας, που είναι ο μεγάλος της αντίπαλος στον ενδοευρωπαϊκό ανταγωνισμό, αν και ταυτοχρόνως συνεργάτης της σε άλλους τομείς. Επίσης, φιλοδοξούσε να αποκτήσει και ισχυρά διαπραγματευτικά χαρτιά έναντι των ΗΠΑ.
Την πιθανότητα συνεργασίας με τον πιθανό μουσουλμανικό “τρίτο πόλο” στην Ευρασία ενίσχυε και η ύπαρξη της πολυπληθούς τουρκικής μειονότητας στο εσωτερικό της Γερμανίας. Μειονότητα, η οποία, λόγω του όγκου και της σχεδόν στρατευμένη εκλογικής συμπεριφοράς, αποτελεί κρίσιμο παράγοντα διαμόρφωσης των εκλογικών αποτελεσμάτων και ωθεί προς την ενίσχυση των σχέσεων με την Τουρκία.
Η Ελλάδα και το “κεφάλι του φιδιού”
Όσον αφορά την Ελλάδα, ένα παρόμοιο ευρασιατικό σχήμα, που θα λειτουργούσε ως δυνάμει τρίτος πόλος στον κόσμο των επόμενων δεκαετιών, προκαλούσε πονοκεφάλους και στους τρεις βασικούς πλανητικούς δρώντες, δηλαδή την Κίνα, τις ΗΠΑ και τη Ρωσία. Το ίδιο προκαλούσε και σε δευτερεύοντες δρώντες, όπως είναι η Γαλλία και η Ινδία και σε ακόμη περισσότερους τοπικούς, όπως είναι η Αίγυπτος, η Σαουδική Αραβία, τα Εμιράτα κλπ. Πολλώ δε μάλλον αν σε αυτό το σχήμα ενσωματωνόταν, έστω και με χαλαρό τρόπο, η Γερμανία.
Το “κεφάλι” αυτού του “γεωπολιτικού φιδιού”, που δυνητικά ανησυχεί τις ισχυρότερες δυνάμεις και απειλεί με ασφυξία τις μικρότερες, είναι η Τουρκία. Και η μόνη δύναμη που βρίσκεται απέναντι από το “κεφάλι του φιδιού”, είναι η Ελλάδα. Δηλαδή, η Ιστορία και η γεωγραφία είχαν αναθέσει στην Ελλάδα τον γεωπολιτικό ρόλο-ευκαιρία να λειτουργήσει πρωταγωνιστικά σ’ έναν ad hoc αντιτουρκικό σχηματισμό.
Είναι η Ελλάδα μόνον που μπορεί να τον αδρανοποιήσει και συνακόλουθα να σταματήσει το χτίσιμο αυτού του ενδιάμεσου γεωπολιτικού οικοδομήματος. Αν η Γερμανία έκανε βήματα για να συνεργασθεί –με κάποιον τρόπο– με αυτό το γεωπολιτικό σχήμα, οι μεγάλες δυνάμεις θα αποκτούσε σοβαρό ενδιαφέρον να καταστρέψουν αυτή την προοπτική. Κι αυτό εκ των πραγμάτων θα τις ωθούσε να συμπράξουν με την Ελλάδα, υπό την προϋπόθεση ότι η Αθήνα θα επιδείκνυε την αναγκαία αυτοπεποίθηση.
Αμερικανικό ματ στη Γερμανία
Όπως, όμως, συμβαίνει συχνά στην Ιστορία, η τροπή που παίρνουν οι εξελίξεις τροποποιούν ή και ακυρώνουν στρατηγικούς σχεδιασμούς, πολύ περισσότερο γεωπολιτικούς πειρασμούς, όπως αυτός για τον οποίον συζητούμε. Ο πόλεμος στην Ουκρανία συνιστά μία καμπή, η οποία υποχρέωσε όλους σχεδόν τους δρώντες να τοποθετηθούν, συχνά και σε αντίθεση με την προηγούμενη τάση τους. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τη Γερμανία, η οποία –υπό την πίεση των γεγονότων– υποχρεώθηκε να ευθυγραμμιστεί πίσω από τις ΗΠΑ, όπως και όλες οι άλλες χώρες-μέλη του ΝΑΤΟ.
Για τη Γερμανία αυτή η ευθυγράμμιση συνιστά –τουλάχιστον προς το παρόν– μία άτακτη υποχώρηση από τις γεωπολιτικές-γεωοικονομικές φιλοδοξίες που έτρεφε την προηγούμενη περίοδο. Η νέα διαχωριστική γραμμή που επισήμως είναι μεταξύ Δύσης και Ρωσίας, στην πραγματικότητα έχει ευρύτερες επιπτώσεις, αφού η αμερικανική στρατηγική ήδη προκαλεί μία ισχυρή αντισυσπείρωση στην ευρασιατική σκακιέρα κι όχι μόνο.
Και στην παρούσα συγκυρία η Τουρκία επιχειρεί να ισορροπήσει μεταξύ Δύσης και Ρωσίας, με σκοπό να διατηρήσει τον αυτόνομο ρόλο της και τη δυνατότητά της να ελίσσεται. Πρέπει, μάλιστα, να ομολογηθεί ότι τουλάχιστον προς το παρόν καταφέρνει να ισορροπεί, χωρίς να προκαλεί ρήξη στις σχέσεις της με τη μία ή την άλλη πλευρά. Έτσι, όμως, όπως εξελίσσονται τα πράγματα στην ευρασιατική σκακιέρα, το ενδεχόμενο η Τουρκία να συγκροτήσει από κοινού με άλλες μουσουλμανικές χώρες ένα αυτόνομο γεωπολιτικό μπλοκ συγκεντρώνει ολοένα και λιγότερες πιθανότητες. Η δυτική πίεση ωθεί τις ασιατικές χώρες –περισσότερο ή λιγότερο– να συνδεθούν με τον “Οργανισμό Συνεργασίας της Σαγκάης”, δηλαδή ουσιαστικά με τον άξονα Κίνα-Ρωσία.
Δημοσίευση σχολίου