Η εσωτερική πολιτική επικαιρότητα στην Ελλάδα κυριαρχούνταν το τελευταίο διάστημα από δυο θέματα. Το πρώτο είναι το αν ο πρωθυπουργός θα προχωρήσει σε ευρύ ανασχηματισμό της κυβέρνησής του. Το δεύτερο που συνδέεται με το πρώτο, είναι εάν και κατά πόσον θα επιλέξει την πρόωρη προσφυγή στις κάλπες. Παρότι αναμφισβήτητα κομβικό ρόλο παίζουν τα ζητήματα της οικονομίας, υπάρχει περίπτωση οι αποφάσεις που λαμβάνονται να έχουν επηρεαστεί από τις εξελίξεις στα ελληνοτουρκικά;
Ο ευρύς ανασχηματισμός που θα προηγούνταν για να ακολουθήσει η προσφυγή στις κάλπες, θα είχε στόχο να ανασυγκροτήσει το κυβερνητικό σχήμα, αντικαθιστώντας υπουργούς κάποιοι εκ των οποίων δεν φαίνονται και πολύ αρεστοί στην κοινή γνώμη, ώστε να δώσει νέα δυναμική. Ο πολιτικός στόχος θα ήταν η εξουδετέρωση του εκλογικού νόμου που δεν εξυπηρετεί τον στόχο μονοκομματικής κυβέρνησης…
Το σενάριο ήθελε να επιλέγει ο Κυριάκος Μητσοτάκης τις κάλπες το προσεχές φθινόπωρο, με το ισχύον σύστημα απλής αναλογικής, εκμεταλλευόμενος την επί της ουσίας ανυπαρξία αντιπολίτευσης, σύμφωνα με όσα αποκαλύπτουν οι δημοσκοπήσεις, για να καταγράψει μια μεγάλη διαφορά με τον ΣΥΡΙΖΑ.
Δεν θα εξασφάλιζε όμως, κατά πάσα βεβαιότητα, αυτοδυναμία. Πιθανότατα δεν θα την επιθυμούσε, διότι η πλειοψηφία στο Κοινοβούλιο θα ήταν πολύ πιο ισχνή από τη σημερινή, με αποτέλεσμα να υπάρχει πάντα υψηλή πιθανότητα κυβερνητικής αποσταθεροποίησης σε μελλοντικό χρόνο, σε κάποια δύσκολη πολιτική συγκυρία.
Στη συνέχεια, θα ανέμενε τις διαπραγματεύσεις για τον σχηματισμό κυβέρνησης, οι οποίες κατά πάσα πιθανότητα δεν θα οδηγούσαν σε συμφωνία. Κυρίως λόγω του ότι η ίδια η Νέα Δημοκρατία δεν θα επιθυμούσε να συγκυβερνήσει, ενώ και τα δύο κύρια κόμματα της αντιπολίτευσης έχουν ισχυρά επιχειρήματα να μην το επιθυμούν. Το αποτέλεσμα θα ήταν να οδηγηθούμε ξανά στις κάλπες.
Η καινούργια όμως εκλογική αναμέτρηση θα διεξαγόταν με νέο εκλογικό σύστημα. Υπενθυμίζεται, ότι το ελληνικό Σύνταγμα προβλέπει ισχύ του εκλογικού συστήματος που ψηφίζεται, από τη μεθεπόμενη εκλογική αναμέτρηση, ώστε να αποφεύγεται κάθε κυβερνητική πλειοψηφία να ψηφίζει τις παραμονές των εκλογών τον εκλογικό νόμο που τη συμφέρει.
Πώς όλα αυτά “δένουν” ενδεχομένως με τα ελληνοτουρκικά; Στην επικαιρότητα, ένα σημαντικό διπλωματικό θέμα είναι οι αποφάσεις που ελήφθησαν για την τοποθέτηση κορυφαίων διπλωματών μας σε πρεσβείες. Ξεχωρίζει η απόφαση διορισμού της διπλωματικής συμβούλου του πρωθυπουργού, Ελένης Σουρανή, στην ελληνική πρεσβεία στη Ρώμη. Όπως αναφέρεται όμως, θα αναλάβει υπηρεσία το 2022!
Η Ελένη Σουρανή αποτελεί μαζί με τον Ιμπραήμ Καλίν, εξ απορρήτων σύμβουλο απόλυτης εμπιστοσύνης του Ερντογάν, το παρασκηνιακό κανάλι ελληνοτουρκικών συνομιλιών, ή συνεννοήσεων, ή για τους πιο… καχύποπτους, διαπραγματεύσεων. Εδώ εγείρονται συγκεκριμένα ερωτήματα:
Θα μπορούσε κανείς να υποθέσει ότι ο -έστω χαλαρός- προσδιορισμός της αποχώρησης της Σουρανή από το Μέγαρο Μαξίμου, να παραπέμπει άτυπα σε χρονική διάρκεια εντός της οποίας το κανάλι επικοινωνίας με τον Καλίν οφείλει να φέρει συγκεκριμένα αποτελέσματα;
Θα μπορούσε αυτή η ανακοίνωση να αποτελεί κυβερνητική “δικλείδα ασφαλείας” ώστε να έχει μια δυνατότητα “εύσχημης διαφυγής” σε περίπτωση που η ελληνική πλευρά διαπιστώσει ότι για λόγους π.χ. έξωθεν παρεμβάσεων παγιδεύεται σε “λύση” με την Τουρκία η οποία δεν θα είναι πολιτικά υποστηρήξιμη; Ο/Η αντικαταστάτης της θα μπορούσε να έχει “προβληματική χημεία” με τον Καλίν.
Σε αυτό το σημείο υπεισέρχεται και ο παράγοντας Νίκος Δένδιας! Η λειτουργία του καναλιού επικοινωνίας Σουρανή-Καλίν, φέρνει τον υπουργό Εξωτερικών σε παρόμοια θέση με αυτή του δυστυχή Τούρκου ομολόγου του, Μεβλούτ Τσαβούσογλου, ο οποίος έχει “εκχωρήσει” τον χειρισμό των ελληνοτουρκικών στο προεδρικό μέγαρο και τον στενό κύκλο του Ερντογάν.
Η διαφορά είναι ότι μετά τις περίφημες δηλώσεις του στην Άγκυρα, κατά τη διάρκεια κοινής συνέντευξης Τύπου – δηλώσεων με τον Τσαβούσογλου, η δημοφιλία Δένδια στο εσωτερικό της χώρας έχει εκτοξευθεί. Αυτό περιπλέκει τους υπολογισμούς της φερόμενης ως επιθυμίας του πρωθυπουργού να τον αντικαταστήσει…
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν επιθυμεί να εμφανιστεί ότι φοβάται πολιτικά τον Δένδια, παρότι τα νέα δεδομένα φέρονται να έχουν τροφοδοτήσει τις πολιτικές φιλοδοξίες του υπουργού Εξωτερικών, ο οποίος δείχνει να κινείται πλέον “με άλλον αέρα” στα εσωτερικά της Νέας Δημοκρατίας.
Επιπτώσεις υπάρχουν και στα ελληνοτουρκικά, καθώς δεν αποτελεί μυστικό ότι η πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας συντάσσεται με την αντιμετώπιση των ελληνοτουρκικών με τη “μέθοδο Δένδια” και όχι με τις μυστικές παρασκηνιακές διαπραγματεύσεις σε ανώτατο επίπεδο, τις οποίες συνοδεύουν υποψίες απαράδεκτων υποχωρήσεων.
Καταληκτικά, φαίνεται ότι η πιθανότητα οι εξελίξεις στα ελληνοτουρκικά να έχουν παίξει ρόλο στην απόφαση του πρωθυπουργού να μην προβεί σε ανασχηματισμό και να “κάψει” το σενάριο πρόωρων εκλογών το 2021, είναι υπαρκτή.
Η αλληλεπίδραση του εσωτερικού και του εξωτερικού μετώπου στις πολιτικές εξελίξεις δεν αποτελεί είδηση. Το να υφίσταται όμως επιθυμία “αποτελεσμάτων” στα ελληνοτουρκικά σε μερικούς μήνες, ανυπερθέτως αποτελεί…
Δημοσίευση σχολίου