Ισχυρή ένδειξη ότι ο πρωθυπουργός, Αλέξης Τσίπρας, έχει λάβει τις αποφάσεις του αναφορικά με τον αντικειμενικό σκοπό της διαπραγμάτευσης, ποιο είναι αυτό που θέλει να λάβει ως αντάλλαγμα για να συμφωνήσει και ποιο πολιτικό κόστος-βάρος στο εσωτερικό είναι διατεθειμένος να αναλάβει στο εσωτερικό της χώρας, προσφέρουν οι σημερινές διαρροές του Μεγάρου Μαξίμου.
Του ΜΙΧΑΗΛ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Ο πρωθυπουργός φέρεται να απορρίπτει το ενδεχόμενο είτε εκλογών είτε δημοψηφίσματος, υπό την προϋπόθεση ότι θα του προσφερθεί βιώσιμη συμφωνία, «έστω και αν είναι αποτέλεσμα δύσκολων συμβιβασμών».
Ταυτόχρονα όμως διαβιβάζει και το μήνυμα, ότι αν η Ευρώπη τελικά επιθυμεί τον διχασμό και τη συνέχιση της υποτέλειας, θα λάβουν αρνητική απάντηση στις «λύσεις» που θα προτείνουν: «αν έχουμε μια βιώσιμη συμφωνία, όσο και αν είναι δύσκολος ο συμβιβασμός θα σηκώσουμε το βάρος γιατί μόνο μας κριτήριο είναι η έξοδος από την κρίση και από τα μνημόνια της υποτέλειας».
Πρόκειται για μήνυμα στην πλευρά των δανειστών, σύμφωνα με την αποκωδικοποίηση του οποίου, αυτό που θα καταστήσει βιώσιμη τη συμφωνία, είναι η ρύθμιση του ελληνικού χρέους, αυτό που κατανοούσαν όλοι από την πρώτη στιγμή, αλλά για διάφορους λόγους, εσωτερικούς πολιτικούς – κυρίως – αλλά και εξωτερικούς, δεν προχώρησε, με αποτέλεσμα η Ελλάδα και ολόκληρη η Ενωμένη Ευρώπη, να «χορεύει» πέντε και πλέον χρόνια μετά, στους ρυθμούς της σφοδρής οικονομικής κρίσης, η οποία απειλεί αυτό καθαυτό το εγχείρημα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.
Ποιο είναι όμως το κόστος που διαμηνύει ο πρωθυπουργός ότι έχει αποφασίσει να αναλάβει; Μα ποιο άλλο πλην της επιχείρησης – αυτοκτονίας; – να «πουληθεί» η συμφωνία στο εσωτερικό πολιτικό μέτωπο, κυρίως δε στην εσωκομματική πτέρυγα που προκρίνει την τήρηση πολύ σκληρής στάσης εναντίον των δανειστών, με πολλούς να μην κρύβουν την ετοιμότητά τους, για να μην πούμε επιθυμία τους, για την τελική επιστροφή της χώρας σε εθνικό νόμισμα.
Πηγές του Μεγάρου Μαξίμου που επικαλείται σε ρεπορτάζ του το Αθηναϊκό Πρακτορείο, διαμηνύουν ότι η κυβέρνηση έχει πρόσφατη λαϊκή εντολή, τη μεγάλη πλειοψηφία του ελληνικού λαού και μια άνετη πλειοψηφία στο Κοινοβούλιο, οπότε καλείται να καθοδηγήσει τη χώρα, επιλέγοντας τη συμφωνία που θα θεωρήσει επωφελή για τα ελληνικά εθνικά συμφέροντα, έστω κι αν αυτή κινείται στη σφαίρα του «μη χείρον», στην οποία θα βάλει την υπογραφή του και θα την υποστηρίξει, αναλαμβάνοντας το πολιτικό κόστος που του αναλογεί.
Με τον τρόπο αυτόν ο Τσίπρας επιχειρεί να απαντήσει στα ιοβόλα υπονοούμενα που διατυπώνονται από πλευράς «θεσμών» (βλ. τέως Τρόικα), ότι για να λύσει το πρόβλημα πρέπει να αναλάβει και πολιτικό κόστος. Δηλώνει έτοιμος να το αναλάβει, υπό την προϋπόθεση όμως ότι η συμφωνία όντως θα επιλύει το πρόβλημα, αφαιρώντας έτσι ένα ισχυρό επιχείρημα από όσους επιθυμούν να δουν για τους δικούς τους λόγους έκαστος, καθώς τα κίνητρα διαφέρουν, ένα μεγαλοπρεπές Grexit.
Οι ίδιες κυβερνητικές πηγές, σύμφωνα με το ΑΠΕ, αναφέρουν επίσης, ότι ο Αλέξης Τσίπρας είπε πως « ο ελληνικός λαός μας εμπιστεύθηκε για να πάρουμε κρίσιμες αποφάσεις και να διαχειριστούμε τα δύσκολα. Κανείς δεν πίστευε ότι θα ήταν μια εύκολη υπόθεση. Οι αποφάσεις και η διαχείριση τους ανήκουν αποκλειστικά σε εμάς, όσο δύσκολες και να είναι».
Η δημοσιογραφική διαίσθηση μας οδηγεί στο συμπέρασμα, ότι ο Αλέξης Τσίπρας αντιλήφθηκε (ή είναι πολύ κοντά να το πετύχει), ότι δεν είναι δυνατό να ισορροπήσει ανάμεσα στους «δραχμολάγνους» του κόμματός του και άλλους που φαντασιώνονται μετωπική με «δράκους», χωρίς συναίσθηση των πολλαπλών επιπτώσεων, σε διάφορα επίπεδα, μιας ρήξης που θα οδηγήσει την Ελλάδα στο περιθώριο της Ευρώπης. Αντιλήφθηκε επίσης, ότι τους μεγάλους ηγέτες τους διακρίνει η ικανότητα συμβιβασμών και ελιγμών, αυτό όμως πρέπει να ισχύει παντού, όχι επιλεκτικά. Όπως ελίσσεται στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ, εξισορροπώντας τάσεις που εκτείνονται από την «έξαλλη» άκρα αριστερά έως «πραγματιστές» κεντρογενείς, με τον ίδιο τρόπο καλείται να λειτουργήσει και στο διεθνές περιβάλλον.
Όλες αυτές οι πληθυσμιακές ομάδες, σε επίπεδο πολιτική και σε επίπεδο ευρωπαϊκών κοινωνιών, αποτελούν «πονοκέφαλο» όχι μόνο για την ελληνική κυβέρνηση που καλείται να προτάξει ένα «πειστικό αφήγημα» για να αποφύγει την απόρριψη της όποιας συμφωνίας, αλλά και για την άλλη πλευρά της διαπραγμάτευσης (Γερμανοί, Γάλλοι, Κοινοτικοί αξιωματούχοι, κ.λπ.), οι οποίοι αντιμετωπίζουν πανομοιότυπο πρόβλημα.
Κατά συνέπεια, παρά τη σύγκρουση, η πλευρά της «εφαρμοσμένης πολιτικής», οι δυο πλευρές της διαπραγμάτευσης, στο τέλος της διαδρομής έχουν πανομοιότυπα συμφέροντα και θα πρέπει να συνεργαστούν. Το ότι το Μαξίμου δείχνει να κατανόησε αυτές τις απλές αλήθειες, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως εξαιρετικά ελπιδοφόρο.
Εκτός κι αν διαψευσθούν οι ελπίδες από άλλη μια αλλαγή στάσεως, αναλόγως των επερχομένων εξελίξεων, εάν δηλαδή αποδειχθεί, ότι παρότι χρησιμοποιούνται ίδιες λέξεις, η νοηματική τους κατανόηση διαφέρει. Άρα, ας φροντίσει η κυβέρνηση να ζητήσει ένα-δυο σοβαρότατα ανταλλάγματα που θα κάνουν «γκελ» στην ελληνική κοινωνία – όσοι είναι να φωνάξουν, θα το κάνουν νομοτελειακά και σε κάθε περίπτωση – τα οποία και θα προτάξει για να πείσει τον ελληνικό λαό.
Κι ας μην αποκλείει το δημοψήφισμα. Εάν το ερώτημα είναι η έγκριση συμφωνίας που θα προβλέπει ένα «κούρεμα», άμεσο ή έμμεσο, 100 δισ. ευρώ στο χρέος π.χ., μαζί με μια υποχώρηση σε κάποια κατακόκκινη γραμμή, μαντέψτε τι θα πει ο ταλαιπωρημένος λαός στην πλειοψηφία του…
Διότι κάποιοι από τους πιο «φωνακλάδες» πολιτικούς που θέλουν τη ρήξη, τα έχουν βολέψει μια χαρά, ή μάλλον για την ακρίβεια, κάποιοι δεν ζορίστηκαν ποτέ στη ζωή τους ιδιαίτερα, με αποτέλεσμα τώρα να πουλάνε ανέξοδο για τους ίδιους «πατριωτισμό» και τη δική τους εκδοχή της «αξιοπρέπειας».
Το πρόβλημα είναι ότι με αξιοπρέπεια δεν γεμίζει το πιάτο να ταΐσεις τα παιδιά σου, ενώ ορισμένων θα εξακολουθήσει να είναι γεμάτο, ενώ η δεύτερη ένσταση, αφορά το ότι χρήζει ψυχιατρικής παρέμβασης το να γεμίζει υπερηφάνεια και αξιοπρέπεια, όταν όλοι οι υπόλοιποι με τους οποίους καλείσαι να βρεις τη λύση στο πρόβλημα, σε περιγράφουν με την πιο γνωστή διεθνώς λέξη της ελληνικής γλώσσας.
πηγή
Δημοσίευση σχολίου