του Λεωνίδα Χ. Αποσκίτη*
Οι πολιτικές εξελίξεις στην Τουρκία, μετά την βραδιά του πραξικοπήματος της 15ης Ιουλίου, που παρακολούθησε με κομμένη την ανάσα όλος ο κόσμος, έφεραν στο επίκεντρο του διεθνούς ενδιαφέροντος την “πρωτογενή” δύναμη του Ισλάμ. Πρόκειται για τον σκοτεινό και συναρπαστικό συνάμα κόσμο των Ισλαμικών Ταγμάτων (tarikat στα τουρκικά) και Αδελφοτήτων (cemaat), που δρούσαν υπόγεια στις μουσουλμανικές κοινωνίες αλλά και στην “κοσμική” Τουρκία ανέκαθεν. Φάνηκε, επίσης, ότι ο σημερινός πόλεμος στην Μέση Ανατολή είναι κάτι πιο πολύπλοκο, σκοτεινό και μυστηριώδες από μια απλή σύγκρουση δύο αντίθετων γεωπολιτικών στρατοπέδων, μια “ιδεολογική” διαμάχη που κατά βάθος γίνεται για τα πετρέλαια ή ένας “πόλεμος δύο πολιτισμών”, όπως τον όρισε ο Χάντινγκτον.
Το τουρκικό κράτος ήταν πάντοτε ισχυρό και αυταρχικό. Την εποχή των Οθωμανών σουλτάνων ήταν γνωστό στους υπηκόους του ως το “μεγάλο κράτος”, μουσουλμανικό αλλά συγχρόνως πολυεθνικό. Μετά την κεμαλική επανάσταση που ακολούθησε τον θάνατο της Οθωμανικής αυτοκρατορίας οι αρχές του εθνικού κράτους των Νεοτούρκων “ήταν ο ρεπουμπλικανισμός, ο λαϊκισμός, ο κρατικισμός, ο επαναστατισμός, η κοσμικότητα και ο εθνικισμός”, όπως γράφει ο Michael B. Bishku (Μάϊκλ Μπισκού) στην εμπεριστατωμένη μελέτη του για τον ρόλο του Ισλάμ στην σύγχρονη Τουρκία. Ο Μπισκού ήταν βοηθός καθηγητή Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο της Νεμπράσκα την δεκαετία του '90 και έγραφε για την επιθεώρηση Mediterranean Quarterly. Η μελέτη του είχε μεταφραστεί στα ελληνικά και δημοσιευθεί στην τριμηνιαία επιθεώρηση Μεσόγειος την άνοιξη του 1993. Ο ρεπουμπλικανισμός, κατά τον Μπισκού, αναφέρεται απλώς στην μορφή του τουρκικού πολιτεύματος μετά το 1923, την δημοκρατία. Ο κρατικισμός αναφέρεται στον κρατικό παρεμβατισμό στην οικονομία, ενώ ο επαναστατισμός υπονοεί την τάση για αλλαγή. Ο λαϊκισμός ερμηνεύεται σαν μια “τουρκική έκδοση των ιδεών της αλληλεγγύης”, που εκφράστηκαν στην γαλλική επανάσταση. Η τουρκική κοσμικότητα ταυτίζεται με την κατάργηση των ισλαμικών θεσμών στην κρατική μηχανή ή, εναλλακτικά, το θέσιμό τους υπό κρατικό έλεγχο. Οι μεταρρυθμίσεις του Ατατούρκ και οι απόψεις του για το χτίσιμο του έθνους και το Ισλάμ είχαν, φυσικά, επιπτώσεις και στο μοντέλο της εξωτερικής πολιτικής που ακολούθησε η Τουρκία τον 20ο αιώνα μέχρι τις αρχές του 21ου, όταν ανέβηκε ο Ερντογάν στην εξουσία.
Σύμφωνα με τον Richard Robinson, οι βασικοί πυλώνες της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής από την ίδρυση της δημοκρατίας είναι: (α) αντίσταση σε όλες τις εδαφικές διεκδικήσεις από εξωτερικές δυνάμεις, (β) άρνηση της εισόδου σε οποιαδήποτε διεθνή συμμαχία ή συμμετοχή σε διεθνή συνέδρια με βάση την κοινή θρησκεία, (γ) αποκήρυξη όλων των αυτοκρατορικών και λυτρωτικών περιπετειών, (δ) φιλία με την Δύση και (ε) ενεργή υποστήριξη όλων των προσπαθειών που σχεδιάστηκαν για να επιτευχθεί η διεθνής συνεργασία. Με την προφανή εξαίρεση του δεύτερου πυλώνα -αφού η Τουρκία συνδέεται με τον Οργανισμό του Ισλαμικού Συνεδρίου από το 1976- αυτές οι αρχές ίσχυαν μέχρι το Δόγμα Νταβούτογλου και πριν αρχίσει η μεταστροφή της τουρκικής πολιτικής με την ανάμιξή της στην Συρία και την σύγκρουση με το Ισραήλ (2010-2011).
Όλα αυτά βέβαια συνοδεύτηκαν με την απαγόρευση των ισλαμικών ταγμάτων από το νεογέννητο κεμαλικό καθεστώς το 1925 και την υπόγεια δράση τους στην τουρκική κοινωνία μέχρι την εμφάνιση του Κινήματος του Ιμάμη Φετουλάχ Γκιουλέν, που εξελίχθηκε σε κυρίαρχο όχημα της σύγχρονης τουρκο-ισλαμικής σύνθεσης και απλώθηκε σαν ιστός αράχνης στην τουρκική κοινωνία και πολιτική.
Ο Δερβίσης και ο Θάνατος
Όταν ο Ατατούρκ κατήργησε το χαλιφάτο και την σαρία και έκλεισε τους μεντρεσέδες (θρησκευτικά σχολεία), τα ισλαμικά τάγματα και τις μουσουλμανικές αδελφότητες, το αποτέλεσμα ήταν το αντίθετο από αυτό που επεδίωκε... Η απαγόρευση σε “βάθος χρόνου ενίσχυσε το πιο συντηρητικό Ισλάμ”, όπως επισημαίνει σε πρόσφατη έρευνά του ο συγγραφέας Αλέξανδρος Μασσαβέτας, ο οποίος έζησε για χρόνια στην Πόλη και έχει γράψει τρία βιβλία για την Τουρκία.
Οι Μεβλεβήδες, οι πιστοί του Σούφι μυστικού ποιητή Τζελαλεντίν Ρούμι, με τον θρησκευτικό συγκρητισμό τους και τις νεοπλατωνικές ρίζες της διδασκαλίας τους, διαλύθηκαν. Όσοι τους ακολουθούσαν “ήταν ακριβώς το κομμάτι του πληθυσμού που εναγκάλισε ενθουσιωδώς την εκκοσμίκευση του δημόσιου βίου: οι Αλεβίτες της Ανατολίας και όσοι ήλθαν πρόσφυγες από τα Βαλκάνια”. Τα Βαλκάνια στα πρώϊμα Οθωμανικά χρόνια υπήρξαν η εστία των πιο προοδευτικών ισλαμικών ταγμάτων.
Το ίδιο συνέβη και με τους Μπεκτασήδες, τάγμα στο οποίο ανήκε το σώμα των Γενιτσάρων και που είναι οργανωμένο έτσι ώστε να μοιάζει σε πολλά με τον δυτικό τεκτονισμό. Οι Μπεκτασήδες μετέφεραν την έδρα τους στα Βαλκάνια, κυρίως στις αλβανικές περιοχές. Εξακολουθούσαν να δημιουργούν προβλήματα στο κεμαλικό κατεστημένο, αλλά ταυτόχρονα εξασφάλιζαν τις “γέφυρες” με το σιϊτικό Ισλάμ και την Χεζμπολάχ.
Τα τάγματα που συνέχισαν να δρουν υπογείως ήταν τα πιο σκληροπυρηνικά , όπως οι Νακσιμπεντί και οι Καντιρί.
Οι Νακσιμπεντί, ένα από τα παλαιότερα και ισχυρότερα ισλαμικά τάγματα (14ος αιώνας), συνδέθηκαν με τις ένοπλες αντι-κεμαλικές εξεγέρσεις στην περίοδο του μεσοπολέμου. Χαρακτηριστικά του τάγματος είναι ο βαθύς μυστικισμός και το έντονο αντιδυτικό πνεύμα. Στα τέλη του 18ου αιώνα, αλλά κυρίως στις αρχές του 19ου, οι Νακσιμπεντί πρωτοστάτησαν στις μουσουλμανικές εξεγέρσεις απέναντι στην ευρωπαϊκή αποικιοκρατία.
Πρόκειται για την αδελφότητα που ενίσχυσε τον πρώην Τούρκο πρωθυπουργό (1983-1993) Τουργκούτ Οζάλ, σχετικά με τον οποίο υπάρχουν σοβαρότατες υπόνοιες ότι ήταν μέλος της. Από το τάγμα αυτό ξεπήδησαν πολλές τάσεις, όπως οι Καλιντί και ο Καλιντί σεΐχης Μεχμέτ Ζαχίντ Κοτκού, ο οποίος ήταν ο πνευματικός πατέρας τού Νετσμετίν Ερμπακάν. Έτσι ξεκίνησε το 1969 το πολιτικό κίνημα Milli Görus (“Εθνική Άποψη”), που έγινε η μήτρα του πολιτικού Ισλάμ στην Τουρκία.
Από την κοινότητα του Κοτκού πέρασαν πολλές ιδρυτικές μορφές του ΑΚΡ, που σήμερα κρατούν τα ηνία της Τουρκίας, συμπεριλαμβανομένου και του ίδιου του Ερντογάν.
Το διαχρονικό υπαρξιακό δράμα των ισλαμικών ταγμάτων και την πάλη τους ανάμεσα στον μυστικισμό, την κοινωνική δικαιοσύνη και την έλξη της εξουσίας το αποτύπωσε με εξαιρετικά γλαφυρό τρόπο ο Σερβοβόσνιος συγγραφέας Μέσα Σελίμοβιτς στο βιβλίο του “Ο Δερβίσης και ο Θάνατος”.
Αυτό που πρέπει να ξεκαθαρίσουμε είναι ότι υπάρχουν πολλών ειδών τάγματα και αδελφότητες που εντάσσονται, όμως, σε δύο βασικούς δρόμους: α) στον πρώτο βρίσκουμε εκείνους τους μυημένους που χρησιμοποιούν τα δόγματα σαν προπέτασμα καπνού για να μεταδώσουν μια βαθύτερη κοσμική διδασκαλία. Τα τάγματα αυτά είναι πιο ανοικτά στα κοινωνικά ρεύματα και ταυτόχρονα πιο μυστικιστικά. β) στην άλλη κατεύθυνση είναι οι φανατικοί, οι προσκολλημένοι στο γράμμα του θρησκευτικού νόμου και σε παρελθούσες εποχές, που παρήγαγαν μια άκαμπτη θεολογία. Αυτές είναι οι πιο αναχρονιστικές και φονταμενταλιστικές οργανώσεις.
Υπάρχει, για παράδειγμα, τόσο το ανεκτικό, και ασκητικό Ισλάμ των Μπεκτασήδων και των Δερβίσηδων, όσο και το άκαμπτο, μισαλλόδοξο Ισλάμ της ερήμου (Ουαχαμπισμός), που οι άκρες του καταλήγουν στην σύγχρονη “τρομοκρατία”...
Το 1950, με την άνοδο του Μεντερές στην εξουσία, τα ισλαμικά τάγματα, που προέρχονταν από την Οθωμανική περίοδο, ξαναβγήκαν σταδιακά και πάλι στην επιφάνεια και συνέβαλαν στην αναβίωση του Ισλάμ που οδήγησε στην σημερινή νεοοθωμανική Τουρκία.
Το επιτελείο των “Νεότουρκων”: ο Κεμάλ Ατατούρκ και ομόπιστοί του Εβραίοι Ντονμέδες, που κατέλαβαν την εξουσία στην Τουρκία υποκρινόμενοι ότι ήταν Μουσουλμάνοι. Σήμερα, η Τουρκία διεκδικεί τον ισλαμικό της χαρακτήρα από τους Ντονμέδες και σ' αυτό οφείλονται, σε έναν μεγάλο βαθμό, οι εσωτερικές συγκρούσεις και οι πολιτικές αναστατώσεις που συμβαίνουν.
Ο μυστικός παράγοντας της Τουρκίας
Αυτό που έγινε στην Τουρκία το καλοκαίρι ήταν η πρώτη απόπειρα εξόντωσης του Ερντογάν (σίγουρα θα ακολουθήσουν κι άλλες), που δεν οργανώθηκε, όπως όλα δείχνουν, από Κεμαλιστές αλλά επρόκειτο για μια σύγκρουση μεταξύ δύο αντίθετων ισλαμικών κέντρων δύναμης. Το ένα εκφράζεται από την επίσημη εξουσία του πολιτικού συνασπισμού που κυβερνάει την χώρα υπό τον Ταγίπ Ερντογάν, με μεγάλη υποστήριξη από τις λαϊκές μάζες, όπως είδαμε κατά την διάρκεια των γεγονότων. Το άλλο είναι το κίνημα του Φετουλάχ Γκιουλέν που έχει ερείσματα στην παραγωγική ελίτ και έχει οργανωθεί τόσο στο στράτευμα, όσο και στην κρατική γραφειοκρατία με τρόπο που θυμίζει ελευθεροτεκτονικά ή συνωμοτικά δίκτυα.
Παραμένουν, βέβαια, πολλά ερωτηματικά για το τι πραγματικά συνέβη και, το κυριότερο, αν όλες αυτές οι δεκάδες χιλιάδες αξιωματικών, κρατικών παραγόντων, ακαδημαϊκών και απλών πολιτών που κατηγορούνται είχαν πραγματικά σχέση με την Αδελφότητα του Γκιουλέν.
Αυτό, όμως, που είναι αναμφισβήτητο είναι ο σημαντικός ρόλος στο παρασκήνιο της τουρκικής κοινωνίας των εσωτερικών ταγμάτων και η ύπαρξη ενός ...ομφάλιου λώρου μεταξύ αυτών και της τουρκικής πολιτικής ζωής μετά την πρώτη περίοδο των κοσμικών μεταρρυθμίσεων του Κεμάλ Ατατούρκ.
Ο Γκιουλέν και το κίνημά του στόχευαν εξ αρχής, ούτε λίγο ούτε πολύ, στην ολοκληρωτική εξάλειψη των όποιων υπολειμμάτων του κοσμικού Κεμαλισμού στην Τουρκία, και στην επιστροφή στο Χαλιφάτο του παρελθόντος. Σε ένα από τα γραπτά του προς τους οπαδούς του, ο Γκιουλέν εξηγεί, «Με την υπομονή της αράχνης απλώνουμε τον ιστό μας μέχρι να πιαστούν όλοι σ' αυτόν”.
Η τακτική του Γκιουλέν ξεδιπλώνεται σε ένα απόσπασμα από μια ομιλία του, όταν ήταν ακόμα στην Τουρκία, την δεκαετία του 1990:
«Θα πρέπει να μπείτε στις αρτηρίες του συστήματος, χωρίς να αντιληφθεί κανείς την ύπαρξή σας μέχρι να φτάσετε σε όλα τα κέντρα εξουσίας... Θα πρέπει να περιμένετε την στιγμή που θα το έχετε επιτελέσει και οι συνθήκες θα είναι ώριμες, ώστε να μπορείτε να επωμιστείτε ολόκληρο τον κόσμο και να τον μεταφέρετε ... Πρέπει να περιμένετε μέχρις ότου να αλώσετε όλη την κρατική εξουσία ... στην Τουρκία ... Μέχρι τότε, οποιοδήποτε βήμα θα είναι πολύ πρώιμο -σαν να σπάτε ένα αυγό χωρίς να περιμένετε την πλήρη εκκόλαψή του”.
Μπορεί σήμερα η CIA να ντύνει τους λύκους με προβιά προβάτου, αλλά αυτό είναι μια παμπάλαια τακτική, που έχει εφαρμοσθεί ξανά στην Τουρκία στο παρελθόν. Ένα από τα πιο ισχυρά τάγματα της οθωμανικής περιόδου ήταν οι Σαμπεταϊστές ή Ντονμέδες, η κρυφή εβραϊκή ελίτ που πολλοί πιστεύουν ότι κυβερνά μέχρι σήμερα την Τουρκία.
Στο ζήτημα αυτό αναφέρεται ένα πρόσφατο αποκαλυπτικό δημοσίευμα του Wayne Madsen στο strategic-culture.og:
“Υπάρχει ένα τεράστιο ιστορικό προηγούμενο που “στοιχειώνει” το παρασκήνιο κάθε σχεδόν σοβαρού στρατιωτικού και διπλωματικού επεισοδίου που αφορά το Ισραήλ, την Τουρκία, το Ιράν, την Σαουδική Αραβία, το Ιράκ, την Ελλάδα, την Αρμενία, τους Κούρδους, τους Ασσυρίους, και ορισμένους άλλους “παίκτες” στην Μέση Ανατολή και την νοτιοανατολική Ευρώπη. Είναι ένας παράγοντας που γενικά ψιθυρίζεται σε όλες σχεδόν τις διπλωματικές δεξιώσεις, τις συνεντεύξεις τύπου, στις συνεδρίες των thnik-tanks λόγω της εκρηκτικότητας και της αμφιλεγόμενης φύσης του θέματος. Και ακριβώς αυτή η μυστικότητα που περιβάλλει το θέμα είναι ο λόγος για όλη αυτή την ασυνεννοησία σχετικά με την σημερινή επιδείνωση των σχέσεων μεταξύ του Ισραήλ και της Τουρκίας, την αυξανόμενη ένταση των σχέσεων μεταξύ του Ισραήλ και της Σαουδικής Αραβίας, και την αύξηση της εχθρότητας μεταξύ της Σαουδικής Αραβίας και του Ιράν...
Αν και είναι καταγραμμένη στους μελετητές της ιστορίας και των θρησκειών, η μακραίωνη πολιτική και οικονομική επιρροή μιας ομάδας γνωστής στα τουρκικά ως "Ντονμέ", μόλις τώρα αρχίζει να ψιθυρίζεται από τα χείλη Τούρκων, Αράβων και Ισραηλινών, που ήταν απρόθυμοι να συζητήσουν την παρουσία στην Τουρκία και αλλού... μιας αίρεσης των Τούρκων που καταγόντουσαν από μια ομάδα Σεφαραδιτών Εβραίων, οι οποίοι εκδιώχθηκαν από την Ισπανία κατά τη διάρκεια της ισπανικής Ιεράς Εξέτασης τον 16ο και 17ο αιώνα”.
Έχουμε γράψει και παλιότερα για τον αινιγματικό “Μεσσία” του 17ου αιώνα, τον Σαμπετάϊ Σεβί, και τους Ντονμέδες της Θεσσαλονίκης, όπως ο Κεμάλ Ατατούρκ και άλλοι επιφανείς Νεότουρκοι, αλλά το φλέγον αυτό ζήτημα παίρνει νέα τροπή μετά τα τελευταία γεγονότα, που υποκρύπτουν μια μάχη των Νεοοθωμανικών ταγμάτων με τους Ντονμέδες.
Βλέποντας τα πράγματα με αυτή την οπτική, πίσω από τις διώξεις της υπόθεσης Εργκένεκον στην Τουρκία βρίσκεται η εκκαθάριση των κεμαλιστών υποστηρικτών του Ατατούρκ και του κοσμικού καθεστώτος των Ντονμέδων. Η δικογραφία της Εργκένεκον ταιριάζει απόλυτα με την παρουσία Ντονμέδων στην διπλωματική, στρατιωτική, δικαστική, θρησκευτική, πολιτική, ακαδημαϊκή, επιχειρηματική, και δημοσιογραφική ιεραρχία της Τουρκίας. Η Εργκένεκον προσπάθησε να σταματήσει τις μεταρρυθμίσεις που θεσμοθέτησαν διαδοχικοί μη Ντονμέδες Τούρκοι ηγέτες -όπως η επανεισαγωγή των παραδοσιακών τουρκικών ισλαμικών εθίμων και τελετουργιών- προγραμματίζοντας μια σειρά από πραξικοπήματα, ορισμένα επιτυχημένα όπως αυτό που καθαίρεσε την ισλαμική κυβέρνηση του κόμματος Refah (Πρόνοια) με πρωθυπουργό τον Νετσμεττίν Ερμπακάν, το 1996, και κάποια ανεπιτυχή, όπως η Επιχείρηση Βαριοπούλα, η οποία είχε ως στόχο την καθαίρεση του πρωθυπουργού Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, το 2003. Ορισμένοι φιλο-ισλαμιστές μεταρρυθμιστές, όπως ο πρόεδρος Τουργκούτ Οζάλ και ο πρωθυπουργός Μπουλέντ Ετσεβίτ, πέθαναν κάτω από ύποπτες συνθήκες.
Όταν το Ισραήλ εξαπέλυσε την αιματηρή επίθεση στο τουρκικό σκάφος Mavi Marmara, στις 31 Μαΐου 2010, ο λόγος δεν ήταν τόσο η προσπάθεια του πλοίου να σπάσει τον ισραηλινό αποκλεισμό της Γάζας. Η βιαιότητα των Ισραηλινών στην αντιμετώπιση με σφαίρες άοπλων Τούρκων και ενός Τουρκο-Αμερικανού (μερικοί πυροβολήθηκαν εξ επαφής, σύμφωνα με έκθεση του ΟΗΕ) έδειχνε ότι το κίνητρο του Ισραήλ ήταν κάτι άλλο: εκδίκηση και αντίποινα για την δίωξη της τουρκικής κυβέρνησης κατά της Εργκένεκον, την εκκαθάριση του τουρκικού στρατού και των μυστικών υπηρεσιών από ανώτερα στελέχη, που ανήκαν στην σέκτα των Ντονμέδων, και την αλλοίωση των αντι-μουσουλμανικών θρησκευτικών και πολιτιστικών πολιτικών, που είχε καθορίσει ο αγαπημένος γιος των Ντονμέδων... Στην πραγματικότητα, η ισραηλινή επίθεση στο Mavi Marmara έγινε σε αντίποινα για την φυλάκιση από την τουρκική κυβέρνηση πολλών κορυφαίων αξιωματικών, δημοσιογράφων και ακαδημαϊκών, που κατηγορήθηκαν όλοι ως μέρος της συνωμοσίας Εργκένεκον για την ανατροπή της κυβέρνησης του ΑΚΡ το 2007. Αυτό που κρύβεται πίσω από την συνωμοσία του πραξικοπήματος της Εργκένεκον είναι ότι Ντονμέδες και Εργκένεκον συνδέονται ιστορικά ως κεμαλιστές, ένθερμοι κοσμικοί και φιλο-σιωνιστές.
Μέχρι την άρτια σκηνοθετημένη υπόθεση Εργκένεκον, που τους έδωσε την ευκαιρία να εκκαθαρίσουν το στράτευμα από την παλιά κεμαλική ιεραρχία, Γικουλέν και Ερντογάν συμπορεύονταν. Μετά το 2010, με την υπόθεση του Πλοίου για την Γάζα και την σταδιακή απομάκρυνση του νεο-Σουλτάνου από το Ισραήλ και την Δύση, άρχισε η αποστασιοποίηση του φιλοαμερικανικού κινήματος του Γκιουλέν από το ΑΚΡ.
Τώρα, την επαύριο της αποτυχημένης απόπειρας του Ιουλίου στην Τουρκία, την οποία ο Αμερικανός αναλυτής F. William Engdahl [8], που έχει ασχοληθεί με τις σκοτεινές πτυχές των σχέσεων ανάμεσα στην CIA και τον Γκιουλέν, θεωρεί ως “μια πρόβα τζενεράλε από αυτούς που ελέγχουν τον Γκιουλέν στο Λάνγκλεϋ”, όπως όλα δείχνουν, Ερντογάν και Γκιουλέν οδηγούνται στην ολική σύγκρουση.
πηγή
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.
Δημοσίευση σχολίου