Γιώργος Σκαφιδάς
Πρωτοφανής, από πολλές απόψεις, η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία μπορεί να «άλλαξε τον κόσμο» («Πώς 50 ημέρες πολέμου στην Ουκρανία άλλαξαν τον κόσμο», έγραφε η Washington Post πρόσφατα), αλλά οι οιωνοί της είχαν αρχίσει να φαίνονται χρόνια πριν.
Τέσσερις ομιλίες, που εκφώνησε ο Βλαντιμίρ Πούτιν, θα μπορούσαν, πια, να ιδωθούν και ως προάγγελος όσων θα ακολουθούσαν χρόνια αργότερα στην Ουκρανία, αλλά και στις σχέσεις της Ρωσίας με τη Δύση συνολικότερα. Η πρώτη, το Φεβρουάριο του 2007, από το βήμα της Διάσκεψης Ασφαλείας του Μονάχου, η δεύτερη, τον Απρίλιο του 2008, από τη Σύνοδο του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι, η τρίτη, το Μάρτιο του 2014, από το Κρεμλίνο και η τέταρτη, τον Οκτώβριο του 2014, από το βήμα του Valdai κλαμπ στο Σότσι. Ως προαγγελτική της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία ερμηνεύεται πλέον και εκείνη η «ανάλυση» περί της «ιστορικής ενότητας Ρώσων και Ουκρανών» που δημοσίευσε, υπό μορφή, κειμένου ο Πούτιν τον Ιούλιο του 2021.
Εάν ανατρέξει κανείς στα προαναφερθέντα, θα δει κάποιες ορθές διαπιστώσεις περί του τέλους του μονοπολικού κόσμου, αλλά και μια σειρά από εξόχως αναθεωρητικές διαθέσεις από την πλευρά του Ρώσου ηγέτη που επιχειρεί να ισορροπήσει μεταξύ αντιφατικών αναλύσεων, διαθέσεων και οραμάτων.
Ο Πούτιν, από τη μία πλευρά, επικρίνει τους μπολσεβίκους, επειδή παραχώρησαν εδάφη στη σημερινή Ουκρανία. Και, από την άλλη, «πατάει» πάνω στις στρατιωτικές νίκες των Σοβιετικών κατά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, για να νομιμοποιήσει ηθικά το νέο του αφήγημα περί «αποναζιστικοποίησης» της Ουκρανίας. Από τη μία πλευρά, κατηγορεί την «επεκτατική Δύση» πως τον απειλεί πιέζοντας τα σύνορα της σύγχρονης Ρωσίας («…προσπαθούν να μας στριμώξουν σε μια γωνία επειδή… λέμε τα πράγματα με το όνομά τους», δήλωνε ο ίδιος τον Μάρτιο του 2014, με φόντο τη μονομερή προσάρτηση της Κριμαίας στη Ρωσική Ομοσπονδία). Και, από την άλλη, διαπιστώνει το τέλος του δυτικού μονοπολισμού, υποστηρίζοντας πως η παρακμάζουσα Δύση βρίσκεται σε αποδρομή. Από τη μία δηλώνει πως ό,τι κάνει το κάνει αμυνόμενος, και από την άλλη παρουσιάζεται έτοιμος να επιτεθεί στο πλαίσιο ενός νέου -αυτοκρατορικών καταβολών- μεσσιανικού οράματος για τον αξιακό-γεωπολιτικό πολιτισμό της (τσαρικής) Ρωσίας στη διεθνή σκηνή του μέλλοντος. Μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο, ο Πούτιν αμφισβητεί, εμμέσως πλην σαφώς, και το δικαίωμα της Ουκρανίας να υπάρχει σαν ανεξάρτητη χώρα με δική της κρατική υπόσταση και διακριτή ταυτότητα, καθώς και το δικαίωμα των Ουκρανών στην αυτοδιάθεση.
Οι προβλέψεις του 2015
Ενδεικτικά είναι όσα γράφει ο Γάλλος ακαδημαϊκός – καθηγητής φιλοσοφίας Μισέλ Ελτσανινόφ στο βιβλίο του με τίτλο «Στο μυαλό του Βλαντιμίρ Πούτιν» (εκδ. Διάμετρος), ένα βιβλίο που εκδόθηκε στα γαλλικά το 2015: «ο ιμπεριαλισμός του Πούτιν… ξεκίνησε το 2008 (σ.σ. πόλεμος στη Γεωργία) και φάνηκε πολύ πιο ξεκάθαρος το 2014 (σ.σ. προσάρτηση Κριμαίας). Ποια είναι άραγε τα επόμενα βήματα; Η προσάρτηση της Κριμαίας και ο πόλεμος στην Ουκρανία είναι η λογική συνέχεια της αποτυχίας του ιμπεριαλισμού τον οποίο ο Πούτιν αποπειράθηκε να επιβάλει δια της πειθούς. Η Ουκρανία, άλλωστε, θεωρείται από τους Ρώσους φιλοσόφους (σ.σ. Νικολάι Ντανιλέφσκι, Ιβάν Ιλίν, ευρασιανιστές), που τυγχάνουν της προτίμησης του προέδρου, μείζον διακύβευμα…»
Αυτοεκπληρούμενες προφητείες
«Γιορτάζοντας», στις αρχές Φεβρουαρίου του 2022, τη συμπλήρωση 15 ετών από εκείνη την ιστορική ομιλία του Βλαντιμίρ Πούτιν στη Διάσκεψη Ασφαλείας του Μονάχου το 2007, το κρατικό ειδησεογραφικό πρακτορείο Tass μιλούσε για τις «προφητείες» του Ρώσου ηγέτη που επιβεβαιώθηκαν. Ακόμη τότε βέβαια (αρχές Φεβρουαρίου), η ρωσική ηγεσία διεμήνυε επισήμως πως δεν επρόκειτο να εισβάλει στην Ουκρανία. Έκτοτε μεσολάβησαν πολλά, τόσο πολλά, ώστε πλέον κάποιες από εκείνες τις προφητείες του Πούτιν να θεωρούνται… αυτοεκπληρούμενες.
Το μέχρι πρότινος «εγκεφαλικά νεκρό» (κατά τον Μακρόν) και «ξεπερασμένο» (κατά τον Τραμπ) ΝΑΤΟ, που είχε επεκταθεί για τελευταία φορά προς ανατολάς το 2004, τώρα έχει πια αποκτήσει ξανά λόγο ύπαρξης. Και μάλιστα ενισχυμένο εξαιτίας του πολέμου στην Ουκρανία, ενός πολέμου στην σκιά του οποίου συζητούνται πλέον και θέματα που δεν υπήρχε καμία περίπτωση να συζητηθούν προ μηνών, όπως το ενδεχόμενο, για παράδειγμα, να ενταχθούν η Φινλανδία και η Σουηδία στη Βορειοατλαντική Συμμαχία.
Εάν κατάφερε κάτι ο Πούτιν με την εισβολή του στην Ουκρανία, αυτό ήταν να ενισχύσει (σε έναν βαθμό) τη δυτική συνοχή, να υπονομεύσει δραστικά τις προοπτικές της Ρωσίας ως εξαγωγού ενέργειας, να δώσει νέα πνοή ζωής στο ΝΑΤΟ και να προκαλέσει μια νέα κούρσα εξοπλισμών διεθνώς. Κατάφερε, με άλλα λόγια, να κάνει πράξη πολλά από όσα ο ίδιος στηλίτευε το 2007, χρεώνοντάς τα όμως τότε σε άλλους.
Αυτό που δεν κατάφερε, από την άλλη πλευρά, ο Ρώσος ηγέτης ήταν να καταγάγει, όπως επιθυμούσε, μια εύκολη και ταχεία νίκη στο μέτωπο της Ουκρανίας. Μία νίκη την οποία θα μπορούσε, εν συνεχεία, να πουλήσει διεθνώς ως επιβεβαιωτική της αποτελεσματικότητας των διεθνούς εμβέλειας ρωσικών δυνατοτήτων.
Ο Γιεγκόρ Γκαϊντάρ, βασιζόμενος στα διδάγματα των πολέμων στην Αλγερία, στο Σουέζ και στο Βιετνάμ, είχε γράψει ότι «για την αποτελεσματική εξασφάλιση του ελέγχου επί [ξένων] εδαφών, απαιτούνται δυνάμεις που να υπερισχύουν αριθμητικά [των αμυνόμενων] κατά δέκα φορές περίπου».
Περί της έκβασης του πολέμου
Ακόμη και αυτήν την -κάθε άλλο παρά ιδανική για το Κρεμλίνο- έκβαση του πολέμου, κάποιοι Ρώσοι (και όχι Δυτικοί) την είχαν όμως επί της ουσίας προβλέψει χρόνια πριν.
Στο βιβλίο του «Η κατάρρευση μιας αυτοκρατορίας: Μαθήματα για τη σύγχρονη Ρωσία» (εκδ. Παπαδόπουλος), ο Γιεγκόρ Γκαϊντάρ (1956-2009), πάλαι ποτέ αναπληρωτής πρωθυπουργός της Ρωσικής Ομοσπονδίας, υπουργός Οικονομικών και επί σειρά ετών βουλευτής στη Δούμα, μιλάει για την ήττα των Γάλλων στην Αλγερία («Η Αλγερία είναι Γαλλία», έλεγε άλλοτε ο Μιτεράν), των Αμερικανών στο Βιετνάμ και των Αγγλογάλλων στο Σουέζ. Γράφει αυτό που έγινε επίκαιρο και πάλι πρόσφατα, έπειτα από την αρχική αποτυχία της ρωσικής επίθεσης στο Κίεβο: ότι «για την αποτελεσματική εξασφάλιση του ελέγχου επί (σ.σ. ξένων) εδαφών,… απαιτούνται δυνάμεις που να υπερισχύουν αριθμητικά (σ.σ. των αμυνόμενων) κατά δέκα φορές περίπου».
«Όλες οι χώρες, οι οποίες αυτοαποκαλούνταν αυτοκρατορίες στις αρχές του 20ου αιώνα, με διαφορετικές μορφές, αναγκαστικά ή οικειοθελώς, απαλλάχτηκαν από τις αποικίες, προσφέροντάς τους την ελευθερία… Για τη Ρωσία η εμπειρία αυτή είναι πολύτιμη. Αν εξαγάγουμε από αυτό συμπεράσματα, θα μας βοηθήσει να μην επαναλάβουμε τα λάθη, τα οποία οδηγούν σε πολιτικές ήττες», έγραφε ο Γκαϊντάρ το 2007, επικαλούμενος, μεταξύ άλλων, και έναν άλλο Ρώσο οικονομολόγο-κοινωνιολόγο-συγγραφέα, γεννημένο στο Χάρκοβο της σημερινής Ουκρανίας, τον Ανατόλι Βισνιέφσκι (1935-2021). Σύμφωνα με τον Βισνιέφσκι, ο ουκρανικός εθνικισμός είχε διαχρονικά «έναν πολύ ισχυρό βοηθό» που «δεν ήταν άλλος από τον (σ.σ. ρωσικό) αυτοκρατορικό συγκεντρωτισμό…». Και όπως άλλοτε, έτσι και τώρα, ο εμπνεόμενος από αυτοκρατορικά, συγκεντρωτικά ιδεώδη Πούτιν ήρθε με την επίθεσή του στην Ουκρανία, στην πραγματικότητα όχι να υπονομεύσει, αλλά να ενισχύσει την ουκρανική εθνική ταυτότητα.
Σύμφωνα με τον Ανατόλι Βισνιέφσκι, ο ουκρανικός εθνικισμός είχε διαχρονικά «έναν πολύ ισχυρό βοηθό» που «δεν ήταν άλλος από τον [ρωσικό] αυτοκρατορικό συγκεντρωτισμό».«Οι μηχανισμοί της κατάρρευσης ενός αυταρχικού καθεστώτος είναι διάφοροι. Συχνά συνδέονται με την προσωπική ζωή του δικτάτορα», ενώ και «η πληροφοριακή παγκοσμιοποίηση είναι σημαντικός παράγοντας υπονόμευσης της σταθερότητας των αυταρχικών καθεστώτων», έγραφε ο Γιεγκόρ Γκαϊντάρ, το 2007, προτού μιλήσει για την «κατάρα του πετρελαίου», τις ρωσικές εξαγωγές σιτηρών, την «επιδείνωση του εξωτερικού εμπορίου» κ.ά.
Δεκαπέντε χρόνια μετά, η «προσωπική ζωή» του Πούτιν έχει μπει στο κάδρο ως παράγοντας δυνητικής αστάθειας και λάθος κεντρικών επιλογών, την ώρα που η «πληροφοριακή παγκοσμιοποίηση» βοηθά τους Ουκρανούς να καταγάγουν νίκες στο μέτωπο της επικοινωνίας. Το δε ρωσικό εξωτερικό εμπόριο μετράει πρωτοφανούς έκτασης απώλειες από τα πλήγματα των κυρώσεων της Δύσης.
Μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο, τι θα πρέπει να περιμένουμε; Ο επί σειρά ετών φίλος του Γκαϊντάρ, Ανατόλι Τσουμπάις, ο γνωστός από τη συμμετοχή του στην ομάδα των μεταρρυθμιστών οικονομολόγων του Λένινγκραντ, αλλά και από τη μακρόχρονη θητεία του στο πλευρό του Πούτιν, επέλεξε πάντως να φύγει από τη Ρωσία. Και βρίσκεται, εδώ και περίπου δύο μήνες, στο εξωτερικό.
Περί της έκβασης του πολέμου
Ακόμη και αυτήν την -κάθε άλλο παρά ιδανική για το Κρεμλίνο- έκβαση του πολέμου, κάποιοι Ρώσοι (και όχι Δυτικοί) την είχαν όμως επί της ουσίας προβλέψει χρόνια πριν.
Στο βιβλίο του «Η κατάρρευση μιας αυτοκρατορίας: Μαθήματα για τη σύγχρονη Ρωσία» (εκδ. Παπαδόπουλος), ο Γιεγκόρ Γκαϊντάρ (1956-2009), πάλαι ποτέ αναπληρωτής πρωθυπουργός της Ρωσικής Ομοσπονδίας, υπουργός Οικονομικών και επί σειρά ετών βουλευτής στη Δούμα, μιλάει για την ήττα των Γάλλων στην Αλγερία («Η Αλγερία είναι Γαλλία», έλεγε άλλοτε ο Μιτεράν), των Αμερικανών στο Βιετνάμ και των Αγγλογάλλων στο Σουέζ. Γράφει αυτό που έγινε επίκαιρο και πάλι πρόσφατα, έπειτα από την αρχική αποτυχία της ρωσικής επίθεσης στο Κίεβο: ότι «για την αποτελεσματική εξασφάλιση του ελέγχου επί (σ.σ. ξένων) εδαφών,… απαιτούνται δυνάμεις που να υπερισχύουν αριθμητικά (σ.σ. των αμυνόμενων) κατά δέκα φορές περίπου».
«Όλες οι χώρες, οι οποίες αυτοαποκαλούνταν αυτοκρατορίες στις αρχές του 20ου αιώνα, με διαφορετικές μορφές, αναγκαστικά ή οικειοθελώς, απαλλάχτηκαν από τις αποικίες, προσφέροντάς τους την ελευθερία… Για τη Ρωσία η εμπειρία αυτή είναι πολύτιμη. Αν εξαγάγουμε από αυτό συμπεράσματα, θα μας βοηθήσει να μην επαναλάβουμε τα λάθη, τα οποία οδηγούν σε πολιτικές ήττες», έγραφε ο Γκαϊντάρ το 2007, επικαλούμενος, μεταξύ άλλων, και έναν άλλο Ρώσο οικονομολόγο-κοινωνιολόγο-συγγραφέα, γεννημένο στο Χάρκοβο της σημερινής Ουκρανίας, τον Ανατόλι Βισνιέφσκι (1935-2021). Σύμφωνα με τον Βισνιέφσκι, ο ουκρανικός εθνικισμός είχε διαχρονικά «έναν πολύ ισχυρό βοηθό» που «δεν ήταν άλλος από τον (σ.σ. ρωσικό) αυτοκρατορικό συγκεντρωτισμό…». Και όπως άλλοτε, έτσι και τώρα, ο εμπνεόμενος από αυτοκρατορικά, συγκεντρωτικά ιδεώδη Πούτιν ήρθε με την επίθεσή του στην Ουκρανία, στην πραγματικότητα όχι να υπονομεύσει, αλλά να ενισχύσει την ουκρανική εθνική ταυτότητα.
Σύμφωνα με τον Ανατόλι Βισνιέφσκι, ο ουκρανικός εθνικισμός είχε διαχρονικά «έναν πολύ ισχυρό βοηθό» που «δεν ήταν άλλος από τον [ρωσικό] αυτοκρατορικό συγκεντρωτισμό».«Οι μηχανισμοί της κατάρρευσης ενός αυταρχικού καθεστώτος είναι διάφοροι. Συχνά συνδέονται με την προσωπική ζωή του δικτάτορα», ενώ και «η πληροφοριακή παγκοσμιοποίηση είναι σημαντικός παράγοντας υπονόμευσης της σταθερότητας των αυταρχικών καθεστώτων», έγραφε ο Γιεγκόρ Γκαϊντάρ, το 2007, προτού μιλήσει για την «κατάρα του πετρελαίου», τις ρωσικές εξαγωγές σιτηρών, την «επιδείνωση του εξωτερικού εμπορίου» κ.ά.
Δεκαπέντε χρόνια μετά, η «προσωπική ζωή» του Πούτιν έχει μπει στο κάδρο ως παράγοντας δυνητικής αστάθειας και λάθος κεντρικών επιλογών, την ώρα που η «πληροφοριακή παγκοσμιοποίηση» βοηθά τους Ουκρανούς να καταγάγουν νίκες στο μέτωπο της επικοινωνίας. Το δε ρωσικό εξωτερικό εμπόριο μετράει πρωτοφανούς έκτασης απώλειες από τα πλήγματα των κυρώσεων της Δύσης.
Μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο, τι θα πρέπει να περιμένουμε; Ο επί σειρά ετών φίλος του Γκαϊντάρ, Ανατόλι Τσουμπάις, ο γνωστός από τη συμμετοχή του στην ομάδα των μεταρρυθμιστών οικονομολόγων του Λένινγκραντ, αλλά και από τη μακρόχρονη θητεία του στο πλευρό του Πούτιν, επέλεξε πάντως να φύγει από τη Ρωσία. Και βρίσκεται, εδώ και περίπου δύο μήνες, στο εξωτερικό.
Δημοσίευση σχολίου