O Ερντογάν επαναδιαδηλώνει και επικυρώνει την πολιτική αξίωση της Άγκυρας να διαμοιράσει και να ασκήσει κυριαρχία στο Αιγαίο και στην Κύπρο.
Δρ. Διονύσης Τσιριγώτης*
Σε γραπτή τους παρέμβαση στους Νew York Times με τίτλο: «Ήρθε η ώρα να τα χαλάσουμε με τον Ερντογάν», ο Γάλλος φιλόσοφος Μπερνάρ Ανρί Λεβί και ο πρόεδρος της οργάνωσης «JFK–Justice for Kurds» Τόμας Κάπλαν, προειδοποιούν τη Δύση για τις αναθεωρητικές προθέσεις του Τούρκου Προέδρου, Ρετζίπ Ταγίπ Ερντογάν, και τις συμπαρομαρτούσες απολήξεις τους για τα γεωστρατηγικά της συμφέροντα.
Την ίδια στιγμή οι Έλληνες λήπτες αποφάσεων καλούνται να διαχειρισθούν την προσφιλή τακτική του Τούρκου προέδρου, να χρησιμοποιεί κατά περίπτωση την πολιτική του «καρότου», για την επανέναρξη των διερευνητικών επαφών με την Αθήνα, και κατά το δοκούν το «μαστίγιο» της εξαναγκαστικής διπλωματίας των σεισμογραφικών σκαφών και των πλωτών γεωτρυπάνων.
Αναλυτικότερα δεν δύναται να παροραθεί το γεγονός ότι προτού καλά-καλά στεγνώσει το μελάνι των υπογραφών των επονομαζόμενων πρωτοκόλλων του Βερολίνου, στις 13 Ιουλίου και 18 Σεπτεμβρίου του 2020 αντίστοιχα (αποτέλεσμα των τριμερών διερευνητικών συνομιλιών, ως ένδειξη καλής θελήσεως της Άγκυρας για τη δημιουργία μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης με προκείμενο τη συνέχιση των πολιτικών διαβουλεύσεων Ελλάδας-Τουρκίας) το OrucReis συνεχίζει απρόσκοπτα τον πλου του στο Αιγαίο σε περιοχές της Ελληνικής ηπειρωτικής υφαλοκρηπίδας στην και δη στη θαλάσσια περιοχή μεταξύ Καστελόριζου- Ρόδου.
Αντίστοιχα η συνεχιζόμενη απειλητική ρητορεία της Άγκυρας: «Δεν υπάρχει κάποια δύναμη που μπορεί να σταθεί εμπόδιο στη χώρα μας» και «δεν θα διστάσουμε να θυσιάσουμε μάρτυρες σε αυτήν τη μάχη – είναι οι λαοί της Ελλάδας, της Γαλλίας κάποιων χωρών της βόρειας Αφρικής και του Κόλπου έτοιμοι να κάνουν τέτοιες θυσίες;», συνοδεύεται με την τακτική του γκριζαρίσματος του συνόλου των ελληνικών νησιών και νησίδων που δεν εγγράφονται στη Συνθήκη της Λοζάνης, καθώς και με την πραγματολογική διαμφισβήτηση των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων στα θαλάσσια και εναέρια καθεστώτα του Αιγαίου.
Ενώ σε γεωπολιτικό-γεωστρατηγικό επίπεδο οι τουρκικές αξιώσεις εκ διπλώνονται από «την Κύπρο έως τη Λιβύη, από τα νησιά του Αιγαίου έως τη Συρία, από το Ιράκ έως το Λίβανο, από τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη έως τις μακρινές ακτές της Ερυθράς θάλασσας».
Υπό την απουσία οποιουδήποτε ΕυρωΑτλαντικού αναχώματος ο Ερντογάν επαναδιαδηλώνει και επικυρώνει την πολιτική αξίωση της Άγκυρας να διαμοιράσει και να ασκήσει κυριαρχία στο Αιγαίο και στην Κύπρο. Δημοσιοποιώντας έναν νέο χάρτη, η Άγκυρα διευρύνει μονομερώς την περιοχή της δική της έρευνας και διάσωσης στο κέντρο του Αιγαίου, κατ’ αντιστοιχία με την παρελθούσα εμπειρία του Αυγούστου του 1974 όταν με την Νotam 714 “προσπαθούσε να επεκτείνει τον χώρο της δικαιοδοσίας της μέχρι το μέσο του Αιγαίου εντός του FIR Αθηνών”.
Συνακόλουθα ο υπουργός Μεταφορών της Τουρκίας Αντίλ Καραϊσμαΐλογλου, με την ανάρτηση του σχετικού χάρτη θα αποστείλει :
«Χαιρετίσματα στο Φατίχ, στο Γιαβούζ και στο Κανουνί. Στη Γαλάζια Πατρίδα μας, την περιοχή ερευνών και διάσωσης την επεκτείναμε με τρόπο που θα περιλαμβάνει και τις περιοχές όπου πραγματοποιούν εργασίες τα ερευνητικά μας πλοία. Καλορίζικο το νέο σχέδιο έρευνας και διάσωσης!».
Γενικότερα μιλώντας, ναι μεν η Τουρκία συντηρεί και επιχειρεί να πραγματώσει ένα διαχρονικό όραμα της εξωτερικής της πολιτικής, να αναδυθεί σε μία «μικρή Αμερική» ή με διαφορετική διατύπωση σ’ έναν περιφερειακό «ηγεμόνα», τουναντίον η πραγματολογική εμπειρία καταδεικνύει ότι εξελίσσεται στο «τσακάλι» της περιοχής, ακολουθώντας τους «λέοντες» για να «σκουπίσει τα υπολείμματα της λείας τους». Τα «τσακάλια» είναι τα δυσαρεστημένα κράτη, που είναι αποφασισμένα να καταβάλλουν υψηλό κόστος για να υπερασπιστούν τα κεκτημένα τους, και ακόμη μεγαλύτερο κόστος για την επέκταση των αξιών-συμφερόντων τους.
Ποια είναι όμως η απάντηση της Αθήνας στην Τουρκική απληστία;
Με το αυστηρό μήνυμα του Έλληνα υπουργού εξωτερικών, Ν. Δένδια: «Δεν ανεχόμαστε παραβατικές αξιώσεις. Δεν ανεχόμαστε απειλές πολέμου. Δεν συμπλέουμε με μονομερείς διεκδικήσεις. Λυπούμαι που η Τουρκία εκτρέπεται σε ένα νεοθωμανισμό». «Θα προασπίσουμε με κάθε τρόπο την κυριαρχία μας. Θα προασπίσουμε με κάθε τρόπο τα κυριαρχικά μας δικαιώματα. Θα προασπίσουμε με κάθε τρόπο την πατρίδα μας» και τον συνεχιζόμενο διπλωματικό μαραθώνιο της ελληνικής διπλωματίας για τη γνωστοποίηση των έκνομων ενεργειών της Άγκυρας, με διαβήματα διαμαρτυρίας στα Η.Ε., με την επιστολή στον ΥΕ/ΑΕ Borrell και στον Αμερικανό υπουργό Εξωτερικών, Μάικ Πομπέο για την Τουρκική παραβατικότητα, στην οποία θα τονίζεται το θεμελιώδες δικαίωμα της Ελλάδας να κάνει επίκληση του άρθρου 42.7 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ρήτρα αμοιβαίας αλληλεγγύης), την καταγγελία στο Διεθνή Οργανισμό Ναυτιλίας και στο Διεθνή Οργανισμό Πολιτικής Αεροπορίας, και την άμεση ενημέρωση της Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής-FRONTEX, η Αθήνα μάχεται στο διεθνές διπλωματικό-θεσμικό επίπεδο για να ανασχέσει την εξαναγκαστική διπλωματία της Άγκυρας.
Το καταληκτικό αποτέλεσμα της εξέλιξης αυτής αναμένεται να αποκρυσταλλωθεί στους αμέσως επόμενους μήνες, χωρίς κανείς να μπορεί να διαγνώσει με ακρίβεια την ετερότητα της ανθρώπινης φύσης, αλλά μόνο να ακολουθήσει τη διαπιστωτική απόφανση του Ε. Βενιζέλου: «Τα δίκαια, τα οποία φαίνονται ανήκοντα εις χείρας ασθενείς ή εξαρτώνται από θελήσεις ασθενικάς, εκείνα τα δίκαια δεν είναι άξια μεγάλου σεβασμού».
Την ίδια στιγμή οι Έλληνες λήπτες αποφάσεων καλούνται να διαχειρισθούν την προσφιλή τακτική του Τούρκου προέδρου, να χρησιμοποιεί κατά περίπτωση την πολιτική του «καρότου», για την επανέναρξη των διερευνητικών επαφών με την Αθήνα, και κατά το δοκούν το «μαστίγιο» της εξαναγκαστικής διπλωματίας των σεισμογραφικών σκαφών και των πλωτών γεωτρυπάνων.
Αναλυτικότερα δεν δύναται να παροραθεί το γεγονός ότι προτού καλά-καλά στεγνώσει το μελάνι των υπογραφών των επονομαζόμενων πρωτοκόλλων του Βερολίνου, στις 13 Ιουλίου και 18 Σεπτεμβρίου του 2020 αντίστοιχα (αποτέλεσμα των τριμερών διερευνητικών συνομιλιών, ως ένδειξη καλής θελήσεως της Άγκυρας για τη δημιουργία μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης με προκείμενο τη συνέχιση των πολιτικών διαβουλεύσεων Ελλάδας-Τουρκίας) το OrucReis συνεχίζει απρόσκοπτα τον πλου του στο Αιγαίο σε περιοχές της Ελληνικής ηπειρωτικής υφαλοκρηπίδας στην και δη στη θαλάσσια περιοχή μεταξύ Καστελόριζου- Ρόδου.
Αντίστοιχα η συνεχιζόμενη απειλητική ρητορεία της Άγκυρας: «Δεν υπάρχει κάποια δύναμη που μπορεί να σταθεί εμπόδιο στη χώρα μας» και «δεν θα διστάσουμε να θυσιάσουμε μάρτυρες σε αυτήν τη μάχη – είναι οι λαοί της Ελλάδας, της Γαλλίας κάποιων χωρών της βόρειας Αφρικής και του Κόλπου έτοιμοι να κάνουν τέτοιες θυσίες;», συνοδεύεται με την τακτική του γκριζαρίσματος του συνόλου των ελληνικών νησιών και νησίδων που δεν εγγράφονται στη Συνθήκη της Λοζάνης, καθώς και με την πραγματολογική διαμφισβήτηση των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων στα θαλάσσια και εναέρια καθεστώτα του Αιγαίου.
Ενώ σε γεωπολιτικό-γεωστρατηγικό επίπεδο οι τουρκικές αξιώσεις εκ διπλώνονται από «την Κύπρο έως τη Λιβύη, από τα νησιά του Αιγαίου έως τη Συρία, από το Ιράκ έως το Λίβανο, από τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη έως τις μακρινές ακτές της Ερυθράς θάλασσας».
Υπό την απουσία οποιουδήποτε ΕυρωΑτλαντικού αναχώματος ο Ερντογάν επαναδιαδηλώνει και επικυρώνει την πολιτική αξίωση της Άγκυρας να διαμοιράσει και να ασκήσει κυριαρχία στο Αιγαίο και στην Κύπρο. Δημοσιοποιώντας έναν νέο χάρτη, η Άγκυρα διευρύνει μονομερώς την περιοχή της δική της έρευνας και διάσωσης στο κέντρο του Αιγαίου, κατ’ αντιστοιχία με την παρελθούσα εμπειρία του Αυγούστου του 1974 όταν με την Νotam 714 “προσπαθούσε να επεκτείνει τον χώρο της δικαιοδοσίας της μέχρι το μέσο του Αιγαίου εντός του FIR Αθηνών”.
Συνακόλουθα ο υπουργός Μεταφορών της Τουρκίας Αντίλ Καραϊσμαΐλογλου, με την ανάρτηση του σχετικού χάρτη θα αποστείλει :
«Χαιρετίσματα στο Φατίχ, στο Γιαβούζ και στο Κανουνί. Στη Γαλάζια Πατρίδα μας, την περιοχή ερευνών και διάσωσης την επεκτείναμε με τρόπο που θα περιλαμβάνει και τις περιοχές όπου πραγματοποιούν εργασίες τα ερευνητικά μας πλοία. Καλορίζικο το νέο σχέδιο έρευνας και διάσωσης!».
Γενικότερα μιλώντας, ναι μεν η Τουρκία συντηρεί και επιχειρεί να πραγματώσει ένα διαχρονικό όραμα της εξωτερικής της πολιτικής, να αναδυθεί σε μία «μικρή Αμερική» ή με διαφορετική διατύπωση σ’ έναν περιφερειακό «ηγεμόνα», τουναντίον η πραγματολογική εμπειρία καταδεικνύει ότι εξελίσσεται στο «τσακάλι» της περιοχής, ακολουθώντας τους «λέοντες» για να «σκουπίσει τα υπολείμματα της λείας τους». Τα «τσακάλια» είναι τα δυσαρεστημένα κράτη, που είναι αποφασισμένα να καταβάλλουν υψηλό κόστος για να υπερασπιστούν τα κεκτημένα τους, και ακόμη μεγαλύτερο κόστος για την επέκταση των αξιών-συμφερόντων τους.
Ποια είναι όμως η απάντηση της Αθήνας στην Τουρκική απληστία;
Με το αυστηρό μήνυμα του Έλληνα υπουργού εξωτερικών, Ν. Δένδια: «Δεν ανεχόμαστε παραβατικές αξιώσεις. Δεν ανεχόμαστε απειλές πολέμου. Δεν συμπλέουμε με μονομερείς διεκδικήσεις. Λυπούμαι που η Τουρκία εκτρέπεται σε ένα νεοθωμανισμό». «Θα προασπίσουμε με κάθε τρόπο την κυριαρχία μας. Θα προασπίσουμε με κάθε τρόπο τα κυριαρχικά μας δικαιώματα. Θα προασπίσουμε με κάθε τρόπο την πατρίδα μας» και τον συνεχιζόμενο διπλωματικό μαραθώνιο της ελληνικής διπλωματίας για τη γνωστοποίηση των έκνομων ενεργειών της Άγκυρας, με διαβήματα διαμαρτυρίας στα Η.Ε., με την επιστολή στον ΥΕ/ΑΕ Borrell και στον Αμερικανό υπουργό Εξωτερικών, Μάικ Πομπέο για την Τουρκική παραβατικότητα, στην οποία θα τονίζεται το θεμελιώδες δικαίωμα της Ελλάδας να κάνει επίκληση του άρθρου 42.7 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ρήτρα αμοιβαίας αλληλεγγύης), την καταγγελία στο Διεθνή Οργανισμό Ναυτιλίας και στο Διεθνή Οργανισμό Πολιτικής Αεροπορίας, και την άμεση ενημέρωση της Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής-FRONTEX, η Αθήνα μάχεται στο διεθνές διπλωματικό-θεσμικό επίπεδο για να ανασχέσει την εξαναγκαστική διπλωματία της Άγκυρας.
Το καταληκτικό αποτέλεσμα της εξέλιξης αυτής αναμένεται να αποκρυσταλλωθεί στους αμέσως επόμενους μήνες, χωρίς κανείς να μπορεί να διαγνώσει με ακρίβεια την ετερότητα της ανθρώπινης φύσης, αλλά μόνο να ακολουθήσει τη διαπιστωτική απόφανση του Ε. Βενιζέλου: «Τα δίκαια, τα οποία φαίνονται ανήκοντα εις χείρας ασθενείς ή εξαρτώνται από θελήσεις ασθενικάς, εκείνα τα δίκαια δεν είναι άξια μεγάλου σεβασμού».
*Επίκουρος καθηγητής στο τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πειραιώς
Δημοσίευση σχολίου