30-7-2014
Για τρίτη φορά τα τελευταία χρόνια ένας νέος πόλεμος διεξάγεται στη Γάζα. Οι Παλαιστίνιοι ρίχνουν ρουκέτες στο Ισραήλ, με μηδαμινά αποτελέσματα και οι Ισραηλινοί σφραγίζουν τα τούνελ στα σύνορα με τη Λωρίδα της Γάζας. Όπως και οι προηγούμενοι πόλεμοι και αυτός δεν θα οδηγήσει σε καμία λύση.
Του George Friedman, «Gaming Israel and Palestine»
ΠΗΓΗ: STRATFOR, GEOPOLITICAL WEEKLY
ΑΠΟΔΟΣΗ ΚΕΙΜΕΝΟΥ: Παντελής Καρύκας
Το Ισραήλ θέλει να καταστρέψει τις ρουκέτες της Χαμάς. Μπορεί όμως να το πράξει μόνο αν καταλάβει τη Γάζα και οι δυνάμεις του παραμείνουν για πολύ χρόνο εκεί, ώστε να ανακαλύψουν τα τούνελ και τις αποθήκες οπλισμού της Χαμάς. Με τον τρόπο αυτό όμως το Ισραήλ θα υποστεί μεγάλες απώλειες και δεν θα έχει περιθώριο να υποχωρήσει. Κατά συνέπεια η Χαμάς θα συνεχίσει να εκτοξεύει ρουκέτες, προκαλώντας όμως, χάρη στην έλλειψη ακρίβειας των ρουκετών και το σύστημα Iron Dome, ελάχιστη βλάβη στο Ισραήλ.
Το πιο ενδιαφέρον σημείο αυτού του πολέμου είναι ότι και οι δύο πλευρές τον θεωρούν απαραίτητο, αν και γνωρίζουν ότι δεν θα υπάρξει αποφασιστικό στρατιωτικό αποτέλεσμα. Η απαγωγή και η δολοφονία των τριών Ισραηλινών εφήβων και ο φόνος ενός Παλαιστίνιου νεαρού ξεκίνησαν την σύγκρουση. Και επί του σημείου αυτού τίθεται το αιώνιο ερώτημα, ποίος διέπραξε πρώτος το έγκλημα;
Για τους Παλαιστίνιους το αρχικό έγκλημα ήταν η μετανάστευση στην υπό βρετανικό έλεγχο Παλαιστίνη των Εβραίων, η δημιουργία του κράτους του Ισραήλ και η εκδίωξη των Αράβων από την περιοχή αυτή. Για το Ισραήλ, το προπατορικό αμάρτημα έγινε μετά τον πόλεμο του 1967, κατά τη διάρκεια του οποίου το Ισραήλ κατέλαβε τη Δυτική Όχθη, τα υψώματα του Γκολάν και την ανατολική Ιερουσαλήμ.
Εκείνη την στιγμή το Ισραήλ ήταν έτοιμο να διαπραγματευτεί μια συμφωνία, αλλά οι Άραβες απάντησαν με τα περίφημα «τρία όχι», όχι διαπραγματεύσεις, όχι αναγνώριση του Ισραήλ, όχι ειρήνη. Το γεγονός αυτό οδήγησε το Ισραήλ σε πιο άκαμπτη στάση. Προσπάθειες για διαπραγματεύσεις έγιναν μετά την αραβική διακήρυξη, αλλά όλες απέτυχαν, ενώ το «όχι αναγνώριση» και «όχι ειρηνευτική συμφωνία», ισχύουν εν πολλοίς ακόμα. Η κατάπαυση του πυρός είναι ό,τι καλύτερο μπορεί να περιμένει κανείς.
Για τη Χαμάς τουλάχιστον και υποψιάζομαι για πολλούς Παλαιστίνιους στη Δυτική Όχθη, η μόνη λύση είναι η εξόντωση του Ισραήλ. Για πολλούς Ισραηλινούς, η μόνη λύση είναι η συνέχιση της κατοχής των κυριευμένων περιοχών, μέχρι οι Παλαιστίνιοι να δεσμευτούν να αναγνωρίσουν το Ισραήλ και να συνομολογήσουν ειρήνη μαζί του. Μια και όμως, για τους ίδιους αυτούς Ισραηλινούς η μέρα αυτή δεν έχει φτάσει ακόμα, η κατοχή θα συνεχιστεί σε μόνιμη βάση.
Υπ’ αυτές τις συνθήκες, ο πόλεμος στη Γάζα είναι, κατά μια έννοια, ένας πόλεμος για το τίποτα. Για τη Χαμάς αποτελεί απλώς επίδειξη του ότι μπορεί να ρίχνει ρουκέτες κατά του Ισραήλ. Οι ρουκέτες δεν έχουν ακρίβεια στη βολή, αλλά το σημαντικό είναι ότι φαίνεται [σ.σ. για λόγους αποτροπής] πως εισήχθησαν λαθραία στη Γάζα και αποτελούν το πιο επικίνδυνο όπλο που έχει εισαχθεί λαθραία εκεί. Παράλληλα, η Χαμάς αποδεικνύει, ότι μπορεί να αντέξει σε μεγάλες απώλειες και να συνεχίζει τον πόλεμο.
Για τους Ισραηλινούς, ο σκοπός των επιχειρήσεων είναι να δείξουν ότι μπορούν να τις εκτελέσουν. Φυσικά επιθυμούν να τιμωρήσουν τη Χαμάς, αλλά γνωρίζουν ότι δεν μπορούν να επιβάλουν τη θέλησή τους και να υποχρεώσουν τους Παλαιστίνιους να έρθουν σε πολιτικό διακανονισμό μαζί τους. Σκοπός του πολέμου είναι να επιβάλεις τη θέλησή σου στον αντίπαλο. Αλλά εκτός κι αν το Ισραήλ μας εκπλήξει σημαντικά, κανένα αποφασιστικό αποτέλεσμα δεν θα προκύψει από την σύγκρουση αυτή.
Ακόμα κι αν το Ισραήλ καταστρέψει τη Χαμάς, κάποια άλλη οργάνωση θα τη διαδεχτεί στο παλαιστινιακό «οικοσύστημα». Το Ισραήλ δεν μπορεί να προχωρήσει όσο χρειάζεται για να κάμψει το πνεύμα αντίστασης των Παλαιστίνιων. Εξαρτάται από έναν ισχυρό τρίτο κράτος που θα ανταποκριθεί στις ισραηλινές ανάγκες ασφάλειας.
Το γεγονός αυτό δημιουργεί μια εγγενή αντίφαση, σύμφωνα με την οποία το Ισραήλ λαμβάνει μεν αρκετή υποστήριξη από τις ΗΠΑ, ώστε να εξασφαλιστεί η ύπαρξή του, αλλά λόγω ανθρωπιστικών ανησυχιών δεν του επιτρέπεται να αναλάβει αυτού του είδους τις αποφασιστικές δράσεις που θα μπορούσαν να λύσουν οριστικά το πρόβλημα ασφαλείας του.
Έτσι, βλέπουμε περιοδικές εκρήξεις βίας, οι οποίες όμως δεν γίνονται με την πρόθεση να καταλήξουν σε αποφασιστικό πολιτικό αποτέλεσμα, ούτε κανείς περιμένει κάτι τέτοιο. Οι πόλεμοι αυτοί έχουν εξελιχθεί σε μια σειρά αιματοβαμμένων κύκλων. Υπάρχουν κάποια περιορισμένα κριτήρια επιτυχίας, όπως για παράδειγμα το σφράγισμα των τούνελ των Παλαιστινίων από τη μια, ή η επίδειξη από την άλλη πλευρά, ότι μπορεί να αναγκάσει το Ισραήλ να περιέλθει σε αμυντική στάση. Η Χαμάς όμως δεν θα ηττηθεί και το Ισραήλ δεν θα κάνει καμία παραχώρηση.
Το ερώτημα λοιπόν είναι ποιο το νόημα όλων αυτών και που θα τελειώσει όλο αυτό. Γιατί σε όλα τα ανθρώπινα υπάρχει ένα τέλος. Παλαιότερες μακροχρόνιες συγκρούσεις, όπως αυτές της Αγγλίας με τη Γαλλία, κάποτε τελείωσαν, ή τουλάχιστον άλλαξαν μορφή. Κατά συνέπεια Ισραηλινοί και Παλαιστίνιοι μπορούν με δύο τρόπους να τερματίσουν την σύγκρουσή τους.
Πολλοί πιστεύουν, ότι η δημιουργία ενός παλαιστινιακού κράτους θα αποτελέσει λύση και αυτοί που το πιστεύουν αυτό, δεν έχουν πρόβλημα να εκφράζουν την απορία τους γιατί η αυτονόητη αυτή λύση δεν προχωρά. Η λύση όμως δεν είναι τόσο αυτονόητη όσο δείχνει.
Θέματα βιωσιμότητας και κυριαρχίας είναι τα βασικά σε όλη την συζήτηση για τη δημιουργία παλαιστινιακού κράτους. Η γεωγραφία εγείρει ερωτήματα για την βιωσιμότητα ενός παλαιστινιακού κράτους, καθώς υπάρχουν δύο παλαιστινιακά πληθυσμιακά κέντρα, ένα στη Λωρίδα της Γάζας και ένα στη Δυτική Όχθη, τα οποία δεν επικοινωνούν μεταξύ τους.
Η Λωρίδα της Γάζας είναι ένας στενός θύλακας εδάφους, απίστευτα πυκνοκατοικημένος, με περιορισμένες αναπτυξιακές δυνατότητες, ώστε να μπορεί να στηρίξει την ανάπτυξη μιας ικανοποιητικής οικονομικής ζωής. Η Δυτική Όχθη έχει μεγαλύτερες δυνατότητες, αλλά θα είναι πάντα υπό την εποπτεία του Ισραήλ. Αν το παλαιστινιακό εργατικό δυναμικό αξιοποιηθεί στην ισραηλινή οικονομία και οι δύο περιοχές θα γίνου «εξαρτήματα» του Ισραήλ. Με βάση τα σημερινά σύνορα λοιπόν ένα βιώσιμο παλαιστινιακό κράτος είναι δύσκολο να υπάρξει.
Από την ισραηλινή οπτική, η δημιουργία ενός παλαιστινιακού κράτους που να θυμίζει κάπως τις συνθήκες του 1967, αφήνοντας εκτός συζήτησης το θέμα της Ιερουσαλήμ, θα δώσει στους Παλαιστίνους τη δυνατότητα να στοχοποιήσουν, όποτε το θελήσουν, το Τελ Αβίβ και τη Χάιφα. Με δεδομένη την ιστορία του, το Ισραήλ δεν είναι πιθανό, να αναλάβει τέτοιο ρίσκο, εκτός κι αν έχει το δικαίωμα να επιβλέπει τη Δυτική Όχθη με κάποιο τρόπο, όσον αφορά τα ζητήματα ασφαλείας. Κάτι τέτοιο όμως θα υπονόμευε την παλαιστινιακή κυριαρχία.
Έτσι, κάθε λύση που εξυπηρετεί τη μια πλευρά δεν εξυπηρετεί την άλλη. Η γεωγραφία, απλώς δεν επιτρέπει μια λύση δύο κυρίαρχων κρατών. Κατ’ αυτή την έννοια οι εξτρεμιστές και των δύο πλευρών είναι πιο ρεαλιστές των μετριοπαθών. Η αλήθεια αυτή όμως έρχεται σε αντίθεση με άλλα προβλήματα. Αυτή την στιγμή το Ισραήλ είναι τόσο ασφαλές όσο ήταν και πιθανώς θα είναι, εκτός κι αν εξαφανιστεί η Χαμάς και δεν αντικατασταθεί από άλλη οργάνωση και η Δυτική Όχθη προσεγγίσει ακόμα περισσότερο το Ισραήλ. Φυσικά καμία από τις προοπτικές αυτές δεν είναι πιθανή.
Το Ισραήλ είναι οικονομικός κολοσσός σε σχέση με τους γείτονες του. Οι Παλαιστίνιοι είναι οικονομικά αδύνατοι και διαιρεμένοι μεταξύ τους. Κανέναν γειτονικό κράτος του Ισραήλ δεν αποτελεί κίνδυνο, μετά το 1977 και την ουδετεροποίηση της Αιγύπτου. Η Ιορδανία διατηρεί στενές σχέσεις με το Ισραήλ, η Αίγυπτος έχει συνθήκη ειρήνης μαζί του και η Χεζμπολάχ είναι απασχολημένη στην Συρία. Εκτός από τη Γάζα, η οποία αποτελεί μικρή απειλή, η θέση του Ισραήλ δεν θα μπορούσε να είναι καλύτερη.
Το Ισραήλ δεν μπορεί μεταβάλει ριζικά τα δημογραφικά δεδομένα. Οι δυνητικές όμως εξελίξεις στην περιοχή είναι εναντίον του. Η Αίγυπτος μπορεί να αλλάξει κυβέρνηση, η οποία να καταγγείλει την συνθήκη ειρήνης και να αναπτύξει και πάλι δυνάμεις στη χερσόνησο του Σινά. Η Χεζμπολάχ μπορεί να αξιοποιήσει την εμπειρία της στη Συρία για να ανοίξει έναν νέο μέτωπο από τον Λίβανο. Η Συρία μπορεί να καταστεί ένα ισλαμικό κράτος και να απειλήσει από τα υψώματα του Γκολάν.
Οι ισλαμιστές μπορεί να ανατρέψουν το ιορδανικό καθεστώς και να απειλήσουν το Ισραήλ από τα ανατολικά. Η Τουρκία μπορεί να εξελιχθεί σε ακραίο ισλαμικό κράτος και να αποστείλει στρατεύματα στην περιοχή κατά του Ισραήλ. Μια πολιτιστική επανάσταση μπορεί να λάβει χώρα στον αραβικό κόσμο που να προκαλέσει την ισραηλινή οικονομική υπεροχή και κατά συνέπεια την ικανότητα του να μάχεται. Το Ιράν μπορεί να στείλει νέους πυραύλους στη Γάζα κ.λπ.
Υπάρχει μια σειρά από πιθανότητες. Είναι δύσκολο να φανταστούμε μια εξέλιξη, τεχνολογική, πολιτική ή οικονομική η οποία να βελτιώσει τη θέση του Ισραήλ και όχι να την χειροτερέψει. Μπορεί κάτι τέτοιο να μη φαίνεται πιθανό, όμως στο μέλλον όλα είναι πιθανά.
Το Ισραήλ είναι αυτή τη στιγμή ισχυρό. Αλλά δεν θεωρεί ότι μπορεί να επιτύχει έναν διακανονισμό με τους Παλαιστίνιους, ο οποίος θα του εξασφαλίζει την εθνική του ασφάλεια. Για τον λόγο αυτό το Ισραήλ δεν κρίνει σκόπιμο να κάνει παραχωρήσεις στους Παλαιστίνιους.
Με αυτές τις συνθήκες, η στρατηγική του Ισραήλ είναι να διατηρήσει την ισχύ του στο ανώτατο επίπεδο και να χρησιμοποιήσει όλη του την επιρροή ώστε να αποφύγει την εμφάνιση νέων απειλών. Υπό το πρίσμα αυτό, η ισραηλινή στρατηγική των εποικισμών έχει νόημα. Αν δεν υπάρχουν συνομιλίες, το Ισραήλ οφείλει να διατηρήσει την υπεροχή του, δημιουργώντας στρατηγικό βάθος στη Δυτική Όχθη. Είναι λογικό. Θα ήταν παράλογο εάν υπήρχε η πιθανότητα να επιτευχθεί μια συνθήκη ειρήνης.
Το Ισραήλ επίσης οφείλει να επιβάλει μια προσωρινή έστω ήττα σε κάθε ενεργά εχθρική παλαιστινιακή δύναμη, κατά καιρούς, ώστε να τους στέλνει χρόνια πίσω, επιδεικνύοντας παράλληλα, τις δικές του ικανότητες, για ψυχολογικούς λόγους. Οι Παλαιστίνοι, στο μεταξύ, πρέπει να διατηρήσουν την πολιτική τους ενότητα και να περιμένουν, αξιοποιώντας κάθε δυνατότητα να προκαλέσουν ρήγματα μεταξύ του Ισραήλ και των συμμάχων του, ειδικά των ΗΠΑ, αντιλαμβανόμενοι όμως ότι η οποιαδήποτε αλλαγή στο status quo θα έρθει έξω από το διώνυμο Ισραήλ – Παλαιστίνη.
Το βασικό πρόβλημα των Παλαιστίνιων θα είναι παραμείνουν διακριτή ομάδα και να έχουν ικανή ισχύ ώστε να αντιμετωπίσουν το Ισραήλ για κάποιο χρόνο. Κάθε συνθήκη ειρήνης θα εξασθενίσει τους Παλαιστίνιους, θα τους οδηγήσει στην τροχιά του Ισραήλ και θα τους διαχωρίσει. Από την άλλη, η άρνηση της συνθήκης ειρήνης θα τους βοηθήσει να παραμείνουν διακριτοί, αν και διαχωρισμένοι, αλλά θα είναι εκεί όταν οι συνθήκες μεταβληθούν.
Το μεγάλο πρόβλημα του Ισραήλ είναι ότι οι συνθήκες αλλάζουν. Το να προβλέψει τις στρατιωτικές δυνατότητες των Αράβων τα επόμενα 50 χρόνια είναι δύσκολο. Πιθανότατα δεν θα είναι πιο αδύναμοι από σήμερα, αλλά ισχυρότεροι. Αν στα 50 επόμενα χρόνια, όλοι ή κάποιοι υιοθετήσουν εχθρική στάση έναντι του Ισραήλ, το Ισραήλ θα έχει πρόβλημα. Ο χρόνος δεν κυλά προς όφελος του Ισραήλ. Αυτό ίσως θα ήταν επιχείρημα για να προχωρήσει σε διαπραγματεύσεις. Οι Παλαιστίνιοι όμως δεν διαπραγματεύονται μια συμφωνία που θα τους καταστήσει αδύναμους και διασπασμένους.
Αυτό που βλέπουμε στη Γάζα είναι ένα παιχνίδι όπου η κάθε πλευρά προσπαθεί να διατηρήσει τη θέση της. Οι Παλαιστίνιοι χρειάζεται να διατηρήσουν την αλληλεγγύη τους για μεγάλο διάστημα και το Ισραήλ να διατηρήσει την στρατηγική του υπεροχή για όσο περισσότερο μπορεί. Τίποτα όμως δεν κρατά για πάντα και η ισχύς του Ισραήλ μπορεί να εξασθενίσει, ενώ η ισχύς των Παλαιστινίων να αυξηθεί.
Αναλογιζόμενοι τους εγγενείς κινδύνους, η πραγματοποίηση μιας συμφωνίας με τους Παλαιστίνιους, έστω και με αυξημένο ρίσκο για το Ισραήλ, ίσως να είναι χρήσιμη μακροπρόθεσμα. Τα έθνη όμως δεν αποφασίζουν βάσει τέτοιων αφηρημένων υπολογισμών. Το Ισραήλ θα ποντάρει στην διατήρηση της ισχύος του, μη έχοντας και άλλη επιλογή. Οι Παλαιστίνιοι θα ποντάρουν στον χρόνο και στο μεταξύ το αίμα, περιοδικά, θα συνεχίσει να χύνεται.
πηγή
Δημοσίευση σχολίου