Η διατήρηση του status της «παγωμένης» ελληνοτουρκικής διαφοράς και το στοίχημα της Αγκυρας στο σενάριο Τραμπ. Στις 7-8 Μαΐου, εκτός απροόπτου, το επόμενο κρίσιμο ραντεβού ανάμεσα στον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη και τον κ. Ερντογάν
Βασίλης Νέδος
Ηατμόσφαιρα στη συνάντηση της περασμένης Δευτέρας ανάμεσα στους δύο υφυπουργούς Εξωτερικών Ελλάδας και Τουρκίας, Αλεξάνδρας Παπαδοπούλου και Μπουράκ Ακσαπάρ, ήταν κατά τα συνήθη –ανάμεσα σε δύο πολύπειρους διπλωμάτες– εξαιρετικά πολιτισμένη. Το κοινό ανακοινωθέν που εκδόθηκε λίγο αργότερα ήταν τυπικό, ωστόσο είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον ότι στις πρώτες διαρροές αναφέρθηκαν ορισμένα στοιχεία, όπως η διαφωνία απόψεων στην ανταλλαγή oδηγιών προς ναυτιλλομένους σε θάλασσα και αέρα (NAVTEX και NOTAM) σχετικά με ασκήσεις ή σχεδιαζόμενα γυμνάσια, καθώς και στις θρησκευτικές ελευθερίες.
Οι δύο πλευρές συμφώνησαν ότι καλό είναι να διατηρηθεί η ατμόσφαιρα των «ήρεμων νερών» στο Αιγαίο κατά το δυνατόν περισσότερο. Ωστόσο, ο πρόεδρος της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν σε δείπνο ιφτάρ –λόγω Ραμαζανιού– είπε το βράδυ της Τρίτης ότι εύχεται το θετικό κλίμα στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο «να φέρει συγκεκριμένα αποτελέσματα», αφού πρόσθεσε και όλα όσα ακούγονται ευχάριστα στα δυτικά αυτιά περί ΝΑΤΟ και στρατηγικού στόχου ένταξης στην Ε.Ε.
Την προηγούμενη ημέρα η κ. Παπαδοπούλου είχε, βέβαια, γνωστοποιήσει ότι η Ελλάδα δεν πρόκειται να συζητήσει για ζητήματα που άπτονται της εθνικής κυριαρχίας, ωστόσο είναι ενδιαφέρον να διευκρινιστεί τι ακριβώς εννοεί ο κ. Ερντογάν όταν αναφέρεται σε «συγκεκριμένα αποτελέσματα».
Κατ’ αρχάς, ο πρόεδρος της Τουρκίας με τον τρόπο αυτό ασκεί πίεση προς την Ελλάδα, ουσιαστικά υπενθυμίζοντας ότι οι συζητήσεις ξεκίνησαν με σκοπό να καταλήξουν κάπου, οριοθετώντας πρακτικά και χρονικά τον ορίζοντα γι’ αυτό. Σύμφωνα με κάποιες εκτιμήσεις, ο κ. Ερντογάν κινείται με ορίζοντα την πιθανή επανεκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ. Αυτή τη στιγμή, πάντως, δεδομένης και της πολεμικής προετοιμασίας των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων για εισβολή στο Βόρειο Ιράκ με σκοπό εκκαθαριστικές επιχειρήσεις εναντίον του κουρδικού ΡΚΚ, είναι σαφές ότι η Αγκυρα είναι απασχολημένη με πολύ πιο σοβαρά (για την τουρκική κοινή γνώμη) ζητήματα.
Οι συνομιλίες σε επίπεδο υφυπουργών Εξωτερικών, παρά τις διαρροές για διαφωνίες, επιβεβαίωσαν την πρόθεση των δύο πλευρών να αποφευχθεί η όποια θαλασσοταραχή στο Αιγαίο.
Τα θέματα «ουσίας» είναι και θεωρητικά και πρακτικά εξαιρετικά δύσκολο να γίνουν αποδεκτά από την ελληνική πλευρά. Κατά την τουρκική θεώρηση η αποστρατιωτικοποίηση των νησιών είναι προϋπόθεση για οποιαδήποτε υποχώρηση και συμβιβασμό εκ μέρους της Αγκυρας. Το πρόβλημα, ωστόσο, και σε αυτή την περίπτωση είναι το πώς αντιλαμβάνεται η Αγκυρα την υποχώρηση. Εν ολίγοις, η Ελλάδα δεν χρειάζεται τη συγκατάθεση της Αγκυρας για τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, που είναι αναπόσπαστο τμήμα του εθνικού κορμού. Οπότε εύλογα, όταν υπονοείται κάτι τέτοιο από την Αγκυρα, η απάντηση είναι σαφέστατα αρνητική. Οι NAVTEX και αντι-NAVTEX της προηγούμενης περιόδου, όπου κατά κανόνα υπογραμμίζεται από τις τουρκικές αρχές πως οι ασκήσεις των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων είναι παράτυπες, καθώς δήθεν «παραβιάζουν» το αποστρατιωτικοποιημένο καθεστώς των νησιών, ήταν μια πιο δημόσια υπενθύμιση από την πλευρά της Αγκυρας ότι η υποχώρηση από τη συγκεκριμένη θέση είναι αδιανόητη.
Στην παρούσα συγκυρία περιορισμένη φαίνεται να είναι και η παρέμβαση τρίτων (π.χ. ΗΠΑ ή Γερμανία), που βεβαίως δηλώνουν έτοιμοι να καταθέσουν προτάσεις, παραμένουν δε ικανοποιημένοι με αυτό το status quo «παγωμένης σύγκρουσης», καθώς στον περίγυρο (Ουκρανία, Μέση Ανατολή, Ερυθρά Θάλασσα και Καύκασο) η κατάσταση έχει ξεφύγει από τον έλεγχο.
Οι Ελληνες διπλωμάτες έχουν συνηθίσει πλέον τη γραμμή της Αγκυρας περί λύσης δύο κρατών στο Κυπριακό, κάτι που άλλωστε οι Τούρκοι αξιωματούχοι δεν προβληματίζονται ιδιαιτέρως να μοιραστούν και δημόσια. Ωστόσο, είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον ότι ακόμη και στις τελευταίες ελληνοτουρκικές επαφές, από την τουρκική πλευρά επαναλήφθηκε πως η Αγκυρα δεν προτίθεται να υποχωρήσει από τις θέσεις της περί κυριαρχικής ισότητας των Τουρκοκυπρίων· εμμέσως πλην σαφώς, μιας άλλης φόρμουλας που θα οδηγεί σε νέα κράτη.
Βασίλης Νέδος
Ηατμόσφαιρα στη συνάντηση της περασμένης Δευτέρας ανάμεσα στους δύο υφυπουργούς Εξωτερικών Ελλάδας και Τουρκίας, Αλεξάνδρας Παπαδοπούλου και Μπουράκ Ακσαπάρ, ήταν κατά τα συνήθη –ανάμεσα σε δύο πολύπειρους διπλωμάτες– εξαιρετικά πολιτισμένη. Το κοινό ανακοινωθέν που εκδόθηκε λίγο αργότερα ήταν τυπικό, ωστόσο είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον ότι στις πρώτες διαρροές αναφέρθηκαν ορισμένα στοιχεία, όπως η διαφωνία απόψεων στην ανταλλαγή oδηγιών προς ναυτιλλομένους σε θάλασσα και αέρα (NAVTEX και NOTAM) σχετικά με ασκήσεις ή σχεδιαζόμενα γυμνάσια, καθώς και στις θρησκευτικές ελευθερίες.
Οι δύο πλευρές συμφώνησαν ότι καλό είναι να διατηρηθεί η ατμόσφαιρα των «ήρεμων νερών» στο Αιγαίο κατά το δυνατόν περισσότερο. Ωστόσο, ο πρόεδρος της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν σε δείπνο ιφτάρ –λόγω Ραμαζανιού– είπε το βράδυ της Τρίτης ότι εύχεται το θετικό κλίμα στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο «να φέρει συγκεκριμένα αποτελέσματα», αφού πρόσθεσε και όλα όσα ακούγονται ευχάριστα στα δυτικά αυτιά περί ΝΑΤΟ και στρατηγικού στόχου ένταξης στην Ε.Ε.
Την προηγούμενη ημέρα η κ. Παπαδοπούλου είχε, βέβαια, γνωστοποιήσει ότι η Ελλάδα δεν πρόκειται να συζητήσει για ζητήματα που άπτονται της εθνικής κυριαρχίας, ωστόσο είναι ενδιαφέρον να διευκρινιστεί τι ακριβώς εννοεί ο κ. Ερντογάν όταν αναφέρεται σε «συγκεκριμένα αποτελέσματα».
Κατ’ αρχάς, ο πρόεδρος της Τουρκίας με τον τρόπο αυτό ασκεί πίεση προς την Ελλάδα, ουσιαστικά υπενθυμίζοντας ότι οι συζητήσεις ξεκίνησαν με σκοπό να καταλήξουν κάπου, οριοθετώντας πρακτικά και χρονικά τον ορίζοντα γι’ αυτό. Σύμφωνα με κάποιες εκτιμήσεις, ο κ. Ερντογάν κινείται με ορίζοντα την πιθανή επανεκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ. Αυτή τη στιγμή, πάντως, δεδομένης και της πολεμικής προετοιμασίας των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων για εισβολή στο Βόρειο Ιράκ με σκοπό εκκαθαριστικές επιχειρήσεις εναντίον του κουρδικού ΡΚΚ, είναι σαφές ότι η Αγκυρα είναι απασχολημένη με πολύ πιο σοβαρά (για την τουρκική κοινή γνώμη) ζητήματα.
Οι συνομιλίες σε επίπεδο υφυπουργών Εξωτερικών, παρά τις διαρροές για διαφωνίες, επιβεβαίωσαν την πρόθεση των δύο πλευρών να αποφευχθεί η όποια θαλασσοταραχή στο Αιγαίο.
Τα θέματα «ουσίας» είναι και θεωρητικά και πρακτικά εξαιρετικά δύσκολο να γίνουν αποδεκτά από την ελληνική πλευρά. Κατά την τουρκική θεώρηση η αποστρατιωτικοποίηση των νησιών είναι προϋπόθεση για οποιαδήποτε υποχώρηση και συμβιβασμό εκ μέρους της Αγκυρας. Το πρόβλημα, ωστόσο, και σε αυτή την περίπτωση είναι το πώς αντιλαμβάνεται η Αγκυρα την υποχώρηση. Εν ολίγοις, η Ελλάδα δεν χρειάζεται τη συγκατάθεση της Αγκυρας για τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, που είναι αναπόσπαστο τμήμα του εθνικού κορμού. Οπότε εύλογα, όταν υπονοείται κάτι τέτοιο από την Αγκυρα, η απάντηση είναι σαφέστατα αρνητική. Οι NAVTEX και αντι-NAVTEX της προηγούμενης περιόδου, όπου κατά κανόνα υπογραμμίζεται από τις τουρκικές αρχές πως οι ασκήσεις των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων είναι παράτυπες, καθώς δήθεν «παραβιάζουν» το αποστρατιωτικοποιημένο καθεστώς των νησιών, ήταν μια πιο δημόσια υπενθύμιση από την πλευρά της Αγκυρας ότι η υποχώρηση από τη συγκεκριμένη θέση είναι αδιανόητη.
Στην παρούσα συγκυρία περιορισμένη φαίνεται να είναι και η παρέμβαση τρίτων (π.χ. ΗΠΑ ή Γερμανία), που βεβαίως δηλώνουν έτοιμοι να καταθέσουν προτάσεις, παραμένουν δε ικανοποιημένοι με αυτό το status quo «παγωμένης σύγκρουσης», καθώς στον περίγυρο (Ουκρανία, Μέση Ανατολή, Ερυθρά Θάλασσα και Καύκασο) η κατάσταση έχει ξεφύγει από τον έλεγχο.
Οι Ελληνες διπλωμάτες έχουν συνηθίσει πλέον τη γραμμή της Αγκυρας περί λύσης δύο κρατών στο Κυπριακό, κάτι που άλλωστε οι Τούρκοι αξιωματούχοι δεν προβληματίζονται ιδιαιτέρως να μοιραστούν και δημόσια. Ωστόσο, είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον ότι ακόμη και στις τελευταίες ελληνοτουρκικές επαφές, από την τουρκική πλευρά επαναλήφθηκε πως η Αγκυρα δεν προτίθεται να υποχωρήσει από τις θέσεις της περί κυριαρχικής ισότητας των Τουρκοκυπρίων· εμμέσως πλην σαφώς, μιας άλλης φόρμουλας που θα οδηγεί σε νέα κράτη.
Είναι ενδεικτικό ένα περιστατικό που καταγράφηκε πριν από λίγες ημέρες σε συνεδρίαση του ΟΗΕ, όταν ο μόνιμος αντιπρόσωπος της Ελλάδας Ευάγγελος Σέκερης, προχωρώντας σε ένα γενικότερο σχόλιο για την κατάσταση στον κόσμο, έκανε και μια παραπομπή στο Κυπριακό, μιλώντας όμως επί της αρχής και, κυρίως, παρεμπιπτόντως. Η αντίδραση της Τουρκίας ήταν δυσανάλογη, καθώς ο τοποθετηθείς ως μόνιμος αντιπρόσωπος της χώρας Σεντάτ Ονάλ (γνωστός στην ελληνική διπλωματία από τις διερευνητικές επαφές, αλλά και τα πρώτα βήματα του ανανεωμένου διαλόγου που ξεκίνησε μετά τους σεισμούς του Φεβρουαρίου 2023) συνέταξε επιστολή με την οποία εξέθετε τις, λίγο-πολύ γνωστές απόψεις της Αγκυρας για το Κυπριακό. Αυτό σημαίνει ότι στην Αγκυρα εξακολουθεί να υπάρχει ευαισθησία για το ζήτημα και αποτελεί, αν μη τι άλλο, και δείκτη των προσδοκιών που πρέπει να υπάρχουν ενόψει της νέας προσπάθειας που γίνεται υπό την αιγίδα του γ.γ. του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες.
πηγή
Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του Ellada simera.
Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του Ellada simera.
Δημοσίευση σχολίου