Του Semih Idiz
Μετάφραση: Στέργιος Σεβαστιάν
Ανίκανη να βάλει τη δική της σφραγίδα, η Άγκυρα συνεχίζει να ταλαντεύεται μεταξύ Μόσχας και Ουάσινγκτον, σε μια προφανή προσπάθεια να εξασφαλίσει στήριξη για να μειώσει τα κέρδη των Κούρδων της Συρίας, τους οποίους θεωρεί τρομοκράτες.
Η συριακή κρίση έχει κάνει πολλές απροσδόκητες μεταστροφές από το 2011. Η εμπλοκή των τοπικών και παγκόσμιων δυνάμεων, δεν έχει απλώς περιπλέξει τα πράγματα, αλλά παράγει και ανεπιθύμητα αποτελέσματα για γειτονικές χώρες, όπως η Τουρκία και το Ιράκ.
Η Άγκυρα, της οποίας η συμμετοχή στην κρίση χαρακτηρίζεται κυρίως από αποτυχίες λόγω σειράς εσφαλμένων υποθέσεων, αναγκάστηκε να συμμετάσχει σε ευαίσθητες πράξεις εξισορρόπησης με τους κυριότερους παράγοντες της κρίσης.
Η Τουρκία ταλαντεύεται μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ρωσίας, σε μια προσπάθεια να ενισχύσει την αδύναμη θέση της στη Συρία. Η προσέγγιση αυτή βασίζεται επίσης στις επιδεινούμενες σχέσεις ΗΠΑ-Ρωσίας, όπως πρόσφατα, έπειτα από την κατάρριψη από τις Ηνωμένες Πολιτείες ενός συριακού μαχητικού αεροσκάφους.
Το πρόβλημα της Τουρκίας, ωστόσο, είναι ότι παρόλο που η Ουάσινγκτον και η Μόσχα είναι παγκόσμιοι αντίπαλοι, συμφωνούν σε θέματα στη Συρία, τα οποία είναι ευαίσθητα για την Άγκυρα. Αυτό ανέδειξε το φάσμα μιας συμφωνίας μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ρωσίας, η οποία αγνοεί τα ζωτικά συμφέροντα της Τουρκίας στη Συρία.
Τα αποτελέσματα της συνάντησης μεταξύ των Προέδρων Donald Trump και Βλαντιμίρ Πούτιν κατά τη διάρκεια της συνόδου των G20 στο Αμβούργο της Γερμανίας, η οποία κατέληξε σε συμφωνία για κατάπαυση του πυρός στη νότια Συρία, είναι πιθανό να αντιμετωπιστούν με ανησυχία στην Άγκυρα.
Εάν η Ρωσία και οι Ηνωμένες Πολιτείες καταλήξουν σε μία παρόμοια αντίληψη στη βόρεια Συρία, αυτό θα μπορούσε να αποδυναμώσει περαιτέρω τη θέση της Άγκυρας στην περιοχή, όπου και οι δύο υπερδυνάμεις συνεργάζονται με τους Κούρδους της Συρίας σε διαφορετικό βαθμό.
Οι ανησυχίες της Άγκυρας στη Συρία εντοπίζονται σήμερα σε ένα συγκεκριμένο ζήτημα, στην αποσώβηση των πολιτικών και στρατιωτικών κερδών που εξασφαλίζονται από τους Κούρδους ης Συρίας που συνδέονται με το Δημοκρατικό Κόμμα (PYD) και την στρατιωτική του πτέρυγα, τις Μονάδες Προστασίας του Λαού (YPG).
Η Τουρκία λέει ότι το PYD και το YPG είναι τρομοκρατικές οργανώσεις που συνδέονται με το Κουρδικό Εργατικό Κόμμα (PKK), το οποίο διεξάγει μια αυτονομιστική εκστρατεία στην Τουρκία για πάνω από 30 χρόνια. Οι προσπάθειες της Τουρκίας αγνοήθηκαν, όταν αυτή προσπάθησε να πείσει την Ουάσινγκτον να απορρίψει το YPG, ακριβώς όταν οι Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις, χρηματοδοτούμενες από τις ΗΠΑ και αποτελούμενες κυρίως από μαχητές του YPG, προετοίμαζαν την απελευθέρωση της Raqqa από το Ισλαμικό Κράτος.
Η κατάσταση αυτή υποχρέωσε τους Τούρκους αξιωματούχους να στραφούν στη Ρωσία με την ελπίδα ότι θα μπορούσαν να κερδίσουν περισσότερα από τη Μόσχα, όσον αφορά τις απαιτήσεις τους στη Συρία.
Η ρωσική πλευρά ανταποκρίθηκε θερμά στις τουρκικές προθέσεις, δεδομένης της ευκαιρίας που της δόθηκε να μπεί σφήνα μεταξύ των συμμάχων του ΝΑΤΟ. Η Μόσχα κάλεσε επίσης την Τουρκία να συμμετάσχει στη διαδικασία της Αστάνα, η οποία περιλαμβάνει επίσης το Ιράν, και έχει ως στόχο να ξεκινήσει μια νέα διαδρομή για να τερματιστεί η συριακή κρίση.
Εάν όμως ευοδωθεί αυτή η προσπάθεια, θα είναι σαφώς περισσότερο σύμφωνη με τους όρους της Μόσχας, από ότι της Άγκυρας.
Η Ρωσία, με την ακλόνητη στήριξή της στον Σύριο Πρόεδρο Μπασάρ αλ-Ασαντ, αποτελούσε στην πραγματικότητα εμπόδιο για την Τουρκία στη Συρία από την αρχή. Δεν έχει υποστηρίξει την προσπάθεια της Άγκυρας να φέρει επίσης τους Σύριους Κούρδους σε δύσκολη θέση.
Αυτό έγινε εμφανές τον Ιανουάριο, μετά την πρώτη συνάντηση της Αστάνα, όταν η Μόσχα κυκλοφόρησε ένα σχέδιο συντάγματος για τη Συρία, προς μεγάλη ενόχληση της Άγκυρας, το οποίο πρότεινε επίσης την αυτονομία των Σύριων Κούρδων.
Η Ρωσία ανέπτυξε επίσης στρατιώτες στο Αφρίν, κοντά στα σύνορα με την Τουρκία, τον Μάρτιο, απαντώντας σε ενδείξεις ότι η Τουρκία προετοίμαζε στρατιωτική επιχείρηση ενάντια στην πόλη που ήλεγχε το YPG.
Η Ρωσία επίσης αποδοκίμασε τους βομβαρδισμούς της Τουρκίας σε στόχους του YPG στη Συρία τον Απρίλιο, λέγοντας ότι «τέτοιες κινήσεις προκαλούν τη σοβαρότερη ανησυχία στη Μόσχα», προσθέτοντας, σε περίπτωση που το μήνυμα δεν ελήφθη, ότι οι ρώσοι αξιωματούχοι «μιλούσαν για πράξεις του τουρκικού στρατού ενάντια Κουρδικές δυνάμεις».
Η Ρωσία αρνείται να κατηγοριοποιήσει ως τρομοκρατική ομάδα, όχι μόνο το YPG, αλλά επίσης - αντίθετα με τις Ηνωμένες Πολιτείες - και το PKK και επέτρεψε στο PYD να διατηρεί έναν αντιπρόσωπο στη Μόσχα.
Παρά τις ανωμαλίες για την Τουρκία, η Άγκυρα δεν θέλει να διακινδυνεύσει άλλη μία ρήξη με τη Ρωσία, όπως αυτή που ακολούθησε την κατάρριψη ενός ρωσικού αεριωθούμενου αεροσκάφους τον Νοέμβριο του 2015.
Οι οικονομικές κυρώσεις της Ρωσίας ως αντίποινα και το γεγονός ότι ο εναέριος χώρος της Συρίας είχε κλείσει ουσιαστικά για τα τουρκικά αεριωθούμενα αεροπλάνα από τη Μόσχα μετά το συμβάν αυτό, απέδείχθησαν ασήκωτες για την Τουρκία. Ο Πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν αναγκάστηκε να καταπιεί την υπερηφάνειά του και τελικά να ζητήσει συγγνώμη από τον Πούτιν για την κατάρριψη του ρωσικού αεριωθούμενου αεροσκάφους, ώστε να επανορθωθούν οι σχέσεις.
Ένας υψηλόβαθμος Τούρκος διπλωμάτης, ο οποίος μίλησε υπό την προϋπόθεση της ανωνυμίας, λόγω της ενεργού του θέσης στο Υπουργείο Εξωτερικών, δήλωσε στο Al-Monitor ότι θα ήταν αφελές να υποστηρίξουμε ότι η δυσπιστία μεταξύ της Άγκυρας και της Μόσχας έχει εξαλειφθεί.
"Ανεπίλυτα ζητήματα παραμένουν, σχετικά με τη Συρία. Αλλά δεν είμαστε διατεθειμένοι να τα αφήσουμε να υπονομεύσουν τους δεσμούς και προσπαθούμε να επιλύσουμε τις υπάρχουσες διαφορές μέσω διπλωματικών διαύλων», είπε. Επίσης, αρνήθηκε ότι η Άγκυρα φέρνει τη Μόσχα και την Ουάσινγκτον σε αντιπαράθεση.
Ο Ερντογάν δήλωσε λίγο πολύ το ίδιο σε μια συνέντευξη της 5ης Ιουλίου στη γερμανική εφημερίδα Zeit, όταν ρωτήθηκε αν εμπιστεύεται τον Trump ή τον Πούτιν περισσότερο.
"Μην μας βάζετε να κάνουμε μια τέτοια επιλογή! ... Αναπτύσσουμε τις σχέσεις μας με την Αμερική όσο καλύτερα μπορούμε και κάνουμε το ίδιο με τη Ρωσία", δήλωσε ο Ερντογάν, προσθέτοντας: "Κάθε χώρα στον κόσμο εξυπηρετεί τα συμφέροντά της. Όπως και εμείς, βέβαια."
Ο Metin Gurcan της Al-Monitor έχει αναφερθεί στις διαπραγματεύσεις μεταξύ της Άγκυρας και της Μόσχας, στο πλαίσιο των ζωνών αποκλιμάκωσης στη βόρεια Συρία, όπως προτάθηκαν τον Μάιο στις συνομιλίες της Αστάνα. Αυτές λέγεται ότι συνεπάγονται μια ανταλλαγή μεταξύ του Αφρίν, οτ οποίο ελέγχεται από τους Κούρδους και του κοντινού Idlib, το οποίο ελέγχεται από τον τουρκικά υποστηριζόμενο Ελεύθερο Συριακό Στρατό και από διάφορες ριζοσπάστες ισλαμικές ομάδες.
Ο πρώην Πρέσβης Unal Cevikoz, ωστόσο, πιστεύει ότι οι πιθανότητες της Άγκυρας και της Μόσχας να συμφωνήσουν σε αυτή τη διευθέτηση είναι περιορισμένες. "Όλος ο κόσμος ξέρει ότι το καθεστώς της Δαμασκού θέλει να καθαρίσει το Idlib", έγραψε ο Cevikoz στη Hurriyet, υποθέτοντας ότι η Μόσχα είναι πιθανότερο να συμπράξει τελικά με τη Δαμασκό, απ' ότι με την Άγκυρα.
Εν τω μεταξύ, ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Rex Tillerson, ο οποίος ήταν στην Κωνσταντινούπολη νωρίτερα αυτή την εβδομάδα για να παρευρεθεί στο Παγκόσμιο Συνέδριο Πετρελαίου, όπου συναντήθηκε και με τον Ερντογάν, παραδέχθηκε ότι δεν είναι όλα ρόδινα στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις.
"Νομίζω ότι αρχίζουμε να ανοικοδομούμε κάποια από την εμπιστοσύνη που χάσαμε ο ένας στον άλλο. Χάσαμε την εμπιστοσύνη μας σε κάποιο βαθμό, χάσανε τη δική τους, γι 'αυτό πιστεύουμε ότι εργαζόμαστε πολύ σκληρά για να ξαναφτιάξουμε αυτό το επίπεδο εμπιστοσύνης και αυτή είναι η βάση για οποιαδήποτε σχέση", δήλωσε ο Tillerson σε μια αναφορά του προς Αμερικανούς διπλωμάτες με έδρα την Τουρκία.
Ωστόσο, η Ουάσιγκτον δεν έδωσε καμία ένδειξη ότι θα συμμορφωθεί με τα αιτήματα της Άγκυρας σχετικά με το YPG.
Εν τω μεταξύ, ορισμένοι εξέχοντες φιλοκυβερνητικοί αναλυτές όπως ο Abdulkadir Selvi της Hurriyet, άρχισαν να υποστηρίζουν ότι οι εντάσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες ειδικότερα και με τη Δύση γενικότερα, δεν έρχονται χωρίς κόστος για την Τουρκία.
"Ο καυγάς της Τουρκίας με τη Δύση επηρεάζει επίσης τους δεσμούς της Άγκυρας με τον ισλαμικό κόσμο, των οποίων τα σχοινιά κρατά στα χέρια της η Δύση", έγραψε ο Σελβί. Για παράδειγμα, επεσήμανε την τελευταία απόκλιση της Άγκυρας με τις περιφερειακές σουνιτικές δυνάμεις, σχετικά με το Κατάρ.
Αναφερόμενος στο αποτυχημένο πραξικόπημα του περασμένου έτους, του οποίου η πρώτη επέτειος θα εορταστεί αυτό το Σαββατοκύριακο, ο Selvi ισχυρίστηκε επίσης ότι αυτή η απόπειρα δεν θα είχε γίνει ποτέ, εάν οι σχέσεις της Τουρκίας με τις Ηνωμένες Πολιτείες ήταν καλές. "Πρέπει να βελτιώσουμε τους δεσμούς μας με τη Δύση", είπε. "Η παρούσα κατάσταση των πραγμάτων είναι μη βιώσιμη."
Δεδομένης της αποδεδειγμένης αδυναμίας της να αντλήσει τα απαραίτητα συμπεράσματα από τις αποτυχίες της εξωτερικής της πολιτικής και τη συνεχιζόμενη επιμονή της σε αποτυχημένες πολιτικές, η Άγκυρα είναι απίθανο να αλλάξει πορεία σε αυτό το στάδιο.
Αυτό της αφήνει λίγες επιλογές. Μία από αυτές φαίνεται να είναι η διατήρηση της υπάρχουσας πορείας, με την ελπίδα ότι, είτε η Ουάσινγκτον, είτε η Μόσχα θα στηρίξουν τελικά την Τουρκία στη Συρία, ειδικά σε σχέση με τους Κούρδους, διότι η παγκόσμια αντιπαλότητα των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ρωσίας θα τις αναγκάσει να το κάνουν.
Πιθανότατα όμως αυτή θα είναι μια μάταιη προσδοκία, αφήνοντας την Άγκυρα να αντιμετωπίσει μόνη της τους περιφερειακούς της δαιμόνες, στο μέγιστο των περιορισμένων δυνατοτήτων της, ενάντια σε αυξανόμενες πιθανότητες.
Ο Semih Idiz είναι αρθρογράφος για το Turkey Pulse του Al-Monitor. Είναι δημοσιογράφος που καλύπτει εδώ και 30 χρόνια θέματα διπλωματίας και εξωτερικής πολιτικής για μεγάλες τουρκικές εφημερίδες. Τα άρθρα του μπορούν να βρεθούν στην αγγλική γλώσσα στο Hurriyet Daily News. Τα άρθρα του έχουν επίσης δημοσιευθεί στα περιοδικά The Financial Times, Times of London, Mediterranean Quarterly και στο Foreign Policy.
Δημοσίευση σχολίου