Η κόντρα ΕΕ - ΔΝΤ, η κωλυσιεργία για την εκταμίευση της δόσης και η γενική απογοήτευση, κεντρικά θέματα
Το γεγονός ότι οι υπουργοί της ευρωζώνης δεν κατάφεραν να πάρουν μία απόφαση όσον αφορά στην κατάσταση της Ελλάδας παρά τη μαραθώνια συνεδρίαση, πρωτοστατεί στους τίτλους των ξένων μέσω ενημέρωσης.
«Η Ευρωζώνη στοχεύει σε συμφωνία με το ΔΝΤ για την Ελλάδα», ο τίτλος του αντίστοιχου άρθρου στο CNN.
«Η ευρωζώνη αποτυγχάνει σε συμφωνία για την Ελλάδα», γράφει η ηλεκτρονική έκδοση της γαλλικής Le Monde.
«Ανίκανη να κλείσει συμφωνία για την Ελλάδα με το ΔΝΤ η ΕΕ», ο τίτλος της ισπανικής El Pais.
«H Ευρωζώνη καθυστερεί τη συμφωνία βοήθειας για την Ελλάδα» γράφουν στο πρώτο θέμα τους οι Financial Times.
«Οι Ευρωπαίοι ηγέτες άφησαν πάλι την Ελλάδα με αβέβαιο μέλλον» γράφει ο Guardian.
«Ο αγώνας ενάντια στην κρίση χρέους υπέστη άλλο ένα πλήγμα: το Eurogroup δεν κατάφερε να βρει λύση για το ελληνικό πρόβλημα» αναφέρει το Spiegel.
«Η Γερμανία αντιστέκεται. Καμία συμφωνία για βοήθεια στην Ελλάδα» γράφει η ιταλική εφημερίδα La Repubblica.
«Ευρωζώνη, ΔΝΤ αποτυγχάνουν στο να χτυπήσουν συμφωνία για το ελληνικό χρέος», ο τίτλος του ειδησεογραφικού πρακτορείου Reuters.
«Η ΕΕ σκόνταψε στη μείωση του ελληνικού χρέους ύστερα από σύγκρουση με το ΔΝΤ», η επικεφαλίδα του Bloomberg.
Στην πλειοψηφία τους τα άρθρα κάνουν λόγο για τη μαραθώνια συνάντηση των υπουργών οικονομικών, που διήρκεσε περίπου έντεκα ώρες. Βασικό ζήτημα για τους αναλυτές η απελευθέρωση της δόσης που εκκρεμεί από τον Ιούνιο, καθώς και τη διαμάχη μεταξύ ΕΕ και ΔΝΤ για τη διετή επιμήκυνση του χρέους με στόχο η Ελλάδα να περιορίσει το ύψος του χρέους της στο 120% του ΑΕΠ.
Στο επίκεντρο της προσοχής των ξένων μέσων και η παράταση που δόθηκε για τις 26 Νοεμβρίου με στόχο να παρθεί απόφαση για την εκταμίευση της δόσης που θα σώσει τη χώρα από «ασφυξία» όπως χαρακτηριστικά γράφει η Le Monde.
«Η μη συμφωνία θέτει σε κίνδυνο την εκταμίευση της επόμενης δόσης για τη διάσωση της Ελλάδας. Η χρηματοδότηση της χώρας θα πρέπει να άρει την απειλή της χρεοκοπίας και της εξόδου της Ελλάδας από την Ευρωζώνη» γράφει το CNN, σχολιάζοντας το ναυάγιο του Eurogroup.
FT: Οι κόκκινες και οι...γκρίζες γραμμές της χθεσινής μαραθώνιας συνεδρίασης
Το «μπαλάκι» στη νέα συνεδρίαση της επόμενης Δευτέρας για τη γεφύρωση του χάσματος που χωρίζει τους δανειστές αναφορικά με το ελληνικό χρέος, πέταξε το χθεσινό Eurogroup, το οποίο, μετά από 12 ώρες μαραθώνιων διαβουλεύσεων μεταξύ των υπουργών Οικονομικών Ευρωζώνης και της επικεφαλής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου κυρίας Κριστίν Λαγκάρντ μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες, δεν κατέληξε σε καμία συμφωνία για την Ελλάδα.
Οι «κόκκινες γραμμές» σύμφωνα με τους Financial Times, ήταν πολλές και διάφορες, παρά τη μικρή πρόοδο που σημειώθηκε, με τις διαφωνίες όσον αφορά το ζήτημα της μείωσης του ελληνικού χρέους, να μην περιορίζονται μόνο ανάμεσα στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και την Ευρωπαϊκή Ενωση, αλλά να εκδηλώνονται και μεταξύ των διαφορετικών ευρωπαϊκών χωρών, οι οποίες απέτυχαν να υιοθετήσουν μία κοινή γραμμή.
Ετσι, σύμφωνα με αξιωματούχους που επικαλείται η βρετανική εφημερίδα, ενώ απορρίφθηκε...μετά πολλών επαίνων οποιαδήποτε πρόταση απομείωσης της ονομαστικής αξίας του τρέχοντος ελληνικού χρέους, οι υπουργοί Οικονομικών στο χθεσινό Eurogroup φάνηκαν πιο διαλλακτικοί στο ενδεχόμενο παράτασης του χρόνου ωρίμανσης των ελληνικών ομολόγων, με το χρόνο λήξης τους να διπλασιάζεται από τα 15 στα 30 χρόνια.
Παρά τη συμφωνία στο θέμα της παράτασης των ελληνικών ομολόγων ωστόσο, δεν μπόρεσε να υπάρξει καμία κοινή γραμμή στο ζήτημα της μείωσης των επιτοκίων των δανείων που έχουν χορηγηθεί στην Ελλάδα, με τη Γερμανία, κυρίως να εκφράζει ισχυρές αντιδράσεις σε οποιαδήποτε πρόταση για δραστικές μειώσεις.
Η Γερμανία εμφανίστηκε πιο διαλλακτική στο ενδεχόμενο νέας χρηματοδότησης για την επαναγορά ομολόγων ελληνικού δημοσίου που κατέχουν οι ιδιώτες επενδυτές. Η συγκεκριμένη πρόταση ωστόσο προσέκρουσε, σύμφωνα με πληροφορίες, στις αντιδράσεις της Ολλανδίας, για την οποία ένα τέτοιο σενάριο δεν είναι επιθυμητό.
Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, από την πλευρά του, επέμεινε και χθες στην άρνησή του να προχωρήσει στην έγκριση ενός πακέτου, στο οποίο δεν διευκρινίζεται ο τρόπος με τον οποίο θα καλυφθεί το χρηματοδοτικό κενό που υπάρχει. Η κυρία Λαγκάρντ απέφυγε ωστόσο να αναφερθεί στον ασφυκτικό στόχο μείωσης του ελληνικού χρέους στο 120% ως το 2020- ζήτημα το οποίο είχε προκαλέσει τη δημόσια αντιπαράθεση μεταξύ της επικεφαλής του ΔΝΤ και του προέδρου του Eurogroup κ. Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, την περασμένη εβδομάδα. Αντιθέτως, σύμφωνα με αξιωματούχους που επικαλούνται οι FT, το ΔΝΤ υποστήριξε αορίστως ότι το ελληνικό χρέος πρέπει να μπει σε μία μεσοπρόθεσμη, βιώσιμη πορεία (προκειμένου να εξακολουθήσει να χρηματοδοτείται από το ΔΝΤ).
Παρά το γεγονός ότι οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις εξετάζουν μία σειρά μέτρων για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους, ο στόχος που έχει τεθεί για το 2020 είναι ανέφικτος, σύμφωνα με τους Financial Times, αν τα κράτη της ευρωζώνης δεν δεχτούν να υποστούν απώλειες σε κάποια από τα δάνεια που έχουν δοθεί- θέση η οποία απορρίπτεται από τη Γερμανία και άλλες χώρες, ως «μη νόμιμη».
Η κυρία Λαγκάρντ αποχώρησε από τη χθεσινή συνεδρίαση δηλώνοντας ότι ενώ το χάσμα έχει κλείσει,«δεν έχουμε φτάσει ακόμα σε συμφωνία...υπάρχει πρόοδος, αλλά υπάρχουν περισσότερα που πρέπει να γίνουν». Το επίσημο ανακοινωθέν της χθεσινής συνεδρίασης αναφέρει εξάλλου, ότι υπήρξε «διακοπή» προκειμένου να «συζητηθούν οι τεχνικές λεπτομέρειες σε κάποια θέματα», ενώ ο κ. Γιούνκερ από την πλευρά του τόνισε ότι αν και είναι «απογοητευμένος» οι συνομιλίες «βρίσκονται κοντά σε αποτέλεσμα, χωρίς να υπάρχουν σημαντικά προσκόμματα».
Η αδυναμία συμφωνίας ξεσκεπάζει, όπως σχολιάζουν χαρακτηριστικά οι FT, «την οξεία απουσία πολιτικώς αποδεκτών επιλογών με την οποία βρίσκονται αντιμέτωποι οι υπουργοί Οικονομικών της ευρωζώνης, στην προσπάθειά τους να επαναφέρουν το ελληνικό χρέος σε τροχιά χωρίς να χρειαστεί να μειώσουν την ονομαστική αξία των δανείων που έχουν χορηγήσει στην Ελλάδα».
Η συζήτηση για τις «κόκκινες γραμμές» της χθεσινής συνεδρίασης μεταφέρεται προσωρινά στα κράτη-μέλη, όπου οι υπουργοί Οικονομικών επέστρεψαν για να εκτιμήσουν τα περιθώρια διαπραγμάτευσης της κάθε κυβέρνησης, με τη συνέχεια να αναμένεται στο νέο Eurogroup που ορίστηκε την επόμενη Δευτέρα.
πηγή
Δημοσίευση σχολίου