CARNEGIE EUROPE
Της Judy Dempsey
Αν υπήρξε ποτέ μια ευκαιρία για τους ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης να επιδείξουν θάρρος και να αναλάβουν ρίσκο, ήταν κατά τη σύνοδο κορυφής της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης (EaP), που έλαβε χώρα στη Ρίγα στις 21 και 22 Μαΐου.
Στην πρωτεύουσα της Λετονίας, οι 28 ηγέτες είχαν την ευκαιρία να απλώσουν το χέρι τους στην Ανατολική Ευρώπη με τρόπο που να καθησυχάζει όσους ζουν εκεί ότι η ΕΕ έχει δεσμευτεί ώστε η περιοχή να καταστεί ένα τόξο σταθερότητας και δημοκρατίας.
Αντ 'αυτού, η ΕΕ δείλιασε να συναναστραφεί με τις χώρες της EaP, την Αρμενία, το Αζερμπαϊτζάν, τη Λευκορωσία, τη Γεωργία, τη Μολδαβία και την Ουκρανία σε ένα νέο επίπεδο. Η Ένωση δεν ήθελε κι άλλη αντιπαράθεση με τη Ρωσία, ωσάν αυτό να επρόκειτο να αποτρέψει τη Μόσχα από το να συνεχίσει να αναμιγνύεται στην Ουκρανία και την Ανατολή Ευρώπη στο σύνολό της.
Οι κυβερνήσεις της ΕΕ θα πληρώσουν υψηλό τίμημα γιατί κρυφοκοίταζαν προς τη Ρωσία, ακόμη και αν οι διπλωμάτες της ΕΕ επιμένουν ότι το τράβηξαν όσο μπορούσαν στη Ρίγα, για να καθησυχάσουν τους Ανατολικούς γείτονες της ένωσης. Στην πραγματικότητα, το τράβηξαν τόσο ώστε να μπορέσουν να καθησυχάσουν τη Ρωσία ότι η σχέση της ΕΕ με την Ανατολική Ευρώπη δεν θα αναπτυχθεί μέχρι τη λογική της κατάληξη.
Η διαβεβαίωση την οποίαν, οι φιλοευρωπαίοι και τα κινήματα της κοινωνίας των πολιτών και άτομα από τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, ήθελαν να ακούσουν ήταν ότι η ένταξη στην ΕΕ, όσο μακρινή κι αν είναι, παραμένει μια προοπτική. Αντ 'αυτού, οι ηγέτες της ΕΕ απέρριψαν αυτή την προοπτική.
Η δήλωση της συνόδου της Ρίγα ανέφερε ότι «οι συμμετέχοντες στη σύνοδο κορυφής επιβεβαιώνουν το κυριαρχικό δικαίωμα του κάθε εταίρου να επιλέγει ελεύθερα το επίπεδο των φιλοδοξιών και των στόχων που επιδιώκει στις σχέσεις του με την Ευρωπαϊκή Ένωση». Το έγγραφο πρόσθεσε: «Εναπόκειται στην ΕΕ και στους κυρίαρχους εταίρους της να αποφασίσουν σχετικά με το πώς επιθυμούν να προχωρήσουν στις σχέσεις τους».
Φανταστείτε την αντίδραση αν οι ηγέτες της ΕΕ χρησιμοποιούσαν μια γλώσσα ανάλογη κατά τη δεκαετία του 1990, όταν οι πρώην Κομμουνιστικές χώρες της Ανατολικής και Κεντρικής Ευρώπης ήταν αποφασισμένες να ενταχθούν στις Ευρω-Ατλαντικές οργανώσεις της ΕΕ και του ΝΑΤΟ.
Οι ηγέτες της ΕΕ στη Ρίγα τόνισαν ότι η Ανατολική Εταιρική Σχέση αποσκοπεί «στην οικοδόμηση ενός κοινού χώρου κοινόχρηστης δημοκρατίας, ευημερίας, σταθερότητας και αυξημένης συνεργασίας». Αλλά με τη Ρωσία ξεκάθαρα κατά νου, πρόσθεσαν ότι η EaP δεν στρέφεται εναντίον κανενός, αποδεικνύοντας ότι δεν ήθελαν να ανταγωνιστούν τη Μόσχα. «Στο πλαίσιο αυτό, οι συμμετέχοντες στη σύνοδο κορυφής εκφράζουν την προθυμία τους να βοηθήσουν στην ανοικοδόμηση της εμπιστοσύνης και της πίστης στην ήπειρό μας», επιβεβαίωσε η δήλωση.
Και αυτό ήταν ελάττωμα της Ρίγα: όταν οι ηγέτες της ΕΕ αναφέρονται στην αποκατάσταση της εμπιστοσύνης, είχαν τη Ρωσία ή μάλλον, τον πρόεδρό της, Vladimir Putin, κατά νου και όχι την Ανατολική Ευρώπη. Ωστόσο, ήταν η προσάρτηση της Κριμαίας τον Μάρτη του 2014 από τον Putin και η εισβολή στην ανατολική Ουκρανία της Ρωσίας που έσπασε την εμπιστοσύνη και την πίστη της Ευρώπης ωσάν να μην υπήρχαν ήδη τα σημάδια μετά από το σύντομο πόλεμο της Ρωσίας εναντίον της Γεωργίας το 2008.
Εν ολίγοις, οι ενέργειες της Ρωσίας, ιδιαίτερα στην Ουκρανία, έχουν υπονομεύσει πλήρως την eυρωπαϊκή αρχιτεκτονική ασφάλειας, η οποία ήταν θεμελιωμένη στην εμπιστοσύνη και στην αμοιβαία πίστη. Για τους ηγέτες της ΕΕ το να πιστεύουν ότι η εμπιστοσύνη μπορεί να αποκατασταθεί, ενώ η Ρωσία συνεχίζει να αναμιγνύεται στην Ουκρανία, τη Μολδαβία, την Αρμενία και τη Γεωργία είναι τόσο λανθασμένο, όσο και ανειλικρινές.
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο οι ηγέτες της ΕΕ στη Ρίγα θα έπρεπε να απορρίψουν την διστακτικότητά τους και το Ρωσικό εκφοβισμό. Αντ 'αυτού, θα έπρεπε να έχουν προσφέρει στις χώρες της EaP, αυτό που υπήρξε ένα από τα σημαντικότερα εργαλεία της ΕΕ για τον μετασχηματισμό των κοινωνιών: την προσχώρηση.
Σε όλη την ιστορία της, η ΕΕ έχει δει τη διεύρυνση ως ένα ειδικό, αν όχι το μοναδικό, μέσο για την ολοκλήρωση των μετασχηματισμών των κοινωνιών από το αυταρχικό ή κομμουνιστικό καθεστώς στη δημοκρατία. Απλά κοιτάξτε τί σήμαινε η προσχώρηση για την Ισπανία και την Πορτογαλία, οι οποίες εντάχθηκαν το 1986, μετά την έξοδό τους από μεγάλες περιόδους δικτατορίας: η ένταξη στην ΕΕ εδραίωσε τις δημοκρατίες των χωρών αυτών.
Αυτό το εξαιρετικό εργαλείο βοήθησε επίσης την επανένωση και την ενίσχυση της σταθερότητας σε ολόκληρη την Ευρώπη. Ωστόσο, στην περίπτωση της Ανατολικής Ευρώπης, η ΕΕ έχει αποκηρύξει αυτό το μέσο και, με αυτό τον τρόπο, απέρριψε μια πολιτική που έχει διακριθεί στην Ευρώπη. Και εκτός εάν οι ηγέτες της ΕΕ αλλάξουν τη γνώμη τους στο εγγύς μέλλον, έχουν δώσει ουσιαστικά στη Ρωσία ένα βέτο επί της πολιτικής και οικονομικής κατεύθυνσης της Ανατολικής Ευρώπης.
Με ένα τέτοιο μήνυμα να προέρχεται από τη Ρίγα, θα είναι εξαιρετικά δύσκολο για τους μεταρρυθμιστές και τους υποστηρικτές της κοινωνίας των πολιτών στην Ανατολική Ευρώπη να προωθήσουν τις απαραίτητες αλλαγές για να ολοκληρωθεί η μετατροπή αυτών των πρώην Σοβιετικών δημοκρατιών. Τα κράτη αυτά αντιμετωπίζουν σημαντικές προκλήσεις, αν μη τι άλλο επειδή θα γίνουν πιο ευάλωτα σε πιέσεις από τη Ρωσία.
Για να είμαστε δίκαιοι με την ΕΕ, οι πολιτικές και οικονομικές Συμφωνίες Σύνδεσης καθώς και οι εμπορικές συμφωνίες που έχουν υπογράψει οι Βρυξέλλες με την Γεωργία, την Μολδαβία και την Ουκρανία κάνουν τη διαφορά. Και η πανοπλία των δεσμών που η ΕΕ προσπαθεί να οικοδομήσει με την Ανατολική Ευρώπη είναι, στα χαρτιά, εντυπωσιακή. Αλλά οι Ανατολικοί γείτονες της ΕΕ έχουν ανάγκη από κάτι πιο θεμελιώδες. Πρέπει να γνωρίζουν ότι μπορούν να είναι μέρος της Ευρώπης. Το τί θα μπορούσε να κάνει αυτό, για να τονώσει τις μεταρρυθμίσεις και τη δημοκρατία δεν πρέπει να υποτιμάτα
Δημοσίευση σχολίου