Μαργαρίτης Γιώργος
Ας ξεκινήσουμε από μακριά. Το μόνο εξάλλου εργαλείο που έχουμε για να ταξινομήσουμε και να κατανοήσουμε τα όσα σήμερα συμβαίνουν είναι αυτό το “μακριά”, η ιστορία. Στην ιστορική διαδρομή της ανθρωπότητας –στο τμήμα της που μας είναι σχετικά γνωστό, περίπου 5.000 χρόνια– η γεωγραφική κατανομή του πλούτου επικεντρωνόταν σταθερά στην Ασία. Αυτό ήταν η ιστορική κανονικότητα.
Στα χρόνια της ρωμαϊκής ακμής οι μεγάλοι πολιτισμοί της Ασίας (Κίνα, Ινδία, Ιαπωνία κλπ.) αντιπροσώπευαν περισσότερο από το 60% της παγκόσμιας οικονομίας, αφήνοντας ένα 10% για τον Ρωμαϊκό Κόσμο, την πλούσια Μεσόγειο. Δεκαπέντε περίπου αιώνες αργότερα, στα 1500 μ.Χ., στην πρώτη αφύπνιση αυτού που αργότερα θα γινόταν ο καπιταλισμός, η Ασία συγκέντρωνε πάνω από 55% του παγκόσμιου πλούτου έναντι λιγότερο του 10% του υπό διαμόρφωση Δυτικού Κόσμου.
Αυτή η διαχρονική σταθερά στην γεωγραφική κατανομή του πλούτου διαταράχτηκε δυναμικά με την είσοδο του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής στο ιστορικό προσκήνιο. Η δυναμική του νέου συστήματος έδωσε τρομερή ώθηση στις ζώνες που αποτέλεσαν το λίκνο του: εδώ γεννήθηκε ο λεγόμενος Δυτικός Κόσμος και ξεκίνησε η παγκόσμια κυριαρχία του.
Στα 1820, στην αυγή της πρώτης βιομηχανικής επανάστασης, η Ασία εξακολουθούσε να διατηρεί το 55% του παγκόσμιου πλούτου και ο Δυτικός Κόσμος περίπου το 16%. Πενήντα μόλις χρόνια αργότερα, στα 1870, οι ισορροπίες είχαν δραματικά ανατραπεί: ο Δυτικός Κόσμος ξεπερνούσε πλέον το 35% της παγκόσμιας οικονομίας, αφήνοντας πίσω την Ασία στο 30%.
Ο δια του καπιταλισμού θρίαμβος του Δυτικού Κόσμου γνώρισε στη συνέχεια δύο “αιχμές”. Η πρώτη ήταν ευρωπαϊκή. Στα 1913, στις παραμονές του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου ο Δυτικός Κόσμος αντιπροσώπευε το 45-50% της παγκόσμιας οικονομίας με την μερίδα του λέοντα στην Δυτική Ευρώπη (περισσότερο από 25%). Το μερίδιο της Ασίας είχε συρρικνωθεί σε λιγότερο από 20%.
Όταν ο Δυτικός Κόσμος μεσουρανούσε
Στα 1950, μετά από δύο παγκόσμιους πολέμους, η κυριαρχία του Δυτικού Κόσμου μεσουρανούσε ακόμα, μόνο που αυτή τη φορά ο απόλυτος κυρίαρχος ήταν οι ΗΠΑ. Η Δύση αντιπροσώπευε περισσότερο από το 50% της παγκόσμιας οικονομίας (30% μόνες τους οι ΗΠΑ), ενώ η Ασία γνώριζε το ιστορικό της χαμηλό, μόλις 12% της παγκόσμιας οικονομίας. Η Σοβιετική Ένωση και ο Ανατολικός Συνασπισμός ποτέ, στην σύντομη ιστορία τους, δεν αντιπροσώπευαν ένα ανταγωνιστικό –στην παγκόσμια κλίμακα– οικονομικό μέγεθος. Αυτό φυσικά είχε πολιτικές επιπτώσεις και στο Ψυχρό Πόλεμο. Πρόκειται όμως για μια μεγάλη συζήτηση που θα μας απασχολήσει ίσως άλλη φορά.
Αμέσως μετά, οι ισορροπίες άρχισαν να μεταβάλλονται σε δύο ταυτόχρονα παραμέτρους. Η πρώτη ήταν η άνοδος των μεριδίων της Ασίας στο παγκόσμιο οικονομικό χώρο και η δεύτερη, εξίσου σημαντική, η άνοδος του μεριδίου νέων οικονομικών δυνάμεων, πρώτα στη Λατινική Αμερική, αργότερα σε κάθε ήπειρο. Στα 1980, μετά την ολοκλήρωση της αποαποικιοποίησης, το μερίδιο της Ασίας άγγιζε το 20% (το 9% ανήκε στην Ιαπωνία) και αυτό του Δυτικού Κόσμου το 40%.
Αμέσως μετά, ειδικά με το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, οι ανατροπές (μάλλον η τάση αποκατάστασης των ιστορικών ισορροπιών) πήραν τεκτονική μορφή. Στα 2008, το μερίδιο της Ασίας έφτασε το 35% (το 20% ανήκε στην Κίνα), ενώ το αντίστοιχο του Δυτικού Κόσμου έπεσε στο 30%. Στα 2015, σε ισοδύναμο αγοραστικής δύναμης (PPP),το παγκόσμιο ΑΕΠ υπολογίστηκε σε 114 τρισ. δολάρια ΗΠΑ.
Η Κίνα βρισκόταν στα 20, η Ινδία στα 8, η Ιαπωνία στα 5 και η Ινδονησία στα 2,8. Στην Δύση οι ΗΠΑ βρισκόταν στα 18, η Γερμανία στα 4 και η Γαλλία στα 2,7 τρισ. δολάρια. Στην περιφέρεια η Ρωσία στα 3,8 και η Βραζιλία στα 3,2 τρισ. Καθώς ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής είχε πλέον εξίσου κατανεμηθεί σε ολόκληρο τον κόσμο, η αποκατάσταση των ιστορικών ισορροπιών επιταχύνθηκε. Η Ασία πλέον, κυρίως η Ασία που περιβρέχεται από τον Ειρηνικό και τον Ινδικό Ωκεανό, έγινε πλέον το νέο λίκνο και το νέο εργαστήρι του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής.
Η ποιοτική ανάλυση των ανατροπών έχει ακόμα περισσότερα να μας δείξει. Παρά τις φλυαρίες που ακούγονται μερί “μεταβιομηχανικής” εποχής, στην ουσία ο κόσμος μας ανήκει ακόμα (μάλλον για πολύ ακόμα) στο μεγάλο παραγωγικό πλαίσιο του ανθρώπινου πολιτισμού που ονομάζουμε συμβατικά “εποχή του σιδήρου”. Ο κόσμος μας, περισσότερο παρά ποτέ, στηρίζεται (κυριολεκτώ!) στην παραγωγή σιδήρου ή, για να ακριβολογήσουμε, στην παραγωγή ατσαλιού, χάλυβα. Στην οικονομία, όχι μόνο στην καπιταλιστική, ο τελικά ισχυρός είναι εκείνος που παράγει και μάλιστα εκείνος που παράγει τα βασικά υλικά.
Η παγκόσμια παραγωγή χάλυβα
Πριν προχωρήσω, επιτρέψτε μου να σχολιάσω τις ανοησίες περί “μεταβιομηχανικού” κόσμου. Πρόκειται για πολιτικής υφής ανοησίες με στόχο την παραμυθία ενός Δυτικού Κόσμου που βλέπει την κυριαρχία του να συρρικνώνεται. Η παγκόσμια παραγωγή χάλυβα πέρασε από 500 περίπου εκατομμύρια μετρικούς τόνους στα 1967 σε 1.807 εκατομμύρια το 2018. Η δε ετήσια αύξηση της παραγωγής κυμαίνεται τα τελευταία χρόνια από 50 ως 100 εκατομμύρια πρόσθετους τόνους. Δεν φαίνονται ιδιαίτερα “μεταβιομηχανικά” αυτά τα μεγέθη!
Από αυτά το 1.807 εκατομμύρια τόνους του 2018, τα 930 εκατ. (πάνω από το 50% της παγκόσμια παραγωγής) παρήχθησαν στην Κίνα. Πρόκειται για φαινόμενο που δεν έχει προηγούμενο στην παγκόσμια ιστορία. Το μόνο συγκρίσιμο ιστορικό προηγούμενο εντοπίζεται στον 19ο αιώνα, στην ακμή της βικτωριανής Βρετανικής Αυτοκρατορίας, στα 1875. Η βρετανική παραγωγή χάλυβα άγγιξε τότε το 40% της παγκόσμιας.
Η διαφορά του τότε με το τώρα βρίσκεται στο ότι στην βρετανική περίπτωση επρόκειτο για μια αιχμή χωρίς διάρκεια, καθότι την ίδια στιγμή έμπαιναν στο παιχνίδι νέοι ανταγωνιστές: οι ΗΠΑ και η Γερμανία πρώτα απ’ όλα. Σήμερα, η κινεζική ηγεμονία σε αυτόν τον τομέα παρουσιάζει μια ανεξάντλητη ως τώρα δυναμική και μάλλον δεν βρισκόμαστε στην αιχμή του φαινομένου.
Υπάρχει κάτι περισσότερο. Μετά την Κίνα οι χώρες που ακολουθούν στην παραγωγή χάλυβα, βρίσκονται στην Ασία. Η Ινδία με 106, η Ιαπωνία με 104, η Νότια Κορέα στην 5η θέση με 73 εκατομμύρια τόνους. ΟΙ ΗΠΑ βρίσκονται μόλις στην 4η θέση με 87 και ακολουθεί η Ρωσία με 72 εκατομμύρια τόνους. Εάν ψάχνετε για ευρωπαϊκά κράτη, θα τα βρείτε στην Β’ κατηγορία: η Γερμανία παράγει μια ποσότητα συγκρίσιμη με την παραγωγή της Τουρκίας (42 έναντι 37 εκατομμύρια τόνους αντίστοιχα και η Ιταλία βρίσκεται πολύ πιο πίσω από τη Βραζιλία (25 έναντι 35 εκατομμύρια αντίστοιχα). Στην ίδια απόσταση βρίσκεται η Γαλλία, πίσω από το Ιράν (15 έναντι 25 εκατομμύρια αντίστοιχα). Για να τελειώνουμε, το Βιετνάμ παράγει περισσότερο χάλυβα από τον Καναδά.
Επιστροφή στην ιστορική κανονικότητα
Θα μπορούσαμε να εξετάσουμε μια σειρά από άλλα στρατηγικά-κομβικά προϊόντα. Για το ζήτημα που εδώ μας απασχολεί θα ήταν περιττό. Αρκούν, θεωρούμε τα στοιχεία που παραθέσαμε για να αποτυπώσουν την εικόνα του κόσμου μας και ειδικότερα των ανατροπών που συντελούνται. Ο παλιός Δυτικός Κόσμος, στις δύο συνιστώσες του, ΗΠΑ και Δυτική Ευρώπη, βλέπει την οικονομική του ισχύ και την παραγωγική του δυναμική να συρρικνώνονται.
Το πλεονέκτημα που έδωσε σε αυτό το τμήμα της ανθρωπότητας η εμφάνιση του εκρηκτικά ριζοσπαστικού καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής εξανεμίζεται. Οι ιστορικές κανονικότητες και ισορροπίες επιστρέφουν δυναμικά στο προσκήνιο. Σε τελευταία ανάλυση, οι τρεις σχεδόν αιώνες απόλυτης παγκόσμιας κυριαρχίας του Δυτικού Κόσμου ήταν μια παρένθεση στην ιστορία της ανθρωπότητας. Λαμπρή παρένθεση οπωσδήποτε, παρένθεση όμως.
Τα παραπάνω είναι αναγκαία για να κατανοήσουμε το υπόβαθρο, πάνω στο οποίο αρθρώνονται οι σημερινές στρατηγικές των δυνάμεων που κανοναρχούν τον κόσμο μέσα στον οποίο ζούμε. Πιο ειδικά, σε ό,τι μας αφορούν η στρατηγική που υιοθετεί και οι στόχοι που επιδιώκει η κυρίαρχη στην περιοχή μας δύναμη, οι ΗΠΑ. Η στρατηγική αυτή έχει ως κύριο παρονομαστή της την ανάσχεση. Την αντιμετώπιση δηλαδή νέων κέντρων ισχύος που αναδύονται τόσο στη λεκάνη του Ειρηνικού, με την καλπάζουσα άνοδο της Κίνας, όσο και στον υπόλοιπο κόσμο, με την άνοδο περιφερειακών δυνάμεων. Πολλές από αυτές τις δυνάμεις ήδη δεν θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν περιθωριακές. Αυτήν την στρατηγική, όμως, θα αναλύσουμε σε επόμενο άρθρο.
Δημοσίευση σχολίου