Γράφει ο Πολυδεύκης
Το βαλκανικό ζήτηµα είναι ένα γεωπολιτικό πρόβληµα το οποίο απασχολεί την υφήλιο πολύ παλαιότερα από ότι μπορούμε να φανταστούμε εμείς, παρόλο που η εν λόγω περιοχή είναι η γειτονιά μας. Δεν είναι τυχαίο πως την εποχή που επικεντρωνόμασταν σε εσωτερικές αντιπαλότητες μεταξύ των δύο κύριων πολιτικών φορέων της ελληνικής πολιτικής η «CIA» ανέλυε (1979) τη μακροχρόνια αλβανική πολιτική για την ανεξαρτησία του Κοσσόβου, τις βάναυσες μεθόδους του ALEKSANDAR RANKOVIC και την ιδέα της Αλβανικής Δημοκρατίας στη Γιουγκοσλαβία, η οποία μετατράπηκε σε «µόνιμο στόχο» για τη δημιουργία της «Μεγάλης Αλβανίας».
Σύμφωνα με έγγραφο υπ’ αριθμό «RDP80T00942A001000060001-7», και τίτλο «Γιουγκοσλαβία: Το πρόβλημα του Κοσσόβου», η «CIA» είχε προσδιορίσει τις ρίζες του σερβο-αλβανικού προβλήµατος και τις επιπτώσεις του στο μέλλον του Κοσσόβου στη μετά τον TITO Γιουγκοσλαβία.
Σύμφωνα µε τη «CIA» η σερβο-κροατική αντιπαράθεση αποτελεί το μείζον πρόβλημα στη Γιουγκοσλαβία, ωστόσο στο υπόβαθρο αναπτύσσεται η σερβο-αλβανική αντιπαλότητα. Αυτή η αντιπαλότητα εκτιμάτο, ήδη από τότε, πως θα ασκούσε εξίσου σημαντική επίδραση στον τρόπο που το Βελιγράδι θα επίλυε το πρόβλημα των εθνικών μειονοτήτων. Παρόλα ταύτα, κατά τη λύση διάλυσης της Γιουγκοσλαβίας, η Δύση επέλεξε να διατηρήσει τo πρόβλημα που είχε εντοπίσει σχεδόν τριάντα χρόνια πριν, διατηρώντας παράλληλα και το δικαίωμα εμπλοκής της για «ανθρωπιστικούς» πάντα λόγους.
Παρά το γεγονός πως από εκείνη την εποχή η Γιουγκοσλαβία επιχειρούσε να επηρεάσει το αλβανικό στοιχείο που διέμενε στην επικράτειά της, με αποφάσεις περί αυξηµένης αυτονομίας και οικονομικής βοήθειας, ο αλβανικός εθνικισμός ενισχυόταν συνεχώς λόγω της ολοένα και πιο αδύναμης οικονομίας στο Κόσσοβο. To καθεστώς του ENVER HOXHA, στη γειτονική Αλβανία, θεωρούσε το Κόσσοβο ως μια οντότητα η οποία βρισκόταν υπό τον προσωρινό έλεγχο της Γιουγκοσλαβίας και ως εκ τούτου δεν εγκατέλειπε την προσπάθεια επιρροής στον τοπικό πληθυσμό. Αν και δεν υπήρχαν ενδείξεις για εξωτερικές ανατρεπτικές δραστηριότητες στο Κόσσοβο, η κατάσταση μέσω της αλβανικής πολιτικής θεωρείτο ότι ήταν ήδη προετοιμασμένη για εξωτερική επέμβαση. Αυτό αληθεύει κατ’ εξοχήν, διότι τo πρόβλημα της αλβανικής μειονότητας στην ΠΓΔΜ θα µπορούσε να αποσταθεροποιήσει την περιοχή, έναντι της οποίας η Βουλγαρία είχε εδαφικές διεκδικήσεις.
Ο πληθυσμός του ενός εκατομμυρίου Αλβανών στη Γιουγκοσλαβία αποτελούσαν την πιο φτωχή εθνοτική ομάδα στη χώρα, ενώ την ίδια στιγµή η ομάδα αυτή είχε το υψηλότερο ποσοστό γεννήσεων και αναλφαβητισμού, γεγονός που καθιστούσε τους Αλβανούς στενά συνδεδεμένους με τις αγροτικές εργασίες.
Όλα τα ανωτέρω συντέλεσαν ώστε να αναπτυχθεί ανάμεσα στους Αλβανούς ένα ισχυρό αλβανικό ρεύµα εθνικισμού με στόχο την υπέρβαση των επιπτώσεων της τότε γιουγκοσλαβικής διακυβέρνησης, με βάση μη ρεαλιστικές προσδοκίες οικονομικού οφέλους. Η παρουσία της ανεξάρτητης αλβανικής πατρίδας εντός των συνόρων του Κοσσόβου προσθέτει την εξωτερική διάσταση αυτού του προβλήματος.
To πρόβλημα που εντοπίστηκε τo 1979 έρχεται να υπενθυμίσει την ύπαρξή του το 2017, μέσω της πολιτικής του ισχυρού κοσσοβόρικου lobby. H πρόσφατη περίπτωση δημοσιευμάτων σε διεθνή ΜΜΕ για «ανταλλαγή εδαφών», ήτοι την ανταλλαγή του βορείου Κοσσόβου με τη νότια Σερβία δείχνει πως η Διεθνή Κοινότητα προετοιμάζεται για μία επαναχάραξη συνόρων, ασχέτως αν αυτή γίνει με τον τρόπο που περιγράφεται.
Οι αλλαγές στη διοίκηση των ΗΠΑ ενεργοποίησαν εκ νέου το αλβανικό lobby στην Αμερική, το οποίο επιχειρεί να διατηρήσει το Κόσσοβο στο «επίκεντρο» του ενδιαφέροντος της Washington. Αρχικά, ο ιστότοπος «PRESHEVA JONE» δηµοσίευσε «συνέντευξη» του ΥΠΕΞ της Σερβίας, Ι. DACIC, (την οποία ο ίδιος διέψευσε και ανακοίνωσε ότι θα υποβάλει μήνυση εναντίον του ιστότοπου), στην οποία φέρεται να «τάσσεται» υπέρ διεθνούς Διάσκεψης, κατά την οποία θα συζητούνταν η ανταλλαγή εδαφών μεταξύ Σερβίας και Κοσσόβου, ενώ δέκα ημέρες αργότερα εµφανίσθηκε δήθεν επιστολή του Ρεπουµπλικάνου Γερουσιαστή, DANA ROHRABACHER, o οποίος είναι επίσης Πρόεδρος της Επιτροπής για την Εξωτερική Πολιτική στην Ευρώπη, και στην οποία προτείνει το ίδιο στον Πρόεδρο της Σερβίας, Τ. NIKOLIC: την ανταλλαγή του εδάφους της νότιας Σερβίας με το βόρειο Κόσσοβο, ως λύση για την αποκλιμάκωση των εντάσεων σε αυτό το τμήμα των Βαλκανίων. Στο Γραφείο του Προέδρου της Σερβίας διέψευσαν ότι έλαβαν μια τέτοια επιστολή.
Η αλήθεια είναι πως μία τέτοια κίνηση από τον NIKOLIC θα ήταν αξιοπερίεργη όταν, σύμφωνα µε το Σύνταγμα της Σερβίας, τα εδάφη που αναφέρονται στα δημοσιεύματα είναι μέρος της χώρας! Η υπόθεση αυτή είναι καθαρά κοσσοβάρικη, αφού η Σερβία δεν αναγνωρίζει το κράτος του Κοσσόβου, σε αντίθεση με τις ΗΠΑ οι οποίες αναγνώρισαν τη µονομερή απόσχιση του εν λόγω κρατιδίου. Ωστόσο, εγείροντας ένα τέτοιο ζήτημα, το κοσσοβάρικο lobby επιχειρεί να φέρει τις ΗΠΑ εξ απήνης, εκμεταλλευόμενο το τετελεσμένο της αναγνώρισης του Κοσσόβου από την Washington.
Ο Γερουσιαστής, DANA ROHRABACHER, δεν είναι άγνωστο όνομα στην περιοχή, ιδιαίτερα στο Κόσσοβο. Κατά τη διάρκεια των πολέμων της δεκαετίας του ‘90, ακόμη, σε επίσκεψή του στη Βοσνία, τασσόταν υπέρ του βομβαρδισμού των σερβικών στρατιωτικών Δυνάμεων στο έδαφος της Σερβίας, ενώ επέκρινε ακόμη και το ΝΑΤΟ ότι δεν είναι αρκετά αποτελεσµατικό, διότι περιόρισε τη δράση του μόνο σε «μικρές επιθέσεις». Από το αµερικανικό κοσσοβάρικο lobby έχει εγκωµιασθεί για την υποστήριξη της πρωτοβουλίας να μη θεωρείται πλέον o «UCK» τρομοκρατικός σχηματισμός. Ο ROHRABACHER ακόμη και σήμερα υποστηρίζει δημοσίως το ανεξάρτητο Κόσσοβο, ενώ κάποτε με πάθος υποστήριξε έναν ισχυρότερο εξοπλισμό του «UCK» από τις ΗΠΑ.
Λαμβάνοντας υπόψη την ένθερμη υποστήριξη του Κοσσόβου από τον εν λόγω Γερουσιαστή του κυβερνώντος σχηματισμού θα μπορούσαμε να πούμε ότι το κοσσοβόρικο lobby δείχνει πως δεν επηρεάζεται από αλλαγές στην σκυτάλη του Λευκού Οίκου. Η Πρέσβειρα του Κοσσόβου στις ΗΠΑ, V. CITAKU, κατάφερε στον χορό, µετά την ορκωμοσία, να απευθυνθεί για λίγα δευτερόλεπτα στον TRUMP, γεγονός που καταγράφηκε σε φωτογραφίες οι οποίες αμέσως δημοσιεύθηκαν στα ΜΜΕ του Κοσσόβου και στο προφίλ της στο «FACEBOOK», ως «απόδειξη» ότι οι ΗΠΑ συνεχίζουν να είναι στο πλευρό του Κοσσόβου.
Ανεπίσημα, λέγεται ότι κοσσοβάροι λομπίστες πλήρωσαν γι’ αυτή τη «στιγμή» ένα εκατομμύριο δολάρια, συνήθης πρακτική για την αμερικανική πολιτική. Γενικότερα είναι γνωστό ότι οι Αλβανοί έχουν την πιο πλούσια Διασπορά στον κόσμο και τους αντιπροσωπεύουν οι πιο επιβλητικές εταιρείες µάρκετινγκ, τις οποίες πληρώνουν με δισεκατομμύρια δολάρια. Οι Αλβανοί του Κοσσόβου έχουν συμφωνία για άσκηση πιέσεων στην Αµερική επίσημα από το 1999 με την εταιρεία lobbying «Ruder & Finn», ενώ πέρυσι αυτή η συµφωνία ανανεώθηκε για 5 έτη.
Μετά τη νίκη του TRUMP, προσέλαβαν και το «CLINTON FOUNDATION» για να τους βοηθήσει στην άσκηση πιέσεων. Τέτοια ιδρύματα, που ανήκουν σε πρώην ηγέτες πολιτικών φορέων των ΗΠΑ, διαθέτουν προσβάσεις σε γερουσιαστές, οι οποίοι φυσικά και «μισθώνουν» τις υπηρεσίες στήριξής τους. Σύμφωνα με τις φήμες που έχουν προκύψει (σ.σ. από τη στιγμή που δε δύναται να επιβεβαιωθεί το ορθόν της πληροφορίας) το αντίτιµο για την επιρροή ενός τέτοιου ιδρύματος προς γερουσιαστές που αποτελούν µέλη του ανέρχεται στο ύψος των $ 350.000 – 500.000 τον χρόνο, συν τους τηλεφωνικούς λογαριασμούς και τα υπηρεσιακά ταξίδια.
Στο μεταξύ, το Κόσσοβο βρέθηκε το 1990 στην ατζέντα του Αμερικανικού Κογκρέσου, όταν διοργανώθηκε η πρώτη Διάσκεψη για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα στην Ανατολική Ευρώπη, τη Γιουγκοσλαβία, και ιδίως το Κόσσοβο. Προηγήθηκε της εν λόγω Διάσκεψης η επίσκεψη Αμερικανών Γερουσιαστών, στην οποία μετείχε τότε και ο ROBERT DOLE, ιδρυτής του κοσσοβόρικου lobby, το οποίο ξεκίνησε συνεργασία με τον Β. CLINTON, Πρόεδρο των ΗΠΑ για δύο θητείες.
Αργότερα, όταν το θέµα διεθνοποιήθηκε, µε διάφορα ΜΜΕ και εκστρατείες lobbying, είχε ως αποτέλεσμα την καθημερινή βελτίωση της διεθνούς θέσης και εξουσίας των Αλβανών, ειδικά των τότε ηγετών της αλβανικής εναλλακτικής, DOLE, DIOGUARDI και LANTOS, στους οποίους αργότερα εντάχθηκαν και οι JOSEPH BIDEN και ELIOT ENGEL… Χάρη σ’ αυτούς, το Κογκρέσο των ΗΠΑ υιοθέτησε σειρά Ψηφισμάτων εναντίον της πρώην Γιουγκοσλαβίας.
Η ομοιογενής αντιμετώπιση των προβλημάτων του Κοσσόβου από την αλβανική Διασπορά δεν αποτελεί μία καλώς εννοούμενη εθνική κίνηση. Δεν είναι τυχαίο ότι αρκετοί από τους ηγέτες των lobby που δραστηριοποιούνται σε Ελβετία και ΗΠΑ διετέλεσαν σε πολιτειακές θέσεις του εν λόγω κρατιδίου προκειμένου να αποφύγουν εντάλματα και διώξεις λόγω παράνομων δραστηριοτήτων. Την ίδια στιγμή αυτή η λομπίστικη αριστοκρατία αντιμετωπίζει το Κόσσοβο ως το βασίλειο από το οποίο απορρέει η βασιλεία τους. Προκειμένου να διατηρηθεί αυτή η εξουσία το κοσσοβάρικο lobby είναι διατεθειμένο να πληρώσει αδρά προκειμένου να επηρεάσει αποφάσεις. Ωστόσο το ερώτημα που προκύπτει είναι αν από αυτές τις ιδιοτελείς ενέργειες για την διατήρηση και αύξηση της εξουσίας της κοσσοβάρικης αριστοκρατικής κάστας καταλήξει ολόκληρη η περιοχή των Βαλκανίων να εισέλθει, έτι μία φορά, σε μία περίοδο αποσταθεροποίησης εν μέσω εξτρεμιστικών, κοινωνικών και οικονομικών κινδύνων…
Δημοσίευση σχολίου