Το φάσμα μιας κρίσης: Εκτιμήσεις για την ελληνοτουρκική αντιπαράθεση μέσα από τα «μάτια» των ξένων
Εντείνεται η ανησυχία από ξένα MME και think tanks, καθώς το ζήτημα προσελκύει όλο και μεγαλύτερη διεθνή προσοχή.
Ένδειξη της όλο και μεγαλύτερης διεθνούς διάστασης που λαμβάνει το θέμα της ελληνοτουρκικής αντιπαράθεσης, λόγω των παράνομων ενεργειών της Τουρκίας και της επιθετικότητας της Άγκυρας στο Αιγαίο και την ανατολική Μεσόγειο, αποτελούν δημοσιεύματα διεθνών ΜΜΕ, think tanks κ.α. σχετικά με όσα συμβαίνουν στην περιοχή μας - με αυξανόμενες τις φωνές αυτών που κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου σχετικά με την εξέλιξη που θα μπορούσαν να έχουν τα πράγματα σε περίπτωση που ο «ψυχρός πόλεμος» μεταξύ της Ελλάδας και της γείτονός της γίνει κάποια στιγμή «θερμός».Σε σχετική ανάλυση στο Stratfor Worldview, με τίτλο «What’s Driving Turkish Aggression in the Mediterranean Sea» (Τι ωθεί την τουρκική επιθετικότητα στη Μεσόγειο), παρατίθεται μια σύνοψη της κατάστασης που έχει προκύψει εξαιτίας των ενεργειών της Τουρκίας, στο πλαίσιο του δόγματος της «Γαλάζιας Πατρίδας».
«Η Τουρκία ισχυρίζεται πως όλα της τα γειτονικά ύδατα σε Αιγαίο, Μαύρη Θάλασσα και Μεσόγειο χρήζουν ειδικής αντιμετώπισης στο πλαίσιο του διεθνούς δικαίου, και ότι τα νησιά του Αιγαίου (την πλειονότητα των οποίων ελέγχει η Ελλάδα) δεν θα έπρεπε να έχουν τα ίδια δικαιώματα με μεγάλες χώρες όπως η Τουρκία, με μεγάλες ακτογραμμές. Η διεθνής κοινότητα ποτέ δεν υιοθέτησε αυτές τις διακρίσεις, και για αυτό η Τουρκία δεν έχει υπογράψει τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS) και προτιμά να επιλύσει τις διαφωνίες μέσω διμερών διαπραγματεύσεων αντί της διεθνούς διαιτησίας. Αυτό ως τώρα έχει οδηγήσει σε δύο μεγάλες αντιπαραθέσεις με την Ελλάδα στο Αιγαίο και τη Μεσόγειο, καθώς και μια μεγάλη αντιπαράθεση με την Κύπρο στην ανατολική Μεσόγειο».
Στη συνέχεια της ανάλυσης υπογραμμίζεται πως η Ελλάδα έχει πάνω από 3.000 νησιά στο Αιγαίο, ενώ η Τουρκία έχει τρία - και ως εκ τούτου η Άγκυρα επιμένει πως επέκταση των χωρικών υδάτων στα 12 ν.μ από την Ελλάδα θα αποτελούσε casus belli. Επίσης, αναφέρεται πως, εάν και οι δύο χώρες έκαναν επέκταση, τα οφέλη για την Τουρκία θα ήταν μικρά, ενώ για την Ελλάδα πολύ μεγαλύτερα- και ότι αντίστοιχα η χρήση των ελληνικών νησιών ως προς την οριοθέτηση ΑΟΖ θα άφηνε την Τουρκία πρακτικά χωρίς δικαιώματα στους πόρους και την αλιεία στο Αιγαίο, και ως εκ τούτου θέλει να αγνοηθούν τα νησιά, επειδή θα ήταν πιο «δίκαιο».
Μέσω των επιθετικών της ενεργειών, η Τουρκία, όπως σημειώνεται, προσπαθεί να νομιμοποιήσει τις διεκδικήσεις της ως προς την ΑΟΖ και να απονομιμοποιήσει αυτές που προκύπτουν για την Ελλάδα χάρη στην Κρήτη, τη Ρόδο και το Καστελλόριζο, που θα συνέδεε την ελληνική και την κυπριακή ΑΟΖ, περιορίζοντας ακόμα περισσότερο στην Τουρκία. «Περαιτέρω κλιμάκωση θα μπορούσε να κάνει την Ελλάδα να ανακηρύξει εν τέλει την πλήρη της ΑΟΖ στην ανατολική Μεσόγειο, κάτι που η Αθήνα ως τώρα έχει αποφύγει λόγω φόβων για πρόκληση μιας ευρύτερης σύγκρουσης».
Στη συνέχεια γίνονται αναφορές στο «Όρουτς Ρέις», το παράνομο σύμφωνο της Τουρκίας με την κυβέρνηση της Τρίπολης στη Λιβύη, την ελληνική συμφωνία οριοθέτησης θαλασσίων ζωνών με την Αίγυπτο και τις προσπάθειες «απονομιμοποίησης» της κυπριακής ΑΟΖ από πλευρές των Τούρκων, με παράνομες έρευνες και παρενοχλήσεις ξένων εταιρειών που δραστηριοποιούνται εκεί.
Το φάσμα μιας σύγκρουσης
Όσον αφορά στις προβλέψεις για την εξέλιξη των πραγμάτων στο Stratfor Worldview, εκτιμάται πως οι αυξανόμενες τουρκικές προκλήσεις θα ωθήσουν την Ελλάδα, τις ΗΠΑ, τη Γαλλία και ενδεχομένως άλλες χώρες του ΝΑΤΟ να αυξήσουν τη ναυτική τους παρουσία στην ανατολική Μεσόγειο. Η Ελλάδα και η Τουρκία θεωρείται πως θα προσπαθήσουν να αποφύγουν να περάσουν «κόκκινες γραμμές» που θα προκαλούσαν μια ευρείας κλίμακας σύγκρουση, καθώς καμία δεν επιθυμεί κάτι τέτοιο, μα γίνεται εύκολα αντιληπτό πως η αυξημένη παρουσία πλοίων αυξάνει το ενδεχόμενο περιστατικών, όπως αυτό της σύγκρουσης μεταξύ της ελληνικής φρεγάτας «Λήμνος» και του τουρκικού «Κεμάλ Ρέις». «Διεθνής διαμεσολάβηση πιθανότατα θα οδηγούσε στην αποφυγή περαιτέρω κλιμάκωσης σε μια στρατιωτική σύγκρουση μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, μα δεν είναι και πολύ πιθανό να οδηγήσει σε μια διπλωματική λύση στην αντιπαράθεσή τους».
Όσον αφορά τώρα στο ενδεχόμενο μιας ευρύτερης κρίσης, εκτιμάται πως τα περισσότερα μέλη του ΝΑΤΟ θα αντιμετώπιζαν την Τουρκία ως τον επιτιθέμενο, και «το πιθανότερο είναι πως θα στήριζαν την Ελλάδα». Κάτι τέτοιο, σύμφωνα με την ανάλυση, «μάλλον θα ενίσχυε τις γενικότερες επιδιώξεις της Άγκυρας ως προς τη ναυτική της στρατηγική, και θα ενέτεινε τις κινήσεις ως προς την εθνική ασφάλεια, παρέχοντας στην Τουρκία περαιτέρω αποδείξεις πως το ΝΑΤΟ δεν θέτει ως προτεραιότητα τις τουρκικές προτεραιότητες εθνικής ασφαλείας. Οι χώρες μπορούν να βγουν από το ΝΑΤΟ μόνο μόνες τους, κάτι που η Τουρκία είναι απίθανο να κάνει. Αντ’αυτού, η Άγκυρα μάλλον θα συνέχιζε να μειώνει τη συνεργασία με τις χώρες του ΝΑΤΟ».
Ωστόσο, παρά τις εκκλήσεις της Ελλάδας και της Κύπρου για πιο ουσιώδη απάντηση στην Τουρκία , με σκοπό την αποτροπή της, στην ανάλυση του Stratfor Worldview εκτιμάται ότι η ΕΕ μάλλον θα διστάσει να πάρει δραστικά μέτρα, λόγω φόβων πως η Άγκυρα θα μειώσει τη συνεργασία ως προς το μεταναστευτικό και άλλες προτεραιότητες της ΕΕ. «Εκτός και αν η Τουρκία κινηθεί άμεσα για να προστατέψει τις αξιώσεις της στο Αιγαίο, ανοίξει πυρ εναντίον ελληνικού ή άλλου ευρωπαϊκού σκάφους, ή κάνει γεωτρήσεις ή έρευνες γύρω από την Κρήτη, οι Βρυξέλλες το πιθανότερο είναι πως θα περιορίσουν την πίεση με τις κυρώσεις σε εταιρείες και άτομα που υποστηρίζουν τις τουρκικές δραστηριότητες στη Μεσόγειο» σημειώνεται σχετικά- ενώ υπογραμμίζεται πως οι κυρώσεις απαιτούν ομοφωνία και κάποιες χώρες όπως η Γερμανία ανησυχούν πως πιο επιθετική στάση απέναντι στην Τουρκία απλά θα επιδεινώσει τις σχέσεις των Βρυξελλών με την Άγκυρα. Πάντως, όπως σημειώνεται, αν η ΕΕ δεν προβεί σε ουσιώδεις ενέργειες απέναντι στην Τουρκία, η Κύπρος απειλεί με βέτο στις κυρώσεις σε βάρος της Λευκορωσίας, και αυτό «θα μπορούσε να οδηγήσει σε ελαφρώς ισχυρότερες κυρώσεις, που στοχεύουν περισσότερους Τούρκους πολίτες και εταιρείες, αλλά ευρύτερες οικονομικές κυρώσεις εναντίον της τουρκικής κυβέρνησης παραμένουν μάλλον απίθανες».
Στην ανάλυση του Stratfor Worldview γίνεται ιδιαίτερη αναφορά στα ενεργειακά projects που διακυβεύονται, σχολιάζοντας πως, αν και οι ΗΠΑ μάλλον θα αφήσουν στην ΕΕ τον πρώτο λόγο ως προς την αντιμετώπιση της Τουρκίας, η Ουάσινγκτον μπορεί να εμπλακεί περισσότερο λόγω της πρόσφατης άφιξης της Chevron στην ανατολική Μεσόγειο: Στις 20 Ιουλίου o αμερικανικός ενεργειακός κολοσσός ανακοίνωσε συμφωνία για την εξαγορά της Noble Energy, που δραστηριοποιείται στα κοιτάσματα Λεβιάθαν (στα ανοιχτά του Ισραήλ) και Αφροδίτη (στα ανοιχτά της Κύπρου). «Η Άγκυρα ωστόσο μάλλον θα μείνει μακριά από αμερικανικές εταιρείες που επιχειρούν στην περιοχή, καθώς οι ΗΠΑ θα ήταν πιο πρόθυμες να προβούν σε σκληρότερες κυρώσεις εάν αμερικανικές εταιρείες εμπλακούν στις θαλάσσιες διενέξεις της» σχολιάζεται- ενώ συμπληρώνεται πως, εάν η Τουρκία συνεχίσει να αυξάνει το κόστος εκμετάλλευσης των πόρων στα κυπριακά ύδατα παρενοχλώντας ξένες εταιρείες ενέργειας, οι γείτονές της θα συνασπιστούν περισσότερο σε θέματα ναυτικής ασφάλειας και ενέργειας.
Ωστόσο, όπως υπογραμμίζεται, η Τουρκία θα μπορούσε να σταματήσει την κατασκευή του αγωγού East Med, πάνω στον οποίο συνεργάζονται Κύπρος, Ελλάδα, Ισραήλ και Αίγυπτος. «Στο πλαίσιο του διεθνούς δικαίου, τεχνικά απαιτείται η Τουρκία να επιτρέψει σε άλλες χώρες να φτιάξουν αγωγούς που διέρχονται από την ΑΟΖ της. Αλλά η Άγκυρα διατηρεί τη δυνατότητα να απαιτήσει οι κατασκευαστές του East Med να συμμορφωθούν στους περιβαλλοντικούς της ελέγχους και την επίβλεψή της, κάτι που θα αποτελούσε ντε φάκτο αναγνώριση της τουρκικής ΑΟΖ. Αλλιώς η Τουρκία θα μπορούσε να στείλει το ναυτικό της να παρενοχλεί ή να αναχαιτίσει σκάφη που εμπλέκονται στην κατασκευή».
Οι επίδοξοι διαμεσολαβητές και τα προβλήματα του Ερντογάν
Σε σχετικό δημοσίευμα του βρετανικού Guardian γίνεται αναφορά στις απόπειρες διαμεσολάβησης- ειδικά στον απόηχο των ιδιαίτερα σκληρών δηλώσεων του Γάλλου προέδρου, Εμανουέλ Μακρόν, που είπε ότι η Τουρκία δεν μπορεί να θεωρείται πλέον εταίρος στη Μεσόγειο, προσφέροντας παράλληλα στρατιωτική βοήθεια στην Ελλάδα.
Εν όψει της συνόδου του Συμβουλίου της ΕΕ στις 23 Σεπτεμβρίου, όπου θα συζητηθεί η επιβολή κυρώσεων στον τουρκικό τραπεζικό τομέα, η Γερμανία διερευνά το ενδεχόμενο μιας ενισχυμένης τελωνειακής ένωσης μεταξύ Τουρκίας και ΕΕ για να αμβλύνει την κατάσταση. «Αν και η Ελλάδα μπορεί να δει μια τέτοια προσφορά ως ανταμοιβή για εκφοβισμό, η Γερμανία πιστεύει πως χρειάζονται τόσο καρότα και μαστίγια για να πειστεί η Τουρκία να αλλάξει τη στρατηγική της. Αλλά η Γερμανία επίσης προειδοποιεί τον Τούρκο πρόεδρο, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, πως η παρούσα μονομερής στρατηγική του είναι ένα εμπορικό αδιέξοδο, καθώς καμιά ιδιωτική εταιρεία αερίου δεν πρόκειται να συνεργαστεί με την Τουρκία εάν προσπαθήσει να εκμεταλλευτεί παράνομες διεκδικήσεις της σε κοιτάσματα αερίου» σημειώνεται σχετικά.
Όπως αναφέρεται, οι φόβοι για μια εκτός ελέγχου κλιμάκωση έχουν οδηγήσει σε επείγουσα αναζήτηση ουδέτερου διαμεσολαβητή και μια συμφωνηθείσας ατζέντας για συνομιλίας, ωστόσο οι προσπάθειες του ΝΑΤΟ για έναρξη τεχνικών συνομιλιών για ναυτική αποκλιμάκωση δεν έχουν προχωρήσει, καθώς η Ελλάδα δεν δέχεται να αρχίσουν συνομιλίες αν δεν σταματήσουν οι τουρκικές απειλές. Όσον αφορά στις προσπάθειες γερμανικής διαμεσολάβησης (με την Γερμανία να έχει την προεδρία της ΕΕ), αν και, όπως αναφέρει ο Guardian, είχαν αρχίσει να σημειώνουν πρόοδο, ωστόσο οι τουρκικές απαιτήσεις η ΕΕ να είναι «αντικειμενική» και οι κατηγορίες πως «μεροληπτεί» υπέρ Ελλάδας και Κύπρου, δεν βοηθούν. Γενικότερα, σχολιάζεται πως «μια λύση είναι δύσκολη, καθώς και οι δύο πλευρές έχουν βάσιμες αξιώσεις και το εξελισσόμενο δίκαιο της θάλασσας, εγγενώς πολύπλοκο, ερμηνεύεται διαφορετικά από την Ελλάδα και την Τουρκία, οδηγώντας τις δύο πλευρές στο να δημοσιεύσουν εντελώς αντιφατικούς χάρτες για την έκταση της υφαλοκρηπίδας τους και ως εκ τούτου των ΑΟΖ τους».
Στη συνέχεια του δημοσιεύματος αναφέρεται πως τίθεται επίσης το ζήτημα κατά πόσον η αντιπαράθεση έχει να κάνει μόνο με το φυσικό αέριο ή αν έχει να κάνει με την υιοθέτηση μιας πανισλαμικής οθωμανικής ιδεολογίας από τον Ερντογάν, «λόγω της εσωτερικής του πολιτικής αδυναμίας».
Σε σχετικό δημοσίευμα της Wall Street Journal, με τίτλο «Αναμέτρηση στη Μεσόγειο» (Showdown in the Mediterranean), σημειώνεται πως οι διαφορές μεταξύ Ελλάδας- Τουρκίας υπάρχουν από πολύ πριν ο Ερντογάν αναλάβει την εξουσία, ωστόσο ο ίδιος έχει αυξήσει την ένταση, «διεκδικώντας μονομερώς μεγάλες εκτάσεις για την Τουρκία και κλιμακώνοντας με την αποστολή ερευνητικών σκαφών σε διαφιλονικούμενες περιοχές με ναυτική υποστήριξη. Και οι δύο πλευρές έχουν βάσιμες αξιώσεις, μα η Άγκυρα δικαιολογεί την κακή συμπεριφορά της με εθνικιστική ρητορική».
ASSOCIATED PRESS
Στη συνέχεια του δημοσιεύματος σημειώνεται πως ο Ερντογάν απειλεί με πολύ έντονη ρητορική έναν σύμμαχο στο ΝΑΤΟ, ενώ παράλληλα εξακολουθούν να υφίστανται οι διαφορές με την Κύπρο.
«Η στρατιωτική σύγκρουση μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας παραμένει ένα μάλλον απίθανο μα πραγματικό ενδεχόμενο. Το ΝΑΤΟ έχει προσπαθήσει να κανονίσει συνομιλίες μα η Ελλάδα λέει ότι δεν θα συμμετέχει μέχρι η Τουρκία να αποσύρει τα πλοία της...οι δυσκολίες αυτές προκάλεσαν έκρηξη οργής του Ερντογάν, που βλέπει την αντιπαράθεση ως κάτι παραπάνω από αβέβαια ενεργειακά κοιτάσματα».
Όπως σημειώνεται, η δημοτικότητα του Ερντογάν πέφτει, εν μέσω των οικονομικών προβλημάτων της Τουρκίας, αλλά μια σκληρή στάση στην ανατολική Μεσόγειο έχει ως αποτέλεσμα στήριξη από όλο το τουρκικό πολιτικό φάσμα- ειδικά δεδομένων των επενδύσεων της Άγκυρας ως προς τις ναυτικές της φιλοδοξίες.
«Στο παρελθόν οι ΗΠΑ και η Ευρώπη έχουν συνεργαστεί για να διαχειριστούν τις εντάσεις στην περιοχή. Αυτή τη φορά η Ουάσινγκτον έχει ζητήσει διάλογο, μα παραπέμπει το θέμα στην ΕΕ. Οι Βρυξέλλες παραμένουν διχασμένες, με τη Γαλλία να κλιμακώνει συμβολικά απέναντι στην Τουρκία και τη Γερμανία να προσπαθεί να κάνει τον δίκαιο διαμεσολαβητή- και οι προσπάθειές της δεν θα έχουν πολύ νόημα χωρίς το οικονομικό και στρατιωτικό βάρος των ΗΠΑ. Υπό τον Ερντογάν, η Τουρκία επωφελήθηκε από τους δεσμούς της με τη Δύση ενώ ερχόταν πιο κοντά στη Ρωσία. Η Τουρκία είναι ένα στρατηγικά σημαντικό μέλος του ΝΑΤΟ, ειδικά στη Μαύρη Θάλασσα, και η σχέση αυτή αξίζει να δοκιμαστεί να σωθεί. Αλλά ο εκφοβισμός ενός συμμάχου με αυτόν τον τρόπο χρήζει απάντησης. Αν ο Ερντογάν χρησιμοποιήσει ισχύ ή απειλήσει να εξαπολύσει πρόσφυγες στην Ευρώπη, Ουάσινγκτον και Βρυξέλλες θα χρειαστούν μια ενιαία απάντηση. Τα tweets του Τραμπ και η συναλλακτική του προσέγγιση στις διεθνείς σχέσεις τραβούν όλη την προσοχή των ΜΜΕ. Αλλά το ΝΑΤΟ όπως το γνωρίζει ο κόσμος θα μπορούσε να ξηλωθεί στην ανατολική Μεσόγειο» καταλήγει το δημοσίευμα.
πηγή
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.
Δημοσίευση σχολίου