GuidePedia

0

Η τελευταία στρατιωτική συμφωνία μεταξύ του Κατάρ και της Τουρκία ήταν εδώ και πολύ καιρό στα σκαριά. Είναι επίσης μια έκφραση της αμυντικής σκέψης στις χώρες του Κόλπου, που προτιμούν να επενδύουν σε στρατιωτικές αγορές και συμφωνίες με ξένες δυνάμεις και όχι στο δικό τους βιώσιμο δυναμικό στρατιωτικής ανάπτυξης.

Στις 19 Αυγούστου 1915, οι τελευταίοι ηθικά καταρρακωμένοι Τούρκοι στρατιώτες άφηναν πίσω τους την αλ-Μπίντα (σήμερα καλείται ως Ντόχα), και για πρώτη φορά σε πενήντα χρόνια οι Οθωμανοί ήταν χωρίς περαιτέρω στρατιωτική παρουσία στη χερσόνησο του Κατάρ.

Αλλά η πρόσφατα υπογεγραμμένη στρατιωτική συμφωνία μεταξύ του Κατάρ και της Τουρκίας θα μπορούσε να αντιστρέψει αυτή την τάση, ισχυρίζεται ο Δρ Ντέιβιντ Ρόμπερτς, Συνεργαζόμενο Μέλος στο Βασιλικό Ινστιτούτο Ενωμένων Υπηρεσιών. Η στρατιωτική συμφωνία επιτρέπει τη συνήθη κοινή εκπαίδευση, κοινές στρατιωτικές ασκήσεις, και είναι μια ώθηση για τις εξαγωγές της τουρκικής βιομηχανίας όπλων, αλλά επιτρέπει και την ανάπτυξη τουρκικών στρατευμάτων στο Κατάρ, και το αντίστροφο.

Αυτό το είδος της συμφωνίας ήταν αναμενόμενο. Πρώτον, το Κατάρ και η Τουρκία έχουν έρθει όλο και πιο κοντά τα τελευταία χρόνια. Έχουν βρεθεί ενωμένοι με την προσέγγισή τους στα πολιτικά δρώμενα Μέσης Ανατολής, όπως στο θέμα της Αραβικής Άνοιξης. Εν ολίγοις, οι δύο χώρες πιστεύουν ότι η συμπερίληψη των μετριοπαθών ισλαμιστών πολιτικών παραγόντων είναι ζωτικής σημασίας για τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα των νέων πολιτειών. Τόσο το Κατάρ όσο και η Τουρκία έχουν υποστηρίξει από καιρό μια ποικιλία τέτοιων παραγόντων, αλλά κυρίως τη Μουσουλμανική Αδελφότητα. Πράγματι, όταν το Κατάρ ήρθε κάτω από αφόρητες πιέσεις στα τέλη του 2014 να εγκαταλείψει την υποστήριξή του για την Αδελφότητα, όπως αποδεικνύεται  πολλοί από αυτούς έφυγαν από τη Ντόχα για να μετακινηθούν (πίσω, σε πολλές περιπτώσεις) στην Τουρκία. Το Κατάρ έχει για παρηγοριά τις τουρκικές σχέσεις, καθώς και οι δύο από αυτές τις χώρες έχουν δει τις περιφερειακές φιλοδοξίες τους να μειώνονται από την μετατόπιση που έφερε η πραγματικότητα της μετα-Αραβικής Άνοιξης στη Μέση Ανατολή.

Δεύτερον, το Κατάρ ψάχνει για περισσότερες στρατιωτικές επιλογές υποστήριξης. Όλα τα αραβικά κράτη του Περσικού Κόλπου είναι νευρικά σχετικά με τις μακροπρόθεσμες συνέπειες όχι μόνο των αμερικανο-ιρανικών πυρηνικών διαπραγματεύσεων, αλλά και ότι άξονας των ΗΠΑ στρέφεται προς την Ασία. Πολλοί στον Κόλπο φαίνεται να υποθέτουν μοιρολατρικά ότι αυτό σημαίνει ότι οι ΗΠΑ εγκαταλείπουν την περιοχή τους, ελλείψει μιας εμφανής ιρανικής απειλής, κατά προτίμηση προς την Κίνα. Ενώ αυτό μπορεί να είναι τελικά αλήθεια, το χρονοδιάγραμμα για μια τέτοια αλλαγή είναι πιο κοντά με 30 παρά με 3 χρόνια, αλλά οι χώρες του Κόλπου εξακολουθούν να πανικοβάλλονται.

Τρίτον, η Μέση Ανατολή κυριαρχείται από εμφύλιους πολέμους. Στα βόρεια του Περσικού Κόλπου το Ιράκ καταρρέει με το Ισλαμικό Χαλιφάτο να εξακολουθεί να απειλεί. Προς τα νότια, η Υεμένη επίσης καταρρέει και οι Χούτοι θεωρούνται στα Αραβικά Κράτη του Κόλπου ως τίποτα λιγότερο από καλόπιστα πληρεξούσια της Τεχεράνης.

Αύξηση αμυντικής ικανότητας ή διπλωματία παλιάς σχολής;

Εν όψει αυτών των προκλήσεων, υπάρχει μια αίσθηση μιας αναδυόμενης επιθυμίας για την οικοδόμηση ενός ικανού επαγγελματικού στρατού στην περιοχή του Κόλπου. Αυτό έρχεται σε αντίθεση με το κλασικό στρατιωτικό μοντέλο του Κόλπου, το οποίο ήταν πλούσιο σε εξοπλισμό, αλλά φτωχό στην εκπαίδευση, τη συντήρηση και τη συνολική ικανότητα. Τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα φαίνεται να ηγούνται αυτής της τάσης, υπό την ηγεσία του Μοχάμεντ μπιν Ζαγιέντ έλαβαν μέρος σε συγκρούσεις στο Αφγανιστάν και πιο πρόσφατα στο Ιράκ και τη Λιβύη, έχοντας καλλιεργήσει μια πραγματική φήμη ως μια δύναμη με πραγματικές αρμοδιότητες.

Μένει να δούμε αν αυτή η τουρκο-καταρανή συμφωνία θα είναι ένα μέρος αυτής της νέας τάσης, της δημιουργίας μιας ουσιαστική ικανότητας σε εθνικό επίπεδο, ή θα είναι μια συμμαχία της παλιάς σχολής, με ένα κράτος του Περσικού Κόλπου να αναζητά στρατιωτικές συμφωνίες με μια εξωπεριφερειακή δύναμη, για την ασφάλειά του.

Ο πρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων στην τουρκική εθνοσυνέλευση, Μπρακ Γιουνκάρ, επιμένει ότι η συμφωνία αυτή δεν έχει καμία σχέση με άλλες συνεννοήσεις και πολιτικές που βρίσκονται σε εξέλιξη και αφορούν τη συνεργασία υποστήριξη της συριακής αντιπολίτευσης στη Συρία.

Ο Γιουνκάρ είπε επίσης ότι η Τουρκία θεωρεί τις σχέσεις της με τις χώρες του Κόλπου μέσω ενός στρατηγικού πρίσματος. Και πρόσθεσε: «Το θέμα της ασφάλειας και της σταθερότητας των χωρών της περιοχής είναι το πιο σημαντικό στοιχείο σε αυτή τη στρατηγική άποψη μας. Η συμφωνία αυτή θα παράσχει ένα στρατηγικό έδαφος για τη χώρα μας σε αυτήν την περιοχή που έχει γίνει γνωστή σε μας από την αυγή της ιστορίας». Ο Γιουνκάρ επεσήμανε ότι η συμφωνία επιτρέπει την ανάπτυξη των Τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων στο κράτος του Κατάρ και επιτρέπει σε αυτό να κάνει το ίδιο σε τουρκικά εδάφη. Τόνισε ότι το περιεχόμενο και η έκταση αυτής της συμφωνίας έχουν μείνει ανοιχτά και ότι δεν εξυπηρετούν κανένα άλλο σκοπό. Ως εκ τούτου, πρόσθεσε, δεν θα πρέπει να παρερμηνευθεί ή να δοθούν διαστάσεις που έρχονται σε αντίθεση με όσα αναφέρονται μέσα σε αυτό, όπως η σύνδεσή της συμφωνίας με αυτή που έχει συναφθεί μεταξύ της Τουρκίας και των ΗΠΑ σχετικά με την εκπαίδευση και τον εξοπλισμό της συριακής αντιπολίτευσης.

Αλλά τέτοιες δηλώσεις είναι απίστευτες, υπογραμμίζει ο Δρ Ντέιβιντ Ρόμπερτς, συνεχίζοντας: «Η δραστηριότητα του Κατάρ στη Συρία - ή τμήματα της Συρίας, ουσιαστικά στηρίζονται στις στενές σχέσεις του με την Τουρκία σε όλα τα επίπεδα. Αν και υπήρξαν μέχρι σήμερα πολλές συνεργασίες μεταξύ των δύο κρατών που δείχνουν ότι αυτό το είδος της συμφωνίας δεν είναι απολύτως αναγκαίο για να επιτραπούν τέτοιες κοινές δραστηριότητες, είναι δύσκολο να μην δούμε ότι τέτοιες σκέψεις δεν παίζουν ρόλο στους ευρύτερους λογισμούς».

Δεδομένου ότι οι περισσότεροι τομείς στο Κατάρ συνεχίζουν να δέχονται μια σημαντική πίεση του προϋπολογισμού, με 20% έως 40% οι περικοπές είναι πρακτικά ανεξέλεγκτες σε όλα τα υπουργεία, οι δαπάνες στο Υπουργείο Άμυνας αυξάνονται. Επιπλέον, με την επικείμενη αγορά των νέων μαχητικών αεροσκαφών και άλλα μεγάλα εξοπλιστικά προγράμματα (γερμανικά άρματα μάχης Leopard - μια συμφωνία που συμμετέχει και ΜΕΤΚΑ Α.Ε αλλά και ο Ελληνικός Στρατός σε θέματα εκπαίδευσης), ο αμυντικός προϋπολογισμός του Κατάρ είναι στα ύψη. Αλλά είναι δύσκολο να αποφύγει κανείς το συμπέρασμα ότι μέρος της δημοσιονομικής σύνεσης που ενσταλάσσεται αλλού, μπορεί να είναι χρήσιμο και σε αυτόν τον τομέα. Υπάρχει μια ξεχωριστή αίσθηση ότι στο Κατάρ υπάρχουν πάρα «πολλοί μάγειροι» στα εξοπλιστικά θέματα.

Ενώ η διαφοροποίηση της εξάρτησης από τις θεμελιώδεις αμερικανικές στρατιωτικές εγγυήσεις είναι μια σοφή κίνηση, το Κατάρ χρειάζεται να είναι πιο επιλεκτικό εάν είναι να αναπτύξει πράγματι τη στρατιωτική του ικανότητα. Αλλά αν, σύμφωνα με το κλασικό πρότυπο του Κόλπου, επιθυμεί απλώς μια λιτανεία «αμυντικών συμφωνιών» ως μια ελπιδοφόρα αποτρεπτική πολιτική, και ως ένα θεωρητικό στοιχείο της άμυνας, σε περίπτωση που συμβεί το χειρότερο, τότε, αν και με αρκετό κόστος, αναμένουμε αυτά τα είδη των συμφωνιών να συνεχιστούν με γοργούς ρυθμούς. Πράμα που θα ευχαριστήσει την Τουρκία, η οποία είναι ούτως ή άλλως σε μια συνεχή αναζήτησης χρηματοδότησης για πλήθος εξοπλιστικών φιλοδοξιών της.

Το Κατάρ ολοκλήρωσε την μεγαλύτερη αγορά όπλων από τις ΗΠΑ το 2014, όπως προμηθεύτηκε για 11 δισεκατομμύρια πυραύλους Patriot και επιθετικά ελικόπτερα Apache. Βέβαια, αυτού του είδους οι συμφωνίες δείχνουν πόσο μακριά πρέπει να πάει το μέγεθος της στρατιωτικής του ικανότητας για να προσεγγίσει τους άλλους στρατούς της περιοχής. Οι Καταριανές Ένοπλες Δυνάμεις είναι με 11.800 άνδρες η μικρότερη αναγνωρισμένη στρατιωτική δύναμη που περιλαμβάνονται στην κατάταξη αυτή. Το 1991, το Κατάρ συμμετείχε στις προσπάθειες του συνασπισμού υπό την ηγεσία των ΗΠΑ, κατά του Σαντάμ Χουσεΐν. Ο στρατός των ΗΠΑ έχει βασιστεί σε μεγάλο βαθμό στην αεροπορική βάση αλ-Ουντέιντ στο Κατάρ για τις διάφορες δραστηριότητές του στη Μέση Ανατολή και πέραν αυτής. Η βάση φιλοξενεί το κέντρο διοίκησης της Πολεμικής Αεροπορίας των ΗΠΑ στην περιοχή.
πηγή

Δημοσίευση σχολίου

 
Top