BLOOMBERG VIEW
Του Clive Crook
Με τις δύο πλευρές να συντάσσουν τις τελικές τους προτάσεις, και μια οριστική κρίση χρέους να θεωρείται επικείμενη, οι μήνες μικροπολιτικής αναφορικά με την Ελλάδα, ίσως επιτέλους να φτάνει στο τέλος. Αλλά ποιος ξέρει πραγματικά; Μπορεί να σκεφτεί κανείς ότι το να γίνει αυτό το χάος χειρότερα, θα έθετε σε δοκιμασία ακόμη και αυτές τις αρχές. Δεν ξέρω. Νομίζω ότι με αυτό ασχολούνται.
Ό,τι και να συμβεί, αναλογιστείτε για μια στιγμή την ζημιά που ήδη έχει γίνει στη διάρκεια του αδιεξόδου. Ζημιά η οποία θα επιμείνει ακόμη και εάν δεν φτάσουμε στο χείλος (του γκρεμού), και αν και επιτευχθεί μια συμφωνία για να αποφευχθεί μια ελληνική χρεοκοπία και έξοδο από το ευρώ.
Πρώτον, η οικονομική κατάσταση της Ελλάδας, η οποία ήταν άσχημη από την αρχή, έχει επιδεινωθεί περαιτέρω. Οι αποταμιευτές έχουν αποσύρει τις καταθέσεις τους από τις ελληνικές τράπεζες. Οι επενδυτές έχουν σφυροκοπήσει το χρηματιστήριο. Υπό αυτές τις συνθήκες, λίγες επιχειρήσεις επιλέγουν να επενδύσουν ή να επεκταθούν. Παρά το φθηνό πετρέλαιο και ένα ασθενέστερο ευρώ, η ελληνική οικονομία έχει περιέλθει ξανά σε ύφεση.
Δεύτερον, ως αποτέλεσμα, η κακή δημοσιονομική κατάσταση της χώρας είναι τώρα χειρότερη. Όποιοι δημοσιονομικοί στόχοι και αν συμφωνηθούν τελικά –αν υποτεθεί ότι θα συμβεί- θα είναι πιο δύσκολο να τους πετύχει η χώρα. Μια επαρκής συμφωνία, πριν από τέσσερις μήνες, για την σταθεροποίηση των δημόσιων οικονομικών της Ελλάδας και την αποκατάσταση της ανάπτυξης, ίσως πλέον να μην λειτουργεί. Η Ελλάδα ήδη έχει δύο αποτυχημένα προγράμματα διάσωσης. Το αδιέξοδο καθιστά την αποτυχία του επόμενου προγράμματος, εάν υπάρξει τέτοιο, πιο πιθανή.
Τρίτον, ο κόσμος έχει μάθει πως μια έξοδος από το ευρώ δεν είναι απλώς νοητό, αλλά έχει υποστηριχθεί, ως ένα είδους πειθαρχικό μέτρο, από αξιωματούχους στη Γερμανία και σε άλλες χώρες. Είναι ευρέως κατανοητό ότι εάν η Ελλάδα βγει από την ευρωζώνη ή υποχρεωθεί να το κάνει, η προσοχή θα στραφεί, αργά ή γρήγορα, στο ερώτημα του ποιος είναι μετά. Κάθε σοβαρό οικονομικό ολίσθημα θα εγείρει αυτό το ερώτημα. Λιγότερο ευρέως κατανοητό είναι ότι μεγάλο μέρος αυτής της ζημιάς στα θεμέλια της ζώνης του ευρώ έχει ήδη γίνει, και είναι μη αναστρέψιμη. Μόλις σκεφτεί κανείς το αδιανόητο –συζητηθούν τα υπέρ και τα κατά, αρχίσουν τα σχέδια για αυτό- δεν υπάρχει γυρισμός.
Στην πανηγυρική –αν και καθυστερημένη- παρέμβαση το 2012, ο πρόεδρος της ΕΚΤ, Mario Draghi, δήλωσε πως θα έκανε οτιδήποτε για να κρατήσει ενωμένο το ευρώ. Η οικονομία της Ευρώπης οδηγήθηκε σε ράλι. Οτιδήποτε και να συμβεί αυτή την εβδομάδα ή την επόμενη αναφορικά με την Ελλάδα, οι Ευρωπαίοι ηγέτες έχουν υπαναχωρήσει από αυτή την υπόσχεση: θα μπορούσαν να κάνουν οτιδήποτε χρειαστεί, αλλά χρειάζεται να σκεφτούν πρώτα για αυτό. Η οικονομική κρίση της Ευρώπης ήταν μια ευκαιρία να δείξουμε στις χρηματοπιστωτικές αγορές ότι το ευρώ είναι για την Ελλάδα ότι το δολάριο, ας πούμε για τη Δυτική Βιρτζίνια (χωρίς να προσβάλλουμε κανέναν). Ό,τι και να συμβεί στη συνέχεια, τώρα ξέρουμε ότι είναι διαφορετικά.
Το είδος της συμφωνίας που θα μπορούσε να δώσει τέλος στο αδιέξοδο δεν είναι εύκολο να το φανταστούμε, και ποτέ δεν ήταν. Τα ζωτικά συστατικά είναι λιγότερο απαιτητικοί δημοσιονομικοί στόχοι από τους απίστευτα σοβαρούς περιορισμούς του τρέχοντος προγράμματος διάσωσης, πολιτικές δεσμεύεις που θα πληρούν αυτούς τους εφικτούς στόχους και περαιτέρω αναδιάρθρωση του χρέους για να γίνει το πρώτο συστατικό συμβατό με το δεύτερο.
Η επεξεργασία των λεπτομερειών ενός τέτοιου σχεδίου αναγκαστικά θα έπαιρνε χρόνο. Αλλά η Ελλάδα και οι πιστωτές της δεν είχαν καν προχωρήσει σε μια τέτοια συζήτηση. Τα πίσω-μπρος είχαν εστιάσει στο τρέχον αποτυχημένη πρόγραμμα διάσωσης και στο εάν η Ελλάδα θα παρέμενε συνδεδεμένη με αυτό ή όχι. Και αυτή η γελοία διαμάχη έχει διεξαχθεί υπό τη διαρκή απειλή της οικονομικής κατάρρευσης.
Η δέσμευση για το σχήμα (αν όχι και για τις λεπτομέρειες) μιας λογικής συμφωνίας, με μια οικονομική ανάσα ενώ ήταν σε εξέλιξη η διαπραγμάτευση, θα μπορούσε να έχει επιτευχθεί τον Φεβρουάριο. Οι απαραίτητες προϋποθέσεις ήταν, και για τις δύο πλευρές, μια προθυμία για συμβιβασμό. Από την ελληνική πλευρά, ένα πολύ λιγότερο συγκρουσιακό στυλ, και από την ευρωπαϊκή πλευρά, μια προσπάθεια να βοηθήσουν τους ηγέτες της Ελλάδας να πουλήσουν μια μη δημοφιλή συμφωνία στους ψηφοφόρους τους. Αντιθέτως, οι Έλληνες συμπεριφέρθηκαν σαν να είχαν αλλάξει όλοι οι κανόνες και ότι εκείνοι θα υπαγόρευαν τους όρους, ενώ η Ευρώπη ζήτησε φανερή συνθηκολόγηση.
Ήταν συνολικά, μια εντυπωσιακή αποτυχία της ηγεσίας. Και όταν πρόκειται για την Ευρώπη και τις αποτυχίες των ηγεσιών, δεν ενθουσιάζεται κανείς εύκολα.
πηγή
Δημοσίευση σχολίου