GuidePedia

0
Μία σειρά από χώρες, κυρίως της Λατινικής Αμερικής, τους τελευταίους μήνες προχωρούν σε μονομερή αναγνώριση ανεξάρτητου παλαιστινιακού κράτους (πχ. Βραζιλία, Αργεντινή, Χιλή, Βενεζουέλα, Βολιβία κλπ). Μάλιστα, ο Παλαιστίνιος Πρόεδρος Αμπάς πραγματοποίησε ταξίδι στη Βραζιλία προκειμένου να παρευρεθεί σε τελετή για τη θεμελίωση του κτιρίου της παλαιστινιακής πρεσβείας που ανεγείρεται εκεί.
Μόλις πριν λίγα 24ωρα, σε ανάλογη δήλωση προχώρησε, εμμέσως πλην σαφώς, και ο Ρώσος Πρόεδρος Ντμίτρι Μεντβένεφ, υποστηρίζοντας ότι η ρωσική ηγεσία παραμένει σταθερή στην αναγνώριση ανεξάρτητης Παλαιστίνης, στην οποία είχε προχωρήσει η ΕΣΣΔ το 1988.
Παλαιστίνιοι αξιωματούχοι δηλώνουν, άμεσα ή έμμεσα, με κάθε ευκαιρία ότι, σύντομα, θα κηρύξουν, και επισήμως, την έναρξη μιας μεγάλης διπλωματικής εκστρατείας με στόχο την εξασφάλιση μονομερών αναγνωρίσεων ανεξαρτησίας, εφόσον, όπως υποστηρίζουν, γίνεται ολοένα πιο φανερό ότι δεν υπάρχει «φως» στο βάθος του τούνελ καμίας εκδοχής διαπραγματεύσεων με το Ισραήλ. Από τις ίδιες πηγές διαρρέεται ότι στόχος είναι, στην επόμενη γενική συνέλευση του ΟΗΕ, τον Σεπτέμβριο, να υπάρχει ένας πολύ μακρύς κατάλογος με χώρες που αναγνώρισαν μονομερώς ανεξάρτητο παλαιστινιακό κράτος, έτσι ώστε να ασκηθεί σχετική πίεση και στο Συμβούλιο Ασφαλείας. Η προοπτική αυτή αναφέρεται και από ισραηλινής πλευράς, με εκπροσώπους, κυρίως, υπηρεσιών ασφαλείας να «κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου». Αν και ουδείς μπορεί με βεβαιότητα να προβλέψει τι και πώς θα γίνει αλλά και ποιες θα είναι οι συνέπειες, το βέβαιο είναι ότι «κάτι κινείται» σε διπλωματικό επίπεδο, πέραν των γνωστών, μέχρι σήμερα, περιθωρίων των αλλεπάλληλων γύρων διαπραγματεύσεων.
Στο πλαίσιο αυτής της προβληματικής, και προκειμένου οι αναγνώστες του να έχουν μια καλύτερη αίσθηση των εξελίξεων που φαίνεται να δρομολογούνται, σήμερα, στο ζήτημα του Παλαιστινιακού (και αφορούν και την ευρύτερη περιοχή στην οποία βρίσκεται η χώρα μας, πολύ περισσότερο δε λόγω της πρόσφατης σύσφιγξης των σχέσεων της κυβέρνησης με το Ισραήλ) το inprecor δημοσιεύει σχετικό άρθρο που δημοσιεύτηκε στη βρετανική εφημερίδα The Guardian, στις 3 Ιανουαρίου και θέτει τις διεργασίες αυτές υπό την οπτική μιας σειράς επιχειρημάτων και προβληματισμών.
«Καθώς οι ανεκπλήρωτες ελπίδες για ειρήνη στη Μέση Ανατολή το 2010 σβήνουν από τη μνήμη, το φάντασμα του πολέμου, μέσα στο 2011, προσλαμβάνει γιγαντιαίες διαστάσεις. Η κατάρρευση της προσπάθειας του Μπαράκ Ομπάμα να μεσολαβήσει για απευθείας διαπραγματεύσεις μεταξύ Ισραηλινών και Παλαιστινίων έχει δημιουργήσει ένα επικίνδυνο κενό. Το κενό αυτό τείνουν να γεμίσουν οι φωνές υπέρ της βίας.
Υπάρχει, όμως, κι άλλος ένας τρόπος. Ένας τρόπος που θα μπορούσε να οδηγήσει σε αποφυγή της έναρξης μιας νέας αιματοχυσίας, που θα μπορούσε δυνητικά να προσφέρει ανακούφιση και  δικαιοσύνη και για τις δύο πλευρές, που θα ήταν πιθανό να υποστηρίζεται από τους περισσότερους Ισραηλινούς και Παλαιστινίους. Ένας τρόπος που θα μπορούσε να βοηθήσει για ν’ ανοίξει ο δρόμος προς μιας ευρύτερη Αραβο-Ισραηλινή διευθέτηση. Αυτός ο τρόπος είναι η άμεση ανακήρυξη ενός ανεξάρτητου, κυρίαρχου κράτους της Παλαιστίνης, αναγνωρισμένου από τις ΗΠΑ και τον ΟΗΕ. Πρόκειται για μια ιδέα, για της οποίας την πραγματοποίηση έχει έρθει η ώρα.
Η σημερινή κατάσταση δεν μπορεί να συνεχιστεί. Ο Μαχμούντ Αμπάς, ο Παλαιστίνιος πρόεδρος, που συνέδεσε την πολιτική του με τις συνομιλίες, είναι βαθειά πληγωμένος από την αποτυχία τους. Ο Πρωθυπουργός Μπένιαμιν Βενιαμίν Νετανιάχου, αφού απέρριψε την κεντρώα προσέγγιση του Ομπάμα, έχει καταστήσει τον εαυτό του όμηρο της πιο απαιτητικής και σκληρής δεξιάς που έχει περάσει ποτέ από το Ισραήλ.
Η υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Χίλαρι Κλίντον, επιμένει ότι δεν χάθηκαν όλα. Αλλά ο ρυθμός έχει χαθεί για τα καλά από την αμερικανική ειρηνευτική διαμεσολάβηση. Η Κλίντον, στην ομιλία της με τίτλο «τι κάνουμε τώρα;» τον περασμένο μήνα, μίλησε αόριστα για μια συμφωνία-πλαίσιο, που θα μπορούσε να προετοιμαστεί «τους επόμενους λίγους μήνες». Όλα αυτά δεν μπορούν να πείσουν κανέναν. Αντίθετα, πιο κοντά στην πραγματικότητα των σκοτεινών αυτών ωρών ήταν η προειδοποίησή της ότι η συνεχιζόμενη κατοχή απειλεί το όραμα ενός δημοκρατικού Εβραϊκού κράτους «στην ιστορική γη του Εβραϊκού λαού» και ενισχύει «τα χέρια των εξτρεμιστών και όσων απορρίπτων την ειρηνική λύση σε ολόκληρη την περιοχή». Και συνέχισε λέγοντας: «Η κατοχή  … είναι απαράδεκτη και, σε τελική ανάλυση, ανυπόφορη».
Σε αυτό, τουλάχιστον, μπορούμε να συμφωνήσουμε οι περισσότεροι. Εντούτοις, οι νέες επιθέσεις με ρουκέτες από τη Χαμάς –η οποία έχει υπό την κυριαρχία της τη Γάζα- και τα αναπόφευκτα ισραηλινά αντίποινα, η ένταση της κούρσας εξοπλισμών της Χεζμπολλάχ στον ασταθή Λίβανο, η εχθρότητα που καλλιεργεί η Συρία, καθώς και ο απρόβλεπτος παράγοντας της ιρανικής απειλής, αποτελούν όλα τη σπίθα που θα μπορούσε να διαλύσει τα ήδη θρυμματισμένα ψήγματα του διπλωματικού ιστού της Κλίντον.
«Η ημερήσια διάταξη αλλάζει», έγραψε ο ισραηλινός σχολιαστής Αλούφ Μπεν στην εφημερίδα Haaretz. «Αντί να καλλιεργεί ψεύτικες ελπίδες για μια ειρηνευτική συμφωνία, η διεθνής προσπάθεια θα πρέπει να προσανατολιστεί στο να αποσοβηθεί ένας νέος πόλεμος… ο Ομπάμα θα πρέπει να εντείνει την εποπτεία του επί του Νετανιάχου προκειμένου να αποτραπεί μια νέα Επιχείρηση Συμπαγές Μολύβι II κατά της Γάζας ή μιας στρατιωτική επιχείρηση του Ισραήλ κατά του Ιράν».
Υπάρχει άλλος τρόπος. Οι Παλαιστίνιοι επιδιώκουν να τον υλοποιήσουν. Σε εξέλιξη βρίσκονται, ήδη, κινήσεις για να επιτευχθεί υποστήριξη για την λήξη μιας απόφασης του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ που θα αναγνωρίζει ανεξάρτητο Παλαιστινιακό κράτος. Ο Αμπάς πρόσφατα εξασφάλισε την υποστήριξη από μια ομάδα χωρών της Νότιας Αμερικής (Βολιβία, Βενεζουέλα, Βραζιλία, Χιλή κ.ο.κ.) Τα κράτη αυτά προστέθηκαν τώρα στις 100 περίπου χώρες που έχουν ήδη αναγνωρίσει, επί της αρχής, μια ανεξάρτητη Παλαιστίνη.
Η όλη ιδέα βασίζεται στην επιδίωξη, ακολουθώντας το παράδειγμα του Ισραήλ, η παλαιστινιακή πλευρά να δημιουργήσει τετελεσμένα γεγονότα και να επιβάλλει τη λύση των δύο κρατών στην πράξη. Από στρατηγική άποψη, στόχος είναι να επανέλθει η ειρηνευτική διαδικασία στις «σωστές ράγες», με συνομιλίες που θα ακολουθήσουν για θέματα ουσίας στη συνέχεια, αντί να προηγείται η διαδικασία δημιουργίας δύο ισότιμων κρατικών οντοτήτων με αμοιβαίες εγγυήσεις ασφαλείας. Το σημείο εκκίνησης μετά την αναγνώριση ανεξαρτησίας θα μπορούσε να είναι ο καθορισμός συμπεφωνημένων συνόρων στη βάση των ορίων της 4ης Ιουνίου 1967.
«Για να υπερσκελιστεί το τωρινό αδιέξοδο των συνομιλιών, γιατί να μην διακηρύξει το Ισραήλ ότι αναγνωρίζει το Αραβικό κράτος της Παλαιστίνης, το οποίο θα διασφαλίζει ίσα δικαιώματα για όλους τους πολίτες του, και η ΟΑΠ (Οργάνωση για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης) να μην διακηρύξει την αναγνώριση του εβραϊκού κράτους του Ισραήλ, το οποίο επίσης θα διασφαλίζει ίσα δικαιώματα σε όλους τους πολίτες του; » πρότεινε ο Μάρτιν Ιντικ του Brookings Institution, ενός think tank της Ουάσιγκτον. «Ο ΟΗΕ δημιούργησε ένα εβραϊκό κράτος πριν από έξι δεκαετίες, και μπορεί να δημιουργήσει ένα παλαιστινιακό κράτος τώρα», τονίζει ο Ρόμπερτ Ράιτ στους New York Times.
Οι αντιρρήσεις απέναντι σε ένα τέτοιο διάβημα είναι σημαντικές και πολλές – αλλά δεν είναι απαραίτητα ανυπέρβλητες. Αυτό που επισημαίνεται περισσότερο από όλα είναι ότι οι ΗΠΑ θα ασκήσουν βέτο κατά οποιουδήποτε ψηφίσματος του ΟΗΕ αναφέρεται σε παλαιστινιακή ανεξαρτησία, επιμένοντας ότι μια συμφωνία πρέπει να προέλθει δια μέσου διαπραγματεύσεων, και όχι δια μέσου μονομερών κινήσεων. Όμως, ο πρώην πρέσβης των των ΗΠΑ στα Ηνωμένα Έθνη, επί Τζωρτζ Μπους, ο Τζον Μπόλτον δεν είναι και τόσο σίγουρος. Εκτίμησε, μάλιστα, ότι ο Ομπάμα, υπό την πίεση της επιδίωξής του να υλοποιήσει το όραμα που διατύπωσε το Σεπτέμβριο του 2010 περί δημιουργίας μιας ανεξάρτητης Παλαιστίνης μέσα στο 2011, αλλά και αρνούμενος να δημιουργηθεί η εντύπωση ότι η πολιτική του περιθωριοποιείται από τη στάση του Νετανιάχου, θα μπορούσε να απόσχει από μια τέτοια ψηφοφορία, και να μην ασκήσει τελικά βέτο. «Μια τέτοια κίνηση θα επέτρεπε να διασφαλιστεί μια σχεδόν βέβαιη πλειοψηφία στο Συμβούλιο Ασφαλείας », δήλωσε ο Μπόλτον.
Κάποιοι άλλοι εκτιμούν ότι οι ενδο-παλαιστινιακές διαιρέσεις καθιστούν μια τέτοια κίνηση  πρακτικά αδύνατη. Ο Τζόναθαν Σάντζερ, γράφοντας στο περιοδικό Foreign Policy, προειδοποίησε ότι «μια διακήρυξη ανεξαρτησίας χωρίς την έγκριση του Ισραήλ … είναι μια σχεδόν βέβαιη συνταγή πολέμου».  Με δεδομένο, όμως, ότι ο πόλεμος μπορεί να έρθει ούτως ή άλλως, γιατί κάποιος να μην κάνει το μεγάλο βήμα;
Ο Ομπάμα διατείνεται ότι η επίτευξη ειρήνης μεταξύ Ισραήλ – Παλαιστίνης αποτελεί μέρος των συμφερόντων εθνικής ασφαλείας των ΗΠΑ. Έχει δίκιο. Πολλοί άλλοι λένε ότι η προοπτική της λύσης των δύο κρατών μοιάζει να εξαφανίζεται γρήγορα. Και αυτό είναι σωστό. Και οι δύο αυτές παραδοχές αποτελούν δύο καλούς λόγους για τους οποίους ο Ομπάμα θα πρέπει να βρει το κουράγιο να ενεργήσει, και προστίθενται σε έναν τρίτο λόγο που θα μπορούσε κανείς να πει ότι έχει κληρονομικό χαρακτήρα: δίνει τέλος στο ιστορικό λάθος που έγινε προς τον παλαιστινιακό λαό.
Ανάμεσα σε όλους τους φόβους περί αναβίωσης της διαμάχης, η ανακήρυξη της Παλαιστινιακής ανεξαρτησίας θα άλλαζε την περιφερειακή δυναμική προς το καλύτερο, θα αφόπλισε όσους απορρίπτουν την ειρηνική προοπτική, και  θα παρείχε μια εξαιρετικά θετική ώθηση προςτην επίτευξη διαρκούς ειρήνης. Υπάρχει, λοιπόν,  ένας άλλος τρόπος. Και είναι αυτός. »
ΠΗΓΗ

Δημοσίευση σχολίου

 
Top