Ο Αμερικανός πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα είχε πει πρόσφατα πως οι ΗΠΑ δεν είχαν στρατηγική αντιμετώπισης του IS, αλλά θα παρουσιάσει σύντομα ένα σχέδιο. Είναι σημαντικό για έναν πρόεδρο να γνωρίζει πότε έχει και πότε όχι μια στρατηγική. Σε κάθε περίπτωση δεν είναι αναγκαίο να το ανακοινώνει, καθώς η ανακοίνωση αυτή τρομάζει τους φίλους και ενθαρρύνει τους αντιπάλους. Ένας πρόεδρος οφείλει να παραμένει ψύχραιμος.
Η στρατηγική είναι κάτι που δημιουργείται από την πραγματικότητα, ενώ η τακτική μπορεί να επιλεγεί. Δεδομένης της κατάστασης στη Μέση Ανατολή οι ΗΠΑ έχουν μια, αναπόφευκτη, επιλογή. Υπάρχουν όμως διάφορες απόψεις και ενστάσεις επί αυτής.
Αυτή την στιγμή υπάρχουν σε εξέλιξη δύο σοβαρές κρίσεις στο βόρειο και το νότιο όριο της γεωπολιτικής περιοχής της Μαύρης Θάλασσας. Οι ΗΠΑ έδειξαν ενδιαφέρον για τις εξελίξεις στη Ρωσία ήδη από το 1905, όταν ο τότε πρόεδρος Θεόδωρος Ρούσβελτ μεσολάβησε για την επίτευξη συνθήκης ειρήνης μεταξύ Ρωσίας και Ιαπωνίας. Οι ΗΠΑ ενδιαφέρονται για τη Μέση Ανατολή από το 1956, όταν ο τότε πρόεδρος Αϊζενχάουερ υποχρέωσε Βρετανούς, να εκκενώσουν τη διώρυγα του Σουέζ, «κληρονομώντας» τη βρετανική επιρροή στην περιοχή.
Μια εθνική στρατηγική εξελίσσεται σε βάθος δεκαετιών, ακόμα και αιώνων. Οριοθετεί τα εθνικά συμφέροντα μιας χώρας και επί αυτής ένα έθνος επενδύει. Οι πρόεδροι τω ΗΠΑ κληρονομούν μια εθνική στρατηγική, την οποία βεβαίως μπορεί εν μέρει να μεταβάλει. Η ιδέα όμως και μόνο ότι μπορεί ένας πρόεδρος να εφαρμόσει μια εξολοκλήρου νέα στρατηγική, προφανώς, υπερβαίνει τις εξουσίες του και την ισχύ της πραγματικότητας που έχουν δημιουργήσει οι προκάτοχοί του. Οι ΗΠΑ έχουν συμφέροντα στην Ουκρανία και στην περιοχή του Ιράκ και της Συρίας, εξ αντανακλάσεως.
Η αμερικανική στρατηγική επιτρέπει σε δυνάμεις στην περιοχή να ανταγωνιστούν μεταξύ τους και να δημιουργήσουν ένα ισοζύγιο ισχύος μεταξύ τους. Όταν αυτό δεν επιτευχθεί οι ΗΠΑ παρεμβαίνουν με τις μικρότερες δυνατές δυνάμεις, αναλαμβάνοντας τους μικρότερους δυνατούς κινδύνους. Για παράδειγμα ο πόλεμος Ιράν – Ιράκ εξουδετέρωνε και τις δύο αυτές δυνάμεις. Όταν το Ιράκ εισέβαλε στο Κουβέιτ και απείλησε την ισορροπία δυνάμεων στην περιοχή το αποτέλεσμα ήταν η αμερικανική επέμβαση.
Η στρατηγική αυτή κατέστη το αμερικανικό τυπικό υπόδειγμα. Στην περιοχή Ιράκ-Συρίας, η αρχική στρατηγική των ΗΠΑ ήταν να αφήσουν τις τοπικές δυνάμεις να εξισορροπήσουν το ισοζύγιο ισχύος τους. Αυτό το ισοζύγιο ισχύος είναι μια ιδιαίτερα σημαντική έννοια. Πρέπει να γίνει σε βάθος κατανοητό τι το υπονομεύει. Είναι η τακτική που μπορεί να υπονομεύσει την στρατηγική. Η στρατηγική έχει τη δική της λογική.Το να κατανοήσει όμως κανείς τι ακριβώς η στρατηγική απαιτεί είναι το δύσκολο. Σκεφτείτε τη Γαλλία το 1940. Για τις ΗΠΑ δεν υπήρχε κίνδυνος για την εθνική τους κυριαρχία από τη γερμανική εισβολή και αυτό ακριβώς δυσκόλευε τις κινήσεις τους και καθιστούσε το όποιο κόστος εμπλοκής τους πιο υψηλό.
Το ίδιο παράδειγμα – υπόδειγμα έχει την εφαρμογή του και στην Συρία και το Ιράκ. Και στις δύο αυτές χώρες η κεντρική εξουσία έχει χάσει τον έλεγχο της κατάστασης στο σύνολο του εθνικού της εδάφους. Αμφότερες όμως διατηρούν ένα μέρος της παλαιάς τους ισχύος. Και οι δύο χώρες είναι διχασμένες θρησκευτικά και οι πιστοί των αντιμαχόμενων θρησκειών είναι επίσης διχασμένοι μεταξύ τους. Ως κράτη – έθνη και ο δύο αυτές χώρες δεν υφίστανται πλέον και τα «τεμάχιά» τους αποτελούν πλέον ακόμα πιο σύνθετες οντότητες.
Το ζήτημα είναι αν οι ΗΠΑ μπορούν να υπομείνουν την παρούσα κατάσταση ή οφείλουν να την αλλάξουν. Και πάλι όμως, το πρώτο ερώτημα που γεννιέται, είναι αν οι ΗΠΑ έχουν την ισχύ για να αλλάξουν την κατάσταση και σε πιο βαθμό. Τα αμερικανικά συμφέροντα επιβάλουν την εξισορρόπηση των τοπικών δυνάμεων. Αν αυτό επιτευχθεί, σε πρώτη φάση, το ερώτημα θα είναι πλέον αν μπορεί η υπάρχουσα κατάσταση να βελτιωθεί. Από την πλευρά μου θεωρώ ότι υπάρχουν διάφορα σχήματα που μπορούν να δημιουργηθούν. Η αμερικανική εμπειρία στο Ιράκ πρόβαλε το ζήτημα της αντιμετώπισης των εξτρεμιστών ή της εμπλοκής στον τοπικό εμφύλιο πόλεμο.
Το ΙS από την πλευρά του αποτελεί ειδική κατάσταση, διότι η εμφάνισή του δημιούργησε την ίδια την κρίση, ειδική διότι η σκληρότητά του είναι παραπάνω από εμφανής, ειδική, τέλος, διότι η παρόμοια με της αλ Κάιντα ιδεολογία του ερεθίζει τα αμερικανικά ανακλαστικά. Η εξέγερση του σουνιτικού στοιχείου στο Ιράκ ήταν δεδομένη, λόγω της μονόπλευρης πολιτικής Μαλίκι. Η διαίρεση του Ιράκ σε σουνιτικό και σιιτικό και κουρδικό ήταν πάντως εν εξελίξει πολύ πριν την εμφάνιση των τζιχαντιστών.
Αν και το IS επιδεικνύει ιδιαίτερη σκληρότητα, αυτό δεν αποτελεί κάτι νέο για την περιοχή. Από την άλλη το IS έχει καταφέρει να πολεμά με όλους τους υπόλοιπους στην περιοχή. Παρόλα αυτά για τις ΗΠΑ το IS αποτελεί πολύ μικρότερη απειλή για την ασφάλειά τους, από ότι μια ολιγάριθμη τρομοκρατική ομάδα. Εξάλλου και χωρίς το IS οι ΗΠΑ είχαν να ασχοληθούν με ισλαμιστικές ομάδες στη Λιβύη και την Υεμένη.
Η στρατηγική αυτή όμως δεν φαίνεται να αποδίδει. Ίσως το να έβρισκαν τους αντιτιθέμενους στο IS σουνίτες και να τους εξόπλιζαν θα ήταν καλύτερη ιδέα. Αυτό είναι το παιχνίδι της ισορροπίας δυνάμεων που ακολουθούν οι ΗΠΑ αλλά δεν οδηγεί πουθενά. Αποτελεί όμως, πραγματικά, το IS, πρόβλημα για τις ΗΠΑ. Τα αμερικανικά συμφέροντα δεν επιβάλουν την σταθερότητα στην περιοχή, αλλά τη δυναμική αναζήτηση του ισοζυγίου ισχύος μεταξύ των τοπικών δυνάμεων, ώστε όλοι οι δρώντες στην περιοχή να είναι απασχολημένοι μεταξύ τους και να αλληλοεξουδετερώνονται, εξουδετερώνοντας, παράλληλα και τον όποιο κίνδυνο για τους Αμερικανούς αναφύεται.
Το πραγματικό πρόβλημα για τους Αμερικανούς είναι ο κίνδυνος να ξεπηδήσουν «παραρτήματα» του IS σε άλλες χώρες και περιοχές. Και οι ΗΠΑ δεν θα μπορέσουν να εμποδίσουν κάτι τέτοιο. Η Σαουδική Αραβία θα πρέπει να αντιμετωπίσει μόνη της έναν τέτοιο κίνδυνο, όχι γατί οι ΗΠΑ δεν ενδιαφέρονται για την ασφάλειά της, αλλά γιατί οι ίδιοι οι Σαουδάραβες μπορούν καλύτερα να την αντιμετωπίσουν. Το ίδιο μπορεί να λεχθεί και για τους Ιρανούς, αλλά και για τους Τούρκους.
Η Τουρκία αναδύεται ως περιφερειακή δύναμη. Η οικονομία της ενδυναμώθηκε δραματικά την τελευταία δεκαετία και οι ένοπλες δυνάμεις της είναι οι μεγαλύτερες στην περιοχή, ενώ αποτελεί και μέρος του ισλαμικού κόσμου. Η κυβέρνηση της είναι ισλαμική, αλλά σαφώς δεν είναι ανάλογη με την ηγεσία IS και αυτό διότι η Τουρκία φοβάται ότι οι ισλαμιστές του IS μπορεί να εξαπλωθούν στο έδαφός της. Ακόμα χειρότερα οι Τούρκοι φοβούνται πως η επίδραση του IS στο ιρακινό Κουρδιστάν επηρεάζει τα ενεργειακά της σχέδια.
Οι ΗΠΑ δεν μπορούν να επέμβουν στο σημερινό «μωσαϊκό» θρησκειών και εθνοτήτων σε Συρία και Ιράκ. Ωστόσο μπορούν να επέμβουν έμμεσα, επιβάλλοντας την ισορροπία στην περιοχή. Η Τουρκία, το Ιράν και η Σαουδική Αραβία έχουν μεγαλύτερο ενδιαφέρον από ότι οι ΗΠΑ. Για όσο πιστεύουν ότι οι ΗΠΑ θα επιχειρήσουν να ελέγξουν την κατάσταση είναι λογικό να αποφύγουν την εμπλοκή τους, να εμπλακούν, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, στο περιθώριο, ή ακόμα και να υπονομεύσουν την αμερικανική προσπάθεια.
Οι ΗΠΑ, κατά συνέπεια, οφείλουν να μεταθέσουν το βάρος της επίτευξης ισορροπίας στην περιοχή στις τρείς αυτές χώρες. Χωρίς τις ΗΠΑ και οι τρείς δεν έχουν άλλη επιλογή παρά να εμπλακούν σοβαρά. Απλώς, καμία από τις τρείς αυτές χώρες, δεν έχει την άνεση να παρακολουθήσει αμέτοχη το χάος που αργά ή γρήγορα θα επεκταθεί και στο έδαφός της. Δεν μπορεί να προβλεφτεί πως το ένα τέτοιο παίγνιο θα εξελιχθεί.
Είναι σημαντικό όμως το παίγνιο να ξεκινήσει. Οι Τούρκοι δεν εμπιστεύονται τους Ιρανούς και αμφότεροι δεν συμπαθούν ιδιαίτερα τους Σαουδάραβες. Υποχρεωτικά όμως θα ανταγωνίζονται, θα συνεργάζονται, θα χειραγωγούν και θα προδίδουν ο ένας τον άλλο, όπως ακριβώς κάνουν και σήμερα, απέναντι όμως στις ΗΠΑ.
Ο Ομπάμα αναζητά εθελοντές από τις χώρες του ΝΑΤΟ για τον σχηματισμό μιας συμμαχίας κατά του ΙS. Δεν είναι κατανοητό γιατί η όποια χώρα του ΝΑΤΟ, πλην της Τουρκίας, θα δαπανήσει χρήμα και ενδεχομένως αίμα για να πολεμήσει το IS. Επίσης, γιατί πρέπει να θεωρείται δεδομένο ότι το IS είναι το μόνο πρόβλημα; Η συμμαχία που πρέπει να σχηματιστεί είναι μια συμμαχία μεταξύ των άμεσα ενδιαφερομένων, μια συμμαχία τα μέλη της οποίας δεν θα έχουν άλλη επιλογή, γιατί η μη συμμετοχή και δράση τους, απλώς, θα μεγιστοποιεί καθημερινά τον κίνδυνο για τις ίδιες τις χώρες αυτές.
Μια τέτοια αμερικανική στρατηγική δεν αποτελεί αποφυγή ανάληψης ευθυνών. Μερικές φορές ο καλύτερος τρόπος διαχείρισης για τις ΗΠΑ είναι η πολεμική εμπλοκή. Στις περισσότερες περιπτώσεις όμως το καλύτερο είναι να αποφύγουν τον πόλεμο. Η έμμεση εμπλοκή, στις περισσότερες περιπτώσεις, είναι πιο αποτελεσματική.
πηγή
Δημοσίευση σχολίου