Του Πέτρου Παπακωνσταντίνου
Οκτώ µήνες μετά την έναρξη της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, ο δυσοίωνος όρος της Αποκάλυψης έχει εγκατασταθεί για τα καλά στο λεξιλόγιο της διεθνούς πολιτικής. Πάντα επιρρεπής στη λεκτική ακράτεια, ο Τζο Μπάιντεν προειδοποίησε πρόσφατα ότι, αν ο Βλαντιμίρ Πούτιν κάνει χρήση μικρών πυρηνικών όπλων όπως απειλεί, η αμερικανική απάντηση θα είναι τόσο ισχυρή που ο πλανήτης όλος θα βρεθεί στα πρόθυρα του Αρμαγεδδώνα.
Μια διαφορετικού τύπου Αποκάλυψη βιώνουν ήδη οι Ουκρανοί εδώ και δύο εβδομάδες. Σε μια προσπάθεια να ανακόψει τη θεαματική αντεπίθεση των Ουκρανών, ο ρωσικός στρατός εξαπολύει αλλεπάλληλα κύματα βομβαρδισμών στα πυκνοκατοικημένα αστικά κέντρα με στόχους τις γραμμές ανεφοδιασμού του εχθρού και το ενεργειακό δίκτυο της χώρας.
Με το ένα τρίτο των ενεργειακών σταθμών ήδη κατεστραμμένο και με το θερμόμετρο να έχει αρχίσει να πέφτει κάτω από το μηδέν, οι Ουκρανοί απειλούνται με πραγματική ανθρωπιστική καταστροφή, μένοντας χωρίς ρεύμα, χωρίς θέρμανση, ίσως και χωρίς νερό, στον μακρύ, εφιαλτικό χειμώνα που έρχεται. Αυτό ήταν το πρώτο δείγμα γραφής του στρατηγού Σεργκέι Σουροβίκιν, νέου διοικητή των ρωσικών δυνάμεων στην Ουκρανία, ο οποίος απέκτησε τη φήμη του αδίστακτου από τη θητεία του στη Συρία και έγινε γνωστός με το προσωνύμιο –τι άλλο;– Αρμαγεδδών.
Στο Κίεβο και στη Δύση, πολλοί αντιμετωπίζουν τη ρωσική εκδοχή του «Σοκ και δέος» όχι ως δύναμη, αλλά ως αδυναμία. Δεν αποκλείεται να έχουν δίκιο. Η Ουκρανία δεν είναι Συρία, όπου ο Σουροβίκιν και οι άνδρες του είχαν να αντιμετωπίσουν άτακτους τζιχαντιστές. Στην πρόσφατη Ιστορία, όσοι προσπάθησαν να αντισταθμίσουν τις αναποδιές στο πεδίο της μάχης με σαρωτικούς βομβαρδισμούς πόλεων –στο μυαλό έρχονται οι βομβαρδισμοί του Λονδίνου από τους Γερμανούς, του βορείου Βιετνάμ από τους Αμερικανούς και του Ιράν από τον Σαντάμ Χουσεΐν– δεν είχαν καλό τέλος. Δύο εβδομάδες ρωσικών βομβαρδισμών δεν φάνηκε να επηρεάζουν ουσιωδώς την ουκρανική αντεπίθεση, που κλιμακώνεται απειλητική τόσο στο ανατολικό όσο και στο νότιο μέτωπο.
Τα μάτια όλων στρέφονται αυτές τις μέρες στη Χερσώνα, μία από τις δύο μεγάλες πόλεις που έχουν καταλάβει οι Ρώσοι (η άλλη είναι η Μαριούπολη) και τη μοναδική που βρίσκεται δυτικά του Δνείπερου, στις εκβολές του ποταμού προς τη Μαύρη Θάλασσα. Εδώ, ο στρατηγός Σουροβίκιν κινδυνεύει να αντιμετωπίσει πολύ γρήγορα τον δικό του Αρμαγεδδώνα. Στην πρώτη του τηλεοπτική συνέντευξη μετά την ανάληψη των νέων του καθηκόντων, την περασμένη Τρίτη, αναγνώρισε ότι μπορεί να αναγκαστεί να λάβει «δύσκολες αποφάσεις», υπονοώντας αναδίπλωση. Την επομένη ξεκίνησε η εκκένωση της πόλης από αμάχους και διορισμένους αξιωματούχους.
Τεράστιο πλήγμα
Ενδεχόμενη ανακατάληψη της Χερσώνας από τους Ουκρανούς θα συνιστούσε τεράστιο στρατηγικό και ηθικό πλήγμα για το Κρεμλίνο. Χτισμένη από τη Μεγάλη Αικατερίνη στα εδάφη της Νοβοροσίγια (Νέα Ρωσία) που κατέκτησαν οι Ρώσοι εκτοπίζοντας τους Οθωμανούς, η Χερσώνα παίζει κομβικό ρόλο στον ανεφοδιασμό της Κριμαίας και είναι πρωτεύουσα μιας από τις τέσσερις περιοχές που μόλις πριν από ένα μήνα προσάρτησε ο Πούτιν.
Την ίδια μέρα, ο Ρώσος πρόεδρος έλαβε μία εκ πρώτης όψεως ακατανόητη απόφαση, επιβάλλοντας στρατιωτικό νόμο στις τέσσερις περιοχές, που ήδη τελούσαν υπό στρατιωτική κατοχή. Ενδεχομένως επιδιώκει να νομιμοποιήσει κατασχέσεις που ήδη γίνονται από τον ρωσικό στρατό και, κυρίως, να ελέγξει με σιδερένια πειθαρχία (περιορισμοί κυκλοφορίας, απαγόρευση απεργιών και συναθροίσεων, αναστολή λειτουργίας πολιτικών κομμάτων κ.ά.) τα μετόπισθεν, καθώς προετοιμάζεται για αδυσώπητες οδομαχίες μέσα στον αστικό ιστό της Χερσώνας και άλλων πόλεων.
Το γεγονός ότι ταυτόχρονα έθεσε σε καθεστώς «πολεμικής οικονομίας» άλλες έξι ρωσικές περιοχές που συνορεύουν με την Ουκρανία και έδωσε αυξημένες εξουσίες στους κυβερνήτες των περιοχών, υποβάλλει και μια άλλη υποψία: να εξοικειώνει σταδιακά με την ιδέα της κατάστασης εκτάκτου ανάγκης όλο τον ρωσικό πληθυσμό, με πιθανά επόμενα βήματα τη γενική επιστράτευση και την κήρυξη στρατιωτικού νόμου ανά την επικράτεια.
Εδώ που έχουν φτάσει τα πράγματα, ούτε τα πιο ακραία σενάρια μπορούν να αποκλειστούν. Οι σποραδικές αντεπιθέσεις και κάποια μικρά κέρδη των Ρώσων στο ανατολικό μέτωπο την προηγούμενη εβδομάδα γύρω από τη σημαντική πόλη Μπαχμούτ, στο Ντονέτσκ, αλλά και στην επαρχία του Χάρκοβο, γέννησαν ανησυχίες στο Κίεβο για το ενδεχόμενο νέας, μαζικής εισβολής ρωσικών στρατευμάτων, με σύμπραξη αυτή τη φορά και της Λευκορωσίας, όπου έχει σχηματιστεί κοινή δύναμη των δύο κρατών.
Παράλληλα, το ξαφνικό ταξίδι του Βρετανού υπουργού Αμυνας Μπεν Γουάλας στην Ουάσιγκτον συνοδεύτηκε από ανησυχητικές φήμες για συντονισμό των δύο συμμάχων ενόψει πιθανού πυρηνικού πλήγματος στην Ουκρανία. Και αν μέχρι χθες λέγαμε ότι ο κόσμος βρίσκεται στην πιο επικίνδυνη στιγμή από την κρίση των πυραύλων της Κούβας, τώρα μάλλον έχουμε ξεπεραστεί από τις εξελίξεις. Το 1962, Κένεντι και Χρουστσόφ επέλεξαν τον σωτήριο συμβιβασμό, αποσύροντας τους πυραύλους τους από Τουρκία και Κούβα αντίστοιχα. Σήμερα, Μπάιντεν και Πούτιν δείχνουν να έχουν κόψει πίσω τους όλες τις γέφυρες της υποχώρησης.
Αιώνες μοιάζει να έχουν περάσει από την 25η Σεπτεμβρίου 2001, όταν ο φρέσκος στην εξουσία Βλαντιμίρ Πούτιν εκφωνούσε βαρυσήμαντη ομιλία από το βήμα του γερμανικού Κοινοβουλίου σε άπταιστα γερμανικά, αναπτύσσοντας το όραμά του για μια «Μεγάλη Ευρώπη», μια ισότιμη σχέση στρατηγικής συνεργασίας μεταξύ Ε.Ε. και Ρωσίας.
Η διεύρυνση του ΝΑΤΟ προς ανατολάς και οι «έγχρωμες επαναστάσεις» σε πρώην σοσιαλιστικές χώρες έπνιξαν το μωρό στην κούνια του. Σε μια άλλη ιστορική ομιλία του, φέτος, στις 30 Σεπτεμβρίου, στο Κρεμλίνο, ο Ρώσος πρόεδρος χάραξε την καινούργια εθνική στρατηγική του: Μια μεγαλύτερη Ρωσία σε στρατηγική συμμαχία με τη Μεγάλη Ασία, απέναντι στη «συλλογική Δύση», συνώνυμο της νεοαποικιοκρατίας, του παγκόσμιου απαρτχάιντ ή ακόμη και του «σατανισμού».
Η ειρωνεία της Ιστορίας είναι ότι ο πολιτικός που γεννήθηκε στην Αγία Πετρούπολη (τότε Λένινγκραντ), την πιο δυτικότροπη πόλη της Ρωσίας, και που τόσο θαυμάζει τον Μεγάλο Πέτρο και τη Μεγάλη Αικατερίνη, τους τσάρους που ενίσχυσαν αποφασιστικά τη χώρα τους κοιτάζοντας δυτικά, ωθεί τη μεγάλη αυτή δύναμη προς την ασιατική Ανατολή, σε ρόλο ελάσσονος εταίρου της πολύ ισχυρότερης, οικονομικά και πληθυσμιακά, Κίνας.
Δημοσίευση σχολίου