Στο στόχαστρο τα ενεργειακά κοιτάσματα της Ανατολικής Μεσογείου
Του Δρ. Κωνσταντίνου Γρίβα*
Οι εξελίξεις στη Μέση Ανατολή ωθούν την Άγκυρα σε επιθετική πολιτική στο Αιγαίο, έτσι ώστε να εξισορροπήσει τις απώλειες στον γεωπολιτικό της ρόλο που υφίσταται στα νότια και ανατολικά σύνορά της.
Εδώ και πολλά χρόνια μία συνηθισμένη ανησυχία της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής είναι μήπως η Τουρκία εξαγάγει προς την Ελλάδα εσωτερικά της προβλήματα, δημιουργώντας εντάσεις. Σήμερα βρισκόμαστε ενώπιον μίας διαφορετικής εκδοχής αυτής της απειλής: να εξαγάγει προς την Ελλάδα τα εσωτερικά της προβλήματα.
Όπως είχαμε αναφέρει και παλαιότερα, η Τουρκία απειλείται με το να χάσει τον «ετερόφωτο» ρόλο τον οποίο έπαιζε στην στρατηγική της Δύσης, ως συνορεύουσα με «ταραχοποιούς» χώρες, με την πιθανή «εξημέρωση» του Ιράν, αλλά και τη δημιουργία δύο προπλασμάτων κουρδικών κρατών στο Βόρειο Ιράκ και τη Βόρεια Συρία, κατά μήκος των τουρκικών συνόρων.
Έτσι, λοιπόν, προκειμένου να μπορέσει να συνεχίσει να αποτελεί κομβική (Pivotal) χώρα για τη στρατηγική της Δύσης και να προωθήσει τα σχέδιά της να εξελιχθεί σε περιφερειακή ηγεμονική δύναμη η γείτων πρέπει να δημιουργήσει έναν «αυτόφωτο» γεωπολιτικό ρόλο. Και ίσως η μόνη διέξοδος για να προωθήσει μία τέτοια στρατηγική είναι προς την κατεύθυνση της Ελλάδας.
Η Ρωσία και η προνομιακή πρόσβαση σε ενεργειακές πηγές
Συγκεκριμένα, η προώθηση της τουρκικής κυριαρχίας προς το Αιγαίο θα της επιτρέψει αφενός να «ανανεώσει» τη γεωπολιτική της ταυτότητα και να εμφανίζεται πλέον ως ναυτική δύναμη, έτσι ώστε να παίζει τον ρόλο του «ανασχετήρα» της Ρωσίας, αφετέρου δε να ενισχύσει δραματικά τη θέση της στην παγκόσμια γεωγραφία της ενέργειας, αποκτώντας προνομιακή πρόσβαση στα ενεργειακά κοιτάσματα του Αιγαίου και της Ανατολικής Μεσογείου.
Ο έλεγχος του Αιγαίου από πλευράς Τουρκίας, μεταξύ άλλων, θα διασπάσει τη γεωπολιτική ενότητα του ελλαδικού κράτους και της Κύπρου, θα θέσει την Κυπριακή Δημοκρατία υπό απομόνωση και θα ενισχύσει τις προσπάθειες της Άγκυρας να αποκτήσει τον έλεγχο των Κυπριακών ενεργειακών κοιτασμάτων δια των διαφόρων προσπαθειών «επίλυσης» του Κυπριακού που προωθεί τον τελευταίο καιρό, ενώ θα προωθηθεί περαιτέρω κα η «ρεαλιστική» επιλογή της δημιουργίας ενός αγωγού που θα οδηγεί το κυπριακό φυσικό αέριο στην Τουρκία, αφού πρακτικά δεν θα υπάρχει άλλη διέξοδος.
Ταυτοχρόνως, το Ισραήλ θα βρεθεί επίσης απομονωμένο μέσα σε έναν γεωγραφικό χώρο όπου η Τουρκία θα έχει προνομιακή πρόσβαση, με αποτέλεσμα να είναι αναγκασμένο να ακολουθήσει πιο συμβιβαστική επιλογή έναντι της Άγκυρας. Για παράδειγμα, να μην μπει στον πειρασμό να ενισχύσει ή να εγγυηθεί για την ασφάλεια του φιλοδυτικού Κουρδιστάν που παλεύει να δημιουργηθεί στον Βορρά του Ιράκ και της Συρίας.
Τέλος, ο αυξημένος ρόλος που θα αποκτήσει η Τουρκία στα ενεργειακά κοιτάσματα του Αιγαίου και της Ανατολικής Μεσογείου αποτελεί κρίσιμης σημασίας γεωπολιτικό άσο στα χέρια της στα ταραχώδη χρόνια που έρχονται όσον αφορά στις σχέσεις της με την Ευρώπη. Κι αυτό γιατί βρισκόμαστε ενώπιον μίας πολύ μεγάλης αναταραχής στον χώρο της ενέργειας, με τους ισλαμιστές της Συρίας και του Ιράκ να απειλούν την σταθερότητα των αραβικών πετρελαιοπαραγωγών κρατών της Μέσης Ανατολής.
Ταυτοχρόνως, ο πόλεμος στην Ουκρανία και η διαιώνιση της έντασης μεταξύ Ρωσίας και Δύσης, έχουν καταστήσει επικίνδυνη από γεωπολιτικής άποψης την ενεργειακή τροφοδοσία της Δυτικής Ευρώπης με ρωσικό φυσικό αέριο. Άρα, εναλλακτικές ενεργειακές πηγές, που δεν βρίσκονται ούτε στην ασταθή Μέση Ανατολή, ούτε στην «κακή» Ρωσία, αποκτούν ιδιαίτερη σημασία για την στρατηγική της Δύσης, ακόμη κι αν τα μεγέθη τους δεν είναι και τόσο μεγάλα, ακόμη κι αν είναι πιθανά και όχι πιστοποιημένα, ακόμη κι αν είναι διαφιλονικούμενα.
Έτσι, η Τουρκία πιθανώς δεν χρειάζεται καν να αποκτήσει πλήρως και οριστικώς την κυριαρχία των ενεργειακών κοιτασμάτων του Αιγαίου και της Ανατολικής Μεσογείου, ώστε να αναβαθμιστεί γεωπολιτικά. Αρκεί να παραμείνουν διαφιλονικούμενα, αλλά με την Τουρκία να έχει πολύ πιο αυξημένη θέση στη διαμάχη αυτή σε σχέση με σήμερα.
Η επίθεση έχει ήδη αρχίσει
Κι αυτό δεν είναι κάτι που θα γίνει στο μέλλον. Συμβαίνει ήδη. Αναφερόμαστε, φυσικά, στην σαρωτική επίθεση στα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα στο Αιγαίο που διεξάγει ανενόχλητη η Τουρκία τους τελευταίους μήνες. Συγκεκριμένα, πλοία του τουρκικού πολεμικού ναυτικού εισέρχονται συστηματικά και για παρατεταμένα χρονικά διαστήματα στα ελληνικά χωρικά ύδατα, μπροστά στα μάτια των ελληνικών πλοίων, τα οποία περιορίζονται στο να παρακολουθούν «ψύχραιμα».
Κι όταν μιλάμε για ελληνικά χωρικά ύδατα, δεν αναφερόμαστε σε αυτά του Άη Στράτη ή του Αγαθονησίου, αλλά σε αυτά της Εύβοιας κα της Άνδρου, λίγο έξω από τις ακτές της Αττικής!
Φυσικά, από νομικής άποψης κα στις δύο περιοχές η παραβίαση θα ήταν η ίδια. Οι συμβολικές όμως διαστάσεις και οι ευρύτερες γεωπολιτικές παράμετροι είναι πολύ μεγαλύτερες στη δεύτερη περίπτωση.
Αυτές οι ανήκουστες μέχρι πρότινος ενέργειες, αποτελούν τη φυσιολογική εξέλιξη μίας στρατηγικής που είχε ξεκινήσει πριν από μερικά χρόνια, με τουρκικά πολεμικά να διεξάγουν «αβλαβείς διελεύσεις», περνώντας ξυστά από τις ακτές της Αττικής, καθώς επέστρεφαν στην Κωνσταντινούπολη, από διάφορα ξένα λιμάνια. Και τότε η ελληνική πλευρά είχε περιοριστεί στο να παρακολουθεί «ψύχραιμα» τη μεθοδική προσπάθεια της Τουρκίας να χτίζει βήμα-βήμα μία πολιτική αμφισβήτησης εις βάρος των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων στο Αιγαίο.
Έτσι, η Τουρκία, δια των όπλων, δημιουργεί εθιμικό δίκαιο, και αμφισβητεί εμπράκτως την ελληνική κυριαρχία ακόμη και στα ελληνικά χωρικά ύδατα λίγο έξω από την Αττική. Με άλλα λόγια, η Άγκυρα προωθεί με επιτυχία μία στρατηγική εξαναγκασμού της Ελλάδας, στόχος της οποίας είναι να αποτρέψει τη χώρα μας από το να ασκήσει ακόμη και το ελάχιστο κυριαρχικό της δικαίωμα στο Αιγαίο.
Η αδυναμία των ΗΠΑ και η πολιτική κατευνασμού έναντι της Άγκυρας
Εδώ μπορεί κάποιος να μπει στον πειρασμό να εξετάσει κατά πόσον οι κινήσεις αυτές της Άγκυρας βολεύουν ή όχι την γεωστρατηγική των ΗΠΑ και τι προτίθενται να κάνουν οι τελευταίες. Στην πραγματικότητα, δεν έχει ιδιαίτερη σημασία το πώς οι Αμερικανοί αντιλαμβάνονται τις τουρκικές προθέσεις και ενέργειες. Κατά τα φαινόμενα, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν επιλέξει μία πολιτική ακραίου κατευνασμού προς την Τουρκία, επιδιώκοντας απλώς να αποφύγουν τα χειρότερα και να μην την ωθήσουν σε μία φανερά και απροκάλυπτα αντιαμερικανική πολιτική.
Σε αυτή την περίπτωση το πλήγμα για τις ΗΠΑ θα ήταν μη διαχειρίσιμο, αφού θα αποσταθεροποιούσε ολοκληρωτικά και απόλυτα τη Μέση Ανατολή στο σύνολό της. Σε αντίθεση με τις εμμονές των πιστών της αμερικανικής παντοδυναμίας, η ισχύς των ΗΠΑ, σε όλες της τις διαστάσεις και τις συνιστώσες, βρίσκεται σε κατακόρυφη πτώση, με αποτέλεσμα ελάχιστα πράγματα να μπορούν να κάνουν για να ελέγξουν την Τουρκία.
Έτσι, λοιπόν, φαίνεται πως έχουν επιλέξει να κάνουν τα στραβά μάτια, σε ό,τι επιλέξει να πράξει η Άγκυρα έναντι της Ελλάδας, θεωρώντας την αδράνεια ως τη λιγότερη βλαπτική επιλογή.
Κατά συνέπεια, όσοι θεωρούν ότι τα κενά που απειλούν να δημιουργηθούν στην ελληνική επιτρεπτική στρατηγική θα μπορούσαν να καλυφθούν από την «αγαθοποιό» παρέμβαση των ΗΠΑ, πιθανώς θα διαψευστούν τραγικά. Μάλιστα, έχουν προκύψει επίμονες φήμες, σύμφωνα με τις οποίες στελέχη της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής έχουν ανεπισήμως διαβεβαιώσει την ελληνική πολιτική ηγεσία ότι επίκειται επιδείνωση της τουρκικής επιθετικότητας έναντι της Ελλάδας και οι Ηνωμένες Πολιτείες σε αυτή την περίπτωση θα περιοριστούν στο να νίψουν τας χείρας τους…
Πηγή περιοδικό «Επίκαιρα», τεύχος 248
* Διδάσκει το μάθημα της Γεωπολιτικής στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων και Γεωγραφία της Ασφάλειας και των Αφοπλισμών στο Τμήμα Τουρκικών και Σύγχρονων Ασιατικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών
Δημοσίευση σχολίου