GuidePedia

0

«Στις αρχές της δεκαετίας του 80 απελευθερώθηκαν οι αγορές από τις κανονιστικές ρυθμίσεις, με αποτέλεσμα οι τρόφιμοι να τεθούν επικεφαλής του φρενοκομείου – παράλληλα το καρτέλ αντιλήφθηκε για πρώτη φορά ότι, το να χρηματίζει πολιτικούς, ακαδημαϊκούς εμπειρογνώμονες και δημοσιογράφους ήταν πολύ πιο φθηνό και εύκολο, από το να βελτιώνει την πραγματική του απόδοση» (C.Ferguson με παρεμβάσεις).
Άρθρο
Η ιδέα της επαναγοράς ομολόγων αξίας 30 δις € στο 30-40% της ονομαστικής τους αξίας, έναντι δηλαδή 10 δις €, με τη βοήθεια ανάλογου δανείου από τον ευρωπαϊκό μηχανισμό EFSF και με στόχο τη μείωση του δημοσίου χρέους μας κατά 20 δις €, φαίνεται αρχικά πολύ ενδιαφέρουσα – εάν βέβαια δεν είχε ανακοινωθεί (παραδόξως) δημόσια, με αποτέλεσμα την εκτόξευση της αξίας τους στη δευτερογενή αγορά, στην οποία διαπραγματεύονται (διάγραμμα).
Στα πλαίσια αυτά, οφείλει να αναφέρει κανείς τους μέχρι σήμερα δανειστές της Ελλάδας (μη συμπεριλαμβανομένων των δανείων για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών), έτσι ώστε να έχει μία καλύτερη εικόνα:
ΠΙΝΑΚΑΣ Ι: Ανάλυση συνολικού δανεισμού της Ελλάδας, ύψους 304 δις €
ΔανειστέςΠοσά σε δις €
Ιδιώτες63,00
Λοιποί πιστωτές47,00
Διμερή δάνεια των χωρών της Ευρωζώνης53,00
ΔΝΤ22,00
EFSF74,00
EKT45,00
Σύνολα303,00
Πίνακας: Β. Βιλιάρδος
Με βάση τον Πίνακα Ι, η επαναγορά σχεδιάζεται από εκείνους τους ιδιώτες που έχουν στην ιδιοκτησία τους ομόλογα αξίας περί τα 63 δις € – εκ των οποίων το ένα τρίτο (17 δις €) ανήκει στις εγχώριες τράπεζες, το «δεύτερο τρίτο» σε ελληνικούς οργανισμούς, ταμεία, ιδιώτες και ασφαλιστικές εταιρείες, ενώ τα υπόλοιπα κυρίως σε κερδοσκοπικά κεφάλαια του εξωτερικού (hedge funds).
Ουσιαστικά πρόκειται για μία δεύτερη διαγραφή μετά το εγκληματικό PSI, η οποία όμως αυτή τη φορά δεν μπορεί να είναι υποχρεωτική, αφού τα ομόλογα είναι αγγλικού δικαίου – εκτός εάν συμμετέχει η συντριπτική πλειοψηφία των κατόχων τους (γεγονός πολύ δύσκολο, πόσο μάλλον εάν ισχύουν οι πρόσφατες δηλώσεις του πρωθυπουργού, σύμφωνα με τις οποίες θα εξαιρεθούν τα ασφαλιστικά ταμεία) και υπό προϋποθέσεις. ΄
Σε γενικές γραμμές λοιπόν ένα ομόλογο 100 €, η αξία του οποίου μειώθηκε πέρυσι κατά 53,5% στα 46,50 € περίπου, θα «κουρευτεί» ακόμη μία φορά κατά 60% – οπότε η αρχική αξία των 100 € θα περιορισθεί στα 18,60 € ή και λιγότερο (μεγέθη κατά προσέγγιση).
Οι ελληνικές τράπεζες φυσικά δεν θα συμφωνούσαν να υποστούν για δεύτερη φορά τέτοια ζημία, εάν δεν ήταν απολύτως «εκβιάσιμες» λόγω της μεγάλης ανάγκης ανακεφαλαιοποίησης τους – ενώ η κυβέρνηση υποχρεώθηκε στην πραγματικότητα να δρομολογήσει τη διαγραφή, επειδή διαφορετικά δεν θα εισπράξει τη δόση των 34 δις €, την οποία έχει ανόητα υποσχεθεί, καθώς επίσης τις υπόλοιπες.
Η απαίτηση αυτής της διαγραφής προέρχεται από το ΔΝΤ, το οποίο έχει θέσει πονηρά ως προϋπόθεση της συνέχισης του δανεισμού της Ελλάδας εκ μέρους του, τη βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους της – όπου θεωρεί αυθαίρετα απαραίτητο τον περιορισμό του, κατά τουλάχιστον 20 δις €.
Σύμφωνα τώρα με την επίσημη προσφορά της ελληνικής κυβέρνησης (έγγραφο), τα ομόλογα θα αγοραστούν σε μία τιμή, έως και το 40,1% της ονομαστικής τους αξίας. Στα πλαίσια αυτά, όποιος αγόρασε τα συγκεκριμένα ομόλογα από τη δευτερογενή αγορά το Μάιο, μεταξύ 11,6% και 15% της ονομαστικής τους αξίας (ανάλογα με το χρόνο λήξης τους), θα κερδίσει από 260% έως και 345% επί του επενδυμένου κεφαλαίου του – μία απόδοση πραγματικά ονειρεμένη για τα κερδοσκοπικά κεφάλαια.
Επειδή τώρα ακόμη και αυτοί που αγόρασαν τα νέα ομόλογα. μετά τη διαγραφή των παλαιοτέρων, πλήρωσαν κατά μέσον όρο το 31,5% της ονομαστικής τους αξίας (άρθρο WSJ), θα κερδίσουν επίσης – γεγονός που αναγκάζει πολλούς να προβληματιστούν, σχετικά με τα εξής:
(α) γιατί η κυβέρνηση προσφέρει 40% και όχι κάτω του 31,5% - χαμηλότερα δηλαδή από την τιμή που διαπραγματεύονται σήμερα, καθώς επίσης
(β) γιατί η πρώτη αναδιάρθρωση (PSI), δεν έγινε σε χαμηλότερες τιμές, αφού τα νέα ομόλογα «κουρεύτηκαν» αυτόματα από τις αγορές, αμέσως μετά.
Φυσικά η μείωση της τότε αξίας τους αφορούσε μόνο εκείνα τα ομόλογα, τα οποία θα ήθελαν οι ιδιοκτήτες τους να πουλήσουν, εισπράττοντας αμέσως χρήματα – αφού, εάν τυχόν τα κρατούσαν μέχρι τη λήξη τους (2023 – 2042), θα εισέπρατταν το 100% της ονομαστικής τους αξίας, συν τους τόκους (2% έως το 2015, 3% έως το 2021 και 4,3% στη συνέχεια).
Ίσως οφείλουμε να σημειώσουμε εδώ ότι, στην εκάστοτε τιμή διαπραγμάτευσης συνυπολογίζεται και ο κίνδυνος αδυναμίας πληρωμής των ομολόγων εκ μέρους της Ελλάδας – τυχόν χρεοκοπία της δηλαδή, η οποία δεν έχει καθόλου αποκλεισθεί.
Επίσης πως ο στόχος των κερδοσκόπων δεν είναι ο τόκος, αλλά το δυνητικό κέρδος από τη διαφορά μεταξύ τιμής αγοράς και τιμής πώλησης – όπου τα συγκεκριμένα ομόλογα, με την τιμή που διαπραγματεύονται στη δευτερογενή αγορά, προσφέρουν ετήσιες αποδόσεις (κέρδη) μεταξύ 13% και 25%, εάν κρατηθούν μέχρι τη λήξη τους.
Συνεχίζοντας δεν μπορούμε να αποκλείσουμε το ότι, αρκετά κερδοσκοπικά κεφάλαια ίσως αρνηθούν την (γενναιόδωρη!) προσφορά του ελληνικού δημοσίου – επειδή θα θελήσουν να κρατήσουν τα ομόλογα μέχρι τη λήξη τους, αποκομίζοντας πολύ υψηλότερα κέρδη. Το ενδεχόμενο αυτό ενισχύεται από το γεγονός ότι, η ελληνική κυβέρνηση πλήρωσε το Μάιο το 100% της αξίας του ομολόγου των 400 εκ. €, το οποίο είχε εκδοθεί το 2002 και υπαγόταν στο αγγλικό δίκαιο.
Η συμπεριφορά της κυβέρνησης, σε συνδυασμό με την πρόσφατη ανακοίνωση του πρωθυπουργού, σύμφωνα με την οποία δεν θα συμμετέχουν τα ασφαλιστικά ταμεία στην επαναγορά (οπότε η Ελλάδα σχεδιάζει να πληρώσει το 100% της αξίας των ομολόγων στη λήξη τους), έπεισε τα κερδοσκοπικά κεφάλαια πως ούτε η Ελλάδα, ούτε η Τρόικα θα ήταν διατεθειμένοι να έλθουν σε σύγκρουση μαζί τους – όπως είχε το θάρρος να κάνει η Αργεντινή (καλώς ή κακώς).
Ολοκληρώνοντας, ο ερασιτεχνισμός στην όλη διαδικασία (εκτός εάν ήταν σκόπιμος) επικεντρώνεται στο ότι, εάν η επαναγορά των ομολόγων δεν είχε ανακοινωθεί πριν από πολύ καιρό επίσημα, εάν δεν είχαν ενημερωθεί δηλαδή οι κερδοσκόποι (μόλις στις αρχές Νοεμβρίου τα ομόλογα διαπραγματεύονταν στο 20% της ονομαστικής τους αξίας), η Ελλάδα θα μπορούσε να αγοράσει με τα 10 δις € του EFSF περίπου 50 δις € ομόλογα – αντί 33 δις € κατά μέσον όρο, τα οποία ενδεχομένως θα αγοράσει τώρα.
Ουσιαστικά λοιπόν χαρίζονται περί τα 17 δις € στους κερδοσκόπους (σχεδόν το 10% του ΑΕΠ μας ή το 5,5% του συνολικού χρέους μας), καλώς εχόντων των πραγμάτων – εάν δηλαδή το αποδεχθούν τελικά, φοβούμενοι τη χρεοκοπία της πατρίδας μας, η οποία φαίνεται να οδηγείται μεθοδικά στην έξοδο από το ευρώ, στη δραχμή, στην πτώχευση, στην εξαθλίωση, καθώς επίσης στην ολοκληρωτική λεηλασία τόσο του δημοσίου, όσο και του ιδιωτικού πλούτου της.
Υστερόγραφο
Η Ελλάδα θα αγοράσει 30 δις € χρέους, πληρώνοντας μόλις 10 δις €. Πρόκειται ασφαλώς για ένα εξαιρετικά «αυστηρό μάθημα», με το μεθοδικό σχεδιασμό της Γερμανίας, στους εντολείς του ΔΝΤ: στις αγορές και στις Η.Π.Α. Προγραμματίζεται λοιπόν προσεκτικά η δεύτερη παραδειγματική τιμωρία όλων όσων δάνεισαν την πατρίδα μας στο παρελθόν, χωρίς να σταθμίσουν το ρίσκο.
Οι μεγάλοι κερδισμένοι της «τιτανομαχίας» μεταξύ της Γερμανίας και των Η.Π.Α., εντός του ελληνικού εδάφους, θα είναι τα κερδοσκοπικά κεφάλαια – τα οποία, έχοντας προφανώς εσωτερική πληροφόρηση, «ρισκάρισαν» την αγορά ελληνικών ομολόγων από τους κανονικούς επενδυτές, σε τιμές κάτω του 20% της ονομαστικής τους αξίας.
Ενδεχομένως δε η διαδικασία αυτή θα επιτύχει – γεγονός όμως που θα σημαίνει ότι, οι νέοι κάτοχοι των ομολόγων είναι πεπεισμένοι πως η Ελλάδα θα χρεοκοπήσει, επιστρέφοντας στη δραχμή, αφού διαφορετικά δεν θα έχαναν την ευκαιρία να πολλαπλασιάσουν τα ήδη τεράστια κέρδη τους.
Ο μεγάλος τώρα χαμένος φαίνεται πως θα είναι το «κατά συρροή» πειραματόζωο στην όλη διαμάχη – η Ελλάδα. Η αιτία είναι το ότι, με τη συμπεριφορά της αυτή «καίει» στην κυριολεξία όλες τις προοπτικές επιστροφής της στις αγορές, κάποια στιγμή στο απώτερο μέλλον – με αποτέλεσμα να είναι πλέον απολύτως εξαρτημένη από τη χρηματοδότηση της Γερμανίας, η οποία θα απαιτήσει τα πολλαπλάσια ανταλλάγματα εκ μέρους της.
Ευχόμενοι να κάνουμε λάθος, έχουμε την εντύπωση πως μία ακόμη ελληνική κυβέρνηση εργάζεται όσο καλύτερα μπορεί, οδηγώντας (μάλλον ανόητα και όχι σκόπιμα) τους πολίτες της πατρίδας της στην καταστροφή, στη λεηλασία, στην υποδούλωση και στην εξαθλίωση – έχοντας την ουτοπική ελπίδα πως η Γερμανία θα ανταποδώσει στην Ελλάδα τις μεγάλες υπηρεσίες που της προσφέρει, στα πλαίσια των προσπαθειών της πρωσικής κυβέρνησης να διώξει το ΔΝΤ (Η.Π.Α.) από την ΕΕ και να κυριαρχήσει στην ήπειρο μας.
Την ίδια στιγμή Ελλάδα κατατάσσεται στις πλέον διεφθαρμένες χώρες της Ευρώπης – από τη γερμανική οργάνωση, από τη (δήθεν) «Διεθνή Διαφάνεια» με έδρα το Βερολίνο, μέλη της οποίας είναι οι μεγαλύτεροι διαφθορείς παγκοσμίως: η γερμανική βαριά βιομηχανία. Φυσικά κανένας απολύτως λόγος για την τεράστια φοροδιαφυγή στη Γερμανία, κρίνοντας τουλάχιστον από τα δεκάδες CD με «φοροφυγάδες Γερμανούς» που αγοράζει συνεχώς η οικονομική αστυνομία της χώρας.
Παράλληλα, ο ΟΟΣΑ υπολογίζει τη διαφθορά στην πατρίδα μας στα 14 δις € σε ετήσια βάση, ενώ τη φοροδιαφυγή στα 20 δις € – χωρίς καμία αναφορά βέβαια στην τεράστια φοροαποφυγή των πολυεθνικών, απέναντι στο μέγεθος της οποίας η φοροδιαφυγή των μικρομεσαίων μοιάζει με παιδικό παιχνίδι.
Φυσικά κανένας δεν αναρωτιέται πως είναι δυνατόν να παταχθεί η φοροδιαφυγή σε μία χώρα με ανύπαρκτο Κράτος Δικαίου – όπου οι πολίτες του βομβαρδίζονται καθημερινά με ειδήσεις, όπως για παράδειγμα ότι κάποιος πρωθυπουργός της χώρας είχε σε λογαριασμό συγγενούς του 500 εκ. €, κάποιος υπουργός διακίνησε πάνω από 40 εκ. € με ανάλογο τρόπο, παραμένοντας επίσης στο απυρόβλητο, ένας τρίτος τιμωρήθηκε επειδή αποδείχθηκε η υπεξαίρεση τεράστιων ποσών δημοσίου χρήματος, μία μικρή «οικονομική ολιγαρχία» χρηματίζει τους πάντες, «απομυζώντας» μεγάλα ποσά από το κράτος κοκ.
Πως είναι δυνατόν λοιπόν να υπάρξει φορολογική συνείδηση (το ζητούμενο σε μία ευνομούμενη κοινωνία είναι τα ανασταλτικά και όχι τα κατασταλτικά μέτρα) σε μία χώρα, η οποία υποφέρει για πολλές δεκαετίες από μία πολιτική διαφθορά άνευ προηγουμένου;
Πως είναι δυνατόν να συμμετέχουν, ως οφείλουν, οι πολίτες στην καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, όταν καλούνται να εξοφλήσουν τα τεράστια δημόσια χρέη που συσσώρευσε η πολιτική ηγεσία στην πατρίδα τους - με την εκποίηση της δημόσιας περιουσίας, με εγκληματικά, υφεσιακά μέτρα «κατάσχεσης» των μισθών τους, με την υπερβολική φορολόγηση των εισοδημάτων τους και με την «κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας;
Από την άλλη πλευρά, πως είναι δυνατόν να αντιμετωπισθεί η «κοινωνική βία» των «εξτρεμιστικών» κομμάτων, η οποία πηγάζει και τρέφεται από το εύλογο μίσος που προκαλεί η οδυνηρή φτώχεια, όταν την ίδια στιγμή οι πολίτες δεν βλέπουν κάποιον άλλο αποτελεσματικό τρόπο, με τον οποίο θα μπορούσαν να αντισταθούν απέναντι στους εισβολείς, καθώς επίσης απέναντι στην «ανικανότητα» ή/και στη διαφθορά» της εξουσίας;

πηγή

Δημοσίευση σχολίου

 
Top