Του Μανώλη Κυπραίου
Πριν ήταν το Ισραήλ. Τώρα η Κίνα. Έτσι η Τουρκία ακόμη μια φορά, «ανακάλυψε» έναν πιστό φίλο ακόμη και αν αυτός είναι 10.000 χιλιόμετρα μακριά. Η τουρκική εξωτερική πολιτική- όπως απέδειξε στο παρελθόν- δεν πτοείται από τις αποστάσεις, αρκεί η «συνεύρεση» να εξυπηρετεί τα συμφέροντα της χώρας.
Όπως ακριβώς η «ομάδα της Σαγκάης» κατάφερε να ελέγξει τα κοιτάσματα της Κεντρικής Ασίας,
έτσι και η «ομάδα της Άγκυρας» επιχειρεί να πράξει το ίδιο. Ο μεγάλος ασιατικός δράκος, «πάτησε» στη Μεσόγειο.
H στρατιωτική συνεργασία
Όμως και σε στρατιωτικό επίπεδο, οι σχέσεις άρχισαν να βελτιώνονται. Ήδη οι σχέσεις Κίνας και Τουρκίας σε αυτό τον τομέα, χρονολογούνται από το 1999. Με τη μεσολάβηση πακιστανών ειδικών στους βαλλιστικούς πυραύλους, κινέζικοι ειδικοί μετέβησαν στην τουρκική βιομηχανία κατασκευής βλημάτων και πυραύλων-την Rocketsan-και συμμετείχαν στην ανάπτυξη των βαλλιστικών πυραύλων του προγράμματος Yildirim (Κεραυνός). Οι τελευταίες δοκιμές του F-600T2 Yildirim-II MRBM (Medium Range Ballistic Missile) έγιναν στη Μαύρη Θάλασσα και πιστοποιήθηκε το δραστικό βεληνεκές του που φτάνει τα 500 χιλιόμετρα.
Σύμφωνα μάλιστα με ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες, η Κίνα έχει προμηθεύσει με πυραύλους εναντίον πλοίων εδάφους- επιφανείας C-301 SAWHOUSE τις τουρκικές ένοπλες δυνάμεις, οι οποίοι είναι τοποθετημένοι κατά μήκος των στενών του Βοσπόρου και στη ναυτική βάση του Μαρμαρά στα νοτιοδυτικά της γείτονος.
Παράλληλα, τον Σεπτέμβριο του 2010, η τουρκική αεροπορία κάλεσε την κινεζική να συμμετάσχει στην άσκηση «Αετός της Ανατολίας». Αν και τυπικά σε αυτή την άσκηση από το 1998 μέχρι σήμερα συμμετείχε η αεροπορία των ΗΠΑ και η ισραηλινή μετά την ένταση στις σχέσεις Τελ Αβίβ και Άγκυρας-που επέφερε τη μη συμμετοχή και των ΗΠΑ- η Τουρκία βρήκε την ευκαιρία να «καλέσει» τους Κινέζους στο «σπίτι της».
Η πράξη αυτή προκάλεσε τη μήνη του Λευκού Οίκου, λόγω του γεγονότος πως για πρώτη φορά Κινέζοι χειριστές θα βρίσκονταν αντιμέτωποι με δυτικά αεροσκάφη σε ασκήσεις, μαθαίνοντας «μικρά και μεγάλα μυστικά» των αμερικανικών μαχητικών.
Η συνεργασία όμως δεν σταματά εδώ. Η κρατική κινεζική εταιρία κατασκευής οπλικών συστημάτων CNPMIEC (China National Precision Machinery Import and Export Corporation) συμμετέχει στο πρόγραμμα αντιβαλλιστικής/αντιαεροπορικής άμυνας του τουρκικού Γενικού Επιτελείου, προσφέροντας το σύστημα HQ-9 το οποίο αποτελεί αντίγραφο του ρωσικού S-300V και όπως αναφέρει ο τουρκικός τύπος, είναι αρκετά πιθανό να προτιμηθεί από τις τουρκικές ένοπλες δυνάμεις λόγω του χαμηλού κόστους του και του δεδομένου πως οι κινέζοι δίνουν τη δυνατότητα συμπαραγωγής του συστήματος σε τουρκικές αμυντικές βιομηχανίες.
Ο τουρκικός τύπος μάλιστα έχει γνωστοποιήσει σε διάφορα δημοσιεύματα πως το κινεζικό ναυτικό έχει εκδηλώσει την επιθυμία του να μετασταθμεύσει μοίρα του «φιλοξενούμενη» σε τουρκικό ναύσταθμο, ενώ τα ίδια δημοσιεύματα αναφέρουν πως εντός του 2011 έχουν προγραμματιστεί κοινές ναυτικές ασκήσεις μεταξύ των δύο πλευρών.
Όπως και να ‘χει η Τουρκία «άνοιξε την αγκαλιά» της και στην Κίνα, στέλνοντας ένα ακόμη μήνυμα, τόσο προς την Ευρώπη, όσο και τις ΗΠΑ «πως δεν σας έχω ανάγκη». Κίνα και Τουρκία έχουν ένα κοινό σκοπό. Και οι δύο χώρες προσπαθούν να αναδειχθούν σε κράτη- πυρήνες της Ασίας και του Ισλάμ, δημιουργώντας παράλληλα και ένα αντί-δυτικό μπλοκ. Η προσέγγιση αυτή έχει φυσικά άμεσο αντίκτυπο και για την Ελλάδα, η οποία μέχρι στιγμής αντιμετωπίζει «χλιαρά» αυτή την ολοένα ενισχυόμενη σχέση. Η μεταφορά τεχνογνωσίας των Κινέζων στις τουρκικές ένοπλες δυνάμεις σε όπλα αιχμής, θα ανατρέψει- αν δεν το έχει κάνει πλέον- δια παντός την όποια σχετική ισορροπία δυνάμεων υπήρχε μεταξύ της Ελλάδας και της Τουρκίας.
Όμως ουδέν κακόν αμιγές καλού.
Η επιθετική στάση «ανεξαρτητοποίησης» της κυβέρνησης Ερντογάν από το «δυτικό άρμα» έχει ενοχλήσει την Ουάσιγκτον. Και δεν θα μείνει «αναπάντητη». Οι ΗΠΑ ήδη αναζητούν νέες συμμαχίες σε μια περιοχή ζωτικών συμφερόντων και μέσα σε αυτό το πλαίσιο βρίσκεται και η αναθέρμανση των σχέσεων Ελλάδας και Ισραήλ. Η Τουρκία μπορεί να παραμείνει ένας σύμμαχος στο ΝΑΤΟ για τις ΗΠΑ αλλά πλέον όχι «έμπιστος». Και στις διεθνείς σχέσεις αυτό που περιμένεις από τον αντίπαλό σου είναι να κάνει ένα λάθος για να το εκμεταλλευτείς.
Αραγε, εμείς ως Ελλάδα και ευρισκόμενοι σε αυτή τη δεινή οικονομική κατάσταση θα καταφέρουμε- για πρώτη έστω φορά- να πετύχουμε να πάρουμε ουσιαστικά ανταλλάγματα εκμεταλλευόμενοι τον τυχοδιωκτισμό και την αλλοπρόσαλλη εξωτερική πολιτική της γείτονος;
Σίγουρα αυτή η προσέγγιση Κίνας- Τουρκίας θα αποτελέσει σημείο καμπής για την επόμενη δεκαετία στην περιοχή της ανατολικής Μεσογείου. Η ασιατική τίγρης έχει αποφασίσει, έστω και έμμεσα-αρχικά-να αναμετρηθεί με τις ΗΠΑ σε ό,τι αφορά την παγκόσμια κυριαρχία στους τομείς του εμπορίου και των διεθνών σχέσεων «υπερφαλλαγίζοντας» τις ζώνες επιρροής των ΗΠΑ.
Όμως το βέβαιο είναι ένα: Το «μεγάλο παιχνίδι» μόλις άρχισε και η Ουάσιγκτον δεν έχει πει ακόμη την τελευταία της λέξη…
ΠΗΓΗ
Πριν ήταν το Ισραήλ. Τώρα η Κίνα. Έτσι η Τουρκία ακόμη μια φορά, «ανακάλυψε» έναν πιστό φίλο ακόμη και αν αυτός είναι 10.000 χιλιόμετρα μακριά. Η τουρκική εξωτερική πολιτική- όπως απέδειξε στο παρελθόν- δεν πτοείται από τις αποστάσεις, αρκεί η «συνεύρεση» να εξυπηρετεί τα συμφέροντα της χώρας.
Όπως ακριβώς η «ομάδα της Σαγκάης» κατάφερε να ελέγξει τα κοιτάσματα της Κεντρικής Ασίας,
έτσι και η «ομάδα της Άγκυρας» επιχειρεί να πράξει το ίδιο. Ο μεγάλος ασιατικός δράκος, «πάτησε» στη Μεσόγειο.
H στρατιωτική συνεργασία
Όμως και σε στρατιωτικό επίπεδο, οι σχέσεις άρχισαν να βελτιώνονται. Ήδη οι σχέσεις Κίνας και Τουρκίας σε αυτό τον τομέα, χρονολογούνται από το 1999. Με τη μεσολάβηση πακιστανών ειδικών στους βαλλιστικούς πυραύλους, κινέζικοι ειδικοί μετέβησαν στην τουρκική βιομηχανία κατασκευής βλημάτων και πυραύλων-την Rocketsan-και συμμετείχαν στην ανάπτυξη των βαλλιστικών πυραύλων του προγράμματος Yildirim (Κεραυνός). Οι τελευταίες δοκιμές του F-600T2 Yildirim-II MRBM (Medium Range Ballistic Missile) έγιναν στη Μαύρη Θάλασσα και πιστοποιήθηκε το δραστικό βεληνεκές του που φτάνει τα 500 χιλιόμετρα.
Σύμφωνα μάλιστα με ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες, η Κίνα έχει προμηθεύσει με πυραύλους εναντίον πλοίων εδάφους- επιφανείας C-301 SAWHOUSE τις τουρκικές ένοπλες δυνάμεις, οι οποίοι είναι τοποθετημένοι κατά μήκος των στενών του Βοσπόρου και στη ναυτική βάση του Μαρμαρά στα νοτιοδυτικά της γείτονος.
Παράλληλα, τον Σεπτέμβριο του 2010, η τουρκική αεροπορία κάλεσε την κινεζική να συμμετάσχει στην άσκηση «Αετός της Ανατολίας». Αν και τυπικά σε αυτή την άσκηση από το 1998 μέχρι σήμερα συμμετείχε η αεροπορία των ΗΠΑ και η ισραηλινή μετά την ένταση στις σχέσεις Τελ Αβίβ και Άγκυρας-που επέφερε τη μη συμμετοχή και των ΗΠΑ- η Τουρκία βρήκε την ευκαιρία να «καλέσει» τους Κινέζους στο «σπίτι της».
Η πράξη αυτή προκάλεσε τη μήνη του Λευκού Οίκου, λόγω του γεγονότος πως για πρώτη φορά Κινέζοι χειριστές θα βρίσκονταν αντιμέτωποι με δυτικά αεροσκάφη σε ασκήσεις, μαθαίνοντας «μικρά και μεγάλα μυστικά» των αμερικανικών μαχητικών.
Η συνεργασία όμως δεν σταματά εδώ. Η κρατική κινεζική εταιρία κατασκευής οπλικών συστημάτων CNPMIEC (China National Precision Machinery Import and Export Corporation) συμμετέχει στο πρόγραμμα αντιβαλλιστικής/αντιαεροπορικής άμυνας του τουρκικού Γενικού Επιτελείου, προσφέροντας το σύστημα HQ-9 το οποίο αποτελεί αντίγραφο του ρωσικού S-300V και όπως αναφέρει ο τουρκικός τύπος, είναι αρκετά πιθανό να προτιμηθεί από τις τουρκικές ένοπλες δυνάμεις λόγω του χαμηλού κόστους του και του δεδομένου πως οι κινέζοι δίνουν τη δυνατότητα συμπαραγωγής του συστήματος σε τουρκικές αμυντικές βιομηχανίες.
Ο τουρκικός τύπος μάλιστα έχει γνωστοποιήσει σε διάφορα δημοσιεύματα πως το κινεζικό ναυτικό έχει εκδηλώσει την επιθυμία του να μετασταθμεύσει μοίρα του «φιλοξενούμενη» σε τουρκικό ναύσταθμο, ενώ τα ίδια δημοσιεύματα αναφέρουν πως εντός του 2011 έχουν προγραμματιστεί κοινές ναυτικές ασκήσεις μεταξύ των δύο πλευρών.
Όπως και να ‘χει η Τουρκία «άνοιξε την αγκαλιά» της και στην Κίνα, στέλνοντας ένα ακόμη μήνυμα, τόσο προς την Ευρώπη, όσο και τις ΗΠΑ «πως δεν σας έχω ανάγκη». Κίνα και Τουρκία έχουν ένα κοινό σκοπό. Και οι δύο χώρες προσπαθούν να αναδειχθούν σε κράτη- πυρήνες της Ασίας και του Ισλάμ, δημιουργώντας παράλληλα και ένα αντί-δυτικό μπλοκ. Η προσέγγιση αυτή έχει φυσικά άμεσο αντίκτυπο και για την Ελλάδα, η οποία μέχρι στιγμής αντιμετωπίζει «χλιαρά» αυτή την ολοένα ενισχυόμενη σχέση. Η μεταφορά τεχνογνωσίας των Κινέζων στις τουρκικές ένοπλες δυνάμεις σε όπλα αιχμής, θα ανατρέψει- αν δεν το έχει κάνει πλέον- δια παντός την όποια σχετική ισορροπία δυνάμεων υπήρχε μεταξύ της Ελλάδας και της Τουρκίας.
Όμως ουδέν κακόν αμιγές καλού.
Η επιθετική στάση «ανεξαρτητοποίησης» της κυβέρνησης Ερντογάν από το «δυτικό άρμα» έχει ενοχλήσει την Ουάσιγκτον. Και δεν θα μείνει «αναπάντητη». Οι ΗΠΑ ήδη αναζητούν νέες συμμαχίες σε μια περιοχή ζωτικών συμφερόντων και μέσα σε αυτό το πλαίσιο βρίσκεται και η αναθέρμανση των σχέσεων Ελλάδας και Ισραήλ. Η Τουρκία μπορεί να παραμείνει ένας σύμμαχος στο ΝΑΤΟ για τις ΗΠΑ αλλά πλέον όχι «έμπιστος». Και στις διεθνείς σχέσεις αυτό που περιμένεις από τον αντίπαλό σου είναι να κάνει ένα λάθος για να το εκμεταλλευτείς.
Αραγε, εμείς ως Ελλάδα και ευρισκόμενοι σε αυτή τη δεινή οικονομική κατάσταση θα καταφέρουμε- για πρώτη έστω φορά- να πετύχουμε να πάρουμε ουσιαστικά ανταλλάγματα εκμεταλλευόμενοι τον τυχοδιωκτισμό και την αλλοπρόσαλλη εξωτερική πολιτική της γείτονος;
Σίγουρα αυτή η προσέγγιση Κίνας- Τουρκίας θα αποτελέσει σημείο καμπής για την επόμενη δεκαετία στην περιοχή της ανατολικής Μεσογείου. Η ασιατική τίγρης έχει αποφασίσει, έστω και έμμεσα-αρχικά-να αναμετρηθεί με τις ΗΠΑ σε ό,τι αφορά την παγκόσμια κυριαρχία στους τομείς του εμπορίου και των διεθνών σχέσεων «υπερφαλλαγίζοντας» τις ζώνες επιρροής των ΗΠΑ.
Όμως το βέβαιο είναι ένα: Το «μεγάλο παιχνίδι» μόλις άρχισε και η Ουάσιγκτον δεν έχει πει ακόμη την τελευταία της λέξη…
ΠΗΓΗ
Δημοσίευση σχολίου