Η Προεδρική Απόφαση (presidential determination) για την ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας σε τρία αμυντικά προγράμματα των ΗΠΑ που υπέγραψε ο Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν λίγο πριν αποχωρήσει, έχει πολλαπλή σημασία, γιατί επικυρώνει την διαδικασία “υιοθεσίας” της Λευκωσίας από την Ουάσινγκτον.
Η απόφαση αυτή αφήνει πίσω της τις εποχές που οι ΗΠΑ έιχαν υιοθετήσει εμπάργο πώλησης όπλων στην Κυπριακή Δημοκρατία και- σύμφωνα με αρμόδιες πηγές στην Ουάσινγκτον- δημιουργεί ” ισχυρότερούς δεσμούς γύρω από τα κοινά στρατηγικά συμφέροντα στην περιοχή”.Όπως αναφέρουν χαρακτηριστικά, η εξέλιξη αυτή “θα δημιουργήσει ομπρέλα ασφαλείας πάνω τη χώρα, θα ενισχύσει την ιστορική ανάπτυξη των αμερικανοκυπριακών σχέσεων, θα ενισχύσει τη διμερή συνεργασία και θα προωθήσει τα συμφέροντα ασφαλείας των ΗΠΑ στην Ανατολική Μεσόγειο”. H Κυπριακή Δημοκρατία – που δεν ανήκει στο ΝΑΤΟ – επιλέγεται ως κρίσιμος σύμμαχος των ΗΠΑ στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και σε συνδυασμό με την ισχύουσα Ελληνοαμερικανική Συμφωνία Στρατηγικής Συνεργασίας καθιστά την Ανατολική Μεσόγειο δημιουργεί ένα σημαντικό άξονα ασφαλείας σε αυτό που οι Αμερικανοί ονομάζουν “Μακρινά σύνορα των ΗΠΑ”
Τα τρία Προγράμματα
Η στρατηγική απόφαση του Λευκού Οίκου επιτρέπει για πρώτη φορά την ένταξη της Κύπρου στα εξής προγράμματα:
Πρόγραμμα Διεθνών Πωλήσεων Στρατιωτικού Υλικού (FMS)
Πρόγραμμα παροχής Πλεονάζοντος Αμυντικού Υλικού (EDA)
Προγράμματα που προσφέρουν εκπαίδευση και εξοπλισμό στις δυνάμεις ασφαλείας ξένων χωρών (Title 10 Security Assistance Programs)
Oι Προεδρικές Αποφάσεις που υπογράφονται από τον εκάστοτε ένοικο του Λευκού Οίκου έχουν ισχύ νόμου των ΗΠΑ.Η συμμετοχή της Κύπρου στα συγκεκριμένα προγράμματα εκτιμάται ότι θα συμβάλει στον εκσυγχρονισμό των κυπριακών Ένοπλων Δυνάμεων, στην ενίσχυση της διαλειτουργικότητας τους με το ΝΑΤΟ, καθώς και στην περαιτέρω ενδυνάμωση των σχέσεων ασφαλείας μεταξύ της Ουάσιγκτον και της Λευκωσίας.
Τυπικά η Κύπρος δεν θα μπορούσε να συμμετέχει στα συγκεκριμένα πρόγραμμα λόγω του γεγονότος ότι δεν έχει επιτευχθεί ακόμα η μόνιμή άρση του εμπάργκο πώλησης όπλων (περιορισμοί ITAR), κάτι που θα μπορούσε να αλλάξει μέσω ψηφοφορίας στο Κογκρέσο. Ωστόσο, οι δικηγόροι του Στέιτ Ντιπάρτμεντ έχουν εκτιμήσει ότι ο πρόεδρος των ΗΠΑ μπορεί να εντάξει την Κύπρο σε αυτά τα προγράμματα μέσω Προεδρικής Απόφασης (presidential determination) παρά το γεγονός ότι η Κύπρος εξακολουθεί να υφίσταται τους περιορισμούς ITAR.
Πρόγραμμα Διεθνών Πωλήσεων Στρατιωτικού Υλικού (FMS)
Το πρόγραμμα Διεθνών Πωλήσεων Στρατιωτικού Υλικού (FMS) είναι ένα πρόγραμμα που υλοποιείται σε διακυβερνητικό επίπεδο (government-to-government) και στην ουσία επιτρέπει στην αμερικανική κυβέρνηση να εγκρίνει τη μεταφορά αμυντικού εξοπλισμού, υπηρεσιών και εκπαιδεύσεων σε ξένες χώρες.
Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ εξετάζει και εγκρίνει τις εκάστοτε περιπτώσεις διεθνών πωλήσεων στρατιωτικού υλικού και στη συνέχεια η Υπηρεσία Συνεργασίας για την Ασφάλεια στην Άμυνα, η οποία υπάγεται στο αμερικανικό Υπουργείο Άμυνας, προχωρεί στην υλοποίηση τους.Ο πρόεδρος των ΗΠΑ καθορίζει εάν μια χώρα είναι επιλέξιμη για συμμετοχή στο πρόγραμμα FMS.
Ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ αποφασίζει αν θα στηρίξει μια πώληση και σε ποιο βαθμό.
Η κυβέρνηση των ΗΠΑ χρησιμοποιεί το σύστημα εξαγορών του Υπουργείου Άμυνας για να αγοράσει τον εξοπλισμό.
Η κυβέρνηση των ΗΠΑ και η ξένη κυβέρνηση υπογράφουν Επιστολή Προσφοράς και Αποδοχής (LOA).
Πρόγραμμα Πλεονάζοντος Αμυντικού Υλικού (EDA)
Το συγκεκριμένο πρόγραμμα δίνει την δυνατότητα σε ξένες χώρες να λαμβάνουν αμυντικό υλικό των αμερικανικών Ένοπλων Δυνάμεων το οποίο έχει κριθεί πλεονάζον από το Υπουργείο Άμυνας. Αυτός ο πλεονάζον εξοπλισμός μπορεί να δοθεί με μειωμένο ή μηδενικό κόστος σε επιλέξιμες ξένες χώρες εάν κριθεί ότι κάτι τέτοιο εξυπηρετεί τους στόχους εθνικής ασφαλείας και εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ. Στόχος αυτού του προγράμματος είναι οι ΗΠΑ να βοηθήσουν κρίσιμους εταίρους να εκσυγχρονίσουν τις Ένοπλες Δυνάμεις τους, ενισχύοντας παράλληλα τη διαλειτουργικότητα τους.
Προγράμματα Βοήθειας Ασφαλείας του Τίτλου 10
Πρόκειται για προγράμματα που παρέχουν εκπαίδευση και εξοπλισμό σε ξένες χώρες για να βοηθήσουν στην ανάπτυξη νέων δυνατοτήτων και ικανοτήτων από τις δυνάμεις ασφαλείας τους. Η ευθύνη της διαχείρισης των συγκεκριμένων προγραμμάτων βρίσκεται στο αμερικανικό Υπουργείο Άμυνας και στόχος είναι η προώθηση των συμφερόντων ασφαλείας των ΗΠΑ.
Ειδικότερα, το συγκεκριμένο πρόγραμμα έχει ως στόχο:
Την παροχή βοήθειας σε ξένες χώρες ώστε να είναι σε θέση να ανταποκριθούν στις απειλές και να συμμετέχουν σε κοινές αποστολές και προσπάθειες.
Τη δημιουργία σχέσεων που προωθούν τα συμφέροντα ασφαλείας των ΗΠΑ.
Τη παροχή πρόσβασης σε ξένες Ένοπλες Δυνάμεις σε καιρό ειρήνης και τη δυνατότητα επιχειρήσεων έκτακτης ανάγκης.
πηγή
Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του Ellada simera.
Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του Ellada simera.
Δημοσίευση σχολίου